ΑΝΑΛΥΣΗ

Ο “αφυπνισμένος καπιταλισμός” και η κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ

Αποχωρούν 90 μέλη από τον Τομέα Δικαιωμάτων του ΣΥΡΙΖΑ

Στο προηγούμενο άρθρο μας αναφερθήκαμε στην κρίση της δημοκρατίας, των πολιτικών κομμάτων και στον “αφορισμό” της διάκρισης “Δεξιά-Αριστερά” που γίνεται στο όνομα των νέων οικονομικοπολιτικών και τεχνολογικών αλλαγών. Σε αυτό θα εξετάσουμε τον ρόλο, ή ακριβέστερα την μετάλλαξη της λεγόμενης ρεφορμιστικής, σοσιαλδημοκρατικής – σοσιαλιστικής, κυρίως δε της “ανανεωτικής-ριζοσπαστικής” Αριστεράς (C. Mouffe, 2010), εστιάζοντας και στην κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ.

Ως ορόσημο της μετάλλαξης αυτής θεωρείται η περιβόητη θεωρία του “Τρίτου Δρόμου” και του “Νέου Κέντρου” (A. Giddens, 1994), η εφαρμογή του οποίου, ήδη από το τέλος της 10ετίας του 1990 (Πρόγραμμα Blair-Schöder) μετάλλαξε την ρεφορμιστική Αριστερά σε “αριστερό άλλοθι” της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα – παρά τις όποιες προγραμματικές διαφοροποιήσεις, μετακαπιταλιστικές αυταπάτες ή φαντασιώσεις και παρά την όποια αντινεοφιλελεύθερη ρητορική – την ουσιαστική αδυναμία άρθρωσης ενός ουσιαστικού, θεμελιωμένου και πειστικού εναλλακτικού οικονομικού, πολιτικού και ιδεολογικού, προγραμματικού λόγου, εναρμονισμένου με τα φλέγοντα εθνικά και κοινωνικά ζητήματα.

Πόλος έλξης, “μήλον έριδος”, πεδίο συνάντησης, αλλά και ανταγωνισμού των κομμάτων της “νέας” Δεξιάς και Αριστεράς αποτελεί το, “αποτοξινωμένο” από “παρωχημένους” κοινωνικο-πολιτικούς διαχωρισμούς, “νέο”, “ακραίο” κέντρο. Πέραν της όποιας οικονομικής, οικολογικής και γεωπολιτικής σύγκλισης των κομμάτων αυτών, ως βασικός ιδεολογικοπολιτικός χώρος συνάντησής τους θεωρείται η ακραία και άκριτη αποδοχή βασικών ιδεολογημάτων του “αφυπνισμένου καπιταλισμού” (Woke Kapitalismus, A. D. Guigné, 2012), όπως είναι ο δικαιωματισμός, η πολιτική ορθότητα και η κουλτούρα ακύρωσης (Cancel Culture).

Η άνοδος της Δεξιάς

Δεν είναι –κατόπιν όλων αυτών– τυχαίο το γεγονός ότι, πέραν της παρατηρούμενης αποχής, ένα σημαντικό μέρος των “παραδοσιακών” εκλογέων των μεταλλαγμένων “αριστερών” κομμάτων στρέφεται προς “ακραία”, κείμενα πέραν των κομμάτων εξουσίας, κυρίως της Δεξιάς, που εκφράζουν έναν ειλικρινή ή προσχηματικό απατηλό εθνικο-αντιπαγκοσμιοποιητικό λόγο, υποστηρικτικό της θρησκευτικής-πολιτισμικής και ιστορικής ταυτότητας.

Λειτουργούν δε σαν “βαλβίδα αποσυμπίεσης” της σωρευμένης κοινωνικής αντίδρασης και οργής κατά των αφερέγγυων “διαπεπλεγμένων”, “συστημικών” κομμάτων της “κυβερνώσας Αριστεράς”. Βεβαίως, η εξέλιξη αυτή δεν οφείλεται μόνο στην κρίση της Αριστεράς και την μεταστροφή των παραδοσιακών της ψηφοφόρων. Μέχρις ένα βαθμό, συμπεριλαμβάνει και τα κεντροδεξιά κόμματα εξουσίας ως προς τους ψηφοφόρους της παραδοσιακής κοινωνικο-φιλελεύθερης Δεξιάς.

Πρόκειται για ένα φαινόμενο που βρίσκεται σε δυναμική εξέλιξη στην Ευρώπη, ακόμη και σε παραδοσιακά κάστρα του δικομματισμού (π.χ. Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία), όπου μάλιστα η ακροδεξιά στροφή δεν επιτυγχάνει μόνο ποσοστά ανταγωνιστικά εκείνων των αποδυναμωμένων κομμάτων εξουσίας (π.χ. Εναλλακτική για την Γερμανία). Ούτε απλώς βρίσκεται στα πρόθυρα της εξουσίας (Λεπέν στη Γαλλία). Πολύ περισσότερο, αποτελεί ήδη κυβέρνηση στην Ιταλία (Μελόνι).

Η κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ

Ως το μεγαλύτερο, πάντως, θύμα της προϊούσας συντηρητικοποίησης του πολιτικού σκηνικού στην Ευρώπη πρέπει να θεωρηθούν τα υποσχεθέντα για μια πραγματική αναγέννηση της Αριστεράς σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση. Τα κόμματα της “ανανεωτικής-ριζοσπαστικής Αριστεράς” εκτροχιάσθηκαν και μεταλλάχθηκαν στην πορεία τους (Δ. Τραυλός-Τζανετάτος, 2023). Ενδεικτικό πια, όσο και οδυνηρό, παράδειγμα είναι η βαθιά κρίση του γερμανικού κόμματος της Αριστεράς, που βρίσκεται ήδη στο όριο της κοινοβουλευτικής επιβίωσης (S. Wagenknecht, 2021).

Το φαινόμενο αυτό δεν θα μπορούσε, βεβαίως, να λείψει από την Ελλάδα, η οποία εμφανίζει μετά την “μνημονιακή κατοχή”, έντονη “μεταδημοκρατική διάβρωση”, έχουσα μάλιστα τα χαρακτηριστικά μιας sui generis “ευρωχρεο-αποικίας” (R. Rinaldi). To διαμορφωθέν από τις εκλογές τοπίο αποτυπώνει ανάγλυφα τον βαθμό διάβρωσης της ελληνικής δημοκρατίας και τον μεταδημοκρατικό εκφυλισμό του πολιτικού συστήματος.

Στο πλαίσιο αυτό δεσπόζει η κατάρρευση του ΣYΡIZA. Ενός κόμματος που κατόρθωσε από ένα μικρό κόμμα της ανανεωτικής Αριστεράς να κυβερνήσει τη χώρα, εκμεταλλευόμενο με δεξιοτεχνία την ιστορική ευκαιρία-συγκυρία της άφρονος ευρωπαϊκής πολιτικής των μνημονίων και της ταπείνωσης της χώρας. Παρά την κατολίσθησή του, ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να κατέχει τα πρωτεία ισχύος μεταξύ των “αδελφών” ευρωπαϊκών κομμάτων.

Ωστόσο, οι μέχρι τώρα εξελίξεις, με κορύφωση την “αναπάντεχη” και “δραματική” παραίτηση Τσίπρα, προδιαγράφονται αρνητικές για πολλούς λόγους: Πρώτον, οι ρηχές αναλύσεις των εκλογικών αποτελεσμάτων. Δεύτερον, η απουσία ενός γενναίου κριτικού και αυτοκριτικού αναστοχασμού της όλης μετά το 2015 πολιτικής ως Κυβέρνησης και ως Αντιπολίτευσης, μετά την μετατροπή του γενναιόφρονος, πελώριου “ΟΧΙ” στο δημοψήφισμα σε ένα μικρόψυχο, ταπεινωτικό “ΝΑΙ”. Ως εξ αυτού ελλοχεύει ο κίνδυνος συνέχισης αυτής της πολιτικής.

Καπιταλισμός και αστική δημοκρατία

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει επιλέξει να γίνει ένα κόμμα συνεκτικό, απαλλαγμένο από ακραίες νεοφιλελεύθερες συνταγές και ιδεοληψίες, με σαφές διεθνιστικό-πατριωτικό (και όχι κοσμοπολιτικό) πρόσημο και με κοινωνικό πρόσωπο. Να γίνει ένα κόμμα μιας “ανανεωτικής-ριζοσπαστικής Αριστεράς”, που θα αρνηθεί τη συνθηκολόγηση με τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση και τις μεταμφιέσεις της, που θα επανεξετάσει κριτικά και αυτοκριτικά τη θέση του τόσο έναντι των mainstream ιδεολογημάτων του Woke Καπιταλισμού (δικαιωματισμός, πολιτική ορθότητα, κουλτούρα ακύρωσης, πολιτική κλιματικής ουδετερότητας, εταιρική κοινωνική ευθύνη), αποδεχόμενο την αδιάρρηκτη διαλεκτική σχέση μεταξύ εθνικού, δημοκρατικού και κοινωνικού στοιχείου.

Αυτή η Αριστερά, χωρίς να απεμπολεί μεταρρυθμίσεις και βελτιώσεις του καπιταλιστικού συστήματος, τις οποίες πάντως η κρατούσα συγκυρία της πολύπλευρης καπιταλιστικής κρίσης ουδόλως ευνοεί, θα εμμένει αμετακίνητα στον βασικό αντικαπιταλιστικό της προσανατολισμό. Οι επερχόμενες εξελίξεις θα δείξουν, άλλωστε, αν και κατά πόσον τελικά ο καπιταλισμός συμβιβάζεται με την αστική δημοκρατία. Κρίσιμο, πάντως, ζητούμενο της τεταμένης αυτής σχέσης είναι αν ο νεοφιλελεύθερος, χρηματοπιστωτικός, παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός, θα μπορέσει να συμβιβαστεί με το καθεστώς της μεταδημοκρατίας, θεωρώντας το μάλιστα προνομιακό (C.Crouch, 2020) ή να μην το χρειάζεται πια (Κ. Τσουκαλάς, 2020).

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι