Η Αρχαία Σοφία στη σύγχρονη διπλωματία
03/05/2025
Το καλοκαίρι του 432 πΧ, οι ηγέτες της Σπάρτης συγκεντρώθηκαν για να εξετάσουν αν θα έπρεπε να κηρύξουν πόλεμο στην Αθήνα. Εδώ και μήνες, η ένταση μεταξύ των δύο πόλεων αυξανόταν, καθώς οι Αθηναίοι συγκρούονταν με τους συμμάχους της Σπάρτης και οι Σπαρτιάτες παρέμεναν αδρανείς. Τώρα, μια ομάδα πολεμοχαρών, παρακινούμενη από τους συμμάχους, ανυπομονούσε για δράση.
Όμως ο Αρχίδαμος Β΄, ο γηραιός βασιλιάς της Σπάρτης, πρότεινε κάτι διαφορετικό: Διπλωματία. Οι διαπραγματεύσεις, είπε στη συνέλευση, θα μπορούσαν να αποτρέψουν τη σύγκρουση, ενώ η Σπάρτη θα αξιοποιούσε τον χρόνο για να αποκτήσει νέους συμμάχους και να ενισχύσει τη θέση της στο εσωτερικό.
«Σας παρακαλώ να μην πάρετε αμέσως τα όπλα, είπε, αλλά να στείλετε και να διαμαρτυρηθείτε στους Αθηναίους με τόνο που να μη θυμίζει υπερβολικά πόλεμο, αλλά ούτε και υποταγή, και να εκμεταλλευτείτε το διάστημα αυτό για να τελειοποιήσουμε τις δικές μας προετοιμασίες», είπε.
Ο τρόπος δράσης θα είναι, πρώτον, η απόκτηση συμμάχων, είτε Ελλήνων είτε βαρβάρων, δεν έχει σημασία και δεύτερον, η ανάπτυξη των εσωτερικών μας πόρων. Αν ακούσουν την πρεσβεία μας, τόσο το καλύτερο· αν όχι, μετά την πάροδο δύο ή τριών ετών, η θέση μας θα έχει ενισχυθεί ουσιαστικά. Ίσως τότε, η εικόνα των προετοιμασιών μας, συνοδευόμενη από εξίσου σαφείς δηλώσεις, να έχει πείσει τους Αθηναίους να υποταχθούν, όσο η γη τους παραμένει ακόμη άθικτη και οι αποφάσεις τους μπορούν να επικεντρωθούν στη διατήρηση πλεονεκτημάτων, που δεν έχουν ακόμη καταστραφεί.
Αρχικά, η ομιλία του Αρχίδαμου δεν επηρέασε τη συνέλευση· οι Σπαρτιάτες ψήφισαν υπέρ του πολέμου. Όμως, τις εβδομάδες που ακολούθησαν, η πόλη συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν έτοιμη για μάχη και η σοφία του ηλικιωμένου άνδρα άρχισε να γίνεται κατανοητή. Η Σπάρτη έστειλε πρέσβεις σε κάθε κατεύθυνση για να επιβραδύνει την πορεία προς τον πόλεμο και να προσεταιριστεί άλλες πόλεις-κράτη.
Όταν τελικά ξέσπασε ο πόλεμος, έναν χρόνο αργότερα, η Σπάρτη βρισκόταν σε καλύτερη θέση για να τον διεξάγει. Και όταν, δύο δεκαετίες αργότερα, η Σπάρτη νίκησε, αυτό δεν συνέβη επειδή είχε καλύτερο στρατό, αλλά επειδή είχε συγκεντρώσει ένα μεγαλύτερο και ισχυρότερο δίκτυο συμμάχων, ανάμεσά τους και την Περσία – έναν παλιό εχθρό, υπερτερώντας έναντι της Αθήνας.
Οι προτάσεις του Αρχίδαμου
Οι προτάσεις του Αρχίδαμου έχουν αποδειχθεί επιτυχημένες για αναρίθμητες μεγάλες δυνάμεις ανά τους αιώνες. Πρώτα απ’ όλα, χρησιμοποιήστε τη διπλωματία για να κερδίσετε χρόνο και να προετοιμαστείτε για πόλεμο. Όταν εμφανίζονταν νέες βαρβαρικές φυλές, οι Ρωμαίοι, οι Βυζαντινοί και η δυναστεία των Σονγκ στην Κίνα συνήθιζαν να στέλνουν πρέσβεις, προκειμένου να εξασφαλίσουν χρόνο για να αναπληρώσουν τα οπλοστάσια και τις αποθήκες τροφίμων τους.
Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Δομιτιανός υπέγραψε ανακωχή με τους Δάκες, που επέτρεψε στη Ρώμη να ανασυνταχθεί μέχρις ότου ένας νέος αυτοκράτορας, ο Τραϊανός, ήταν έτοιμος για πόλεμο μια δεκαετία αργότερα. Η Βενετία διαπραγματεύτηκε μια μακρά ειρήνη με τους Οθωμανούς μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης, ώστε να ενισχύσει τον στόλο και τα οχυρά της. Ο καρδινάλιος Ρισελιέ, επικεφαλής της γαλλικής κυβέρνησης, χρησιμοποίησε τη διπλωματία για να καθυστερήσει τον πόλεμο με την Ισπανία σχεδόν για μια δεκαετία, προκειμένου η Γαλλία να προετοιμαστεί κατάλληλα.
Ο ανταγωνισμός μεταξύ μεγάλων δυνάμεων έχει επιστρέψει και ένας γενικευμένος πόλεμος είναι πλέον μια πολύ πραγματική πιθανότητα. Η δεύτερη πρόταση του Αρχίδαμου, η σύναψη συμμαχιών για τον περιορισμό των επιλογών του εχθρού, αποδείχθηκε επίσης διαχρονική.
Οι Γάλλοι βασιλείς συμμάχησαν με τους αιρετικούς Λουθηρανούς και τους Οθωμανούς, για να περιορίσουν τους επίσης καθολικούς Αψβούργους. Οι Αψβούργοι συμμάχησαν με τους Βουρβόνους για να περιορίσουν τους Πρώσους. Η Βρετανία στην εποχή του Εδουάρδου Α΄ συνεργάστηκε με τις αποικιακές της αντιπάλους, τη Γαλλία και τη Ρωσία, για να αντιμετωπίσει τη Γερμανία του Κάιζερ. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η επιτυχία εξαρτιόταν από τη δημιουργία ευνοϊκών ισορροπιών δυνάμεων σε κρίσιμες περιοχές.
Ο πυρήνας της στρατηγικής διπλωματίας
Αυτό είναι ίσως ο πυρήνας της στρατηγικής διπλωματίας και αυτό που επιτρέπει σε χώρες να προβάλλουν ισχύ πολύ πέρα από τις υλικές τους δυνατότητες. Το σύστημα της Βιέννης, που δημιούργησε ο Αυστριακός υπουργός Εξωτερικών (και μετέπειτα Καγκελάριος) Κλέμενς φον Μέτερνιχ, χρησιμοποίησε την ισορροπία δυνάμεων για να παρατείνει τη θέση της αυτοκρατορίας του ως μεγάλης δύναμης πολύ πέρα από τη φυσική της διάρκεια ζωής.
Ο Γερμανός Καγκελάριος Ότο φον Μπίσμαρκ πέτυχε κάτι αντίστοιχο στα τέλη του 19ου αιώνα. Συνάπτοντας συμφωνίες με την Αυστρία, τη Ρωσία και το Ηνωμένο Βασίλειο, κατάφερε να απομονώσει τη Γαλλία και να αποφύγει έναν πόλεμο σε δύο μέτωπα που θα μπορούσε να πνίξει τη Γερμανική Αυτοκρατορία στα σπάργανα της.
Αυτοί οι ηγέτες ποτέ δεν επιχείρησαν να συνάψουν συμμαχίες στη βάση κάποιων κοινών αξιών· βασίζονταν αποκλειστικά σε κοινά συμφέροντα. Δεν πίστευαν ότι μπορούν να μετατρέψουν εχθρικές χώρες σε φιλικές με τη λογική και τη συζήτηση. Ούτε πίστευαν πως η διπλωματία μπορεί να γεφυρώσει ασυμφιλίωτες κοσμοθεωρίες. Ο στόχος τους ήταν να περιορίσουν τις επιλογές των αντιπάλων τους, όχι να εξαλείψουν τις αιτίες της σύγκρουσης
Η απόκλιση από αυτή τη λογική μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφή, όπως συνέβη όταν ο Βρετανός πρωθυπουργός Νέβιλ Τσάμπερλεν συναντήθηκε με τον Χίτλερ το 1938. Αντί να χρησιμοποιήσει τη διπλωματία για να ενισχύσει τους εσωτερικούς και διεθνείς περιορισμούς εις βάρος του Χίτλερ, ο Τσάμπερλεν τους αποδυνάμωσε, δίνοντάς του ό,τι ήθελε με την ελπίδα ότι η γερμανική επεκτατικότητα θα σταματούσε. Αντίθετα, ενθάρρυνε το Βερολίνο και άνοιξε τον δρόμο για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το λάθος των ΗΠΑ
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν παρόμοιο λάθος τη δεκαετία του 1990. Αντί να προσπαθήσουν να περιορίσουν ένα ανερχόμενο Πεκίνο μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, η Ουάσιγκτον χρησιμοποίησε την εμπορική διπλωματία για να απομακρύνει τα εμπόδια που συγκρατούσαν την κινεζική οικονομική επέκταση. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι διαπραγματεύτηκαν την είσοδο του Πεκίνου στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και άνοιξαν τις αμερικανικές αγορές σε κινεζικές επιχειρήσεις. Θεώρησαν πως αυτό θα μεταμόρφωνε την Κίνα σε φιλελεύθερη δημοκρατία.
Αντ’ αυτού, το Πεκίνο εκμεταλλεύτηκε το άνοιγμα για να εδραιώσει τον έλεγχό του, να πλουτίσει και να αποκτήσει οικονομικό πλεονέκτημα έναντι άλλων χωρών. Σήμερα, η κυριαρχία της Κίνας στη μεταποίηση είναι τόσο βαθιά, που ακόμη και ο αμερικανικός στρατός εξαρτάται από πολλά, κινεζικής κατασκευής προϊόντα.
Ως εκ τούτου, οι επιλογές της Ουάσιγκτον θα είναι πολύ περιορισμένες, αν προκύψει σύγκρουση με το Πεκίνο.