Η παραίτηση Κοτζιά ένδειξη του στρατηγικού χάους
21/10/2018Η εθνοκρατική ζωή και η συγκρότηση αξιόπιστης εθνικής στρατηγικής είναι ένα διαρκές πνευματικό, πολιτικό και θεσμικό άθλημα. Κινούμενοι ανοδικά, τουτέστιν στεριώνοντας και δυναμώνοντας την εθνική ανεξαρτησία, απαιτείται να ενισχύεται η εθνική ασφάλεια και η κοινωνική συνοχή υπό συνθήκες οικονομικής ανάπτυξης, δημοκρατίας και πολιτικής ελευθερίας. Και το αντίστροφο για την καθοδική τροχιά: Ροκανίζονται τα κοσμοθεωρητικά θέσφατα και κυρίως η προσκόλληση στην υψίστης σημασίας και έσχατη έννοια της εθνικής ανεξαρτησίας.
Επιπρόσθετα, εκμηδενίζονται οι πολίτες ηθικά και ανθρωπολογικά, σαπίζουν τα -από άποψη κοινωνικής νομιμοποίησης- κανονιστικά εποικοδομήματα και όλοι κατηφορίζουν προς χαμηλότερες βαθμίδες πολιτικών σχέσεων ή και προς εκμηδένιση. Αυτό ισχυριζόμαστε ότι συμβαίνει στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες και με καταιγιστικούς ρυθμούς στους μνημονιακούς καιρούς της τελευταίας οκταετίας.
Εξ ου και ισχυριζόμαστε ότι δεν μπορεί να υπάρξει εθνική στρατηγική, όταν η κοινωνία τέθηκε σε τροχιά εξόντωσης, χωρίς προοπτική αντιστροφής. Τέθηκε σε οικονομική καταστολή λόγω πληγμάτων ενός ανελέητου μεταμοντέρνου πολέμου και λόγω διχασμού ακόμη χειρότερου σε σύγκριση με τους τις άχαρες «παραδοσιακές» ιδεολογικές και κομματικές διαιρέσεις.
Τα γράφουμε αυτά εδώ, που συχνά αναλύουμε σε εκτενέστερα κείμενα, για δύο βασικά λόγους. Ο πρώτος είναι γιατί όσον αφορά το άμεσο μέλλον ο παραιτηθείς υπουργός Εξωτερικών αφήνει πίσω του μια χαώδη εξωτερική πολιτική βαθύτατων προεκτάσεων. Εκτός και εάν η κατάσταση αντιστραφεί δραστικά και ριζοσπαστικά εξ αντικειμένου ισχύουν τα εξής:
- Ανοίχθηκαν οι ασκοί των μακεδονικών ανέμων που σφυρίζουν άγρια στα Βαλκάνια και στο εσωτερικό της χώρας, στο Αιγαίο.
- Στα πεδία των ελληνικών θαλασσών ελαχιστοποιούνται οι δυνατότητες εφαρμογής των προνοιών του διεθνούς δικαίου της θάλασσας με αποτέλεσμα να πλήττονται βαθύτατα τα οικονομικά συμφέροντα της πατρίδας μας.
- Οι εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες της Κύπρου διολισθαίνουν και παγιδεύονται στην αυλή της Άγκυρας.
Στέκομαι στο τελευταίο και ίσως κρισιμότερο ζήτημα. Η συνηγορία μερικών από εμάς στο παρελθόν με θέσεις του υπουργού Εξωτερικών, όσον αφορά το ζήτημα των στρατευμάτων και των εγγυήσεων στην Κύπρο, (ζήτημα για το οποίο πληροφορίες που απαιτείται να διασταυρωθούν λένε ότι στην «τελευταία Ελβετία» δεν ήταν αυτές που γνωρίζαμε) συνοδευόταν πάντα με κριτική για την συνεχιζόμενη στάση της Αθήνας: «οι Κύπριοι αποφασίζουν να αυτοκτονήσουν (με Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία) και η Ελλάδα συμπαρίσταται στην ολοφάνερη αυτοχειρία».
Χάος στη λήψη αποφάσεων
Οι τελευταίες εξελίξεις δείχνουν ότι η Τουρκία πέτυχε το μείζον, το οποίο κανείς δεν φαίνεται να κατανοεί ή να νοιάζεται: Καμιά σημασία δεν έχουν οι εγγυήσεις και η αποχώρηση των στρατευμάτων, εάν η Τουρκία ελέγχει την Μεγαλόνησο με την παραμονή Τούρκων εποίκων που στα Κατεχόμενα είναι πλέον πλειονότητα. Αυτό σημαίνουν οι κυοφορούμενες ανορθολογικές σκέψεις στην Κύπρο, μπροστά στις οποίες η Αθήνα σιωπά (ή και συνηγορεί;).
Ο δεύτερος λόγος είναι αυτό που καταμαρτυρεί η επεισοδιακή και αποκαλυπτική συνεδρία του Υπουργικού Συμβουλίου στις 16 Οκτωβρίου 2018: Καταμαρτυρεί το χάος στην λήψη αποφάσεων του ελληνικού κράτους, το έλλειμμα ή και την παντελή απουσία επιτελικών κρατικών θεσμών που αναλύουν, σταθμίζουν, εκτιμούν και προτείνουν εναλλακτικά σχέδια και αποφάσεις επί κάθε θέματος. Τέλος, καταμαρτυρεί την απουσία πολιτικής συναίνεσης.
Αξίωμα που ισχύει για κάθε βιώσιμο κράτος είναι πως απαιτείται συντριπτική διαπαραταξιακή πολιτική συναίνεση επί κάθε θέματος της εθνικής στρατηγικής. Όλοι ξέρουμε πλέον, όμως, ότι υπάρχει χάος συνεννοήσεων και θέσεων για τους προσανατολισμούς, τους στόχους, τις μεθοδεύσεις και της διάγνωσης των αιτίων της διεθνούς πολιτικής. Κυρίως, κάτι που ίσως αποτέλεσε και τη χαριστική βολή της πολιτικής παρουσίας του απερχόμενου υπουργού Εξωτερικών, είναι ότι υπάρχει άγνοια για το πώς λειτουργούν και πως αποφασίζουν οι μεγάλες δυνάμεις, δηλαδή οι ΗΠΑ και η Ρωσία. Επίσης, υπάρχει άγνοια για το πώς στέκεται στις συναλλαγές του ένα λιγότερο ισχυρό περιφερειακό κράτος.
Αντιλήψεις βαθύτατα νομικίστικες
Στο υπουργείο Εξωτερικών τα τελευταία χρόνια επηρέασαν τις αποφάσεις και τους προσανατολισμούς της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής νοοτροπίες και αντιλήψεις βαθύτατα νομικιστικές, ανιστόρητες, εθνομηδενιστικά προσανατολισμένες, νεφελοβατούσες και βυθισμένες σε βαθύτατη άγνοια. Άγνοια ως προς το τι είναι διεθνής τάξη, ποια είναι η πραγματική σχέση διεθνούς δικαίου και διεθνούς τάξης, ποιος είναι ο ρόλος της ισχύος στο κρατοκεντρικό διεθνές σύστημα και τι σημαίνει «πελατειακές σχέσεις» στις συναλλαγές με τις μεγάλες δυνάμεις.
Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε και για το γνωστό «ίδρυμα-(ρηχή) “δεξαμενή” “σκέψης”» και τις θέσεις εμπλεκομένων προσώπων σε όλα τα μεγάλα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής τις τρεις τελευταίες δεκαετίες (inter alia ευρωπαϊκή πολιτική της Ελλάδας, αποτρεπτική στρατηγική της Ελλάδας και άσκηση των προνοιών του διεθνούς δικαίου, ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, Ενιαίος Αμυντικός Χώρος, «Μακεδονικό», φασιστικό, ανελεύθερο και αντί-δημοκρατικό σχέδιο Αναν, μνημόνια).
Το αφήνουμε, όμως, για μια άλλη φορά σε εκτενέστερο κείμενο βασισμένο σε δημόσιες πηγές. Εδώ υπογραμμίζουμε μόνο ότι ενώ υπήρχαν οι προϋποθέσεις για μια ελληνική εξωτερική πολιτική και μια εθνική στρατηγική προσαρμοσμένη στις περιφερειακές και πλανητικές στρατηγικές εξελίξεις, πολύ απλά είχαμε μια από τα ίδια.
Παρά την κατάσταση που επικρατούσε όπως καταμαρτυρήθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο της 16ης Οκτωβρίου, ακούγαμε περί «ηγετικού ρόλου της Ελλάδας». Πως αυτό το κράτος θα πρωταγωνιστήσει (όχι να γίνει «ηγέτης» με περικεφαλαία) όταν απουσιάζει στρατηγική, όταν κυριαρχούν οι νομικιστές και οι ανιστόρητοι και όταν υπάρχει χαώδης διαφορά θέσεων εντός της κυβέρνησης και σε όλο το πολιτικό φάσμα; Με κάθε κριτήριο, είναι κακόγουστο αστείο να μιλάμε για περιφερειακό ηγετικό ρόλο όταν συμβαίνουν ιλαροτραγικά γεγονότα, των οποίων όλοι γίναμε μάρτυρες στο Υπουργικό Συμβούλιο.
Αποικία χρέους
Πρώτον, σε κάθε περίπτωση, δεν υπάρχουν ηγετικοί ρόλοι κρατών παρά μόνο αγώνας ενός περιφερειακού κράτους για επαρκή ισχύ, αξιόπιστη αποτρεπτική στρατηγική, συμφέρουσες συναλλαγές με τις μεγάλες δυνάμεις (πάντα ρευστές). Δεν επιτρέπεται κανένα βήμα που θέτει σε κίνδυνο βραχυχρόνια και μακροπρόθεσμα σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια και την εκπλήρωση των προνοιών του διεθνούς δικαίου που αφορούν την Επικράτεια (και όχι επίκληση αξιοθρήνητων «επιχειρημάτων» βαβαρημένων νομικιστών). Ως προς το τελευταίο, να θυμίσουμε την γνωστή ρήση του Hans Morgenthau το έργο σταθμός «Πολιτική μεταξύ των Εθνών» που κυκλοφορεί πολύ σύντομα στα ελληνικά. Βιώσιμο κράτος είναι εκείνο που έχει επαρκεί ισχύ και μεριμνά για την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου που αφορά την Επικράτειά του.
Δεύτερον, πως θα ασκήσει εξωτερική πολιτική όταν το κράτος, για να χρησιμοποιήσουμε τον τίτλο του βιβλίου του πρώην υπουργού Εξωτερικών, είναι μια «αποικία χρέους», η κοινωνία σε καταστολή, οι οικονομικές αποφάσεις υπόθεση ξένων, η κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένη διανεμητική δικαιοσύνη ανύπαρκτη, η κοινωνική συνοχή ρημάδια και η νεολαία εξορισμένη, λόγω κυμάτων μετανάστευσης εκατοντάδων χιλιάδων;
Για μυστήριους λόγους που -επειδή δεν είμαστε μάγοι- δεν γνωρίζουμε, ο απερχόμενος υπουργός Εξωτερικών με τις κινήσεις που έκανε κυρίως στο «Μακεδονικό» όχι μόνο άνοιξε τον ασκό των «μακεδονικών» δαιμόνων, αλλά η Ελλάδα κινδυνεύει να γίνει παίγνιο των ασταμάτητων ρευστών στρατηγικών εξισορροπήσεων των μεγάλων δυνάμεων. Τη στρατηγική αυτών των δυνάμεων, το υπουργείο Εξωτερικών απαιτείται να τις γνωρίζει άριστα από το πρώτο μέχρι το τελευταίο στέλεχος συμπεριλαμβανομένης της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας.
Οι δηλώσεις του Έλληνα υπουργού Άμυνας όταν επισκέφτηκε τις ΗΠΑ αντί να είναι προϊόν χάραξης σχεδίων και διαρκούς αναπροσαρμογής αποφάσεων υπό συνθήκες απόλυτης πολιτικής συναίνεσης (όχι μόνο εντός μιας κυβέρνησης αλλά και διαπαραταξιακά) καταμαρτύρησαν το χάος συντονισμού και λήψης αποφάσεων.
Ενδέχεται δε και ο υπουργός Άμυνας να έχει την ίδια τύχη με τον υπουργό Εξωτερικών εάν εν μέσω ρευστών συμμαχικών συγκλίσεων ΗΠΑ-Ρωσίας που δεν συνεπάγονται αναγκαστικά αντίστοιχες συγκλίσεις στα Βαλκάνια και στην Μεσόγειο, να βρεθούμε ξανά όλοι στον αέρα. Να επιβεβαιωθεί το κολοσσιαίο έλλειμμα επιτελικής οργάνωσης του κράτους και πολιτικής συναίνεσης γύρω από τα έσχατα εθνικά συμφέροντα.
Δεν χρειαζόταν να είναι Άϊστάιν
Για τις προϋποθέσεις εθνικής στρατηγικής έχουμε συχνά γράψει σε σύντομα και σε εκτενή κείμενα ενώ πολλά επέρχονται. Στεκόμαστε μόνο σε ένα ζήτημα: Παρά την κατάσταση της χώρας μετά το 2010 και τις κομματικές / ιδεολογικές παλινωδίες σε όλο το φάσμα της ζωής των Ελλήνων, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών και ο υπουργός Άμυνας δεν χρειαζόταν να είναι Αϊνστάιν για να συνεισφέρουν αποφασιστικά στην αντιστροφή της πορείας προς την άβυσσο.
Πρωτίστως έπρεπε να συνεισφέρουν με επιτελική οργάνωση των θεσμών, δηλαδή των δύο υπουργείων. Ο Πάνος Καμμένος το 2015 και μετά την γνωστή πρόταση για τον υποφαινόμενο στο Συμβούλιο Αρχηγών, μου πρότεινε να συντονίσω τα δύο υπουργεία. Η απάντησή μου ήταν ότι αυτό δεν είναι έργο ενός ακαδημαϊκού, αλλά των κρατικών λειτουργών και καλά οργανωμένων κρατικών επιτελικών θεσμών χάραξης και εφαρμογής εθνικής στρατηγικής υπό την υψηλή εποπτεία της πολιτικής ηγεσίας των δύο υπουργείων.
Επειδή αυτό έχει σημασία για το μέλλον, αναφέρεται, επίσης, ότι, εάν ο πρώτος ήθελε μια ισχυρή διπλωματική παρουσία της Ελλάδας στη διεθνή πολιτική, και εάν ο δεύτερος ήθελε μια ισχυρή άμυνα, απαιτείτο να είναι αμφότεροι όχι μόνο άξονες επιτελικής οργάνωσης αλλά και πόλοι πολιτικής αντίστασης που θα απέτρεπε την υποδούλωσή μας στις τρόικες, στους κερδοσκόπους και στους τοκογλύφους.
Αυτοί και τα υπουργεία τους, σε κάθε περίπτωση, ήταν αναγκαίο να είχαν στελεχωθεί άρτια με τους άριστους των αρίστων, μεταξύ των οποίων οι σημαντικότεροι είναι οι γνώστες της διπλωματίας και της στρατηγικής των μεγάλων δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων και των συνθηκών που επικρατούν στο αναδυόμενο πολυπολικό διεθνές σύστημα.
Λόγω θέσης και ρόλου στα κρισιμότερα υπουργεία ενός κράτους, μπορούσαν αμφότεροι να είναι πρωταγωνιστές πρόταξης υπερκομματικών κόκκινων γραμμών όσον αφορά την υποδούλωση της κοινωνίας, της εξόντωσης των επιχειρήσεων, της εκποίησης του ιδιωτικού και δημόσιου πλούτου. Ουδέποτε συνηγορία σε άχαρες υποκλίσεις σε τεχνοκράτες των Βρυξελλών αντί σκληρών διαπραγματεύσεων στο όνομα της κοινωνίας και των εθνικών συμφερόντων.
Στο όνομα μιας κίβδηλης ανάπτυξης
Αντί αυτών ή άλλων παρόμοιων είχαμε, επιπλέον, μια συντρέχουσα σοβαρή υπόθεση (όπως υποθέτουμε και πολλές άλλες παρόμοιες), στο όνομα μιας κίβδηλης ανάπτυξης, πρόταση να κτιστούν υψηλά καζίνα και σπίτια εμίρηδων πάνω στο τελευταίο βασίλειο της Φύσης στον Σαρωνικό, στη νήσο Φλέβα. Αυτό, αντί αληθινή αειφόρο ανάπτυξη σύμφωνα με το Σύνταγμα, τις διεθνείς συνθήκες που υπογράψαμε και της ανάγκης να διαφυλάξουμε το οικοσύστημά μας και την πολιτισμική μας κληρονομιά.
Καταληκτικά, λοιπόν, λέμε ότι το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης ολοφάνερα εξέπνευσε εδώ και καιρό. Εξ ου και δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι κανείς δεν ηγείται, κανείς δεν διαπραγματεύεται στη βάση των εθνικών συμφερόντων και το γεγονός ότι όποιος κάθεται στη μια ή άλλη καρέκλα, ακόμη και την πιο σημαντική, θεωρεί τις κρατικές αποφάσεις προσωπική του υπόθεση και την κοινωνία «ετερόκλητο όχλο», στον οποίο δεν έχει υποχρέωση να λογοδοτεί.
Απαιτείται μια μη εμφύλια ειρηνική πολιτική επανάσταση που θα προσανατολίσει τη χώρα δημοκρατικά, που θα διασφαλίσει την αυτοπεποίθηση και την συνοχή της κοινωνίας ανεξαρτήτως κόστους, που θα καταστήσει τον πολίτη εντολέα μιας εντολοδόχου και ανακλητής εξουσίας και που θα αποκαταστήσει την Εθνική Ανεξαρτησία χωρίς να υπολογίζει κόστος και θυσίες. Δύσκολο, το ξέρουμε, εξ ου και το μέλλον δυστυχώς δυσοίωνο.