Πώς ναυάγησε ο έμπρακτος σλαβομακεδονικός αλυτρωτισμός
30/01/2019Ο απόηχος του Μακεδονικού Αγώνα και οι πληθυσμιακές ανακατατάξεις στην ελληνική Μακεδονία, σε συνδυασμό με την καταπίεση σλαβόφωνων πληθυσμών στη διάρκεια της δικτατορίας του Μεταξά, διευκόλυναν την ανάπτυξη αλυτρωτικών τάσεων. Στην διάρκεια της Κατοχής, η μερίδα των σλαβοφώνων, που ακολουθούσε την επίσημη πολιτική της Σόφιας, συνεργάσθηκε με τους Ναζί. Ήλπιζε ότι μετά τον πόλεμο θα παραχωρούνταν εδάφη στη σύμμαχο του Γ’ Ράϊχ Βουλγαρία.
Η πλειονότητα, όμως, ακολούθησε το ΕΑΜ, το οποίο υποσχέθηκε ισοτιμία, ισοπολιτεία, ελεύθερη επικοινωνία και δημιουργία σλαβομακεδονικών σχολείων. Για να τους οργανώσει, το ΕΑΜ ίδρυσε τη σλαβομακεδονική οργάνωση SNOF. Ο ιδεολογικοπολιτικός διχασμός στο εσωτερικό του σλαβόφωνου στοιχείου της ελληνικής Μακεδονίας επιτάχυνε την απομάκρυνση της αντιφασιστικής πλειονότητας από τον Βουλγαρισμό και κατ’ αντιδιαστολή την ανάπτυξη αυτόνομης σλαβομακεδονικής εθνικής ταυτότητας, η οποία είχε αρχίσει να αναπτύσσεται.
Το 1944, στους κόλπους των Σλαβομακεδόνων της ελληνικής Μακεδονίας αναζωπυρώθηκαν οι αυτονομιστικές τάσεις. Καταλυτικό ρόλο έπαιξε η επαγγελία του κομμουνιστή ηγέτη του γιουγκοσλαβικού απελευθερωτικού κινήματος Τίτο για ίδρυση “μακεδονικού” κράτους στο πλαίσιο της μελλοντικής Ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το μεγαλύτερο μέρος του σημερινού κράτους των Σκοπίων είχε παραχωρηθεί από το Χίτλερ στους Βούλγαρους. Από ένα χρονικό σημείο και μετά, όμως, καθώς αναπτύσσονταν οι παρτιζάνοι του Τίτο, στην περιοχή σημειώθηκε σημαντική μεταστροφή του ντόπιου πληθυσμού. Απομακρύνθηκαν από την επιρροή της Σόφιας.
Η διακήρυξη του Γιάιτσε
Η διακήρυξη του Γιάιτσε (29 Νοεμβρίου 1943) καθόρισε την ομοσπονδιακή διάρθρωση της μεταπολεμικής Γιουγκοσλαβίας, που συμπεριλάμβανε έξι ομόσπονδες Λαϊκές Δημοκρατίες (Σερβία, Μαυροβούνιο, Κροατία, Σλοβενία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη και “Μακεδονία”). Η ίδια διακήρυξη αναγνώριζε την ύπαρξη “μακεδονικού έθνους” και απέρριπτε τις βουλγαρικές διεκδικήσεις στην περιοχή. Στην πραγματικότητα αυτή υπήρξε η γενέθλια πράξη της θεσμικής συγκρότησης του “Μακεδονισμού”.
Ήταν η πρώτη φορά που η Γιουγκοσλαβία χρησιμοποίησε επισήμως διοικητικά, αλλά και εθνικά τον όρο Μακεδονία. Πριν από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η γιουγκοσλαβική αυτή επαρχία ονομαζόταν Βαρντάσκα, από το όνομα του ποταμού Βαρδάρη (Αξιός). Τον όρο Μακεδονία δεν τον είχε χρησιμοποιήσει ούτε η Βουλγαρία. Αντιθέτως, η Ελλάδα είχε το 1913 δημιουργήσει τη Γενική Διοίκηση Μακεδονίας.
