Ο διπλωματικός βολονταρισμός του Κοτζιά στις ελληνοαλβανικές σχέσεις
01/11/2018Όλα δείχνουν ότι η εκτέλεση του Κατσίφα ενταφιάζει την υπογραφή του ελληνοαλβανικού συμφώνου στρατηγικής συνεργασίας που διαπραγματεύονταν για καιρό οι δύο υπουργοί Εξωτερικών. Επειδή, όμως, στη διπλωματία ποτέ μη λες ποτέ, είναι χρήσιμο να υπενθυμίσουμε τη μεθοδολογία που είχαν ακολουθήσει για να αλλάξουν σελίδα οι ελληνοαλβανικές σχέσεις: όταν η μια πλευρά έβαζε ένα θέμα στο προς διαπραγμάτευση πακέτο, η άλλη πλευρά, εάν το απέρριπτε, θα δεχόταν την απόρριψη και ενός θέματος που η ίδια ήθελε να τεθεί προς διαπραγμάτευση.
Υπενθυμίζουμε πως ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Ο Νίκος Κοτζιάς είχε δηλώσει ότι, μεταξύ άλλων, η Αλβανία θα διορθώσει από την επόμενη σχολική χρονιά (2018-19) τα εγχειρίδια που περιέχουν εκφάνσεις αλυτρωτισμού. Είχε προσθέσει, μάλιστα, πως υπήρχε πρόταση από τον Αλβανό πρωθυπουργό Έντι Ράμα για απευθείας τροφοδότηση της γηγενούς ελληνικής μειονότητας με σχολικά βιβλία από την Αθήνα.
Και πριν την εκτέλεση Κατσίφα, η ζωή είχε αποδείξει, πάντως, ότι ο διπλωματικός βολονταρισμός του Νίκου Κοτζιά δεν ήταν ικανός να βάλει φρένο στην αλβανική στρατηγική για χαμηλής έντασης εθνοκάθαρση στην περιοχή της Βορείου Ηπείρου. Οι αλλεπάλληλες προκλήσεις στη Χιμάρα είναι η απόδειξη. Οι αλβανικές αρχές, με αφορμή την ανάπλαση της πόλης, είχαν προχωρήσει σε κατεδαφίσεις σπιτιών που όλως τυχαίως ανήκαν σε Έλληνες. Πολλές οικογένειες Βορειοηπειρωτών στοχοποιούνται διαρκώς στην Αυλώνα και όχι μόνο, με στόχο την απαλλοτρίωση της περιουσίας τους, ο οποία έχει πάρει υπεραξία λόγω τουρισμού.
Ο Νίκος Κοτζιάς, πάντως, δεν είχε πτοηθεί από όλα αυτά. Είναι γνωστός, άλλωστε, ο βολονταρισμός του. Σύμφωνα με το δόγμα του και τον γεωπολιτικό ρόλο που η χώρα μας επιθυμεί και μπορεί να διαδραματίσει, η Αλβανία οφείλει να στραφεί προς την Ελλάδα και η Ελλάδα να σταθεί δίπλα της. Για να συμβεί αυτό, ωστόσο, δεν αρκούσε ποτέ η βούληση της ελληνικής πλευράς. Χρειαζόταν και η βούληση της αλβανικής.
Κατά τη διάρκεια ομιλίας του στην Οξφόρδη, μάλιστα, ο τότε Έλληνας υπουργός Εξωτερικών είχε δηλώσει ότι «η Ελλάδα είναι η χώρα που φιλοξενεί τους περισσότερους Αλβανούς στον κόσμο. Μεγάλο ποσοστό του ΑΕΠ της χώρας προέρχεται από αυτούς. Είμαστε τυχεροί που τους έχουμε στην κοινωνία μας. Στα ΑΕΙ μας, στους καλύτερους φοιτητές μας κατατάσσονται κάθε χρόνο παιδιά Αλβανών μεταναστών. Πρόσφατα προωθήσαμε νέο νόμο που τους αποδίδει ιθαγένεια. Η χώρα μας, η κυβέρνησή μας είναι από τις πιο φιλικές και δίκαιες στον κόσμο ως προς τους μετανάστες. Με την Αλβανία μας συνδέουν ένα πλούσιο κοινό παρελθόν, κοινά όνειρα και προοπτικές».
Άρση του εμπόλεμου
Στο πλαίσιο αυτό, κεντρικό στοιχείο του υπό διαπραγμάτευση ελληνοαλβανικού συμφώνου ήταν και η οριστική άρση των συνεπειών του «εμπολέμου». Πρόκειται για ένα ζήτημα που αποτελεί διαχρονικά αγκάθι στις σχέσεις των δύο χωρών. Η Αλβανία έχει χαρακτηρίσει «παραλογισμό τη διατήρηση του εμπολέμου Ελλάδος-Αλβανίας και ζωντανό φάντασμα που αιωρείται με νομικές συνέπειες και αφόρητα εμπόδια στους πολίτες». Είχε συμφωνήσει και ο Νίκος Κοτζιάς, δηλώνοντας ότι «αυτές είναι ανοησίες ιστορικές, τις οποίες πρέπει να τις τελειώνουμε».
Τί ακριβώς, όμως, είναι το εμπόλεμο; Τον Απρίλιο του 1939, επί βασιλείας Αχμέτ Ζώγου, η αλβανική Βουλή αποφάσισε ότι όποια χώρα βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με την Ιταλία, θεωρείται εχθρική για την Αλβανία. Η απόφαση αυτή (δηλαδή η κήρυξη πολέμου στην Ελλάδα) συνοδεύτηκε από την εισβολή των ιταλικών μεραρχιών στην ελληνική επικράτεια, τις οποίες συνέδραμαν και επτά τάγματα του αλβανικού στρατού. Το Νοέμβριο του 1940, αμέσως μετά την εισβολή, η Ελλάδα κήρυξε με τη σειρά της τον πόλεμο στην Αλβανία.
Το 1944 ο Ενβέρ Χότζα, στο συνέδριο της Πρεμετής, όπου έθεσε τις βάσεις του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Αλβανία, διακήρυξε την ακύρωση όλων των αποφάσεων των προηγούμενων κυβερνήσεων. Τον Ιούλιο του 1992, η κυβέρνηση Μπερίσα ακύρωσε με τη σειρά της όλες τις αποφάσεις του κομμουνιστικού καθεστώτος και επανέφερε σε ισχύ εκείνες των κυβερνήσεων του βασιλιά Ζώγου. Έτσι, έχουμε μέχρι σήμερα το «αλβανικό εμπόλεμο», που θέσπισε η αλβανική Βουλή το 1939, το οποίο δεν καταργήθηκε με ειδικό νόμο, ούτε από το κομμουνιστικό καθεστώς, ούτε από τις μετέπειτα εκλεγμένες κυβερνήσεις.
Όσον αφορά την ελληνική πλευρά, το 1987, με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου (κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου) ήρθη η εμπόλεμη κατάσταση και ο χαρακτηρισμός της Αλβανίας ως εχθρικού κράτους έπαψε να υφίσταται. Το 1996, μάλιστα, εκτός από την άρση του «εμπολέμου», με νέα πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, η Ελλάδα προχώρησε και στην υπογραφή Συμφώνου Φιλίας με την Αλβανία.
Παρόλα αυτά, η αλβανική πλευρά δεν αρκείται στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου του 1987 και επιμένει ότι πρέπει να υπάρξει κύρωση μέσω του ελληνικού Κοινοβουλίου. Η κύρωση συνδέεται και με περιουσίες Αλβανών υπηκόων που βρίσκονται στην Ελλάδα και οι οποίες από το 1940 βρίσκονται σε καθεστώς μεσεγγύησης. Αξιοσημείωτο είναι ότι τα Τίρανα δεν έχουν προχωρήσει σε νομοθετική ρύθμιση ακύρωσης της απόφασης του «αλβανικού εμπολέμου» του 1939.