Η επιρροή του Σολωμού από το “Καθαρτήριο” του Δάντη
25/03/2025
Είμαστε τώρα στο τελευταίο δεκαήμερο του Μάρτη, περίοδο αφιερωμένη στις μνήμες της Εθνικής μας Αναγέννησης. Αξίζει λοιπόν να θυμηθούμε ορισμένα γεγονότα και να βρούμε το νήμα που τα συνδέει με τις απώτερες καταβολές τους. Και ένα από αυτά είναι το περίφημο σύνθημα “Ελευθερία ή Θάνατος”.
Η φράση είναι πασίγνωστη, αλλά το ζήτημα εντοπίζεται στο ότι ουσιαστικώς καθιερώθηκε μετά το τέλος του Μεγάλου Αγώνα. Είναι, δηλαδή, κάτι ανάλογο με την Αγία Λαύρα και τον Παλαιών Πατρών Γερμανό. Η σημασία των εν προκειμένω τόπου και ιεράρχη, στις πρώτες τουλάχιστον φάσεις της Επανάστασης, είναι δεδομένη. Αμφίβολο όμως παραμένει κατά πόσον εκεί και από αυτόν επισήμως σηματοδοτήθηκε η έναρξη του Μεγάλου Ξεσηκωμού.
Περίπου το ίδιο συμβαίνει και με την “πολεμική μας ιαχή”. Σποραδικές είναι οι μαρτυρίες της κατά τη δεκαετία του 1820 αναφώνησής της. Τι λοιπόν συμβαίνει; Η απάντηση εντοπίζεται στην προσωπικότητα του Εθνικού μας Ποιητή, Διονύσιου Σολωμού. Όπως όλοι οι μεγάλοι δημιουργοί, είχε και αυτός ψυχικά τραύματα ανεπούλωτα και συμπλέγματα βασανιστικά. Το σπουδαιότερο, μάλιστα από αυτά έγκειται στην καταγωγή του. Ως γνωστόν, είχε γεννηθεί στη Ζάκυνθο στις 8 Απριλίου 1798, όταν πια είχε καταλυθεί από τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη η “Γαληνοτάτη Δημοκρατία” της Βενετίας και τερματιστεί η βενετική κυριαρχία στα Νησιά του Ιονίου.
Το γεγονός όμως αυτό δεν είχε καθοριστικές επιπτώσεις στην κοινωνική διαστρωμάτωση και την πολιτιστική φυσιογνωμία της Επτανήσου. Τα ιταλικά είχανε πια εμποτίσει τα εκεί νεοελληνικά ιδιώματα και, παράλληλα, δεν είχε εξαλειφθεί ο σαφής διαχωρισμός μεταξύ ευγενών και “ποπολάρων” (<popolo= [απλός] λαός). Ο Νικόλαος Σολωμός, τώρα, πατέρας του Ποιητή, ήτανε Ιταλός και πλούσιος αριστοκράτης. Σύμφωνα με οικογενειακή παράδοση άλλωστε, οι πρόγονοί του ήταν εγκατεστημένοι στην Κρήτη από όπου έφυγαν, αφότου τη Μεγαλόνησο κατέλαβαν οι Οθωμανοί.
Ο Νικόλαος Σολωμός όμως, εκτός από τη νόμιμη συμβία του (που πέθανε πρόωρα), είχε συνδεθεί ερωτικώς και με την “ωραία υπηρέτριά του”, Αγγελική Νίκλη (από την Πελοπόννησο), με την οποία απέκτησε δύο αγόρια, το πρώτο από τα οποία ήταν ο Διονύσιος. Θεωρητικώς λοιπόν αυτός και ο αδελφός ήτανε “νόθοι”, μα ευτυχώς ο πατέρας τους, λίγες μόλις μέρες πριν από τον θάνατό του (1807), παντρεύτηκε τη μητέρα τους και “νομιμοποίησε” τους δύο αρχικώς “εξώγαμους” γυιούς του.
Σολωμός: Η επανάσταση και ο ποιητής της
Αυτή η ιστορία φυσικό ήτανε να επηρεάσει βαθιά τον Εθνικό μας Ποιητή. Έτσι, με κίνητρο τη μεγάλη ευαισθησία που από νωρίς τον χαρακτήριζε, στράφηκε προς την κυρίαρχη στα Επτάνησα ιταλική κουλτούρα, ενώ παράλληλα εξέφραζε τη συμπάθειά του προς τα λαϊκά στρώματα από τα οποία προερχόταν η μάνα του. Επίσης, χάρη στην οικονομική άνεση που του προσπόριζε η από την πλευρά του πατέρα του “νομιμοποίησή του”, πήγε στην Ιταλία για σπουδές – πρώτα στη Βενετία και μετά σε άλλες πόλεις. Σαν γόνος αριστοκράτη, έπρεπε να σπουδάσει Ιατρική ή Νομικά. Την Ιατρική όμως δεν την ήθελε, ενώ με τα Νομικά δεν μπόρεσε να εξοικειωθεί. Έτσι, επέστρεψε, το 1818 στην πατρίδα του κυριολεκτικώς “χωρίς δίπλωμα”.