Επηρεασμένοι από την ίδρυση της “Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας” (αργότερα μετονομάσθηκε σε Σοσιαλιστική), πολλοί Σλαβομακεδόνες που ζούσαν κυρίως στη δυτική Μακεδονία προσανατολίσθηκαν στην απόσχιση από την Ελλάδα της περιοχής που οι ίδιοι αποκαλούν “Μακεδονία του Αιγαίου”. Στόχος τους να την ενώσουν με το νεόδμητο γιουγκοσλαβικό ομόσπονδο κράτος. Οι αποσχιστικές αυτές τάσεις ώθησαν τον ΕΛΑΣ στα τέλη της Κατοχής να εκδιώξει από την ελληνική επικράτεια τα ένοπλα σλαβομακεδονικά τμήματα, που είχε ο ίδιος ιδρύσει ένα χρόνο πριν.
Η επιστροφή, η ήττα και η φυγή
Αργότερα, με την έναρξη του Εμφυλίου Πολέμου, πολλοί ένοπλοι του SNOF συμμετείχαν στη νέα οργάνωση NOF, επανήλθαν στην Ελλάδα και εντάχθηκαν στις γραμμές του Δημοκρατικού Στρατού. Ήλπιζαν ότι με την υποστήριξη του Τίτο, ένα νικηφόρο αποτέλεσμα θα δημιουργούσε ευνοϊκές συνθήκες για τις αλυτρωτικές επιδιώξεις τους. Τον Ιανουάριο 1949 φάνηκε να βρίσκουν υποστήριξη από το Νίκο Ζαχαριάδη, ο οποίος τους υποσχέθηκε ότι θα εφαρμόσει το προπολεμικό πρόγραμμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Η ήττα του Δημοκρατικού Στρατού ακύρωσε οριστικά αυτά τα σχέδια. Η δημοσίευση αρχείων του ΚΚΕ, καθώς και γιουγκοσλαβικών αρχείων έχει ξεκαθαρίσει το ζήτημα των αποφάσεων της 5ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ (30-1-1949), για τις οποίες επικρίθηκε έντονα ο Ζαχαριάδης από τους συντρόφους του μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού.
Τα καταπιεστικά μέτρα της δικτατορίας του Μεταξά (1936-40), αλλά κυρίως τα προαναφερθέντα γεγονότα στα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου, υποχρέωσαν τη μεγάλη πλειονότητα των Σλαβομακεδόνων που ζούσαν στην Ελλάδα να την εγκαταλείψουν. Το μεγάλο κύμα ήταν συνέπεια της ήττας του Δημοκρατικού Στρατού το 1949. Υπήρξε και το κύμα μετανάστευσης προς τις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Αυστραλία.
Γεωπολιτικό εργαλείο του Τίτο
Για τα άτομα με σλαβομακεδονική συνείδηση η ομόσπονδη “Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας” έγινε η πατρίδα τους. Υπήρξαν, όμως, και πολιτικοί πρόσφυγες με ελληνική εθνική συνείδηση, που υπέκυψαν στις πιέσεις των Σκοπίων για να επιβιώσουν. Αναγκάσθηκαν να αλλάξουν την εθνικότητα και να εκσλαβίσουν το όνομά τους. Η πρόθεση του Τίτο να δημιουργήσει ομόσπονδο “μακεδονικό” κράτος είχε διαφανεί αρκετά νωρίτερα, όταν στους κόλπους του Κομμουνιστικού Κόμματος Γιουγκοσλαβίας συγκροτήθηκε το “Κομμουνιστικό Κόμμα Μακεδονίας” και ο στρατηγός Τέμπο οργάνωσε το “Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό της Μακεδονίας”.
Από εκεί και πέρα όλες οι προσπάθειες του Τίτο επικεντρώθηκαν στο πώς θα μπορέσει να λύσει το Μακεδονικό ζήτημα προς όφελος της χώρας του. Σταθερός στόχος του ήταν να αποκτήσει κάποιου είδους πρόσβαση στο Αιγαίο. Πρόκειται ουσιαστικά για την αρχή μίας νέας περιόδου, κατά τη διάρκεια της οποίας η Γιουγκοσλαβία αρχίζει να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο και να προβάλλει διεκδικήσεις έναντι και της Βουλγαρίας και της Ελλάδας.