Η Δύση έχει αποποιηθεί τα ελληνοχριστιανικά θεμέλιά της
15/10/2025
Από την έναρξη της Νεωτερικότητας και μετά, οι άνθρωποι στην Ευρώπη επιχείρησαν ένα είδος ιστορικής παρθενογένεσης. Μια ex nihilo αυτοδημιουργία της πολιτισμικής τους ταυτότητας, αποκόπτοντάς την φαντασιακά από τις ρίζες της και συγκεκριμένα από τα χριστιανογενή της θεμέλια, τα οποία, με τη σειρά τους, βασίζονται πάνω στην αρχαία ελληνική σκέψη. Αυτό δημιούργησε ένα τεράστιο γνωσιακό και υπαρξιακό κενό στον Δυτικό Κόσμο, το οποίο, εν συνεχεία, προκάλεσε παρανοϊκές αναγνώσεις της πραγματικότητας. Είναι σαν ένας ενήλικος άνθρωπος να προσπαθεί να εξαλείψει την παιδική και εφηβική του ηλικία. Να θεωρεί ότι αυτές δεν έχουν επιδράσει καθόλου στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του, του τρόπου σκέψης και της συμπεριφοράς του, ότι ο ίδιος έχει απαλλαγεί πλήρως από τις επιρροές τους και έχει δημιουργήσει έναν απολύτως νέο εαυτό, εξαφανίζοντας το παρελθόν του.
Αυτή είναι φυσικά μια ψυχοπαθολογική κατάσταση. Στην πραγματικότητα, ο Δυτικός Πολιτισμός και τα φαινόμενα σε αυτόν, όχι μόνον βασίζονται στα χριστιανογενή και αρχαιοελληνικά θεμέλια του Δυτικού Πολιτισμού, αλλά, πολλές φορές, αποτελούν εκφάνσεις αρχαίων πίστεων, αντιλήψεων και κοσμοθεάσεων για την φύση, οι οποίες απλά εκφράζονται με διαφορετικό λεξιλόγιο.
Προς ενίσχυση αυτής της άποψης, σήμερα θα εξετάσουμε τρία πολιτισμικά μεγέθη, διαφορετικών εποχών, τα οποία φαινομενικά δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους αλλά εν πολλοίς είναι πτυχές μιας αρχαίας κοινής κοσμοαντίληψης. Το πρώτο από τα μεγέθη αυτά είναι η σύγχρονη “θεωρία της Γαίας” του Lovelock, που αποτελεί την πιο ακραία (μέχρι στιγμής) έκφραση της ριζοσπαστικής οικολογίας. Το δεύτερο είναι η “έννοια της Παγκόσμιας Ψυχής” (Weltseele), όπως διαμορφώθηκε από τον μεγάλο Γερμανό Ρομαντικό φιλόσοφο Friedrich Schelling και το τρίτο είναι ο “νεωπλατωνισμός του Πλωτίνου”.
Και τα τρία αυτά πνευματικά μεγέθη αποτελούν εκφάνσεις, σε διαφορετικές ιστορικές εποχές, μιας διαχρονικής αντίληψης στον Δυτικό Πολιτισμό. Αυτόν της έμψυχης φύσης, με την οποία ο Άνθρωπος αποτελεί μια ενιαία και αδιαίρετη ενότητα. Η αντίληψη αυτή αντιμάχεται αυτήν της φύσης – τρόπαιο. Της άψυχης φύσης, η οποία αποτελεί το προνομιακό πεδίο κυριαρχίας του Ανθρώπου. Ήδη λοιπόν, από την πρωτόγονη εποχή, οι άνθρωποι θεωρούσαν ότι η φύση που τους περιβάλλει ήταν ένα ζωντανό ον. Όταν σχηματοποιήθηκαν οι μεγάλοι ανθρώπινοι πολιτισμοί η αίσθηση αυτή εντάθηκε.
Οι οπτικές για την φύση
Στην Αρχαία Ελλάδα προέκυψαν πολλές σχετικές θεωρίες. Οι Πυθαγόρειοι μιλούσαν για την “ἁρμονίαν τοῦ κόσμου”, οι Στωικοί για το πνεύμα που διαπερνά τα πάντα, και ο Πλωτίνος για τη Ψυχή του Όλου — την anima mundi. Αυτή η παράδοση της έμψυχης φύσης, της φύσης ως θεοφάνειας, διατρέχει την αρχαιότητα, ωριμάζει στον νεοπλατωνισμό και επιστρέφει στην ευρωπαϊκή σκέψη κάθε φορά που ο δυϊσμός πνεύματος και ύλης φτάνει στα όριά του και δημιουργεί υπαρξιακό κενό στον Ευρωπαίο άνθρωπο. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αντίληψη της έμψυχης φύσης αποτελεί το κρυφό θεμέλιο ενός πνευματικού μεγέθους το οποίο θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε φιλοσοφία και μεταφυσική της ενότητας.
Στον 19ο αιώνα, ένας από τους μεγάλους στοχαστές του Γερμανικού Ρομαντισμού, ο Friedrich Schelling, ανέλαβε να αποκαταστήσει την ενότητα του όντος απέναντι στην ψυχρή μηχανιστική κοσμολογία του Διαφωτισμού, διαμορφώνοντας την έννοια της Weltseele, της Παγκόσμια Ψυχής. Κατά τον Schelling η πραγματικότητα είναι μία και ζώσα. Το δε πνεύμα δεν κατοικεί “έξω” από τη φύση, αλλά εντός της και αποτελεί την εσωτερική της λογική και ζωτική της αυτοσυνείδηση.
Δύο αιώνες αργότερα, ο James Lovelock, χωρίς καμία θεολογική πρόθεση, επανεμφανίζει σχεδόν το ίδιο όραμα σε επιστημονική γλώσσα. Η θεωρία της Γαίας (Gaia), την οποία εξέφρασε και έκανε διάσημη, υποστηρίζει ότι η Γη είναι ένας αυτορρυθμιζόμενος, ενιαίος, ζωντανός οργανισμός. Σύμφωνα με τον Lovelock, η ατμόσφαιρα, οι ωκεανοί, τα βακτήρια και τα φυτά συνεργάζονται άδηλα, ώστε το ενιαίο πλανητικό σώμα να διατηρεί την ισορροπία και την ενότητά του.
Το επιστημονικό λεξιλόγιο του Lovelock αντικατέστησε τη μεταφυσική ορολογία του Schelling αλλά το νόημα παραμένει το ίδιο: Ότι ο κόσμος θεωρείται μια ζωντανή ολότητα. Όχι μια μηχανή αλλά ένας ζωντανός οργανισμός με σκοπό και ψυχή. Υπό μία έννοια, η Γαία αποτελεί μια επιφανειακά αθεϊστική μετάφραση της Weltseele, αλλά στον πυρήνα της υπάρχει η ίδια αντίληψη. Όμως, πίσω από τον Schelling και τον Lovelock διακρίνεται μια κοινή φιλοσοφική καταγωγή, η οποία είναι ο νεοπλατωνικός τρόπος του σκέπτεσθαι, με κυρίαρχο εκπρόσωπο τον Πλωτίνο. Πράγματι, στον Πλωτίνο, “το Ἕν εκπορεύει και συντηρεί, όλα τα όντα είναι ζωή που μετέχει και επιθυμούν την ἐπιστροφή τους προς το κέντρο”.
Στον Schelling, αυτή η δομή γίνεται αντιληπτή ως οντολογία του πνεύματος, ενώ στον Lovelock ως οικολογία του συστήματος αλλά και στις δύο περιπτώσεις “το Είναι” νοείται οργανικά. Το σύνολο προηγείται των μερών και συνθέτει κάτι πολύ περισσότερο από το άθροισμά τους. Για την ακρίβεια, η ζωή γίνεται αντιληπτή ως σχέση των μερών όχι ως άθροισμα τους. Η ζωή λοιπόν είναι σχέση, όχι άθροισμα.
Ο Schelling έβλεπε τη φύση ως θέατρο θείας αυτοαποκάλυψης ενώ ο Lovelock ως σύστημα ζωής που αυτοσυντηρείται. Όμως, και οι δύο, ο καθένας με τη δική του γλώσσα, αντιστέκονται στον μηχανιστικό ορθολογισμό που βλέπει τον κόσμο ως νεκρή ύλη. Η διαφορά τους λοιπόν είναι διαφορά ύφους, όχι ουσίας. Και οι δύο καταλήγουν στην πίστη ότι το σύμπαν δεν είναι πράγμα, αλλά πρόσωπο και ότι η φύση δεν είναι αντικείμενο, αλλά κοινωνία ζωής. Οι θεωρίες του Weltseele και της Γαίας θεωρούν ότι ο κόσμος φέρει μέσα του τη θεία ενέργεια που τον συνέχει και εδώ έρχονται κοντά με την πατερική παράδοση, ιδιαίτερα την Ορθόδοξη. Εν κατακλείδι, η σύγχρονη οικολογία με τη ρομαντική μεταφυσική αποτελούν εκφάνσεις ενός αρχαίου τρόπου να βλέπουμε τον κόσμο. Δηλαδή να τον θεωρούμε ως πνευματική ολότητα που καλεί τον άνθρωπο σε διάλογο.