Οι θεσμοί, τα εθνικά θέματα και η πολιτική συνεννόηση
16/08/2020Το ελληνικό Σύνταγμα ήταν προσαρμοσμένο στα μέτρα μιας άλλης Ελλάδας, ενός πολιτικού συστήματος με διαφορετικές ισορροπίες και μιας Ευρώπης με αυτοπεποίθηση, που είχε αξιοπιστία και προσέφερε ελπίδα. Κυρίως όμως το Σύνταγμα της Ελλάδος και οι ελληνικοί θεσμοί δεν μπορούν να ανταποκριθούν στον συμβατικό, μη συμβατικό και ασύμμετρο χαρακτήρα που αποτελούν το άθροισμα των εκκρεμοτήτων και λεγόμενων εθνικών θεμάτων του χθες και των προκλήσεων και απειλών του σήμερα και του αύριο.
Το Σύνταγμα χρειάζεται γενναία και ριζική αναθεώρηση. Πρέπει να επιβάλει την συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων. Δυστυχώς δεν έχουμε φθάσει ακόμη στο στάδιο της ωριμότητας που μας επιτρέπει, όπως γινόταν στο παρελθόν, η συνεννόηση να είναι δικαίωμα του εκάστοτε Προέδρου της Δημοκρατίας ή πρωθυπουργού και όχι υποχρέωσή του. Η συνέργεια, η συνεννόηση και η συναίνεση σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών δεν υποκαθιστά ούτε αμβλύνει τον θεμελιώδη ρόλο του Κοινοβουλίου. Επιτρέπει, όμως, όταν οι συνθήκες το επιβάλλουν και το απαιτούν, να επιτυγχάνεται η διαμόρφωση συνθηκών στήριξης και προώθησης του εθνικού συμφέροντος στον υψηλότερο παρονομαστή.
Το νομοθετικό έργο και ο κοινοβουλευτικός έλεγχος δεν μπορούν και δεν πρέπει να υποκατασταθούν. Θα αποτελούν το προνομιακό πεδίο ουσιαστικής παράθεσης και αντιπαράθεσης πολιτικών επιχειρημάτων. Ο Νόμος περί Ευθύνης Υπουργών, το Νομοθετικό πλαίσιο για την λειτουργία και την χρηματοδότηση των κομμάτων, η Υπαλληλία της Βουλής, η ανεξάντλητη δεξαμενή κομματικών φίλων και συγγενών που κατακλύζουν διαχρονικά τις πάσης φύσεως θέσεις σε υπουργικά και λοιπά γραφεία αποτελούν τα στηρίγματα, τους πυλώνες της Ελλάδας των δύο ταχυτήτων.
Σε μία χώρα που περνά την βαθύτερη πολιτική, κοινωνική και αξιακή κρίση, σε μία χώρα που απειλείται η εθνική της ασφάλεια, ο εκσυγχρονισμός των θεσμών αποτελεί την αφετηρία, το εφαλτήριο, μιας προσπάθειας αναγέννησης. Εφόσον το θεσμικό σύστημα παραμένει απαράλλακτο, δεν μπορεί κανείς να ελπίζει ότι το πολιτικό σύστημα θα εξελιχθεί. Άλλωστε, χαρακτηριστικό στοιχείο ενός αντιπροσωπευτικού συστήματος είναι ότι οι εκλεγόμενοι εκπροσωπούν τους πολίτες. Οι πολιτικοί έχουν σαφή νομιμοποίηση και καθαρή εντολή. Κατά συνέπεια είναι ορθό να λέγεται ότι το πολιτικό σύστημα αντανακλά και αντικατοπτρίζει την βούληση, τις προτιμήσεις και την ψήφο των πολιτών.
Οι σχέσεις πολίτη-κομμάτων
Είναι αναγκαίο συνεπώς να εκσυγχρονιστούν οι όροι λειτουργίας των σχέσεων του πολίτη με τα κόμματα. Όσο αυτό δεν γίνεται μέσω μιας ευρύτατης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, τόσο εύκολο θα είναι να συμπεράνει κανείς ότι η ιθύνουσα πολιτική τάξη, η παλαιότερη και η νεότερη από κοινού, θεωρεί ότι δεν είναι προς το συμφέρον της η μεταβολή των όρων συμπεριφοράς, των όρων του παιχνιδιού.
Ο εκσυγχρονισμός της Ελλάδος στους τομείς της εξωτερικής πολιτικής, της άμυνας και της ασφάλειας είναι αναγκαίος και απαραίτητος. Εδώ και χρόνια επιχειρηματολογώ επί της ανάγκης σύστασης ενός Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή τον Πρωθυπουργό με την συμμετοχή των πολιτικών αρχηγών. Κάποια στιγμή, το 2015, συνήλθε υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας το Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών για το προσφυγικό.
Ξεχνάμε όμως ότι έχουν περάσει χρόνια από τη γένεση, τα αίτια και τις αφορμές των προσφυγικών ρευμάτων, τις εξεγέρσεις, ανατροπές και στρατιωτικές επεμβάσεις, που χαρακτηρίζουν το αραβικό “λυκόφως”. Η Ελλάδα αποτελεί ευρωπαϊκή, αν όχι παγκόσμια, πρωτοτυπία και εξαίρεση. Το Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών από τον Ιανουάριο 2011 μέχρι και σήμερα δεν έκρινε χρήσιμο, σκόπιμο ή έστω αναγκαίο να ασχοληθεί με την συνολική ανατροπή του status quo σε ολόκληρη την περιοχή με την οποία γειτνιάζουμε. Δεν συνήλθε όταν ήλθε η “Αραβική Άνοιξη”, δεν συζήτησε καν τις επιπτώσεις και συνέπειες των δράσεων του ΝΑΤΟ, της ΕΕ, της Ρωσίας, της Τουρκίας, της, της, της… Με καθυστέρηση δύο ετών συνήλθε για να διαπιστώσει. Υπήρξε συναίνεση και συμφωνία; Αν ναι, τότε ανετράπη από τις ίδιες τις δηλώσεις των πολιτικών αρχηγών.
Δίχως προηγούμενο
Με οδύνη αντιμετωπίζω το μέλλον της νέας γενιάς. Αυτής που ακολουθεί. Έχω επανειλημμένα γράψει ότι σφάλματα χειρισμών, πολιτικά λάθη και εκτιμήσεις έγιναν και κατά το παρελθόν. Λάθος αποφάσεις είχαν ληφθεί και από μυαλωμένους πολιτικούς. Φρόντισαν όμως, όσοι πραγματικά φρόντισαν, να περιορίσουν τις ζημιές όταν ήταν αδύνατον να επανορθώσουν τα λάθη.
Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια –δεν αναφέρομαι μόνο στην περίοδο των μνημονίων– ζούμε μία χωρίς προηγούμενο κατάσταση. Θυσιάζουμε με ευκολία και αμεριμνησία το μέλλον, την ίδια την ζωή, των επόμενων γενεών για να επιβιώσει η δική μας. Δεν μπορούμε να ζητήσουμε, ή να περιμένουμε για το θέμα αυτό την κατανόηση και ακόμα λιγότερο την συγχώρεση. Συνεχίζεται η συνταγή του αποκλεισμού του μέλλοντος των πολλών, των άγνωστων σε εμάς νέων, προκειμένου να εξασφαλιστούν οι πόροι για την τακτοποίηση “των δικών μας”.
Κάτω από ποια λογική; Συνεχίζουμε ακριβώς αυτό που γινόταν και πριν. Η σημερινή Ελλάδα είναι ίδια με την Ελλάδα του χθες; Οι ευκαιρίες που έχουν σήμερα οι νέοι στην αγορά εργασίας και στην ζωή είναι ίδιες με τις ευκαιρίες που είχαμε εμείς; Δεν ξέρω τι θα γράψει ο ιστορικός του μέλλοντος για την γενιά μας. Εκείνο, όμως, που γνωρίζω είναι ότι σίγουρα θα μας θυμηθεί.
Με εξαίρεση το Κυπριακό, για την εξέλιξη του οποίου διστάζω ακόμη να κάνω ασφαλή πρόβλεψη, ριψοκινδυνεύω την εκτίμηση ότι στο σύνολο των ζητημάτων τα οποία αφορούν, επηρεάζουν και ενοχλούν την Ελλάδα, η λύση –χωρίς εισαγωγικά– θα καθυστερήσει ακόμη πολύ να φανεί στον ορίζοντα. Δεν ανήκω στην κατηγορία εκείνων οι οποίοι δεν αναλαμβάνουν την προσωπική τους ευθύνη. Το γεγονός, όμως, ότι έγιναν λάθος χειρισμοί στο παρελθόν, όταν η Ελλάδα εξέπεμπε κύρος, ισχύ, αξιοπιστία και αίσθημα υπεροχής, δεν αποτελεί συνθήκη αναγκαία και ικανή για μια όπως-όπως λύση σήμερα.
Ο συμβιβασμός αποτελεί προϋπόθεση επίτευξης συμφωνίας. Μόνο στην Ελλάδα ο συμβιβασμός θεωρείται ταυτόσημος με προδοσία ή έστω μειοδοσία. Ταυτόχρονα, όμως, ο συμβιβασμός πρέπει να είναι κοντά στους στόχους που έχεις θέσει. Να ανταποκρίνεται και να εξυπηρετεί τα εθνικά σου συμφέροντα. Επίσης, ο τρόπος με τον οποίο ενεργείς, συμπεριφέρεσαι και αποφασίζεις σε ένα βασικό πρόβλημα εξωτερικής πολιτικής επιτρέπει την εξαγωγή συμπερασμάτων για τις παραμέτρους που επηρεάζουν την διαδικασία λήψης αποφάσεων. Η διαιώνιση ενός ζητήματος δεν αποτελεί λύση. Όμως, μια κακή λύση δεν είναι αυτοσκοπός.