Η φαινομενική αυτή αποτυχία όμως τον είχε κάνει να αποκτήσει το “γνώθι σαυτόν”. Στα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Παβίας και της Κρεμώνας, όπου φοίτησε μετά την παραμονή του στη Βενετία, τού είχαν δοθεί βραβεία για τις επιδόσεις του στη Ρητορική. Αυτό τον έκανε γρήγορα γνωστό στους εκεί λογοτεχνικούς κύκλους – με αποτέλεσμα να αρχίσει να γράφει και να απαγγέλλει ποιήματά του τα οποία είχε συνθέσει σε ιταλική γλώσσα ιδιαίτερα επιμελημένη.
Την Ποίηση, εκείνη την εποχή, περιέβαλλε, στην Ιταλία, μεγάλη εκτίμηση. Ο Μακιαβέλλι με τον “Ηγεμόνα” του είχε ήδη τεκμηριώσει την ανάγκη συγκρότησης ισχυρής κρατικής οντότητας η επικράτεια της οποίας, βασισμένη σε ενιαία εθνική συνείδηση, θα κάλυπτε το σύνολο της Ιταλικής Χερσονήσου. Την πραγμάτωση του οράματος του Μακιαβέλλι είχαν τώρα αναλάβει να προετοιμάσουν ποιητές όπως oι Βικέντιος Μόντι/Vincenzo Monti (1754-1828) και Αλέξανδρος Μαντσόνι/Alessandro Manzoni (1785-1873). Με λίγα λόγια, είχε αρχίσει πια να κυοφορείται το Risorgimento (= Ανόρθωση) των Ιταλών.
Ο Σολωμός γρήγορα γνωρίστηκε με αυτούς τους δύο έξοχους λογοτέχνες, από τους οποίους ο Μαντσόνι πολύ τον συμπάθησε, ενώ ο Μόντι, χωρίς να πάψει να τον εκτιμά, κάποια στιγμή τσακώθηκε μαζί του. Έτσι η φήμη του απλώθηκε – με αποτέλεσμα έγκυρος φιλολογικός παράγοντας στη Βόρεια Ιταλία να “προφητέψει” πως ποιητής της ιταλικής εθνικής “Αναγέννησης” θα γινόταν ο Διονύσιος Σολωμός.
Αυτό ήταν! Ο μελλοντικός Εθνικός μας Ποιητής συνειδητοποίησε ότι αποστολή του στον κόσμο μας ήτανε η μέσω της ποιητικής του δημιουργίας αναγέννηση ενός Λαού – εν προκειμένω του Ιταλικού. Επειδή όμως η αδυναμία του να σπουδάσει Νομικά τού είχε αφαιρέσει το πρόσχημα της “ευπρεπούς” διαμονής του στην Ιταλία, επέστρεψε, όπως ήδη αναφέρθηκε, στη Ζάκυνθο. Αυτό πάντως δεν αποτελούσε, στο πλαίσιο του ευρύτερου προγραμματισμού του, κώλυμα σοβαρό. Τα Επτάνησα ήτανε πια Κράτος ελεύθερο – υπό την προστασία του αγγλικού Στέμματος βέβαια αλλά με το “φτερωτό λιοντάρι” της Βενετίας ως “αδιαπραγμάτευτο” έμβλημά τους. Αυτό σήμαινε ότι η κοινωνική διαστρωμάτωση και η “ιταλοστρεφής” πολιτιστική τους ιδιομορφία παρέμεναν αμετάβλητες.
Έτσι ο Σολωμός, εμμέσως προβάλλοντας την κοινωνική προέλευση της μητέρας του, άρχισε συστηματικώς να συναναστρέφεται κύκλους φιλελεύθερους και να “κάνει παρέα” ακόμη και με ανθρώπους του λαού. Παράλληλα, μελετούσε συστηματικώς το επικών διαστάσεων έργο του Δάντη. Εντάξει… τους σύγχρονούς του ποιητές θα μπορούσε να τους ξεπεράσει… μα για να πραγματωθεί ο μύχιος πόθος του, έπρεπε να συνθέσει κάτι ισάξιο με τη “Θεία Κωμωδία” του μεγάλου Ιταλού.
Σολωμός και Σπυρίδων Τρικούπης
Το 1822 κατέφθασε στη Ζάκυνθο ο Σπυρίδων Τρικούπης (1788-1873), πολιτικό αστέρι και μελλοντικός ιστορικός της Ελληνικής Επανάστασης, που είχε ήδη αρχίσει. Αυτός αμέσως κατάλαβε το ποιητικό ταλέντο του Σολωμού. Δεδομένου λοιπόν ότι και ο ίδιος ήταν ιταλομαθής, εξήγησε στον Ποιητή ότι η “προσπάθειά του να γίνει εφάμιλλος του Δάντη” ήτανε καταδικασμένη. Οι «πλαγιές του ιταλικού Παρνασσού (= ιταλικό λογοτεχνικό στερέωμα) είχαν ήδη αριστοτεχνικώς καλλιεργηθεί». Ό,τι όμως ακόμη παρέμενε χέρσο ήταν οι «κλιτύες τοῦ Παρνασσού» τῶν Νεοελλήνων, που τώρα αιματηρώς αγωνίζονταν για την ελευθερία τους. Συνακολούθως, ο Σολωμός όφειλε να γίνει Εθνικός Ποιητής όχι της ενοποιημένης Ιταλίας μα της αναγεννημένης Ελλάδας.
Ο Σολωμός τελικώς κατάλαβε την αξία της προτροπής του Τρικούπη. Άλλωστε, σαν ταλαντούχος ποιητής και ρήτορας που ήταν, είχε έμφυτη μια μια εμφανώς γενικευμένη γλωσσική ευχέρεια. Επιπλέον, οι παρέες του τον είχαν εξοικειώσει με τη δημώδη μορφή των Νέων Ελληνικών. Πήρε λοιπόν την απόφαση να γράψει το Ἐργο της Ζωής του στα ελληνικά και για τους Έλληνες. Έλα όμως που είχε πνευματικώς εμποτιστεί από τη “Θεία Κωμωδία” του Δάντη… Πώς θα μπορούσε να συνδυάσει το μεγαλούργημα του Ιταλού με τον Αγώνα των Ελλήνων;
Ο Δάντης και το “Ελευθερία ή θάνατος”
Η λύση που σε “χρόνο ρεκόρ” επινόησε, συνιστά απόδειξη της μεγαλοφυίας του. Στους στίχους 71-72 του πρώτου Άσματος του “Καθαρτήριου”/Purgatorio της “Θείας Κωμωδίας”, ο Δάντης αναφέρεται στον θάνατο (46 π.Χ.) του Νεωτέρου Κάτωνος, που διαδραματίστηκε στην Ιτύκη της βόρειας Αφρικής, κοντά στην Καρχηδόνα. Ο Κάτων αυτός, δισέγγονος του περίφημου Κάτωνος του Τιμητή (234-147 π.Χ.), πασίγνωστου λόγω της προσπάθειάς του να περιφρουρήσει το πατρογονικό ήθος των Ρωμαίων, είχε κληρονομήσει από τον πρόγονό του τόσο την ακεραιότητα του χαρακτήρα όσο και την “αριστοκρατική θεώρηση” του κοινωνικού βίου.
Συνακολούθως, ενώ οι πάντες τον εμπιστεύονταν, αυτός προτιμούσε να ζει, όσο τού ήταν δυνατό, μακριά από την πολιτική. Όταν όμως ο Ιούλιος Καίσαρας δικτατορικώς επικράτησε στον δημόσιο βίο των Ρωμαίων, ο Νεώτερος Κάτων συνειδητοποίησε ότι η αναβίωση του “Παλαιού [καλού] Καιρού” των απλών, τιμίων ανθρώπων ήτανε πια ανέφικτη. Οπότε, αντί να υποταγεί στον νεόκοπο εξουσιαστή, προτίμησε να αυτοκτονήσει σφίγγοντας στο στήθος του τον “Φαίδωνα”, διάλογο του Πλάτωνος όπου τεκμηριωμένα προβάλλεται η αθανασία της ανθρώπινης ψυχής.
Βέβαια, ο Σολωμός ελαφρώς μετέβαλε τους στίχους του Δάντη. Ο δεύτερος, ως προς τον Κάτωνα τον Νεώτερο, είχε γράψει: «Libertà va cercando, ch’è sí cara/come sa chi per lei vita rifiuta.» (Τη Λευτεριά αναζητάει, που την αξία της/καλά γνωρίζει όποιος για χάρη της απαρνιέται την [ίδια του τη] ζωή.) Και αυτό ο Σολωμός το έκανε: «Libertà vo cantando…» (= Τη Λευτεριά [εγώ] τραγουδώ…).
Αυτόν τον παραλλαγμένο στίχο του Δάντη ο Σολωμός εμβληματικώς τον έβαλε στις πρώτες εκδόσεις του “Ύμνου εις την Ελευθερίαν”. Και το δημιούργημά του είχε από την αρχή τέτοια απήχηση, ώστε γρήγορα μεταφράστηκε στα ιταλικά και τυπώθηκε, ιταλιστί και στη γλώσσα μας, το 1825, μέσα στο πολιορκημένο Μεσολόγγι. Έτσι, λόγω της κατά τον Απρίλιο του 1826 Εξόδου, το νόημα των συγκεκριμένων στίχων βραχυλόγως καθιερώθηκε ως “Πολεμικό Σύνθημα” των Ελλήνων. Και ο Σολωμός, από την πλευρά του, μπόρεσε να εκπληρώσει την αποστολή που εκουσίως είχε αναλάβει: Είχε πράγματι γίνει, μέσω του έργου του, εθνεγέρτης ενός ολόκληρου Λαού.