Γράμματα Ιταλών από τον πόλεμο του ‘40 – Μια ματιά στην άλλη πλευρά του λόφου
28/10/2020Ποιοι ακριβώς ήταν οι Ιταλοί με τους οποίους ήρθε αντιμέτωπη η Ελλάδα το 1940; Οι αλαζονικοί σκληροί φασίστες που ταπεινώθηκαν στα αλβανικά βουνά; Οι δειλοί και φαιδροί “κοκορόφτεροι” των ελληνικών θεατρικών επιθεωρήσεων; Απλοί άνθρωποι που στρατολογήθηκαν υποχρεωτικά από το καθεστώς τους; Όλα τα παραπάνω; Ίσως η απάντηση μπορεί να βρεθεί στην αλληλογραφία τους, δηλαδή τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους, όπως αποτυπώθηκαν στο χαρτί.
Τα γράμματα των Ιταλών στρατιωτών από το μέτωπο της Αλβανίας φανερώνουν διακυμάνσεις στην ψυχολογία τους, ανάλογα με την έκβαση των πολεμικών επιχειρήσεων. Μετά την ψυχρολουσία των πρώτων αποτυχιών, συναντάμε έντονα απαισιόδοξες σκέψεις στο 26% περίπου των επιστολών προς συγγενείς και φίλους. Το ποσοστό αυτό εκτοξεύεται στο 95,5% μετά την προέλαση των ελληνικών δυνάμεων στο αλβανικό έδαφος.* Οι κακουχίες του μετώπου, η ανησυχία για την κατάσταση πίσω στην πατρίδα και η έλλειψη εμπιστοσύνης στον Μουσολίνι και την φασιστική ηγεσία, είναι τα θέματα που κυριαρχούν στα γράμματα των Ιταλών στρατιωτών.
Ένας πεζικάριος της 23ης μεραρχίας Φερράρα, γράφει σε κάποιον συγγενή του: «Σε στιγμές σαν και τούτη, πρέπει να κάνεις αυτό που μπορείς και όχι αυτό που θέλεις. Οι καιροί είναι δύσκολοι. Ο Μουσολίνι μπορεί να κάνει πάλι τα κόλπα του και να δείχνει τόσο σίγουρος αλλά εμείς το μόνο που θέλουμε είναι να πάμε σπίτι».
Στο γράμμα ενός Ιταλού στρατιώτη του πυροβολικού διαβάζουμε: «Εδώ και αρκετό καιρό οι πράξεις μιλάνε δυνατότερα από τις λέξεις. Εν τω μεταξύ μας μείωσαν τον μισθό από τρεις λιρέτες την ημέρα σε μία και όλοι είναι δυσαρεστημένοι. Δεν είναι όμως αυτό που μας ανησυχεί περισσότερο. Όλοι οι άνδρες που επιστρέφουν από άδεια λένε ότι τα χωριά μοιάζουν νεκρά, δεν υπάρχουν πια άνθρωποι. Ας ελπίσουμε ότι τα πράγματα θα εξελιχθούν όπως μας υποσχέθηκε ο Ντούτσε. Μας έχει κάνει όμως πολλές υποσχέσεις και μέχρι στιγμής όλα πάνε στραβά».
Οι Έλληνες θα δεινοπαθήσουν
Τον Μάρτιο του 1941, ο Μουσολίνι επισκέφθηκε το μέτωπο της Αλβανίας. Ένας Ιταλός πυροβολητής, περιγράφει στην οικογένειά του την εντύπωση που αποκόμισε: «Ο Ντούτσε ήρθε να μας επισκεφθεί στο μέτωπο. Μας ρώτησε: ‘Είστε υπερήφανοι που πολεμάτε’; Κι εμείς του απαντήσαμε ‘Ναι, Ντούτσε’! Εκείνος τότε προσέθεσε: ‘Κουράγιο. Η άνοιξη θα έρθει σύντομα και οι Έλληνες θα δεινοπαθήσουν’. Για την ώρα όμως, αυτοί που δεινοπαθούνε είμαστε εμείς».
Κάποιος οπλίτης του μηχανικού, που υπηρετούσε στο 13ο σώμα στρατού, αναφέρει σε γράμμα του προς την οικογένειά του ένα ακόμα περιστατικό από την επίσκεψη του Μουσολίνι στο αλβανικό μέτωπο, ενδεικτικό της ψυχολογίας των Ιταλών στρατιωτών: «Όταν βγήκε από το αυτοκίνητό του, μας είπαν να φωνάξουμε δυνατά: “Ζήτω ο Ντούτσε” και έτσι κάναμε όλοι, άλλοι επειδή το πίστευαν και άλλοι για να μην βρουν τον μπελά τους. Οι αξιωματικοί τριγύρω, μας παρακολουθούσαν με τις άκρες των ματιών τους. Κάποια στιγμή, μερικοί στρατιώτες μας έκλεισαν με νόημα το μάτι και φώναξαν αυτοβούλως: «Θα νικήσουμε Ντούτσε».
Εκείνος απάντησε: «Βεβαίως θα νικήσουμε» κι εμείς ζητωκραυγάσαμε δυνατά. Αργότερα όμως διαπιστώσαμε πως τα άτομα που είχαν φωνάξει «Θα νικήσουμε Ντούτσε’ το έκαναν για να τον σαρκάσουν. Ο Ντούτσε ποτέ δεν το συνειδητοποίησε».
Οι ρομαντικοί
Υπήρξαν βέβαια και εκείνοι οι Ιταλοί στρατιώτες που έδιναν μια πιο ρομαντική ή επική διάσταση στα γεγονότα που ζούσαν. Ένας άνδρας των αλπινιστών γράφει στους δικούς του: «Ελλάς: ένα όνομα που είχαμε πάντα μέσα μας, άρρηκτα δεμένο με έναν αρχαίο πολιτισμό του οποίου αισθανόμαστε μέτοχοι ακόμα και σήμερα. Ίσως οι Ρωμαίοι να ένιωσαν το ίδιο, την ημέρα που πάτησαν για πρώτη φορά το πόδι τους εδώ. Για αυτό μάλλον, σε τούτον εδώ τον πόλεμο, δεν αντιμετωπίζουμε εχθρούς αλλά απλώς ένα έθνος πολεμιστών».
Τους ίδιους φόβους με τους στρατιώτες αλλά και την ίδια δυσπιστία προς την φασιστική ηγεσία φαίνεται πως μοιράζονταν και οι Ιταλοί πολίτες, όπως φανερώνουν τα γράμματά που έστελναν στους συγγενείς τους, στο μέτωπο. Σε μια επιστολή προς κάποιον στρατιώτη διαβάζουμε: «Τώρα καλούν στα όπλα κι άλλες ηλικίες. Δεν καταλαβαίνουμε πια τίποτα και όλα όσα ακούμε είναι πολύ άσχημα. Για την ώρα, και ενώ μας φλομώνουν με κούφια λόγια, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να εμπιστευθούμε τον Θεό».
Ας ελπίσουμε ότι δεν θα γίνει έτσι
Ένας άλλος Ιταλός πολίτης, γράφει προς τον στρατιώτη γιο του: «Για τον Ντούτσε όλα φαίνονται απλά. Ο κόσμος όμως λέει ότι αυτός ο πόλεμος είναι δύσκολος και μάλλον θα συνεχιστεί για πολλά χρόνια. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα γίνει έτσι».
Σε γράμμα που στάλθηκε σε έναν έφεδρο αξιωματικό του ιππικού από κάποιον συγγενή, τονίζεται η άθλια κατάσταση στα ιταλικά χωρία και η διάσταση μεταξύ κυβερνώντων και κυβερνωμένων: «Εν τω μεταξύ, στις αποθήκες δεν υπάρχουν πια εφόδια ούτε για τα απολύτως απαραίτητα. Η ανώτερη τάξη ζει με πομπώδη λόγια, με πολλές αυταπάτες και με φανταχτερά παράσημα».
Λίγο πιο κάτω η απόγνωση για την καθημερινή διαβίωση συμπληρώνεται από το αίσθημα εθνικής ταπείνωσης: «Όσο για τον Ντούτσε, που τον είχαμε κάποτε θεοποιήσει, αυτός φαίνεται πια ότι έχει χάσει επαφή με την πραγματικότητα […] Νιώθουμε ντροπιασμένοι, γνωρίζοντας ότι ο πόλεμος δεν θα τελειώσει παρά μόνο αν έρθουν να μας βοηθήσουν οι Γερμανοί. Αλλά τότε ο πραγματικός νικητής θα είναι ο Χίτλερ. Έτσι, είτε κερδίσουμε είτε χάσουμε, έχουμε ήδη ηττηθεί».
Οι Ιταλοί που έζησαν τον πόλεμο κατά της Ελλάδας, ανήκαν σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες, πολιτικές ιδεολογίες και οικονομικές τάξεις. Από τις επιστολές τους όμως προκύπτει μια εικόνα η οποία αντανακλά όλες τις παραπάνω κατηγορίες. Οι Ιταλοί του 1940 υπήρξαν μία ακόμη περίπτωση πολιτών που οι ζωές τους εξαθλιώθηκαν ή καταστράφηκαν από λανθασμένες και εγκληματικές αποφάσεις της κυβέρνησής τους. Το θλιβερό αυτό φαινόμενο συνέβαινε ανέκαθεν, σε όλες τις ιστορικές περιόδους, και δυστυχώς εξακολουθεί να συμβαίνει ακόμα και σήμερα, σε πάρα πολλά σημεία του πλανήτη.
*Στο άρθρο χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία από βιβλία του πανεπιστημιακού καθηγητή Ζαχαρία Τσιρπανλή.