ΘΕΜΑ

Οι περιπέτειες της Διαλεκτικής από τον Πλάτωνα στον Χέγκελ

Οι περιπέτειες της Διαλεκτικής από τον Πλάτωνα στον Χέγκελ, Δημήτρης Μιχαλόπουλος

Τη βασική αρχή που διέπει όλα τα πολιτικά καθεστώτα και ιδίως το δημοκρατικό την εξέθεσε ο Περικλής στον περίφημο “Επιτάφιο”: Ο εκάστοτε ηγέτης πρέπει να ανταποκρίνεται, όσο γίνεται περισσότερο, σε ό,τι το κάθε άτομο θεωρεί ως σωστό και θέλει να ακούει. Έτσι, δημιουργείται ολόκληρο πλέγμα ισχυρισμών που γρήγορα παίρνουν τη μορφή παντοειδών υποσχέσεων, οι οποίες κυριολεκτικώς σαγηνεύουν το πλήθος και το κάνουν συναισθηματικώς δέσμιο του όποιου αρχηγού.

Άμεση συνέπεια εφαρμογής της αρχής αυτής είναι πως κάθε ιδέα και κάθε αίτημα κρίνονται, ευθύς μόλις ισχυρώς προβληθούν, ως άξια τόσο της προσοχής των ιθυνόντων όσο και της προσπάθειας πραγματωσής τους. Και βέβαια, οφείλει κανείς να επισημάνει ότι το άκρον άωτον της εφαρμογής της αρχής αυτής εντοπίζεται στις τελικές φάσεις των χρόνων της “Ρωμαϊκής Ειρήνης”: Δεδομένου ότι οι αυτοκράτορες των Ρωμαίων είχαν επιβάλει την κυριαρχία τους σε λαούς τελείως διαφορετικούς, όχι μόνο από τους γηγενείς της Ιταλίας αλλά και μεταξύ τους, προσπαθούσαν να τους “κολακεύουν”, ώστε να τους κρατούν σε υποταγή.

Εύστοχα, κατά συνέπεια, μεγάλος Άγγλος συγγραφέας, συγκεκριμένα ο Ρόμπερτ Γκραίηβς (Robert Graves [1895-1985]), έθεσε στο στόμα του Πόντιου Πιλάτου τον εξής αφορισμό: «Κάθε αλήθεια, την οποία περιβάλλουν οι πεποιθήσεις των οπαδών της, έχει ως σαφή αντίθεσή της μία άλλη αλήθεια, που επίσης προβάλλεται ως λογική. Το αποτέλεσμα; Μακροπροθέσμως τίποτα στον ανθρώπινο βίο δεν είναι πραγματικά σπουδαίο. Και το μόνο που μπορεί να κάνει ο εχέφρων άνθρωπος είναι να γελάει με όλα αυτά. Σε τελική ανάλυση πράγματι, άλας της ζωής είναι το χιούμορ και μόνον αυτό».

Αυτά τα διατύπωσε –κατά τον Γκραίηβς, εξυπακούεται– ο Πιλάτος, όταν έθεσε στον Ιησού Χριστό το περίφημο ερώτημα: “Τί ἐστιν ἀλήθεια” – χωρίς, βεβαίως, να πάρει απάντηση. Κατά πάσα πιθανότητα λοιπόν η εν προκειμένω βραχεία διάλεξη του Πιλάτου συνιστά επινόημα του Γκραίηβς. Αλλά και η διαπίστωση αυτή παραμένει ασήμαντη, δεδομένου ότι το “Περί Αληθείας” λογύδριο του τότε προκουράτορος (=Ρωμαίου διοικητή) της Ιουδαίας αποτελεί περίπτωση εμφανέστατη αυτού που στα ιταλικά σχολιάζεται ως: “se non è vero, è ben trovato” (= και αληθινό να μη είναι, ωραία επινοήθηκε).

Το ότι το χιούμορ συνιστά το άλας της καθημερινής μας διαβίωσης δεν θέλει βαθύ στοχασμό, προκειμένου να το αντιληφθεί κανείς. Εκείνο όμως που γίνεται δυσχερώς κατανοητό είναι το πού καταλήγει η καθολική εφαρμογή της αρχής που ποιητική αδεία εμφανίζει ο Γκραίηβς να διατυπώνει ο Πιλάτος. «Όλοι και όλα έχουν ακριβώς την ίδια αξία και σημασία»… και τελικώς έφτασε να γίνει αυτοκράτορας στη Ρώμη άνθρωπος που τόσο πολύ αντιπαθούσε τη Ρώμη, ώστε έφτασε να στήσει άγαλμα στον… Αννίβα, τον περισσότερο επίφοβο εχθρό των Ρωμαίων! Και το πιο “χαριτωμένο” είναι πως ακόμη και σήμερα γίνονται συζητήσεις σχετικές με τα αίτια κατάρρευσης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας κ.ο.κ.

Πριν τον Χέγκελ, οι αρχαίοι Έλληνες

Όπως ευλόγως μπορεί κανείς να υποψιαστεί, όλα αυτά έχουν τις ρίζες τους στη Φιλοσοφία των Αρχαίων Ελλήνων. Γνωστή είναι η “Μαιευτική” του Σωκράτη, δηλαδή η μέθοδος μέσω της οποίας ο Μέγας Φιλόσοφος, θέτοντας ευφυώς επεξεργασμένες ερωτήσεις, οδηγούσε τον συνομιλητή του στο να “γεννήσει” (=δώσει) μία εξίσου έξυπνη απάντηση – με αποτέλεσμα τη για όλους επωφελή προσέγγιση της Αλήθειας. Και τη σωκρατική Μαιευτική την ανήγαγε σε “κορωνίδα των Επιστημών” ο Πλάτων, που, μάλιστα, τη μετονόμασε σε “Διαλεκτική” και με ακρίβεια την καθόρισε στην “Πολιτεία” του: Η ερώτηση και η απάντηση πρέπει να έχουν χαρακτήρα “επιστημονέστατον”.

Η διαπίστωση ότι “χάσμα μέγα και αγεφύρωτο” παρεμβάλλεται μεταξύ του “επιστημονεστάτου” χαρακτήρα της Διαλεκτικής του Πλάτωνος με την –κατά τον Γκραίηβς– βραχεία διάλεξη του Πιλάτου είναι ευχερής. Οπότε ιδού που επιτέλει το βασικό ερώτημα: Πώς έγινε η μεταβολή αυτή; Ποιος ευθύνεται για την κατάπτωση της υπερτάτης Επιστήμης του Πλάτωνος σε αντικείμενο άξιο καγχασμού;

Η απάντηση, παρά το ότι μπορεί να θεωρηθεί ως “παράδοξη”, παραμένει ευχερής: Αυτό οφείλεται στον Αριστοτέλη. Μαθητής του Πλάτωνα αυτός, “ξέκοψε” κάποια στιγμή από τον Δάσκαλό του και ίδρυσε δική του Σχολή, τα νάματα της οποίας ακόμη και σήμερα διέπουν την ευρωπαϊκή Σκέψη. Βέβαια, “ποταμοί μελάνης” έχουνε χυθεί, από Έλληνες και ξένους διανοούμενους, προκειμένου να αποδειχθεί πως ο Αριστοτέλης δεν “τα έσπασε” με τον Πλάτωνα, πως υπήρξε “συνεχιστής της πλατωνικής διδασκαλίας” κ.τ.λ. Τα γεγονότα όμως άλλα μαρτυρούν…

Το ότι ο Αριστοτέλης υπήρξε μέγας φιλόσοφος είναι αναμφισβήτητο. Το ότι η ανθρωπότητα σε αυτόν οφείλει την κατ’ ουσίαν γένεση των Φυσικών Επιστημών παραμένει σαφέστατο. Το ότι όμως υπήρξε –σε επίπεδο στοχασμού– ο κατεξοχήν αντίπαλος του Πλάτωνα… και αυτό είναι ευαπόδεικτο. Ο Πλάτωνας, πράγματι, κυριολεκτικώς εξοβέλισε από την ιδεώδη Πολιτεία του τους ποιητές γενικώς και τα Ομηρικά Έπη ιδιαιτέρως.

Και η αιτία της εν προκειμένω αρνητικής του στάσης εναργώς περιγράφεται από τον Θουκυδίδη: Οι άνθρωποι δέχονται, ο ένας από το στόμα του άλλου, απόψεις και κρίσεις ανεξέλεγκτες. Έτσι, οι ποιητές, προκειμένου να αρέσουν, “χάιδευαν τα αυτιά” των ακροατών τους – κάτι που ο Θουκυδίδης δεν έστερξε να κάνει. Ορθώς λοιπόν ο Πλάτωνας απέβαλε τα ποιητικά έργα από το εκπαιδευτικό πρόγραμμα της Πολιτείας του. Ο Αριστοτέλης όμως, διαφωνώντας με τον Δάσκαλό του, έσπευσε πλήρως να εξοικειώσει τον Μέγα Αλέξανδρο, μαθητή του, με την ομηρική Ιλιάδα… και η ανάλυση των επιπτώσεων παρέλκει…

Χέγκελ και διαλεκτική

Το θέμα της σχέσης του Αριστοτέλη με τα Έπη του Ομήρου δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Εν κατακλείδι, πράγματι, δικαίωμα του Σταγειρίτη ήταν να προβάλει ως “διδακτικό βοήθημα” στον Αλέξανδρο εκείνο που αυτός θεωρούσε σωστό. Άλλο είναι το ζήτημά μας. Συγκεκριμένα, ότι ο Αριστοτέλης, βασισμένος στον “Παρμενίδη”, διαφορετικό από την “Πολιτεία” διάλογο του Πλάτωνα, δραστικώς περιόρισε την εμβέλεια της Διαλεκτικής με αποτέλεσμα τον κατ’ ουσίαν υποβιβασμό της.

Και –όπως θα έλεγε σύγχρονός μας Νεοέλλην– να και “το κερασάκι στην τούρτα”! Θεωρητικώς θαυμαστής του Πλάτωνα, μα στην πραγματικότητα συνεχιστής του Αριστοτέλη, ο περίφημος Γερμανός φιλόσοφος Γκέοργκ Χέγκελ (Georg Hegel [1770-1831]). Έχοντας ως αφετηρία και αυτός τον διάλογο “Παρμενίδης”, ο Χέγκελ επανακαθόρισε τη Διαλεκτική, προσδίδοντάς της, μάλιστα, υπόσταση οιονεί μαθηματική: Θέση+Αντίθεση=Σύνθεση.

Οτιδήποτε, δηλαδή, και για οποιονδήποτε λόγο έχει απήχηση σε μία κοινωνία λαμβάνεται στα σοβαρά υπόψη και εμπράκτως αντιπαραβάλλεται προς τον τυχόν αντίλογο. Έτσι, επιτυγχάνεται μία “σύνθεση”, χάρη στην οποία γίνεται δυνατή η κατάκτηση και διατήρηση της εξουσίας. Βάζοντας, άλλωστε, τις τελευταίες “πινελιές” στο πανόραμα τής κατά τον Χέγκελ Διαλεκτικής, ο Χένρυ Κίσσινγκερ ευστόχως εντόπισε το “κλειδί της εξουσίας” στην ικανότητα του πολιτικού άνδρα να εντοπίζει τα στους κόλπους της λαϊκής μάζας κυρίαρχα ρεύματα και “εναρμονίζοντάς τα” να κυριαρχεί.

Με άλλα λόγια, πρόκειται για ό,τι βάζει στο στόμα του Πιλάτου ο Γκραίηβς: Όλα έχουν την ίδια σπουδαιότητα. Σημασία λοιπόν έχει το να συμμορφώνεται ο εξουσιαστής, επιφανειακώς έστω, με αυτά, ώστε να παραμένει κυρίαρχος και ενδομύχως να γελά. Το ότι τα ανωτέρω ευκρινώς περιγράφουν καταστάσεις που σήμερα βιώνουν όλοι οι άνθρωποι γενικώς και οι Ευρωπαίοι ιδιαιτέρως είναι οφθαλμοφανές. Όλοι έχουν δίκιο… συνεπώς ο όποιος εξουσιαστής πρέπει θεαματικώς όχι απλώς να υιοθετεί, αλλά να ενστερνίζεται το δίκιο όλων! Και –φυσικά!– το χάος καραδοκεί…

Η μαθηματική διατύπωση του Χέγκελ

Τι μπορεί κανείς να προσθέσει; Το πιο σημαντικό: Ότι η Διαλεκτική την οποία “πετσόκοψε” ο Αριστοτέλης, μαθηματικώς διατύπωσε ο Χέγκελ και ανήγαγε σε αρχή πολιτικής πρακτικής ο Κίσσινγκερ δεν είναι εκείνη του Πλάτωνα. Όπως ήδη επισημάνθηκε, αυτή η “σύνθεση του οποιουδήποτε με οτιδήποτε” βασίζεται όχι στην “Πολιτεία” μα στον “Παρμενίδη”. Και ο “Παρμενίδης”, όπως έχει προ πολλού –και μάλιστα στην Ελλάδα– εξηγηθεί, αποτελεί έργο σε τέτοιο βαθμό προβληματικό, ώστε εγκύρως να υποστηριχθούν τα εξής: Είτε δεν είναι έργο του Πλάτωνα (άρα ψευδεπίγραφο), ή ο Πλάτωνας το έγραψε κυριολεκτικώς “για πλάκα”, προκειμένου με αβρότητα να διακωμωδήσει τους ατελεύτητους και χωρίς νόημα διαλόγους στους οποίους επιδίδονταν οι “έμποροι λόγων” (λογοπῶλαι) της εποχής του.

Δεν έχουνε όλα την ίδια αξία. Και πράγματι μόνο μέσω επιστημονεστάτων ερωτήσεων και απαντήσεων μπορεί να επιτευχθεί η προσέγγιση της Αλήθειας. Η εξομοίωση των πάντων και η συνακόλουθη αναγωγή των πάντων σε “θέματα σημαντικά” βυθίζει καθοριστικώς τον άνθρωπο στο ψεύδος, με αποτέλεσμα την οριστική απώλεια της πνευματικής του Ελευθερίας. Και αυτό, διότι, όπως προ πολλού έχει επισημανθεί: “Η γνώση της Αλήθειας οδηγεί στην Ελευθερία”. (Γνώσεσθε τὴν άλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς).

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι