Ποια σχέση έχει η Πολιτεία του Πλάτωνος με Πελοπόννησο και Ισραήλ
03/06/2023Όχι! Όχι! Σε αυτό πρέπει να είμαστε κατηγορηματικοί! Το ζήτημα είναι αδιαπραγμάτευτο: Η Πολιτεία του Πλάτωνος δεν είναι θαμμένη κάτω από μπάζα αιώνων κάπου στον Κολωνό. Ματαίως λοιπόν θα επιχειρήσει εκεί ο τωρινός Δήμος των Αθηναίων την ανεύρεση κομβικών στοιχείων του αρχαιοελληνικού μεγαλείου. Ας αρκεστούμε σε όσα έχουν, μέχρι τώρα, διασωθεί και ας τα αναδείξουμε όπως τους πρέπει. Είναι αρκετά…
Από την άλλη πλευρά, ως δυστύχημα μπορεί να θεωρηθεί το ότι η Πολιτεία του Πλάτωνος, “Κράτος ιδεώδες” κατά τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, δεν μπορεί να βρεθεί όχι μόνο στην Αττική μα πουθενά στον κόσμο: Η “Ακαδημία Πλάτωνος” αποτελεί τοπωνύμιο και αφορά τον χώρο όπου ο αρχαίος μας φιλόσοφος είχε εγκαταστήσει τη Σχολή του και δίδασκε. Η ιδανική Πολιτεία του, όμως, ουδέποτε υλοποιήθηκε.
Μόνο κατά την εποχή της Ρωμαϊκής Ειρήνης έγινε από θαυμαστές τού μεγάλου φιλόσοφου μια προσπάθεια να στηθεί Πολιτεία θεσμικώς δομημένη πάνω στις πλατωνικές αρχές. Η προσπάθεια, όμως, “βάλτωσε” κάπου στις συνεννοήσεις και τελικώς φυλλορρόησε. Και έτσι οι ιδέες του Αθηναίου στοχαστή παρέμειναν βιβλίο, χωρίς ποτέ να εφαρμοστούν στην πράξη.
Γιατί; Διότι εάν οι συγκεκριμένες ιδέες γίνονταν πράξη, θα έπαιρνε τέλος η κακοδαιμονία της ανθρωπότητας. Δυστυχώς, όμως, εμείς οι άνθρωποι δεν έχουμε ακόμη πάρει την απόφαση να “καταπαύσουμε τα δεινά μας”. Ας θανατώθηκε αδίκως ο Σωκράτης, ας πήγε να πουληθεί δούλος ο Πλάτων, ας κυνηγήθηκε ο Αναξαγόρας…. Μικρό το κακό! “Καλοί οι Αρχαίοι, μα πρέπει, όπως-όπως, να ζήσουμε κι εμείς”!
Και εάν αυτό δεν το καταφέρουμε σε βαθμό που να μας ικανοποιεί, η αιτιολόγηση, ειδικά στην Ελλάδα, είναι γνωστή: “Φταίνε οι άλλοι”. Και έτσι, εξακολουθούμε να παραδέρνουμε μέσα στα δίχτυα της πολιτικής, χωρίς να αναλογιζόμαστε ότι –όπως μας τόνισε σε ένα από τα τελευταία έργα του ο Γούντυ Άλλεν– η πολιτική μάς λέει τα πάντα εκτός από τα πράγματι σημαντικά: Από πού ερχόμαστε; Πού πάμε; Τι πρέπει να κάνουμε κατά τη διάρκεια του βίου μας;
To δέον γενέσθαι
Τελοσπάντων… Ας επανέλθουμε στον Πλάτωνα. Αφετηρία της εν προκειμένω σκέψης του υπήρξε διαπίστωση που ταλάνιζε τους Αρχαίους μας διαρκώς: «Ἀεὶ τὰ χείρονα νικᾷ, τὰ δ’ ἀγαθὰ ταχέως ἀφίπτανται» (= Πάντοτε επικρατούν τα χειρότερα, ενώ τα πράγματι καλά γρήγορα εξαερώνονται). Τί δέον γενέσθαι λοιπόν; Ε, εδώ είναι που ο Αθηναίος φιλόσοφος έδωσε τη σωστή απάντηση: Πρέπει «γνησίως τε καὶ ἱκανῶς», δηλαδή πραγματικώς και, κατά συνέπεια, τελεσφόρως, να συνενωθεί η πολιτική ισχύς με τη φιλοσοφική γνώση.
Και αυτό, επειδή οι άνθρωποι κατά κανόνα ανέχονται την εξουσία μόνο των ομοίων τους, με αποτέλεσμα αυτή να υφαρπάζεται και να κατέχεται από άτομα χωρίς γνώση και συνεπώς με φιλαυτία υπέρμετρη. Οι φιλόσοφοι, από την άλλη πλευρά, καταδικάζονται σε αδράνεια και καταντούν –όπως εύστοχα τους χαρακτήρισε ο Δημήτρης Χατζής– «ανωφέλευτα σοφοί». Όσο όμως αυτό συνεχίζεται, «οὐκ ἔσται τῶν κακῶν παῦλα» (= δεν πρόκειται να υπάρξει τέλος των συμφορών).
Πώς λοιπόν θα επιτείλει αυτή η περιπόθητη παῦλα των δεινών μας; Και πάλι ο Πλάτων υπήρξε σαφής: Προκαταλαμβάνοντας τον Αριστοτέλη. που διακήρυξε πως όλοι οι άνθρωποι «φύσει ὀρέγονται τοῦ εἰδέναι» (= από τη φύση τους θέλουνε να μαθαίνουν), αυτός προέβαλε το αξίωμα: «Τὰ ἑαυτοῦ πράττειν καὶ μὴ πολυπραγμονεῖν» (= να ασχολείται κανείς με αυτά που πράγματι τον αφορούν και να μη γίνεται πολυπράγμων). Και ως τεκμήριο της ορθότητας που διέπει την εν λόγω πλατωνική αρχή ας αναφερθεί εδώ η ρητορική ερώτηση ορισμένων θυμοσόφων του Λαού μας: «Ὀλοι έχουνε γνώμη, αλλά πόσοι έχουν [και] γνώση [αληθινή];»
Αλήθεια! Πώς κανείς θα έρθει σε θέση να ξέρει τι πραγματικά τον αφορά και σε τι δικαιολογημένα μπορεί να έχει λόγο; Την απάντηση την έχει προ αιώνων πολλών δώσει η σοφία των Αρχαίων μας: «Γνῶθι σαὐτόν». Ποιος από μας, όμως, μπορεί ειλικρινώς να ισχυριστεί ότι γνωρίζει τον εαυτό του; Κανείς! Άρα πρέπει να υπάρξει η οιονεί θεσμική ρύθμιση του θέματος… οπότε αναπόφευκτη αναδύεται η προσφυγή στην “Πολιτεία” του Πλάτωνος.
Σύμφωνα με αυτόν, η Πολιτεία (= το Κράτος) πρέπει να διοικείται από φιλοσόφους, δηλαδή φίλους αληθινούς της σοφίας και όχι «άεργους κηφήνες» (όπως, στη συνέχεια, διευκρίνισε ο νεοπλατωνικός Γεώργιος Πλήθων). Πώς όμως θα αναδειχθούν αυτοί οι πραγματικοί φιλόσοφοι; Απλή η απάντηση: Μέσω εκπαιδευτικού συστήματος αυστηρού και σταθερού, στα πλαίσια του οποίου θα καλλιεργείται, μαζί με τη γνώση, το ήθος και το σώμα των μαθητών: «Νοῦς ὑγιὴς ἐν σώματι ὑγιεῖ».
Όσοι, τώρα, κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής τους πορείας, αποδειχθούν “στάσιμοι”, θα φεύγουν από τα εκπαιδευτήρια και θα στρέφονται σε ασχολίες σχετικές με την παραγωγή και το μικρής κλίμακας εμπόριο αγαθών. Εκείνοι, από την άλλη πλευρά, που θα φανούν ικανοί να φτάσουν στην ανώτατη βαθμίδα του εκπαιδευτικού συστήματος, θα συγκροτούν την τάξη των Φυλάκων και θα αναλαμβάνουν τη σε όλα τα επίπεδα προάσπιση της Πολιτείας. Επιπλέον, από τους ηλικιωμένους Φύλακες θα αναδεικνύονται, βάσει ψηφοφορίας, όχι καθολικής αλλά περιορισμένης στα μέλη της συγκεκριμένης κοινωνικής τάξης, οι άρχοντες – με διάρκεια θητείας ανάλογη προς τις ικανότητες και τη φυσική τους κατάσταση.
Η κοινωνική οργάνωση
Πέρα όμως από αυτά, ο Πλάτων προχώρησε –στο μυαλό του έστω– σε μία αποφασιστική μεταρρύθμιση του κοινωνικού βίου: Οι Φύλακες, στους οποίους θα ανατεθεί η διαχείριση των κοινών και η επίλυση των σχετικών προβλημάτων, δεν πρέπει να έχουν ούτε ίχνος ιδιωτικής περιουσίας. Τα προς το ζην αναγκαία θα τους παρέχονται από τους παραγωγούς, στους οποίους θα επιτρέπεται η κατοχή περιουσιακών στοιχείων, σαφώς περιορισμένων. Ο φιλόσοφός μας, επιπλέον, νοητικώς θέσπισε και την κατ’ ουσίαν κατάργηση της οικογένειας. Οι ερωτικές συνευρέσεις οπωσδήποτε θα περιβάλλονται ιεροπρέπεια, αλλά θα τελούν υπό τον αυστηρό έλεγχο των αρχόντων, με σκοπό τον έλεγχο των γεννήσεων τόσο αριθμητικώς όσο και ευγονικώς. Παράλληλα, το Κράτος θα αναλαμβάνει την ανατροφή των παιδιών…
Έχοντας αυτά κανείς υπόψη του, κατανοεί το γιατί η Πολιτεία του Πλάτωνος, παρά το ότι αρχικώς είχε προκαλέσει τον θαυμασμό της Εκκλησίας τόσο, ώστε ο ιερός Αυγουστίνος να συγγράψει, ωσάν συνέχειά της, την “Πολιτεία του Θεού”, τελικώς απολακτίστηκε από τους Χριστιανούς. Πώς ήταν δυνατόν ο Χριστιανισμός, θρησκεία, στο πλαίσιο της οποίας ο γάμος συνιστά μυστήριο “ανθρωπίνως ακατάλυτο”, να αποδεχτεί την κατάργηση της οικογένειας;
Όμως, σήμερα η πλατωνική Πολιτεία κερδίζει, αφανώς μα σταθερώς, θαυμαστές, έστω και αν αυτό δεν γίνεται αντιληπτό στην Ελλάδα. Στη δική μας, πράγματι, χώρα ο μόνος απροκάλυπτα πλατωνικός υπήρξε, όπως είπαμε, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, που μάλιστα επιχείρησε σχετικώς να “προσηλυτίσει” τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Ο δεύτερος όμως, προσκολλημένος στην καραμανλίδικη λογική του, σταθερώς απέρριπτε τα επιχειρήματα του πρώτου.
Και τελικώς, προκειμένου να απαλλαγεί από τον πιεστικό “κλοιό” του Πλατωνισμού, διακήρυξε στους οικείους του την από μέρους του υιοθέτηση της φιλοσοφίας του Αριστοτέλους. Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος πάλι, αν και διατύπωνε σποραδικώς σκέψεις που “όζουν Πλατωνισμού”, απέφευγε να εκδηλωθεί. Παράλληλα όμως, είχε την τόλμη να προχωρήσει σε δήλωση τεράστιας σημασίας: Εάν συνδυαζόταν η βούληση του Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου με τον στοχασμό του Γεωργίου Πλήθωνος, θα έπεφτε μεν η Κωνσταντινούπολη, αλλά δεν θα έπεφτε η Ελλάδα.
Ο Κανελλόπουλος είχε δίκιο. Ο “φιλόσοφος του Μυστρά” Γεώργιος Πλήθων (1355-1452[;]) τόσο πολύ θαύμαζε τον Πλάτωνα, ώστε να θεωρεί τον εαυτό του ως “μετενσάρκωση” του νοητού Δασκάλου του και να αλλάξει το επώνυμό του από Γεμιστός σε Πλήθων, ακριβώς για να θυμίζει το όνομα του ινδάλματός του. Κατά τις τελευταίες φάσεις του βίου της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Ελληνικού Έθνους, συμβατικώς γνωστής ως “Βυζαντινής”, είχε αρμοδίως προτείνει την εγκατάλειψη της Κωνσταντινούπολης και τη συγκέντρωση όλων των ακόμη ακμαίων στοιχείων του Ελληνισμού στην Πελοπόννησο, που θεσμικώς θα διοργανωνόταν πάνω στο πρότυπο της πλατωνικής Πολιτείας.
Η πρότασή του θα μπορούσε επιτυχώς να υλοποιηθεί. Όπως, πράγματι, φάνηκε στη συνέχεια, η αμυντική σύνδεση του Μοριά με Δυνάμεις της δυτικής Ευρώπης δεν ήταν κάτι ανέφικτο. Συνακολούθως, η συστηματική καλλιέργεια του εθνικού αισθήματος των Πελοποννησίων σε συνδυασμό με την αυστηρή εφαρμογή των πλατωνικών αρχών, ήταν δυνατόν να εξασφαλίσουν, στη νότια εσχατιά της Χερσονήσου του Αίμου, τη γόνιμη επιβίωση μιας, μικρής έστω, ελληνικής κρατικής οντότητας. Τελικά αυτό δεν έγινε. Έτσι, η μόνη “ομολογημένη” προσπάθεια διαμόρφωσης Κράτους πλατωνικού χαρακτήρα υπήρξε εκείνη του Δαυίδ Μπεν-Γκουριόν στο Ισραήλ. Η εξέλιξη και κατάληξη όμως του συγκεκριμένου πολιτικοθεσμικού πειράματος συνιστά μια άλλη ιστορία…