ΑΝΑΛΥΣΗ

Πόλεμος, μετα-παγκοσμιοποίηση και Τρίτος Δρόμος

Πόλεμος, μετα-παγκοσμιοποίηση και Τρίτος Δρόμος, Βασίλης Ασημακόπουλος

Ο πόλεμος στην Ουκρανία, με την εισβολή του ρωσικού στρατού, αποτελεί την πρώτη πολεμική σύγκρουση στην ευρωπαϊκή ήπειρο τον 21ο αιώνα. Ένα γενικό αναλυτικό σχήμα για την κατανόηση της ιστορικής εξέλιξης στη μακρά-μέση διάρκεια (λ.χ. ευρωπαϊκή ιστορία-παγκοσμιοποίηση) και τον βραχύ χρόνο (λ.χ. πόλεμος στην Ουκρανία), σύμφωνα με την περίφημη ορολογία του Μπροντέλ, μπορεί να είναι η κίνηση των παραγωγικών δυνάμεων-σχέσεων, του διανοητικού στοχασμού, της πολιτικής συγκρότησης, της γεωπολιτικής-γεωοικονομίας.

Τα ανωτέρω πεδία της κίνησης των ανθρώπινων κοινωνιών, το 1ο και το 4ο ως τάσεις της υλικής βάσης, το 2ο και το 3ο ως τάσεις του εποικοδομήματος, να θεωρηθούν όχι ως μια σχέση δομικού επικαθορισμού, αλλά ως σχετικά αυτόνομα πεδία που αλληλοεπιδρούν διαλεκτικά και προϊόντος του χρόνου ολοένα και περισσότερο εσωτερικευμένα, όπως εξελίσσονται στην ιστορικότητά τους.

Το “1989” αποτελεί ένα ορόσημο, μια βαθιά τομή στη συνέχεια. Ο Έρικ Χομπσμπάουμ τιτλοφόρησε την περίοδο μέχρι το 1989 “Σύντομο 20ο αιώνα” με αφετηρία το 1917 και την “έφοδο στον ουρανό” της Οκτωβριανής Επανάστασης. Ο Τζιοβάνι Αρίγκι μίλησε για “Μακρύ 20ο αιώνα”, τοποθετώντας την αφετηρία στην έναρξη του ηγεμονικού-συστημικού κύκλου συσσώρευσης των ΗΠΑ.

Ο Ιμάνουελ Βαλερστάιν, κινούμενος στα αναλυτικά σχήματα της μακράς διάρκειας και των κοσμοσυστημάτων, τοποθέτησε την έναρξη της ιστορικής περιόδου, που έληξε το 1989, στο στη Γαλλική Επανάσταση του 1789. Γνωστοί επίσης διανοητές ή στρατηγικοί αναλυτές συμφώνησαν στην τομή του “’89” και στην είσοδο μιας νέας εποχής.

Μίλησαν για το “Τέλος της Ιστορίας” (Φράνσις Φουκουγιάμα), τη “Σύγκρουση των Πολιτισμών” (Σάμιουελ Χάντιγκτον), τη “Γεωπολιτική του Χάους” (Ιγνάσιο Ραμονέ). Αποτύπωσαν είτε θετικά και αισιόδοξα τη νέα περίοδο, με μια ρεαλιστική οπτική επιχειρώντας να διακρίνουν τις νέες κυρίαρχες αντιθέσεις, είτε μια πιο απαισιόδοξη προσέγγιση, παρατηρώντας τη διπλή κίνηση ενοποίησης-διάσπασης.

Ψυχρός Πόλεμος

Η “στιγμή 1945”, η “αντιφασιστική νίκη των λαών”, οδήγησε στο σχηματισμό αρχικά των δύο ανταγωνιστικών στρατοπέδων του λεγόμενου Πρώτου Κόσμου (Δύση) και του Δεύτερου Κόσμου (σοβιετικός χώρος), σηματοδοτώντας την περίοδο που χαρακτηρίστηκε Ψυχρός Πόλεμος. Η εξέλιξη αυτή πυροδότησε τάσεις τόσο θεσμικής ενοποίησης (ΟΗΕ, ΔΑΣΕ/ ΟΑΣΕ), όσο και ομαδοποίησης-περιφερειοποίησης (ΝΑΤΟ, Σύμφωνο Βαρσοβίας, ΕΟΚ, ΚΟΜΕΚΟΝ), συγκροτώντας παράλληλα διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς (Δ.Ν.Τ., Παγκόσμια Τράπεζα, Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου, που το 1994-5 θα εξελιχθεί στον ΠΟΕ).

Παράλληλα, πυροδότησε τις μεγάλες εθνικοαπελευθερωτικές-αντιαποικιακές επαναστάσεις στην παγκόσμια περιφέρεια, οι οποίες διαμόρφωσαν τον λεγόμενο Τρίτο Κόσμο (Κίνημα Αδεσμεύτων, Συνδιάσκεψη της Μπαντούνγκ). Επιπλέον, η εμπειρία των δύο Παγκοσμίων Πολέμων, της Οκτωβριανής Επανάστασης και της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης του Μεσοπολέμου, οδήγησαν –στον δυτικό κόσμο– σε μια άλλη σχέση μεταξύ κράτους-οικονομίας-κοινωνίας, στη μεγάλη δημοκρατική μεταρρύθμιση του καπιταλισμού, με εμβληματικά στοιχεία τον κεϋνσιανό κρατικό παρεμβατισμό στην οικονομία και το κοινωνικό κράτος στις διάφορες εκδοχές του.

Στη χώρα μας, όπως και στις χώρες της ιβηρικής χερσονήσου, η στιγμή αυτή ήρθε με καθυστέρηση 30 χρόνων. Η κατάρρευση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού και του σοβιετικού χώρου γενικότερα, την περίοδο 1989-1991, επιτάχυνε και θεσμοποίησε τη διαδικασία που ονομάστηκε παγκοσμιοποίηση. Η εκρηκτική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, με πλέον χαρακτηριστική την πληροφορική-ηλεκτρονική επανάσταση, προκάλεσε μια πρωτοφανή χωροχρονική συμπίεση.

Η πολιτική θέσμιση τροποποιήθηκε. Από το εθνοκρατοκεντρικό σύστημα, όπως περιεκτικά το αποτύπωσε ο Αυστριακός πολιτειολόγος Γκέοργκ Γέλλινεκ αρχές του 20ου αιώνα στην περίφημη “Γενική Θεωρία του Κράτους”, στην πολυκεντρική πολιτική θέσμιση κρατών, διακυβερνητικών θεσμών, μη κυβερνητικών φορέων-κοινωνικών κινημάτων, σε δυναμικές διαδικασίες πολυμερούς και πολυεπίπεδης διακυβέρνησης.

Η διαδικασία αυτή θα ήταν μια πλουραλιστική-δημοκρατική κίνηση, που θα οδηγούσε στην ανάπτυξη και ευημερία σε πλανητική κλίμακα, σε μια μεταεθνική συνθήκη όπως ισχυρίζονταν θεωρητικοί του εκσυγχρονισμού ή θα ήταν μια συγκρουσιακή διαδικασία, που αναπαράγει σε διευρυμένο επίπεδο συνθήκες γεωπολιτικής-γεωοικονομικής εκμετάλλευσης μεταξύ των εθνών-κρατών, πολιτισμικού ιμπεριαλισμού και ζωνών οικονομικής ανάπτυξης-υπανάπτυξης, όπως υποστήριζαν θεωρητικοί που αντλούσαν από τα σχήματα της εξάρτησης. Διαφορετικά ειπωμένο, με τη μορφή ερωτημάτων: Οι μεταβιομηχανικές κοινωνίες (της Δύσης) θα ήταν και μετακαπιταλιστικές; Η παγκοσμιοποίηση θα ήταν μετα-ιμπεριαλισμός;

Η Δύση μετά το 1989

Η καπιταλ-ιμπεριαλιστική Δύση, νικήτρια στον Ψυχρό Πόλεμο, ως συλλογικός υλικός και ιδεολογικός μηχανισμός, ως “μητροπολιτικό σύστημα”, κινήθηκε με μια κοντόθωρη λογική κυριαρχίας παρά ηγεμονίας. Τόσο στο εσωτερικό της, όσο και στο διεθνοπολιτικό επίπεδο. Οι στρατιωτικές επεμβάσεις-βομβαρδισμοί –ατιμώρητα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας– του ΝΑΤΟ στην Γιουγκοσλαβία το 1999, της “συμμαχίας των προθύμων” στο Ιράκ το 2003.

Η διαρκής ανοχή και υποστήριξη του τουρκικού αυταρχικού αναθεωρητισμού-επεκτατισμού, η δυτική εμπλοκή στη λεγόμενη “Αραβική Άνοιξη”, με την υποστήριξη εκδοχών του ισλαμικού φονταμενταλισμού, οι περιπτώσεις της Συρίας και της Λιβύης, η συνεχής επέκταση του ΝΑΤΟ στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, εκμεταλλευόμενη το ιστορικά διαμορφωμένο –όχι αδικαιολόγητα– πλειοψηφικό αντιρωσικό αίσθημα αυτών των κοινωνιών.

Αλλά και η οικοδόμηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη βάση του νεοφιλελευθερισμού, της με κάθε τρόπου ενίσχυσης της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, της νομισματικής μονομέρειας ως μηχανισμού θεσμοποίησης της άνισης ανάπτυξης σε βάρος του ευρωπαϊκού “Νότου”, του εντεινόμενου αποκλεισμού, αντί της οικονομικής-θεσμικής-γεωπολιτικής ενσωμάτωσης της Ρωσίας.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση

Η δεκαετία του ’90 για το εγχείρημα της ΕΕ, τόσο στο εσωτερικό της, όσο και στις σχέσεις της με την Ρωσία, αλλά και τις ΗΠΑ, είναι η κρίσιμη στιγμή. Ο προσανατολισμός του Ανδρέα Παπανδρέου, που ως πρωθυπουργός εκείνη την περίοδο, ιδίως το α΄ εξάμηνο του 1994 που η Ελλάδα είχε την προεδρία της ΕΕ, έθεσε τα ζητήματα μιας δημοκρατικής-κοινωνικής οικοδόμησης της ΕΕ, την ανάγκη δηλαδή μεταρρύθμισης της συνθήκης του Μάαστριχτ, των θεμάτων διαμόρφωσης Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ), όσο και των σχέσεων διεθνούς ενσωμάτωσης της Ρωσίας σε σχέση με την Ευρώπη, μια γκωλική εκδοχή στη μεταψυχροπολεμική εποχή (βλ. “Ανδρέας Παπανδρέου, Η Ελλάδα στον Κόσμο”, Νέα Σύνορα-Α.Α.Λιβάνη, 1994), ήταν πολύ μόνος.

Ήταν μόνος, τόσο στο διακρατικό-διακυβερνητικό επίπεδο, όσο και εντός της ευρωπαϊκής σοσιαλιστικής/σοσιαλδημοκρατικής οικογένειας. Αυτό είναι το αποτέλεσμα, το οποίο καταγράφεται και στην ήττα σχεδόν σε όλα τα δημοψηφίσματα της φιλο-ΕΕ γραμμής της τελευταίας 30ετίας, με τα “Όχι” όμως να αδυνατούν μέχρι και σήμερα να συγκροτήσουν σε πολιτικό-ευρωπαϊκό επίπεδο ένα συνεκτικό-ανταγωνιστικό σχέδιο. Η γραμμή όμως του Ανδρέα Παπανδρέου, βρέθηκε απομονωμένη και μεταξύ της εγχώριας πολιτικής τάξης, μηδέ του κόμματός του εξαιρουμένου, τουλάχιστον στο επίπεδο της επίσημης συλλογικής κομματικής ελίτ.

Λ.χ. προσεγγίσεις όπως εκείνη του Μιχάλη Χαραλαμπίδη, “Οδησσός-Πειραιάς, Ανάμεσα στην παλιά και τη νέα παλιγγενεσία”, διατυπωμένη το 1999 (στο “Νέα Αναπτυξιακή Παιδεία”, Στράβων, 2020), τέθηκαν στο πολιτικο-διανοητικό περιθώριο της χώρας. Την εξέλιξη αυτή της ΕΕ την πληρώνει ακριβά η χώρα –πέραν της εγχώριας ευθύνης– όπως έδειξε η μνημονιακή υπαγωγή το 2010, αλλά και ο Ελληνισμός συνολικά απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό.

Η στάση της Ελλάδας

Με τη ρωσική στρατιωτική εισβολή στην Ουκρανία εκδηλώνεται στην Ελλάδα ένας δυισμός. Οι “ελίτ”, στο πολιτικο-διανοητικό επίπεδο, μια αστική τάση περισσότερο με τη βεμπεριανή και όχι τη μαρξιστική έννοια, κινούνται υπέρ της όχι μόνον χωρίς “ναι μεν αλλά” υποστήριξης της Ουκρανίας με όλους τους δυνατούς τρόπους αλλά και με όρους ιδεολογικούς κατά του ρωσικού αυταρχισμού-δεσποτισμού, που παραπέμπουν σε έναν εμμονικό αντιρωσισμό του 19ου αιώνα ή ψυχροπολεμικό αντι-σοβιετισμό. Ένας αντιρωσισμός-αγγλοσαξονικής κοπής που έλαβε ακόμα και τα χαρακτηριστικά της υποβάθμισης του ρόλου της Ρωσίας (όπως και της Γαλλίας) στην Ελληνική Επανάσταση, στις εκδηλώσεις-επίσημες επιτροπές για τα 200 χρόνια.

Η κυριαρχία αυτή στο δημόσιο λόγο δεν μπορεί μέχρι τώρα να λάβει τα χαρακτηριστικά των μαζικών συγκεντρώσεων λόγω της παραδοσιακής αδυναμίας του “αστικού χώρου” σε αντίστοιχα ρεπερτόρια δράσης, με την ορολογία της θεωρίας της συγκρουσιακής πολιτικής. Ο πιο “λαϊκός κόσμος”, είτε επειδή αισθάνεται εγγύτερα στη Ρωσία για διάφορους λόγους, είτε επειδή διατηρεί έντονο το αντι-ΝΑΤΟϊκό στοιχείο, ιστορικά επίσης δικαιολογημένο –παρά τις απόπειρες της εγχώριας ελίτ να διαγραφεί από τη συλλογική μνήμη– κατανοεί από την άλλη ότι η Ρωσία είναι επιτιθέμενη.

Μεταφέροντας το σχήμα στον διαρκή αναθεωρητισμό της Τουρκίας –μολονότι στην πρώτη περίπτωση η επιθετικότητα πηγάζει ως άμυνα απέναντι στην επιθετική γραμμή της διοίκησης των ΗΠΑ, αντίθετα στην δεύτερη περίπτωση η επιθετικότητα είναι πρωτογενής– ενώ είναι στην παράδοση και την κουλτούρα του η μαζική συμμετοχή σε αντιπολεμικές συγκεντρώσεις, δεν δίνει το παρόν ούτε στις εκδηλώσεις που καθηγούνται από έναν φιλελεύθερο αντιρωσισμό φιλοΝΑΤΟϊκής έμπνευσης, ούτε σε συγκεντρώσεις κομμουνιστογενούς έμπνευσης για τον “ιμπεριαλιστικό πόλεμο”, όπου στη σχετική αφίσα δεν αναγράφεται η λέξη Ουκρανία.

Αυτή την “αμηχανία”, τον δυισμό της Ελλάδας στη σχέση της με την Δύση, συλλαμβάνει ο οξυδερκής συντηρητικός αναλυτής Χάντιγκτον, το 1995, στο βιβλίο του “Η Σύγκρουση των Πολιτισμών”, όπου εντοπίζει και την Ουκρανία, εντός του εδάφους της οποίας διαβλέπει να διαμορφώνεται το εσωτερικό όριο της Ευρωπαϊκής ηπείρου, αποτυπώνοντάς το και σε έναν χάρτη. Συνεκδοχικά μιλώντας για την ελληνική πολιτική τάξη κυριαρχεί το “παράδειγμα του Μαυροκορδάτου”, είτε στη δεξιά, είτε στην αριστερή του (πλην ΚΚΕ) εκδοχή (γι’ αυτό και υπερτονίζεται ο ρόλος του) ή του “Χαρίλαου Τρικούπη”, ενώ απουσιάζει το “παράδειγμα του Καποδίστρια, του Κουμουνδούρου, του Βενιζέλου”.

Ο Τρίτος Δρόμος σήμερα

Η παγκόσμια αναδιανομή πόρων και αγαθών, που είχε εντοπίσει ως κεντρικό ζήτημα ο Παναγιώτης Κονδύλης (Από τον 20ο στον 21ο αιώνα Θεμέλιο, 2000), είτε με τη μορφή της οικονομικής ανόδου της Κίνας και άλλων –μη δυτικών– χωρών, είτε με τις μαζικές μεταναστεύσεις πληθυσμών, με το δημογραφικό στον πυρήνα, θέτουν σε κρίση τον καταμερισμό εργασίας-πλούτου όπως είχε διαμορφωθεί υπέρ της Δύσης.

Η διοίκηση των ΗΠΑ απαντά με την ανατροπή του “δόγματος Νίξον, 1972” στο ζήτημα της σχέσης Ρωσίας (τότε ΕΣΣΔ)-Κίνας, με την προσπάθεια οριστικής αποκοπής της Ρωσίας από την Ευρώπη (Ουκρανία 2014, φονικός ρόλος ακροδεξιών φασιστικών ταγμάτων για τον οποίο η Δύση κώφευε) και την όξυνση της πάσης φύσεως επιθετικότητας απέναντι στη Ρωσία.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία επιταχύνει τον μετασχηματισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι εμπειρίες διαχείρισης των διαδοχικών κρίσεων, (οικονομία, υγεία, Ουκρανία) πρέπει και μπορεί να οδηγήσει σε ριζική αναθεώρηση της μετά το 1989 πορείας, έστω μέσω της τραυματικής εμπειρίας του πολέμου.

Η γεωπολιτική αυτονομία και η δημοκρατία στην Ευρώπη περνά μέσα από την απόρριψη τόσο του ultra φιλελεύθερου μεταμοντέρνου τρόπου ζωής και του καπιταλιστικού προτύπου οργάνωσης των κοινωνίων-επανεμπορευματοποίησης των δημοσίων αγαθών, όσο και του αυταρχικού κρατικο-παρεμβατικού προτύπου κοινωνιών όπως της Ρωσίας, της Κίνας ή της Τουρκίας στη γραμμή του “Ευρασιανισμού”. Απόρριψη της πολιτικής επανεξοπλισμού της Γερμανίας, αλλά συγκρότηση Ευρωστρατού μέσα από την ολοκλήρωση της ΚΕΠΠΑ.

Εν αρχή είναι ένα πλατύ δημοκρατικό πανευρωπαϊκό Κίνημα Ειρήνης με στόχο την άμεση διακοπή του πολέμου, την απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων από την Ουκρανία, το απαραβίαστο των συνόρων και της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας, την εφαρμογή των Συμφωνιών του Μινσκ 2015, τη μη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, τη δυνατότητα ένταξης της στην ΕΕ κατόπιν δημοψηφίσματος, την υποστήριξη στην ανοικοδόμηση της χώρας, την αντίθεση στον εμμονικό αντιρωσισμό. Η Ευρώπη και ειδικότερα η σοσιαλιστική/σοσιαλδημοκρατική αριστερά έχει παράδοση Τρίτου Δρόμου, οργανικά συνδεδεμένη με διεθνείς πρωτοβουλίες για την Ειρήνη.

Από τους Ζαν Ζωρές, Καρλ Κάουτσκι και Έντουαρντ Μπερνστάιν πριν και κατά την διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τον Όττο Μπάουερ, τον Λεόν Μπλουμ, τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου και τον Ιωάννη Σοφιανόπουλο στον Μεσοπόλεμο, μέχρι τον Κουρτ Σουμάχερ, τον Βίλλυ Μπραντ, τον Μπρούνο Κράισκι, τον Ούλοφ Πάλμε, τον Σάντρο Περτίνι, τον Λέλιο Μπάσσο, τον Τόνυ Μπεν, τον Ανδρέα Παπανδρέου, τον Βάσο Λυσσαρίδη την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Αυτός πρέπει να είναι ο δρόμος μιας ευρωπαϊκής και μιας ελληνικής πολιτικής. Η Λευκωσία, η τελευταία διαιρεμένη πρωτεύουσα της Ευρώπης, τόπος διεθνών συνομιλιών και ειρήνης μεταξύ των αδελφών εθνών-λαών της Ουκρανίας και της Ρωσίας.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι