Η κορύφωση του θείου δράματος – Η ζωή και ο θάνατος
26/04/2019«Ότε κατήλθε προς τον θάνατον,/ η ζωή η αθάνατος,/ τότε τον άδην ενέκρωσας, /τη αστραπή της Θεότητας»
Η Μεγάλη Παρασκευή, η πιο πένθιμη ημέρα του έτους, θεωρείται από την εκκλησίαν μας ως η ημέρα των νεκρών. Οι χριστιανοί βιώνουν το κορύφωμα του θείου δράματος. Οι εκκλησιαστικοί ύμνοι είναι προσαρμοσμένοι στο κλίμα της ημέρας και αναδεικνύουν το παράλογο (absurdum) του θανάτου του θεού (Χριστός). Ο θάνατος ως φαινόμενο και γεγονός κυριαρχεί στους ύμνους και αναπόφευκτα η σκέψη των ανθρώπων στρέφεται στη μελέτη του. Η ζωή και ο θάνατος αντιπαλεύουν σε μία άνιση μάχη.
α. «Αυτό που δίνει νόημα στη ζωή, δίνει νόημα και στο θάνατο» (Αντουάν ντε Σαιν – Εξυπερύ).
β. «Ηδύ γίνεται το ζην, όταν απή θανάτου φόβος» (Διογένης Οινοανδέας).
γ. «Η πρώτη αλήθεια είναι ο θάνατος, απομένει να μάθουμε ποια είναι η τελευταία» (Οδ. Ελύτης)
Μέσα σε αυτό το κλίμα και σε μια προσπάθειά μου να τακτοποιήσω παλιές μου σημειώσεις και ατακτοποίητα φύλλα εφημερίδων το βλέμμα μου έπεσε πάνω σε μια σελίδα κιτρινισμένη από το χρόνο. Η παλιά εφημερίδα είναι σαν το παλιό κρασί, κι ας λένε μερικοί ότι η εφημερίδα αξίζει να τη διαβάζεις την ημέρα που κυκλοφορεί. Εξάλλου αυτό υπονοεί και το όνομα εφημερίδα = επί + ημέρα.
Σε αυτήν την σελίδα υπήρχε ένα άρθρο με τίτλο «Ραντεβού με τη μοίρα». Ο τίτλος κίνησε την περιέργειά μου κι άρχισα να διαβάζω. Όσο προχωρούσα, τόσο βιαζόμουν να φτάσω στο τέλος της ιστορίας. Επέδειξα παροιμιώδη πειθαρχία και υπομονή στην ανάγνωση (Δεν μπορώ να υπερηφανευτώ για τη διάθεση και την υπομονή μου να τελειώσω ένα κείμενο.)
Η πάλη με τον καρκίνο
Το άρθρο κατέγραφε την προσπάθεια ενός Κινέζου να νικήσει τον Καρκίνο: «Ο Λου Γιούκινγκ είναι Κινέζος δημοσιογράφος 37 μόλις ετών και πεθαίνει. Σε νοσοκομείο της Σαγκάης παλεύει με τον καρκίνο. Αγωνίζεται όμως. Και αγωνίζεται με κύριο όπλο την αγάπη του για το γράψιμο. Σ’ ένα ημερολόγιο καταγράφει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του. Αυτή τη φοβερή, μέρα με τη μέρα, άνιση μάχη με το Θάνατο, την έχει δει ως τελευταίο και κορυφαίο ρεπορτάζ της ζωής του. Πριν από μερικές μέρες πέρασε μερικές σελίδες του ημερολογίου του στο Ίντερνετ και η ανταπόκριση από όλα τα μέρη του κόσμου ήταν συνταρακτική. «Η λέξη «Θάνατος» με φόβιζε όσο δεν μπορώ να σου πω», του γράφει ένας άνδρας από το Πεκίνο.
«Διαβάζοντας, όμως, το ημερολόγιό σου, άρχισα να το αποδέχομαι ως μέρος της ζωής». Πολλοί αναγνώστες του ημερολογίου του στο Δίκτυο τον επαινούν για το θάρρος του και τον ευχαριστούν που θέτει ένα τόσο λαμπρό παράδειγμα για εκατοντάδες χιλιάδες άλλους ασθενείς σαν κι αυτόν.
Ένας προσφέρθηκε να του στέλνει κάθε μέρα ένα ανέκδοτο με email για να ευθυμεί. Ένας άλλος έγραψε απλά στον ετοιμοθάνατο δημοσιογράφο, «Θεώρησε ότι, έστω και αργά, απέκτησες έναν καλό φίλο, που θα είναι μαζί σου ως το τέλος και θα σε σκέφτεται για πάντα».
Η ιστορία συνεχίζεται με σημαντικές στιγμές από τη ζωή του μελλοθάνατου Κινέζου. Η φράση, όμως, που με συνόδευε ως το τέλος της ανάγνωσης ήταν αυτή του άνδρα «Διαβάζοντας, όμως, το ημερολόγιό σου, άρχισα να το αποδέχομαι ως μέρος της ζωής». Και βέβαια εννοούσε το φυσικό τέλος της ζωής μας, το Θάνατο. Μοιραία η σκέψη μου οδηγήθηκε σε εκείνους που ανέλυσαν το φαινόμενο του θανάτου και τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να τον αντιμετωπίζουμε. Αναπόφευκτα η μνήμη μου προσέτρεξε στον Επίκουρο και τον Καζαντζάκη που ο καθένας με το δικό του τρόπο μελέτησε το Θάνατο.
Ο Επίκουρος για τον θάνατο
Ο Επίκουρος ήταν από τους πρώτους φιλοσόφους που προσπάθησε να μας «διδάξει» πως πρέπει να απαλλαγούμε από το φόβο – άγχος του θανάτου γιατί «το φρικωδέστατον των κακών, ο Θάνατος ουδέν προς ημάς, επειδήπερ όταν μεν ημείς ώμεν ο θάνατος ου πάρεστιν, όταν ο θάνατος παρή, τόθ’ ημείς ου εσμέν» (Το πιο φρικτό από τα κοινά, ο θάνατος, δεν είναι τίποτα για εμάς, επειδή όταν υπάρχουμε εμείς, ο θάνατος δεν υπάρχει. Κι όταν επέλθει ο θάνατος τότε δεν υπάρχουμε εμείς).
Έτσι απλά ο Επίκουρος προσπάθησε με έναν απλούστατο συλλογισμό (με όλες όμως τις προδιαγραφές της Αριστοτέλειας Λογικής) να μας απελευθερώσει από το φόβο του θανάτου αλλά κι από εκείνους που εκμεταλλεύονται αυτήν την ανθρώπινη αγωνία για να εξουσιάσουν την ψυχή και τη συνείδησή μας.
Ακολουθώντας τις διδαχές του Επίκουρου όχι μόνο μπορούμε να δούμε διαφορετικά το θάνατο αλλά και να χαρούμε περισσότερο τον άλλο πόλο του διωνύμου Ζωή – Θάνατος. Σχετικά ο Διογένης ο Οινοανδέας (Επικούρειος Φιλόσοφος) έγραψε σε μια πέτρα «Ηδύ γίνεται το ζην, όταν απή Θανάτου φόβος» (Γλυκειά γίνεται η ζωή, όταν απουσιάζει ο φόβος του θανάτου).
Ο Σολωμός το είπε ξεκάθαρα «Γλυκιά η ζωή και ο Θάνατος μαυρίλα». Μια άλλη ιστορία συμπληρώνει τη θέση του ποιητή: «Κάποτε η Ζωή ρώτησε το Θάνατο: Γιατί οι άνθρωποι εμένα με λατρεύουν και εσένα σε μισούν; Τότε ο θάνατος απάντησε: Επειδή εσύ είσαι ένα όμορφο ψέμα κι εγώ μια οδυνηρή αλήθεια».
Ο θάνατος ορίζει τη ζωή μας
Ως πεπερασμένα όντα έχουμε αποδεχτεί το αξίωμα πως «η μόνη βεβαιότητα της ζωής μας είναι ο θάνατος». Εξάλλου τη θέση αυτή ενισχύει και η άποψη πως μόνο ο άνθρωπος κατέχει αυτή τη φοβερή γνώση, μόνον ο άνθρωπος γνωρίζει πως ο ερχομός του θανάτου συνιστά κάτι το αναπόδραστο, μια φυσική νομοτέλεια.
Ωστόσο, αν και γνωρίζουμε το φυσικό μας τέλος, την ίδια την εμπειρία του θανάτου δεν τη γνωρίζουμε «Ο θάνατος ουδέν προς ημάς. Το γαρ διαλυθέν αναισθητεί, το δε αναισθητούν ουδέν προς ημάς» (Ο θάνατος δεν είναι τίποτα για εμάς. Γιατί ό,τι αποσυντίθεται δεν αισθάνεται, κι ό,τι δεν αισθάνεται, δεν είναι τίποτα για εμάς». Επίκουρος).
Ο άνθρωπος στην προσπάθειά του να απωθήσει την ιδέα του θανάτου επινόησε μύθους και διάφορες ιδέες, όπως την παρουσία του Άδη και του Παραδείσου. Η μεταφυσική παρηγοριά βοηθά να αντιμετωπίζουμε την αγωνία του θανάτου. Ένα άλλο στοιχείο που κατασκεύασε ο άνθρωπος για την απαλλαγή του από το άγχος του θανάτου είναι κι εκείνο για το οποίο αξίζει να πεθάνουμε. Είναι, δηλαδή, αυτό που μας υπερβαίνει και δίνει νόημα στη ζωή μας. Γι’ αυτό και θυσιάζουμε το απόλυτο αγαθό, τη ζωή. Τέτοια είναι η φήμη, η δόξα, η πατρίδα. Είναι αυτά που πυροδοτούν τον ηρωισμό και την αυτοθυσία και μας εξυψώνουν σε ένα άλλο επίπεδο αιωνιότητας.
«Ο τρόπος με τον οποίο πεθαίνουμε μας λέει ποιοι είμαστε. Ο θάνατος ορίζει τη ζωή. Ο θάνατος μας φωτίζει τη ζωή μας». (Οκτάβιο Παζ). Ο Μεξικανός ποιητής δίνει άλλη διάσταση στο περιεχόμενο του θανάτου αλλά και στη σχέση του με τη Ζωή. Γι’ αυτόν Ζωή και Θάνατος είναι δυο αντίθετα στοιχεία – καταστάσεις που ωστόσο συνυπάρχουν, αλληλοσυμπληρώνονται και αλληλονοηματοδοτούνται. Η ζωή σύμφωνα με τον ποιητή πρέπει να προετοιμάζει το θάνατο «Η ζωή δεν είχε άλλη λειτουργία εκτός από εκείνη να συγκλίνει στο θάνατο».
Σκοπός της ζωής ο θάνατος
Στην εποχή μας, όμως, που κυριαρχεί ο καταναλωτικός ευδαιμονισμός ως βιοθεωρία το παρόν προβάλλεται ως απόλυτη αξία με απώτατο στόχο την λήθη του θανάτου ως μιας από τις προοπτικές της ζωής. Η τεχνολογία στέκεται αρωγός σε αυτήν την προσπάθεια, αφού επιμηκύνει τη ζωή και αυξάνει το προσδόκιμο όριό της.
Έτσι ο σύγχρονος άνθρωπος βιώνοντας τα αγαθά της υλικής ευημερίας, της ασφάλειας και της ελευθερίας ξεχνά το πεπερασμένο της ύπαρξής του. Ο ηρωισμός υποχωρεί και όλα θυσιάζονται στο βωμό της εφήμερης ζωής. Ο παροντισμός στα ύψη. «Ευτύς ως γεννηθούμε αρχίζει κι η επιστροφή ταυτόχρονα το ξεκίνημα κι ο γυρισμός • κάθε στιγμή πεθαίνουμε. Γι’ αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της ζωής είναι ο θάνατος» (Ν. Καζαντζάκη, «Ασκητική»).
Βέβαια, ο Καζαντζάκης δεν πλέκει τον ύμνο του θανάτου στην Ασκητική του. Νιτσεϊκός στην ψυχολογία του πιστεύει στην αιώνια επιστροφή και στην συνύπαρξη Ζωής και Θανάτου, τα δυο «ρέματα που παλεύουν και πηγάζουν από τα έγκατα της αρχέγονης ουσίας».
Κι ενώ μπροστά από τη μνήμη μου παρελαύνουν ο Επίκουρος, ο Παζ, ο Σοπενχάουερ, ο Καζαντζάκης και πολλοί άλλοι «θανατολόγοι» η φράση «άρχισα να το αποδέχομαι (θάνατο) ως μέρος της ζωής» ολοένα και περισσότερο ριζώνει μέσα μου.
Η συμφιλίωση με τον θάνατο
Μπορούμε να συμφιλιωθούμε με την ιδέα του θανάτου και να απαλλαγούμε από το φόβο προς αυτόν; Ο θάνατος είναι μια κατάσταση που δεν μπορούμε να υπερβούμε, ένα όριο – το απώτατο – με το οποίο πρέπει να μάθουμε να συνυπάρχουμε.
Αυτή η συνειδητή συνύπαρξη εμπεριέχει και την τραγικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Γνωρίζουμε το τέλος, αλλά άλλοι θα ορίσουν το πότε και το πώς. Σε εμάς μένει να ετοιμαζόμαστε και να αγωνιζόμαστε με τη βεβαιότητα ότι στο τέλος θα σβήσουμε. Αυτό είναι και το βαθύτερο περιεχόμενο της ελευθερίας. Η γνώση των ορίων μας. Μας διαφεύγει η γνώση των δυο άκρων (αρχή – τέλος). Το μόνο που γνωρίζουμε – αν το γνωρίζουμε βέβαια – είναι το ενδιάμεσο διάστημα που το λέμε Ζωή. «Ερχόμαστε από μια σκοτεινή άβυσσο˙ καταλήγουμε σε μια σκοτεινή άβυσσο˙ το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή» (Ν. Καζαντζάκη «Ασκητική»).