Ουκρανία: Οι “τρεις Ρωσίες” και οι “Λαοί της Θάλασσας”
16/03/2022«Μα τι γίνεται στην Ουκρανία; Είχαν οι Ρώσοι δικαίωμα να εισβάλουν; Ποιος ευθύνεται για την αιματηρή σύγκρουση; Και τελικά τι θα γίνει; Μήπως βρισκόμαστε στο κατώφλι ενός Γ’ Παγκόσμιου Πόλεμου; Και εάν ο πόλεμος αυτός γίνει με πυρηνικά;» Ακούγοντας και ξανακούγοντας κανείς γύρω του αυτές τις ερωτήσεις και τις συνακόλουθες συζητήσεις, άθελά του θυμάται τον αείμνηστο Δημήτρη Χατζή, που γλαφυρώς και με λίγες λέξεις περιέγραψε την κατάσταση, στην οποία αενάως βρίσκεται ο μέσος άνθρωπος: «Αλέθεται κανείς με τούτο και μ’ εκείνο, με το σήμερα και το αύριο και δεν προλαβαίνει να καταλάβει τι πραγματικά συμβαίνει γύρω του». Πολύ περισσότερο όταν μιλάμε για τις “τρεις Ρωσίες”.
Πέρα, όμως, από τον Δημήτρη Χατζή υπάρχει και ο Πολύβιος (ο αρχαίος) που ευφυώς εντόπισε το αίτιο της αδυναμίας της συντριπτικής πλειονότητας των ανθρώπων να κατανοήσουν το ιστορικό γίγνεσθαι: Η αιτία ενός σημαντικού γεγονότος συχνά βρίσκεται τόσο βαθιά βυθισμένη μέσα στο παρελθόν, ώστε οι άνθρωποι αδυνατούν να κατανοήσουν τη σύνδεση των πραγμάτων και ευρύτερα τη σχέση αιτίου και αιτιατού. Αυτά εκών άκων αναθυμάται κανείς, καθώς ακούει τα τωρινά γεγονότα στην Ουκρανία και τα σχόλια που τα περιβάλλουν. Η αρχή του ζητήματος, πράγματι, εντοπίζεται πολύ πίσω στο παρελθόν. Κατά συνέπεια, καλό είναι να φέρει κανείς κατά νου τους βασικούς σταθμούς της εξέλιξής του.
Πρώτον: Όπως θα θυμούνται οι παλαιότεροι, ο Τσάρος τιτλοφορούνταν “Αυτοκράτωρ Πασών των Ρωσιών“. Και σήμερα ακόμη ο Πατριάρχης της Μόσχας χαρακτηρίζεται και αυτός “Πατριάρχης Πασών των Ρωσιών”. Ποιες, όμως, είναι αυτές οι “Ρωσίες” για την ακρίβεια οι “τρεις Ρωσίες”; Ιστορικώς, η απάντηση δεν είναι δυσχερής: Πρόκειται για τη “Μεγάλη Ρωσία”, τη “Μικρή Ρωσία” και τη “Λευκή (Ρωσία)”. Η Μεγάλη Ρωσία έχει πρωτεύουσα τη Μόσχα και γι’ αυτό ήταν πρώτα γνωστή ως Μοσχοβία. Η “Μικρή Ρωσία” είναι η τωρινή Ουκρανία, με πρωτεύουσα το Κίεβο, ενώ η “Λευκή”, η εδαφικώς μικρότερη, δεν έχει αλλάξει την ονομασία της: Είναι η σημερινή Λευκορωσία, πρωτεύουσα της οποίας παραμένει το Μινσκ.
Δεύτερον: Αυτές οι “τρεις Ρωσίες” κατοικούνται από πληθυσμούς συγγενείς μεταξύ τους, που, μάλιστα, μιλούν γλώσσες οι οποίες μπορούν να αλληλο-χαρακτηριστούν διάλεκτοι. Στις συνομιλίες “Μεγαλορώσων” με Ουκρανούς και Λευκορώσους δεν απαιτείται η παρέμβαση διερμηνέα. Κάποιες διαφορές –όχι σημαντικές– διαπιστώνονται στη γραφή. Κι αυτό, γιατί μετά την Επανάσταση του 1917 στην επίσημη ρωσική γλώσσα, δηλαδή σ’ εκείνη των “Μεγαλορώσων”, καταργήθηκε το -i- που αντικαστάθηκε από το ρωσικό αντίστοιχο του ελληνικού -η-. Αυτό δεν έγινε στη γλώσσα των Ουκρανών, της οποίας η γραφή σήμερα προκαλεί στον αναγνώστη μια αμυδρή εντύπωση αρχαϊκότητας.
Το Κίεβο ως κοιτίδα
Τρίτον: “Μητέρα των ρωσικών πόλεων”, δηλαδή “πασών των Ρωσιών”, είναι το Κίεβο της Ουκρανίας. Γι’ αυτό και ο Προκαθήμενος της Ορθόδοξης Ρωσικής Εκκλησίας κατά τον Μεσαίωνα και τις αρχικές φάσεις των Νεοτέρων Χρόνων έφερε τον τίτλο “Μητροπολίτης Κιέβου”. Όταν η Μόσχα επιβλήθηκε ως πρωτεύουσα “πασών των Ρωσιών”, η έδρα του Μητροπολίτη Κιέβου μεταφέρθηκε στο νέο κέντρο εξουσίας, αλλά για ένα διάστημα αυτός εξακολούθησε να χαρακτηρίζεται “Μητροπολίτης Κιέβου”, έστω και εγκατεστημένος στη Μόσχα.
Τέταρτον: Ο μεγαλύτερος λογοτέχνης των μετά την Επανάσταση του 1917 των “τριών Ρωσιών” είναι ο Μιχαήλ Μπουλγκάκωφ, τη δόξα του οποίου, μάλιστα, σταθερώς φθονούσε ο Σολζενίτσιν. Ο Μπουλγκάκωφ ήταν από το Κίεβο, αλλά έζησε και πέθανε στη Μόσχα. Στα δύο αριστουργήματά του, “Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα” και “Μέρες των Τουρμπίν” (στα ελληνικά έχει μεταφραστεί ως “Λευκή Φρουρά”) προσφέρει στους αναγνώστες του γοητευτικές εικόνες του πανέμορφου Κιέβου με τις “ανθισμένες κερασιές” που εκτείνονται από τις παρυφές της πόλης έως την κοίτη του Δνειπέρου. Παράλληλα, όμως, γλαφυρώς παραθέτει και στιγμιότυπα από τις κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1910 ιστορικές περιπέτειες της Ουκρανίας.
Πέμπτον: Είναι γεγονός ότι, αντίθετα με τους “Μεγαλορώσους”, οι οποίοι παρέμειναν αενάως περιχαρακωμένοι στην Ορθόδοξη Πίστη τους, οι Ουκρανοί και οι Λευκορώσοι δέχτηκαν επιρροές από την Κεντρική και Δυτική Ευρώπη. Οιονεί αγωγός αυτών των επιρροών συχνά υπήρξε η Πολωνία, ο λαός της οποίας, συγγενής των Ρώσων, υπάγεται πνευματικώς στην Καθολική Εκκλησία. Ενώ αυτές οι επιρροές τελικώς προκάλεσαν την απέχθεια των Λευκορώσων, στην Ουκρανία κέρδισαν –παροδικώς έστω– έδαφος στην ψυχή μέρους του γηγενούς πληθυσμού. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η “Μικρή Ρωσία” συχνά να προβάλλεται ως διαφορετική από τη “Μεγάλη Ρωσία” και τη “Λευκή”. Αυτό είχε συνέπειες παγκόσμιας εμβέλειας.
Ο σιτοβολώνας της Ευρώπης
Έκτον: Η Ουκρανία, πράγματι, έχει κατά καιρούς θεωρηθεί ως σιτοβολώνας της Ευρώπης. Αρχικώς ο Τρότσκυ επιχείρησε να την παραδώσει σε μεγάλες εταιρείες, γαλλικής και γερμανικής βασικά ιδιοκτησίας. Η προσπάθειά του όμως αυτή προσέκρουσε στον Λένιν, ο οποίος, με μεγάλη μαεστρία, τον παραμέρισε και προώθησε στην κορυφή του κομματικού μηχανισμού τον Στάλιν.
Αργότερα, ανάλογο εγχείρημα ανέλαβε ο Χίτλερ. Η άποψη ότι οι Δυτικοί ευνόησαν την άνοδό του στην εξουσία, προκειμένου αυτός να επιτεθεί στη Σοβιετική Ένωση και να της αποσπάσει δια παντός την Ουκρανία, έχει προ πολλού τεκμηριωθεί πλήρως. Ας μη ξεχνάμε, άλλωστε, ότι η Γερτρούδη Στάιν, φίλη του Ρούζβελτ, είχε προτείνει, κατά τις παραμονές του Β’ Παγκόσμιου Πόλεμου, τον Φύρερ των Γερμανών για Νόμπελ Ειρήνης!
Έβδομον: Και η προσπάθεια του Χίτλερ όμως, όπως είναι γνωστό, απέτυχε. Όθεν ευλόγως μπορεί να θεωρήσει κανείς την τωρινή προσπάθεια συμπαράταξης της Ουκρανίας με το ΝΑΤΟ ως απόπειρα της Δύσης να την αποσχίσει από τον παραδοσιακά φυσικό της χώρο, εκείνον των ρωσικών λαών. Με σκοπό, βεβαίως, να την εντάξει στο μπλοκ των Ατλαντικών Δυνάμεων.
Οι “τρεις Ρωσίες” και οι “Λαοί της Θάλασσας”
Αυτά είναι τα προφανή δεδομένα. Υπάρχουν, όμως, και άλλα, κατά πολύ ουσιωδέστερα, χαμένα τώρα πια στην αχλύ του παρελθόντος. Κατά τη δεκαετία του 1940, πράγματι, στην Ουκρανία και τη Λευκορωσία δόθηκαν ιδιαίτερη έδρα κράτους στον ΟΗΕ, άλλη δηλαδή από εκείνη της Σοβιετικής Ένωσης, της οποίας, όμως, αποτελούσαν τμήματα. Αυτό τότε είχε θεωρηθεί “νίκη του Στάλιν”, ο οποίος έτσι έμελλε να έχει τρεις ψήφους και όχι μόνο μία στη Γενική Συνέλευση.
Ήταν όμως έτσι; Μάλλον όχι! Κι αυτό, επειδή διαχρονικώς διαπιστώνεται βαθύτατη εχθρότητα των “Λαών της Θάλασσας”, των συσπειρωμένων δηλαδή γύρω από τους Αγγλοσάξωνες δυνάμεων, ενάντια στους “Λαούς της Στέπας”, τους Σλάβους, γενικώς και τους Ρώσους ιδιαιτέρως. Η εχθρότητα αυτή πλήρως διατυπώθηκε, στις αρχές του 20ού αιώνα, με το περιβόητο “Δόγμα MacKinder”: Οι λαοί που κατέχουν το κέντρο της Ευρασίας, βασικά οι Ρώσοι, δεν πρέπει να αφεθούν να αποκτήσουν πρόσβαση σε θερμές θάλασσες, επειδή τότε αυτομάτως θα θέσουν υποψηφιότητα για παγκόσμια κυριαρχία.
Το δόγμα αυτό, η σπερματική εκδήλωση του οποίου οφείλεται στον ημέτερο Ευγένιο Βούλγαρι (1716-1806) διαχρονικώς διέπει την ιστορία του συνόλου των ευρωπαϊκών λαών. Κανείς δεν μπορεί να κατανοήσει το τι έγινε και γίνεται στην Ευρώπη, εάν δεν λάβει υπόψη του την εν λόγω αρχή. Και να που τώρα αναδύεται το κύριο, πρωταρχικό ερώτημα: Κοιτίδα από την οποία ανέκυψε η θεωρία του MacKinder υπήρξε ο φόβος –πραγματικός ή φανταστικός– που προκαλεί ο “ρωσικός ιμπεριαλισμός”, ή μήπως μία βαθύτερη εχθρότητα του Ατλαντικού Κόσμου σε βάρος των σλαβικών λαών; Είναι πολύ νωρίς ακόμα για να δοθεί τεκμηριωμένη απάντηση στο εν λόγω ερώτημα. Ένα πάντως μπορεί να θεωρηθεί βέβαιο: Η τωρινή σύγκρουση στην Ουκρανία δεν είναι στην ουσία, παρά πτυχή εφαρμογής αυτού του δόγματος.