Η επικράτηση των “επιτροπάριων” της ΕΕ επί των κυβερνήσεων
17/10/2024Η πρώτη μορφή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής καθορίστηκε από τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα, η οποία υπογράφτηκε στις 18 Απριλίου του 1951. Το 1957, με τις συνθήκες της Ρώμης, καθιερώθηκαν δύο νέα σώματα, η Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και η Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας.
Οι δύο αυτές Επιτροπές αργότερα συγχωνεύτηκαν για τη δημιουργία της ενιαίας Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για τις τρεις Ευρωπαϊκές Κοινότητες εκείνης της εποχής, με βάση την Ενοποιημένη Συνθήκη που υπογράφτηκε στις 8 Απριλίου 1965 και τέθηκε σε ισχύ από την 1η Ιουλίου 1967. Η ενιαία επιτροπή του 1967, αποτέλεσε ουσιαστικά το όργανο που λειτουργεί μέχρι σήμερα. Να υπενθυμίσουμε ότι ο πρώτος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 1958, ήταν ο Βάλτερ Χολστάιν (Walter Hollstein), δικηγόρος των Ναζί. Οι Επιτροπείες και οι “επιτροπάριοι” της Ευρώπης, τα συμβούλια και οι συμβουλάτορες, είχαν και θα έχουν όπως φαίνεται μια λαμπρή εξέλιξη.
Οι διαχειριστές-συμβουλάτορες είναι αντίθετοι, σε ευθεία γραμμή με το “καστικό σύστημα” που αποτελείται από κληρονομικές ομάδες και οι οποίες προσπαθούν να διατηρηθούν στην εξουσία με πολλούς τρόπους. Ο κοινωνιολόγος Σελεστέν Μπουγκλέ διέκρινε ότι το “καστικό σύστημα” βλέποντας ότι οι διαχειριστές απειλούν την εξουσία τους, επεδίωξε να εφαρμόσει τρεις τρόπους διαφοροποίησης του.
- Τη διαβάθμιση της κοινωνικής τους θέσης και την επιβολή βασικής κοινωνικής ιεραρχίας.
- Να επιβάλλει κανόνες απαγορευτικούς οι οποίοι αποσκοπούσαν στη διασφάλιση του χωρισμού τους ή της αποφυγής της μίξης τους με διαχειριστές – συμβουλάτορες.
- Και να θεσμοθετήσει τον καταμερισμό της εργασίας. Σύμφωνα με τον Λουι Ντυμόν το “καστικό σύστημα” οργάνωσε επιμελώς μια “κοσμοθεωρία της ολότητας” και εξέφρασε μια “θεμελιακή αρχή του καθαρού” που προέρχεται από την ιστορία και “του μιαρού” που έρχεται να εισβάλει ως αντίθεση στην ιστορική ιεραρχία.
“Επιτροπάριοι” έναντι πολιτικών
Το σύστημα των επιτρόπων (εμπειρογνώμων) ωστόσο κερδίζει έδαφος δεδομένου ότι σταδιακά αλλά και σταθερά αχρηστεύονται οι πολιτικοί όπως παρατηρεί ο Barets στο έργο του “Le fin des politiques” από τους τεχνοκράτες (οι παλαιοί μαγιορδόμοι). Και αυτό κρίνεται σχεδόν αναγκαίο δεδομένου, καθώς παρατηρούσε και ο Βέμπερ ότι η πολιτική καθίσταται επιδίωξη της διεύθυνσης ενός σχηματισμού που ονομάζεται κράτος ή τον επηρεασμό εκείνου του σχηματισμού (του κράτους). Επίσης οι Goguel et Grosser, θα υποστηρίξουν ότι πολιτική είναι το σύνολο των συμπεριφορών και θεσμών που αφορούν τον χειρισμό των δημοσίων υποθέσεων και που τείνουν στο σχηματισμό μιας εξουσίας και ως εκ τούτου κρίνεται αναγκαίο η αντικατάσταση εκείνων που την ασκούν από εκείνους που μπορούν να την κάνουν ευέλικτη και προσαρμόσιμη σε νέες απαιτήσεις.
Αλλά και ο Ζακ Ελλύλ με το έργο του “La technique ou l’ enjeu du siècle”, υποστήριζε μετά μεγάλης βεβαιότητας «ότι ο μεν πολίτης είναι απρόθυμος στη συμμετοχή γιατί θέλει να ελαχιστοποιεί την ευθύνη του, το δε κράτος επιδιώκει να ισοπεδώσει τα πολιτικά ζητήματα και να τα καταστήσει τεχνοκρατικά προβλήματα». Το ίδιο ισχυριζόταν και ο R. Boisde στο “Technocratie”, καθώς επίσης και o Γερμανός A. Mohler, οι οποίοι υποστήριζαν ότι η πολιτική ανήκει στους εμπειρογνώμονες – μαγιορδόμους. Ιδιαίτερα ο Ιταλός πολιτειολόγος Φίντζι με το έργο του “Τεχνοκρατική Εξουσία” προσδιορίζει με σαφήνεια ποιος είναι ο ρόλος των τεχνοκρατών.
Ο Φίντζι λέει ότι ο ρόλος των τεχνοκρατών δεν συνίσταται στην ανάληψη της διακυβέρνησης, αλλά στον προσδιορισμό των πολιτικών αποφάσεων δεδομένου ότι τα πολιτικά ζητήματα είναι πλέον τεχνοκρατικής διαχείρισης και μάλιστα οι πολιτικοί δεν έχουν καμία δυνατότητα και ικανότητα να επεξεργάζονται λύσεις, να δίνουν εναλλακτικές προτάσεις, εκτός από το να επιτυγχάνουν, αποτυγχάνοντας και να καθιστούν τις εξελίξεις σε αβεβαιότητες. Έτσι είναι αναγκαίοι οι τεχνοκράτες και στους πιο περίπλοκους τομείς και μάλιστα αναγκαίοι περισσότερο από ποτέ, θα τονίσει και ο Meynaurd.
Η νέα ολότητα
Οι εμπειρογνώμονες – μαγιορδόμοι θεωρούνται οι ειδικοί της επιλεκτικής δράσης, οι διαμορφωτές της προοδευτικής διαφοροποίησης και εξειδίκευσης. Είναι οι κυρίαρχοι γιατί καθώς λέει ο Κάρλ Σμίτ «κυρίαρχος είναι εκείνος που αποφασίζει στην κατάσταση εκτάκτου ανάγκης» και οι συμβουλάτορες – εμπειρογνώμονες βρίσκονται στην εξουσία για να αποφασίζουν σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης. Για να επιτευχθεί όμως αυτό θα πρέπει να συγκεντρώνουν στα χέρια τους απροσμέτρητη εξουσία. Ο πολιτικός επιστήμονας Τζιανφράνκο Πασκουίνο έχει υποστηρίξει ότι η τεχνοκρατία στηρίζεται στην αντίληψη ότι ικανοί να αποφασίζουν είναι οι λίγοι και πιο συγκεκριμένα εκείνοι που καταλαβαίνουν.
Οι συμβουλάτορες – εμπειρογνώμονες οργάνωσαν το νέο ιδεολογικό πρόταγμα, τη νέα ολοποιητική ονοματοθεσία του μοντερνισμού της πολιτικής. Ο μοντερνισμός της πολιτικής πιστεύει στον εαυτό του, στην ατέρμονη πρόοδο, που βρίσκει πιθανές λύσεις στον μαξιμαλιστικό παραγωγισμό, ακόμη και αν είναι άϋλος ο μαξιμαλιστικός παραγωγισμός. Οι μαγιορδόμοι ήταν οι πρώτοι που επέβαλαν μια νέα αντίληψη στη κοινωνική δομή που εκφράζεται με μοναδικό τρόπο στις μέρες μας. Ο ιδιοκτήτης του πλούτου δεν είναι πλέον ο ισχυρός, αλλά ο διαχειριστής του ιδιοκτήτη. Είναι οι μάνατζερ οι οποίοι έχουν στην πραγματικότητα και τον έλεγχο των μεγάλων επιχειρήσεων. Ο ιδιοκτήτης δίνει τη θέση του, και εννοούμε τη θέση ισχύος του, στον διαχειριστή του.
Αυτή η αλλαγή θα αποτελέσει μια νέα κοινωνική δομή σ’ όλα τα επίπεδα τόσο της άμεσης παραγωγής όσο και της άϋλης παραγωγής. Η ισχύς του πλούτου δεν εκφράζεται από τους ιδιοκτήτες των πολυεθνικών μονοπωλίων, αλλά από τους διαχειριστές οι οποίοι έχουν και τον έλεγχο των μεγάλων επιχειρήσεων. Οι μαγιορδόμοι έκαναν την αρχή σε μια μεσαιωνική Ευρώπη, οι επίγονοι τους σήμερα οι διαχειριστές επίτροποι στην αύξουσα πολυπλοκότητα της γραφειοκρατικοποιημένης οικονομίας του νεοφιλελευθερισμού. Αυτοί προσδιορίζουν τους κανόνες του πολιτικού και κοινωνικού παιχνιδιού. Προσανατολίζουν τη δράση και τη παραχώρηση των δικαιωμάτων των πολιτών, την αντίληψη της ελευθερίας και της υποχρέωσης, καθώς και τη συμπεριφορά της μαζικής κατ’ όνομα δημοκρατίας. Θέτουν μια νέα αναγκαιότητα εξουσίας και μια νέα ομολογία πίστης στη πολιτική σκακιέρα μεταβάλλοντας τη κοινωνική σύνθεση καθώς και τους μηχανισμούς και τους ρόλους.