ΘΕΜΑ

Ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς κράτησε αναμμένη τη σπίθα του Ελληνισμού

Ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς κράτησε αναμμένη τη σπίθα του Ελληνισμού, Γιώργος Μουσταΐρας
Βάσου Φαληρέα: «Κωνσταντίνος Παλαιολόγος» Πολεμικό Μουσείο Αθηνών

«Πολεμήστε με ανδρεία, όπως ταιριάζει σε Χριστιανούς και σε Έλληνες! Να, σε σας παραδίδω τούτο τον ταπεινωμένο θρόνο και τούτη την ένδοξη βασίλισσα των πόλεων, την πόλη του Μεγάλου Κωνσταντίνου, που είναι η ελπίδα και η χαρά όλων των Ελλήνων!» Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος προς συμπολεμιστές.

Μόλις είχε μπει ο Απρίλης του 1453. Ήταν 2 του μηνός, όταν οι βιγλάτορες στα τείχη της Βασιλεύουσας είδαν να συγκεντρώνονται απέναντί τους τα πρώτα στρατεύματα των Οθωμανών. Μέχρι τις 5 Απριλίου, ο χώρος έξω από την χιλιόχρονη Πόλη είχε πλημμυρίσει από 150.000 τακτικό στρατό και άτακτα στίφη, που ένα κοινό όνειρο τους ένωνε: Να δώσει ο Αλλάχ να γενούνε γαζήδες (κατακτητές), καρφώνοντας τις σημαίες του Ισλάμ στους πύργους και να μπουν θριαμβευτές στην Αγιά Σοφιά, όπου ο σεϊχουλισλάμης θα απάγγειλε μπροστά στους πιστούς την προσευχή: Αλλάχου Άκμπαρ. Λαά Ιλαάχα ίλα Αλλάχ (Ο Αλλάχ είναι ο Μέγας. Δεν υπάρχει κανείς άξιος λατρείας, εκτός από τον Αλλάχ).

Απέναντί τους, τελευταίο εμπόδιο στον σκοπό τους, ένας εμπειροπόλεμος Αυτοκράτωρ, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, που ηγείτο, όμως, ενός αναιμικού σε αριθμό στρατεύματος, που δεν ξεπερνούσε συνολικά τις 8.500 άνδρες. Στις 6 Απριλίου ξεκίνησε η πολιορκία, που ολοκληρώθηκε το βράδυ προς το ξημέρωμα εκείνης της αποφράδας Τρίτης (από τότε η Τρίτη θεωρείται γρουσούζικη) 29 Μαΐου, με το πάρσιμο τής του Κωνσταντίνου Πόλεως.

Η θυσία και ο συνεπακόλουθος θρύλος

Τα πνεύματα επιστρέφουνε τις νύχτες
φωτάκια από αλύτρωτες ψυχές
κι αν δεις εκεί ψηλά στις πολεμίστρες
θα δεις να σε κοιτάζουνε μορφές.

Αλκίνοος Ιωαννίδης

Η εξιστόρηση των στιγμών της πολιορκίας είναι αρμοδιότητα άλλων γραφίδων. Δική μου πρόθεση είναι η αναφορά στο ρόλο που έπαιξε, σ’ αυτή την κορύφωση του δράματος, η μορφή του Κωνσταντίνου, που χάρη σ’ αυτόν υπερεξακοντίστηκε της γήινης παρουσίας του, αναδεικνυόμενος σε σύμβολο διαχρονικό των Ελλήνων.

Έτσι που ο υπερασπιστής της Πύλης του Αγίου Ρωμανού, που έπεφτε νεκρός, περί την 9η πρωινή, μετά από άνιση μάχη, πέρασε στην Αθανασία ως θρύλος. Ένας θρύλος που τον τραγουδούσαν κρυφά τα χείλη, που τον δίδασκαν κρυφά οι καλογεροδάσκαλοι στα Ελληνόπουλα, που τον ονειρεύονταν και ορκίζονταν σ’ αυτόν οι μαχητές της λευτεριάς.

Ο θρύλος του Μαρμαρωμένου Βασιλιά:
«Το Γένος ποτέ δεν υποτάχτηκε στον Σουλτάνο.
Είχε πάντα το βασιλιά του, το στρατό του, τα κάστρα του.
Βασιλιάς του, ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς, στρατός του οι Aρματωλοί και οι Κλέφτες, κάστρα του η Μάνη και το Σούλι…»
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

Όλα ξεκίνησαν από μιαν απάντηση. Μιαν απάντηση, που κλήθηκε να δώσει ο Κωνσταντίνος στις 21 Μαΐου, στην πρόταση του Μωάμεθ να παραδώσει την Πόλη και να φύγει, να εγκατασταθεί ασφαλής αυτός και όσοι άλλοι το επιθυμούσαν, με τα υπάρχοντά τους, στην Πελοπόννησο ή όπου αλλού ήθελαν, με την εγγύηση του Σουλτάνου. Να το δούμε με ψυχρή λογική και να συνειδητοποιήσουμε το διακύβευμα.

Επειδή ο διακαής πόθος του Μωάμεθ ήταν να μπει ως Φατίχ (Κατακτητής) στην Κωνσταντινούπολη, κάτι που θα το πετύχαινε έτσι κι αλλιώς, είναι σίγουρο πως οι προτάσεις του ήσαν ειλικρινείς, καθότι θα πετύχαινε τον στόχο του χωρίς περαιτέρω καταστροφές και ανθρώπινες απώλειες.

Θα έπαιρνε την Πόλη χωρίς αναστατώσεις και η ζωή θα συνεχιζόταν. Το διακύβευμα, λοιπόν, δεν ήταν η Πόλη, αυτή καθ’ αυτή αλλά το αν θα έπεφτε στα χέρια του Τούρκου με προσκύνημα ή μετά από μάχη. Ωμά ετίθετο μπροστά στον Αυτοκράτορα η επιλογή: Προσκυνάς και φεύγεις σκυφτός, κακομοίρης και ευτελής, μια μισοσβησμένη επιγραφή σ’ έναν χαμένο τάφο, ή πολεμάς και φεύγεις όρθιος, Αυτοκράτορας, ματωμένος και μάρτυρας, ορόσημο, ζωντανός στους αιώνες;

Στην κρίσιμη, λοιπόν, εκείνη στιγμή, η απάντηση του τελευταίου Αυτοκράτορα ήταν αυτή που ήρε τον Κωνσταντίνο πάνω από την γήινη σφαίρα και τον εξακόντισε στον ιδεατό κόσμο του θρύλου:

«Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοὶ δοῦναι οὔτ’ ἐμὸν ἐστίν οὔτ’ ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ• κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως άποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν».

Ο Κωνσταντίνος μετά απ’ αυτό, δεν είναι πιά ένα άψυχο κουφάρι, με μια πληγή να χαίνει στο σεπτό πρόσωπό του, ριγμένο σε ομαδικό τάφο ή σε ένα μνήμα σε κάποιο σταυροδρόμι της Πόλης, στο Μπαλουκλί ή στη Μονή της Χώρας (εκεί όπου τον “θέλουν” οι διάφορες ιστορικές πηγές).

Πλέον είναι ένας Άγγελος μαζί με τις στρατιές των Αρχαγγέλων, που με τον θάνατό του, που ποτέ και από κανέναν Έλληνα δεν έγινε πιστευτός, έδωσε ζωή και πίστη και θέληση στο έθνος ν’ αγωνιστεί για να ξανάβρει τη λευτεριά του! Και να υφαίνει το όνειρο της αναγέννησής του με νήμα τον θρύλο του. Τον θρύλο που προσμένει τον Βασιλιά, που δεν πέθανε αλλά μόνον κοιμάται προσώρας, να ξυπνήσει:

«Στην Πόλη, στην Χρυσόπορτα, στον πύργον από κάτου,
είν’ ένα σπήλαιο πλατύ, στρωμένο σαν παλάτι, σαν άγιο παρακκλήσι».

Εκεί κοιμάται ο Βασιλιάς και όπως συνεχίζει, με την μοναδική γραφίδα του ο Γεώργιος Βιζυηνός:

«Καιρούς καιρούς, σηκώνει το κεφάλι, στον ύπνο τον βαθύ του και βλέπ’ άν ήρθεν η στιγμή, πώχ’ ο Θεός ορίσει,
και βλέπ’ αν ήρθ’ ο άγγελος για να του φέρει πάλι το κοφτερό σπαθί του.
Και όταν έρθει, τι χαρά στην γη, στην οικουμένη,
σ’ όποιους θα ζούνε τότε!
Διπλό, τριπλό θα πάρουμεν αυτό που μας επάρθη,
κι η Πόλη, κι η Αγιασοφιά δική μας θέ να γένει».
(Ολόκληρο το συγκινητικό ποίημα «Ο τελευταίος Παλαιολόγος» εδώ)

Πέθανε ως Ελλήνων Βασιλιάς

Ο Κωνσταντίνος κλείνοντας τον ιστορικό κύκλο της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, πέθανε όχι ως Βασιλιάς Ρωμαίων, αλλά ως Βασιλιάς Ελλήνων. Στα προηγηθέντα διαφαίνεται ξεκάθαρα, όμως –οφείλω να το τονίσω– γιατί η εθελοθυσία του Αυτοκράτορα και ο εθνικός αυτοπροσδιορισμός του αποτελούν τους πυλώνες του θρύλου που ακολούθησε και στήριξε στην μακραίωνη σκλαβιά τους πόθους του Έθνους.

Ήταν η σπορά του δασκάλου του, Γεωργίου Πλήθωνος του Γεμιστού, που φύτρωσε και άνθισε μέσα στην ψυχή του τελευταίου Αυτοκράτορα, όταν ακόμα και τότε η λέξη Έλληνας για πολλούς ήταν απαγορευμένη, ως επιβεβαιώνει το ρηθέν από τον Γεννάδιο Σχολάριο: «Είμαι Χριστιανός, ως εκ τούτου δεν δύναμαι να είμαι Έλλην»! Ο Κωνσταντίνος, πολέμησε και έπεσε ηρωικά ως Χριστιανός και ως Έλληνας! Ας μου επιτραπεί να ολοκληρώσω την αφιερωματική μου αυτή γραφή με τους τελευταίους στίχους πρωτόλειου ποιήματος που έγραψα 19χρονος το 1975:

Εάλω η Πόλις.
Πένα, περιγραφή να δώσει του χαμού σου, δεν άντεξε.
Ξεθώριασε το μελάνι στο μουσκεμένο απ’ τα δάκρυα χαρτί.
Δεν βρίσκεται ένας Χριστιανός;…
Έμεινες μόνος πια, έμεινες μόνο ένας, ήσουν ο Ένας.
Ο άνθρωπος μαζί και ο ημίθεος.
Ο τελευταίος Αυτοκράτορας.
Ο πρώτος Έλληνας.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι