Ο συγγραφέας Γιεχοσούα μιλάει για μία Τουρκία που υπάρχει μόνο στη φαντασία του

Ο συγγραφέας Γιεχοσούα μιλάει για μία Τουρκία που υπάρχει μόνο στη φαντασία του, Δημήτρης Δεληολάνης

Η έντονα επιθετική πολιτική του Ερντογάν στην Μεσόγειο τράβηξε την προσοχή του μεγάλου ισραηλινού συγγραφέα Αβραάμ Γιεχοσούα, ο οποίος στις 14 Ιουλίου δημοσίευσε πρωτοσέλιδα στην ιταλική εφημερίδα La Repubblica άρθρο με τίτλο “Η Τουρκία που θα θέλαμε”.

«Η όλο και αυξανόμενη παρουσία της Τουρκίας στη δυτική Μεσόγειο και οι όλο και πιο στενοί δεσμοί της με χώρες όπως η Λιβύη, η Τυνησία και η Αλγερία, πρέπει να τραβήξουν την προσοχή και να κεντρίσουν το ενδιαφέρον εκείνων που, όπως κι εγώ, πιστεύουν στην αναγκαιότητα θα αναπτυχθεί και να καλλιεργηθεί μια μεσογειακή ταυτότητα», εξηγεί ευθύς εξ αρχής ο συγγραφέας.

Συνδέει αμέσως, μάλιστα, την αναγκαιότητα αυτή με την επίλυση του προβλήματος των σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και των Παλαιστινίων, μέσω μιας ομοσπονδιακής κρατικής οντότητας, σε θέση να εντάξει και τους δυο λαούς και τις δυο κουλτούρες. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο μεγάλος συγγραφέας διατυπώνει αυτή την πρόταση, που τον τιμά και τον εντάσσει ανάμεσα στους Ισραηλινούς διανοούμενους που καταφέρνουν να ξεφύγουν από την εθνικιστική ρητορεία, προκειμένου να θεωρήσουν το πρόβλημα της Παλαιστίνης με πνεύμα ελευθερίας.

Τι σχέση έχει, όμως, η Τουρκία με την επίλυση του Παλαιστινιακού και την κοινή μεσογειακή ταυτότητα; Στο άρθρο του ο Γιεχοσούα διατείνεται πως διαθέτει σαφή άποψη για το ρόλο της Τουρκίας και ξεκινά την εξήγηση του με έναν συλλογισμό που αξίζει τον κόπο να παρακολουθήσουμε: «Σε όλες τις ιστορικές περιόδους η Τουρκία υπήρξε αυτονόητος πρωταγωνιστής και αυθεντικός εταίρος στην μεσογειακή κουλτούρα, αρχής γενομένης από τον αρχαίο ελληνικό και ρωμαϊκό πολιτισμό μέχρι το χριστιανικό-βυζαντινό, και, βεβαίως, κατά τους τελευταίους αιώνες, στην ισλαμική παιδεία, όχι απαραίτητα αραβική».

Ο Έλληνας αναγνώστης, φαντάζομαι και ο Ιταλός, θα αναρωτηθούν γιατί ο συγγραφέας κάνει ένα μεγάλο χρονικό άλμα και συνδέει την κλασική παιδεία της αρχαιότητας με ένα λαό που έκανε την εμφάνιση του στην περιοχή της Μεσογείου περίπου μια χιλιετία αργότερα. Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση παρά μόνον ότι ο Γιεχοσούα μάλλον δεν τα πάει καλά με την ιστορία και δεν έχει ξεκάθαρη εικόνα των ιστορικών εποχών και περιόδων.

Άγνοια

Πόσο μεγάλο είναι το ποσοστό άγνοιας διαφαίνεται εξ άλλου όταν ισχυρίζεται ότι οι Τούρκοι ήταν «αυτονόητος πρωταγωνιστής» και «αυθεντικός εταίρος» του χριστιανικού και βυζαντινού πολιτισμού, τη στιγμή ακριβώς που ο Τούρκος πρόεδρος μετατρέπει το κατ’ εξοχήν χριστιανικό μνημείο σε τζαμί. Κίνηση βεβαίως που ο Γιεχοσούα καταδικάζει ρητώς:

«Πόσο σοφός –σχολιάζει ο Ισραηλινός συγγραφέας– ήταν ο Κεμάλ όταν το 1934 μετέτρεψε την Αγία Σοφία από τζαμί που ήταν σε μουσείο, όπου οι επισκέπτες μπορούσαν να απολαύσουν θησαυρούς που διατηρήθηκαν για πολλούς αιώνες. Αυτό το πανέμορφο μνημείο του 360 μ.Χ. ήταν το πιο σημαντικό σύμβολο μιας πολυθρησκευτικής Τουρκίας, όπου άνθρωποι διαφορικών θρησκευμάτων συζούσαν ειρηνικά και αρμονικά. Μήπως δεν επαρκούν τα τζαμιά της Κωνσταντινούπολης, ώστε να δικαιολογείται η πρόσφατη απόφαση του Ερντογάν να μετατρέψει εκ νέου την Αγία Σοφία σε τζαμί; Ο εξισλαμισμός της Τουρκίας θα επιφέρει δύναμη και ειρήνη στην τουρκική ταυτότητα, πολιτιστική άνθιση και σεβασμό από μέρους του κόσμου ή, αντιθέτως, μίσος, φόβο και αντιπαραθέσεις;».

Εκείνο που διαφεύγει από τον μεγάλο συγγραφέα είναι ότι η κίνηση του Ερντογάν είναι συνεπής με την τουρκική αντίληψη της ιστορίας. Οι «αυτονόητοι πρωταγωνιστές» και «αυθεντικοί εταίροι» κατέστρεψαν τον χριστιανικό-βυζαντινό πολιτισμό και, ακριβώς πριν από έναν αιώνα φρόντισαν να σφάξουν συστηματικά τους χριστιανούς που ζούσαν στα τουρκικά εδάφη που ακόμη, με την ύπαρξη τους και μόνο, μαρτυρούσαν την καταγωγή τους από αυτό το πολιτιστικό πλαίσιο.

Στη λήθη η γενοκτονία των Αρμενίων

Είμαι βέβαιος ότι στο Ισραήλ υπάρχει επαρκής πληροφόρηση για τη γενοκτονία των Αρμενίων και των χριστιανών του Πόντου, αλλά ο μεγάλος ισραηλινός συγγραφέας θέλησε να την αγνοήσει, προκειμένου να οικοδομήσει μια φαντασιακή τουρκική ιστορία, γεμάτη ειρήνη και αρμονία. Το αποτέλεσμα είναι τα ατοπήματα να συνεχίζονται, σχεδόν σε κάθε παράγραφο:

«Η ΕΕ δεν αποδέχτηκε την Τουρκία και είναι λοιπόν φυσιολογικό η Άγκυρα να προσπαθεί να αντιδράσει σε αυτή την οδυνηρή ήττα με νέες συμμαχίες και το γεγονός ότι πρόκειται για χώρα μεγάλη και δυνατή μπορεί να την καταστήσει πολυπόθητο εταίρο στη Μεσόγειο». Εδώ ο Γιεχοσούα δείχνει ότι δεν είναι μόνον αδύναμος στα ιστορικά θέματα, αλλά κι ότι έχει σοβαρό πρόβλημα και με τα πιο πρόσφατα γεγονότα.

Είναι εμφανέστατο ότι είναι πλήρως απληροφόρητος για τις σχέσεις μεταξύ Ευρώπης και Τουρκίας, δεν γνωρίζει τι ακριβώς συνέβη στις προενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Τουρκία, ίσως να άκουσε κάτι για τις διαμαρτυρίες της Άγκυρας περί “χριστιανικής λέσχης” και όχι μόνον έσπευσε να γράψει την πρόχειρη κι επιφανειακή άποψη του, αλλά θέλησε και να την παρουσιάσει ως γεγονός.

Τα ολισθήματα είναι απανωτά και συνεχή, τόσο που μας κάνουν να αναρωτιόμαστε για ποιο λόγο ο μεγάλος συγγραφέας αποφάσισε να εκτεθεί ασχολούμενος με ένα θέμα δύσκολο και απαιτητικό, όπως είναι ο ιστορικός ρόλος της Τουρκίας στη Μεσόγειο. Πόσο μάλλον που ο ίδιος στο άρθρο του δείχνει να έχει επίγνωση των δυσκολιών, καθώς θέτει το κρίσιμο ερώτημα.

Αναρωτιέται εάν «η αυξανόμενη εμπλοκή της Τουρκίας στη Μεσόγειο θα επιτρέψει στην μεσογειακή ταυτότητα που σιγά-σιγά ενδυναμώνεται να προοδεύσει και να γίνει εμφανέστερη ή, αντιθέτως, θα προκαλέσει νέες τριβές και συρράξεις. Η εμπειρία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας επί του αραβικού κόσμου δεν υπήρξε θετική και παραγωγική, αντιθέτως μάλιστα. Τόσο που πολλοί Άραβες θεωρούν ότι το μεσαιωνικό Ισλάμ έχασε τη λάμψη του εξ αιτίας του “μεγάλου ασθενούς”, όπως αποκαλούσαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά τον 19ο αιώνα».

Πέντε συμβουλές προς τον Ερντογάν

Εδώ στα Βαλκάνια την απάντηση την έχουμε έτοιμη, αλλά ο Γιεχοσούα δεν μας ρώτησε. Έτσι μπήκε στον κόπο να ετοιμάσει έναν επιμελή κατάλογο με πέντε συμβουλές προς τον Ερντογάν, οι οποίες συνοδεύονται από την παρότρυνση «να αλλάξει πραγματικά κατεύθυνση και να εγκαταλείψει εκείνη που ακολουθεί τα τελευταία χρόνια».

Η πρώτη συμβουλή αφορά τη δημοκρατία και τα πολιτικά δικαιώματα των Τούρκων πολιτών, η δεύτερη τον κοσμικό χαρακτήρα του κράτους και η τρίτη το Κυπριακό: «Η Άγκυρα θα πρέπει να προωθήσει το διάλογο και μια συμβιβαστική λύση μεταξύ των τουρκικών και των ελληνικών περιοχών της Κύπρου ώστε να προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί τους θησαυρούς φυσικού αερίου για το καλό και των δυο λαών που κατοικούν εκεί».

Αυτή η τρίτη συμβουλή προδίδει και τις πηγές του αρθρογράφου. Στο Τελ Αβίβ λειτουργεί Πρεσβεία της Κυπριακής Δημοκρατίας, χιλιάδες Ισραηλινοί επισκέπτονται την Κύπρο κάθε χρόνο, πολλοί από αυτούς παντρεύονται στα δημαρχεία της χώρας (αφού στο Ισραήλ δεν υπάρχει πολιτικός γάμος), αλλά ο Γιεχοσούα αγνοεί την ύπαρξη του κυπριακού κράτους και φαίνεται να υιοθετεί πλήρως την τουρκική άποψη περί δυο “περιοχών” όπου ζουν “δυο λαοί”.

Επίσης αφελείς είναι και οι τελευταίες δυο συμβουλές του: Η Τουρκία θα έπρεπε να αναγνωρίσει το δικαίωμα του Ισραήλ να υπάρχει και να διακόψει κάθε σχέση με τη Χαμάς. Ο Γιεχοσούα απλά ζητά από τον Ερντογάν να πάψει να κατευθύνει τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, τους οποίους έχει πλέον μετατρέψει σε πειθήνια όργανα στο δρόμο προς την αναγέννηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η τελευταία συμβουλή αφορά την αναγνώριση «των δικαιωμάτων της κουρδικής μειονότητας».

Η κατάληξη του συγγραφέα δίνει τον τόνο όλου του άρθρου: «Η Τουρκία δεν είναι το Ιράν, διατήρησε ικανούς διαύλους επικοινωνίας με τη Ρωσία του Πούτιν και τις ΗΠΑ και διαφυλάσσει σημαντικούς ιστορικούς και αρχαιολογικούς θησαυρούς συνδεδεμένους με την κληρονομιά της Μεσογείου. Όταν βλέπουμε τις μεγάλες τουρκικές ταινίες ή όταν διαβάζουμε τη θαυμάσια σύγχρονη τουρκική λογοτεχνία κατανοούμε ότι η χώρα αυτή διαθέτει ένα δυναμικό σε θέση να ενσταλάξει πνευματικό σφρίγος στη μεσογειακή ταυτότητα που σε αυτές τις γκρίζες ημέρες της πανδημίας φιλοδοξεί να χειραφετηθεί από την παιδιάστικη βαναυσότητα του Τραμπ, από τη διφορούμενη προπέτεια του Πούτιν και από τις ακατάσχετες εμπορικές ορέξεις της Κίνας».

Quandoque bonus dormitat Homerus

Ο Γιεχοσούα είναι ένας μεγάλος συγγραφέας, του οποίου τα βιβλία έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά και αγαπήθηκαν από τους Έλληνες αναγνώστες. Όπως συμβαίνει συχνά με μεγάλους συγγραφείς και διανοούμενους, θέλησε ενίοτε να πει την άποψη του για τα μεγάλα προβλήματα του Ισραήλ και γενικότερα της Μέσης Ανατολής, με τοποθετήσεις που –επαναλαμβάνω– χαρακτηρίζονται από ευαισθησία και ανοιχτό πνεύμα. Τώρα θέλησε να επεκτείνει το ενδιαφέρον του σε όλη τη Μεσόγειο με πολύ απογοητευτικά αποτελέσματα.

Σε αυτό το άρθρο δείχνει να έχει μια εντελώς φαντασιακή αντίληψη της Τουρκίας. Αγνοεί όχι μόνον την οθωμανική ιστορία, αλλά και τη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα της χώρας. Της ζητά να αναλάβει προωθητικό ρόλο στη διαμόρφωση μιας κάποιας “μεσογειακής ταυτότητας” τη στιγμή που, στον αιώνα της ύπαρξης της, η Τουρκική Δημοκρατία έχει αποδείξει με τον πιο αιματηρό τρόπο ότι δεν ανέχεται κανενός είδους πλουραλισμό, ούτε εθνικό, ούτε γλωσσικό, ούτε θρησκευτικό.

Η έκκληση του γίνεται στη βάση κάποιων “μεγάλων τουρκικών ταινιών” που κανείς δεν είδε ποτέ και μιας “θαυμάσιας λογοτεχνίας” που εκπροσωπείται σχεδόν αποκλειστικά από αντιφρονούντες συγγραφείς, πολλοί από τους οποίους είναι στη φυλακή ή εξόριστοι. Ο λατίνος ποιητής Οράτιος έγραψε «Quandoque bonus dormitat Homerus», που σημαίνει ότι ακόμη και ο άριστος Όμηρος καμία φορά μπορεί να μισοκοιμάται και οι στίχοι να μην είναι και τόσο πετυχημένοι. Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για το ατυχές άρθρο ενός μεγάλου συγγραφέα.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι