Ο πατριωτισμός, ο εθνικισμός και ο λάθος παραλήπτης!
12/03/2020Ο εθνικισμός δεν ταυτίζεται ούτε χρονικά, ούτε περιεχομενικά με τον πατριωτισμό. Οι ρίζες του πατριωτισμού είναι πολύ βαθιά χαμένες στο χρόνο. Αλλά και στην πιο πρόσφατη περίοδο όπου ο εθνικισμός και ο πατριωτισμός συνυπάρχουν, ο εθνικισμός αποτελεί εν μέρει ξεχωριστή-ειδική κατηγορία πατριωτισμού, που έχει πολλά κοινά αλλά και πολλά αποκλίνοντα στοιχεία με τον πατέρα του. Στοιχεία που καθορίζονται εν πολλοίς από τη σύγχρονη ιστορική, κοινωνική, πολιτική, εκπαιδευτική, οικονομική και πολιτισμική πραγματικότητα των τριών τελευταίων αιώνων.
Είναι βαθιά η αγάπη των ανθρώπων για τον τόπο τους, η συνείδηση ότι το χώμα που σκεπάζει τα κόκαλα των προγόνων τους και αποτελεί διαχρονικό στίγμα της ύπαρξής τους (Αυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό μας), η επίγνωση ότι η κοινή ιστορία τους ως παρελθόν και παρόν καθορίζει –σε μεγάλο βαθμό– και το πεπρωμένο τους ως μέλλον, η εμμονή τους στα κοινά ήθη και έθιμα, η διαπίστωση ότι μόνο η μητρική τους γλώσσα μπορεί να δώσει και να εκφράσει ό,τι πιο άθλιο και μεγαλειώδες περικλείει ο ψυχικός τους κόσμος.
Όλα αυτά δεν είναι στοιχεία φανταστικά ή αρνητικά. Η φράση του πολύγνωμου Οδυσσέα «εἰπέ μοι εἰ ἐτεόν γε φίλην ἐς πατρίδ’ ἱκάνω», δεν είναι εντελώς ίδια με αυτήν που είπε, λέει και θα πει κάθε πρόσφυγας, ξενιτεμένος ή ξεριζωμένος μετανάστης, κάθε Ιρακινός, Παλαιστίνιος, Κούρδος ή Ελληνοκύπριος μόλις ξαναντικρίσει τη γη των πατέρων του; Όλα αυτά ισχύουν από τότε που η ανθρωπότητα πέρασε από την προϊστορία στην ιστορία.
Αυτή η ουσιαστική, λοιπόν, ταύτιση των ανθρώπων με τον χώρο στον οποίο ζουν, τον πολιτισμό που από κοινού βιώνουν και συνδιαμορφώνουν, την κοινή παιδεία (Ἕλληνας καλεῖσθαι τοὺς τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας ἤ τοὺς τῆς κοινῆς φύσεως μετέχοντας), αλλά και η συνείδηση και βούληση να τα διεκδικούν ως πυρηνικά στοιχεία της ανθρώπινης (ατομικής και συλλογικής) ταυτότητάς τους, αποτελεί το πλέον υλικό-υλιστικό στοιχείο της υπάρξεώς τους. Αυτό ακριβώς το στοιχείο προσπάθησαν και προσπαθούν να αναιρέσουν οι οπαδοί του ά-χρονου και ά-τοπου “διεθνισμού”, ερχόμενοι σε πλήρη διάσταση με την πραγματικότητα και την επιστήμη.
Επεδίωξαν, με δυο λόγια, να θέσουν κάτω από μια λογική ιδεολογικής προκατασκευής, αυτό που αποτελούσε στοιχείο άρνησης των προκατασκευών, στοιχείο διαφορετικότητας και ελευθερίας. Αυτό που αναγκαστικά, λόγω της αφετηριακά πλουραλιστικής του βάσης και ποικιλομορφίας, αποτέλεσε το σύγχρονο ιστορικό φρένο στα ολοκληρωτικά μοντέλα.
Το ταχυδρομικό λάθος!
Γι’ αυτό και είναι εύστοχη η διαπίστωση του Tom Nairn ότι: «Η θεωρία του εθνικισμού αντιπροσωπεύει τη μεγάλη ιστορική αποτυχία του μαρξισμού». Αυτή τη μεγάλη ιστορική αποτυχία του μαρξισμού εντοπίζει και ο Έρνεστ Γκέλλνερ, όταν με εξαιρετική γλαφυρότητα και βρετανικό χιούμορ γράφει χαρακτηριστικά: «Ακριβώς όπως οι εξτρεμιστές σιίτες μουσουλμάνοι διατείνονται πως ο Αρχάγγελος Γαβριήλ έκανε λάθος δίνοντας το Μήνυμα στον Μωάμεθ, ενώ αυτό προοριζόταν για τον Αλί, έτσι και οι μαρξιστές αρέσκονται κατά βάσιν να νομίζουν πως το πνεύμα της ιστορίας ή η ανθρώπινη συνείδηση έκανε μια τρομερή γκάφα.
»Το αφυπνιστικό μήνυμα προοριζόταν για τις τάξεις, λόγω όμως κάποιου τρομερού ταχυδρομικού λάθους δόθηκε στα έθνη. Είναι τώρα αναγκαίο οι στρατευμένοι επαναστάτες να πείσουν το λανθασμένο παραλήπτη να παραδώσει το μήνυμα, μαζί με το ζήλο που αυτό γεννά, στο δικαιούχο παραλήπτη, για τον οποίο προοριζόταν. Η απροθυμία τόσο του δικαιούχου όσο και του σφετεριστή παραλήπτη να εκπληρώσουν αυτή την επιταγή προκαλεί και ερεθίζει πολύ τον ακτιβιστή».
Όμως παρ’ όλο που η πραγματικότητα της Νέας Τάξης έθεσε για άλλη μια φορά επί τάπητος το πρόβλημα της αυτοδιάθεσης των λαών, εντούτοις μερίδες της Αριστεράς, μένοντας αγκυλωμένες στη λογική των παραδοσιακών τους αναλύσεων, ερμήνευσαν τα γεγονότα με βασικό κριτήριο την πολιτική και οικονομικοκοινωνική διάσταση, παραγνωρίζοντας για άλλη μια φορά την εθνική-πολιτισμική.
Πατριωτισμός και διεθνισμός
Είδαν, δηλαδή, πάλι τα ζητήματα από τη μια πλευρά τους. Κι όμως, η έναρξη της οριστικής κρίσης του συστήματος ήταν η επιβεβαίωση της άποψης ότι όχι μόνον ο 19ος αιώνας, αλλά και ο 20ός αιώνας ήταν αιώνες κυρίως του εθνισμού και του κρατισμού. Ας θυμηθούμε τα λόγια του Ένγκελς, ο οποίος συστήνει στους Πολωνούς εργάτες να είναι πρώτα εθνικιστές και ύστερα διεθνιστές.
Γιατί δεν μπορείς να εκφράσεις ουσιαστική διεθνιστική αλληλεγγύη όταν έχεις χάσει ολοκληρωτικά την εθνική σου ευαισθησία, όταν κωφεύεις ή σιωπάς για τα όσα συμβαίνουν σε χιλιάδες αδέλφια σου στην υπό τουρκική κατοχή Κύπρο. Ορθώς, λοιπόν, ο Μανώλης Γλέζος, συμπυκνώνοντας τα παραπάνω στο σημαντικότερο έργο του “Εθνική Αντίσταση 1940-1945” επισημαίνει:
«Τα έθνη όλα έχουν ιστορία. Κάθε λαός έχει και τη δική του ιστορία, βραχύχρονη ή μακρόχρονη. Όλοι οι λαοί έχουν ιστορία. Αντικειμενικά κανένα έθνος δεν γεννιέται σήμερα. Υπάρχει από πολύ καιρό πριν. Η διαδρομή του στο χρόνο, η ιστορία του, αποτελεί το πιο σημαντικό συστατικό στοιχείο της ύπαρξής του. Έθνη χωρίς μνήμη δεν υπάρχουν. Έθνη χωρίς ιστορία είναι ανύπαρκτα. Αλλά η εθνική ιστορία, η συλλογική μνήμη ενός έθνους, παρά τις αλληλεπιδράσεις, είναι ξεχωριστή για κάθε εθνική ολότητα».
Πολύπλοκοι δρόμοι
Αυτά είναι, κατά τη γνώμη μου, τα βασικά στοιχεία, βάσει των οποίων μπορεί να γίνει μια αφετηριακή προσέγγιση του εθνικού φαινομένου. Γιατί από εκεί και πέρα οι δρόμοι είναι πολύπλοκοι, αμφίδρομοι και σκολιοί. Κανένα, ίσως, άλλο φαινόμενο δεν αποτελεί κυριολεκτικά ζωντανή αντίφαση, όσο αυτό. Και σε κανένα άλλο, οι δυο πλευρές των πραγμάτων, το αφενός και το αφετέρου, δεν σμίγουν και δεν συγκρούονται με τους πιο διαφορετικούς και ιδιόμορφους όρους.
Πατριωτικός, φιλελεύθερος, δημοκρατικός, σοσιαλιστικός, εθνικοαπελευθερωτικός, ρατσιστικός, φασιστικός, εθνικοσοσιαλιστικός, ο εθνικισμός, αλλά και το εθνικό φαινόμενο στις ευρύτερες του προεκτάσεις, υφίσταται ως ένα δυναμικό σύνολο υπαρκτών εκδοχών που εξαιρετικά δύσκολα μπορούμε να το καταγράψουμε και ακόμα δυσκολότερα να το αποτιμήσουμε στη βαθύτερη λογική και λειτουργία του.
Έκφραση συντηρητική αλλά και ριζοσπαστική, μετριοπαθής, αλλά και εξτρεμιστική, εξουσιαστική αλλά και απελευθερωτική, με πολλές φωτεινές και σκοτεινές πλευρές, αποτελεί ένα από τα στοιχεία-κλειδιά που ερμηνεύουν την ανθρώπινη ιστορία. Από το χρονικό σημείο που οι έννοιες του κοινού τόπου-εστίας και του κοινού βίου-πεπρωμένου, αποτελούν σταθερούς άξονες των ανθρωπίνων κοινωνιών.
Οι τρεις τάσεις
Ο Νίκος Πουλαντζάς, αντιλαμβανόμενος την πολυπλοκότητα, αλλά και την ανεπάρκεια «ενός ορισμένου παραδοσιακού μαρξισμού», είχε ευθαρσώς δηλώσει: «Πρέπει να συνηθίσουμε σε τούτο το ολοφάνερο γεγονός: δεν υπάρχει μαρξιστική θεωρία του έθνους». Συμμερίζομαι την άποψη αυτή. Εντούτοις, επειδή ποτέ η πραγματικότητα δεν είναι μαύρο-άσπρο θα επιμείνω ότι η αριστερή παράδοση (σε άπασες τις εκδοχές της) είχε και έχει περισσότερες της μιας προσεγγίσεις-πρακτικές και αναγνώσεις.
Γι’ αυτό και θεωρώντας ρεαλιστική κατά βάση την προσέγγιση του γνωστού για τις αναλύσεις του στο Εθνικό Ζήτημα Αμερικανού καθηγητή πολιτικών επιστημών Κόννορ Γουώκερ θα επαναλάβω ότι ο μαρξισμός μας κληροδότησε όσον αφορά το Εθνικό Ζήτημα τρεις τάσεις:
- Η πρώτη επικεντρώνεται και απολυτοποιεί την αξία της ταξικής συνείδησης και της ταξικής πάλης, στις οποίες δίνει ένα διεθνή-διεθνικό χαρακτήρα, που αντιτίθεται σε κάθε μορφής εθνικισμό.
- Η δεύτερη ακολουθεί μια εκλεκτικιστική-επιλεκτική πολιτική στήριξης των εθνικών κινημάτων και της αυτοδιάθεσης.
- Η τρίτη, που φέρει τα χαρακτηριστικά ενός “εθνικού μαρξισμού”, προσγειώνει το ζήτημα. Το αναλύει με ιστορικούς και συγκεκριμένους γεωγραφικούς-γεωπολιτικούς όρους, που συνδέονται και συνδυάζονται με τα ιδιαίτερα εθνικά χαρακτηριστικά και δίνουν στο έθνος ένα κύριο σημαίνοντα ρόλο ως ιστορικού υποκειμένου στα κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα.