Πώς τα ελληνικά ονόματα επέδρασαν στην Επανάσταση του ’21
02/08/2020Το πνευματικό και ιδεολογικό κίνημα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού αποσκοπούσε, μεταξύ άλλων, στη μόρφωση και την εθνική αφύπνιση των υπόδουλων Ρωμιών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ένα από τα βασικά στοιχεία του ήταν και ο θαυμασμός προς τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Οι κατακτημένοι, απογοητευμένοι από τις ψεύτικες υποσχέσεις των μεγάλων δυνάμεων για βοήθεια, έβλεπαν στο ένδοξο παρελθόν μια βάση για ένα ελεύθερο μέλλον.
Η προσπάθεια σύνδεσης των Ρωμιών με τον κλασικό ελληνισμό πραγματοποιήθηκε με πολλούς τρόπους, όπως η υιοθέτηση αρχαίων ονομάτων. Η τάση αυτή ήταν κάτι πρωτοφανές για την εποχή εκείνη, ενώ θεωρήθηκε ριζοσπαστική από τους υποστηρικτές της και γραφική από τους πολέμιούς της.
Μετά τα μέσα περίπου του 18ου αιώνα, όλο και περισσότεροι Έλληνες αποφάσιζαν να βαφτίσουν τα παιδιά τους, δίνοντάς τους αρχαία ονόματα. Η πρακτική αυτή άρχισε να εφαρμόζεται κυρίως από τους πιο μορφωμένους αλλά με τον καιρό επεκτάθηκε σε ευρύτερα στρώματα. Η στροφή προς την κλασική Ελλάδα όμως δεν περιορίστηκε μόνο στα ονόματα. Πολλές οικογένειες τροποποιούσαν ακόμα και τα επώνυμά τους, δίνοντας σε αυτά μια πιο αρχαιοπρεπή μορφή. Έτσι π.χ. ο Μπιρίκος μετατρεπόταν σε Εμπειρίκος, ο Καλμούκος σε Καλλίμαχος ή Καλλιμάχης κ.τ.λ.
Ανάλογες τάσεις εμφανίστηκαν και στην ονοματοδοσία των πλοίων. Το “βρίκιον” (μπρίκι) “Άρης”, του Τσαμαδού, υπήρξε από τα ενδοξότερα της Ελληνικής Επανάστασης και όταν παροπλίστηκε, χρησιμοποιήθηκε ως Σχολή Ναυτικών Δοκίμων. Άρης υπήρχε επίσης και στον στόλο του Μιαούλη, μαζί με τα πλοία Κίμων και Ηρακλής, ενώ η θρυλική ναυαρχίδα της Μπουμπουλίνας λεγόταν Αγαμέμνων. Με το ξέσπασμα της Επανάστασης του 1821, σχεδόν όλα τα καράβια των Σπετσών, της Ύδρας και των Ψαρών είχαν ονόματα μορφών της αρχαίας ιστορίας και μυθολογίας και όχι αγίων, όπως συνηθιζόταν παραδοσιακά.
Απήχηση σε εκπαιδευτικούς και μαθητές
Από τους βασικούς υποστηρικτές της στροφής προς τα ονόματα της κλασικής Ελλάδας υπήρξαν οι εκπαιδευτικοί. Ο λόγιος, κληρικός και ιατροδιδάσκαλος Διονύσιος Μπούρος, από την Καστανιά Τρικάλων, άλλαξε το επίθετό του σε Πύρρος και υιοθέτησε το προσωνύμιο Θετταλός. Το 1813 ήρθε στην Αθήνα για να διδάξει, οργανώνοντας μια ειδική τελετή, κατά την έναρξη των μαθημάτων του. Αρχικά, ο γραμματικός καλούσε το κάθε παιδί ξεχωριστά να έρθει μπροστά στον Διονύσιο Πύρρο.
Εκείνος, έδινε τότε στον μαθητή εγγράφως ένα νέο, αρχαιοελληνικό όνομα και δύο κλαδιά δάφνης και ελιάς, λέγοντάς του ταυτόχρονα: «Φοβού τον Θεόν, βοήθησον την πατρίδα σου, αγάπα και την φιλοσοφίαν». Ο Διονύσιος Πύρρος ο Θετταλός, βέβαια δεν ήταν το μόνο ανάλογο παράδειγμα. Ο δάσκαλος και μετέπειτα αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης Λυκούργος Κρεστενίτης, από τον Πύργο Ηλείας, έδινε κι αυτός στους μαθητές του νέα ονόματα, εμπνευσμένα από ήρωες και φιλοσόφους της αρχαιότητας. Ο δε Αδαμάντιος Κοραής, το 1815, επιδοκίμαζε δημόσια και απερίφραστα την νέα αυτήν τάση.
Εκτός από τους εκπαιδευτικούς όμως, φαίνεται ότι και οι μαθητές είχαν ενθουσιαστεί με την στροφή προς την κλασική Ελλάδα. Το 1817, στις Κυδωνιές της Μικράς Ασίας, τα παιδιά του σχολείου αποφάσισαν, με ψήφισμά τους, ότι πλέον θα μιλούσαν αρχαία ελληνικά. Στο τέλος του κειμένου, ο κάθε μαθητής υπέγραφε με δύο ονόματα: το βαφτιστικό του και ένα καινούριο, αρχαιοελληνικής προέλευσης, που είχε μόλις υιοθετήσει. Έτσι, στο ψήφισμα υπήρχαν συνδυασμοί όπως Κωνσταντίνος-Χαβρίας, Τζάνος-Επαμεινώνδας, Χαραλάμπης-Παυσανίας κ.ά.
Κάτι “μαγειρεύουν” οι Έλληνες…
Η στροφή προς τα αρχαία ελληνικά ονόματα δεν έμεινε χωρίς πολέμιους. Ο αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης, συγγραφέας και πολιτικός, Νικόλαος Σπηλιάδης, χαρακτήριζε την νέα τάση ως παράδοξη μανία, παρατηρώντας, με αρκετή δόση ειρωνείας, ότι «Ακούει τις λοιπόν και τους αχθοφόρους Σωκράτας καλουμένους»!
Ο Κοζανίτης ιατρός, ποιητής και λόγιος Μιχαήλ Περδικάρης, κατέκρινε επίσης την καινούρια συνήθεια των συμπατριωτών του. Τους αποδοκίμαζε και τους χαρακτήριζε μάλλον αφελείς, καθώς φαίνονταν να νομίζουν πως υιοθετώντας το όνομα ενός αρχαίου σημαντικού προσώπου, αποκτούσαν αυτομάτως και τις αρετές του, χωρίς κάποια επιπλέον προσπάθεια. Όσο κι αν ξένιζε όμως αρκετούς λόγιους της εποχής, η νέα αυτή τάση δεν ήταν απλώς μια εκκεντρική μόδα αλλά κάτι πολύ βαθύτερο και ουσιαστικότερο.
Το πρώτο βήμα των ατόμων και των λαών προς την ελευθερία είναι ο αυτοσεβασμός και η συνειδητοποίηση της αξίας τους. Ένας από τους τρόπους για να το πετύχουν αυτό οι υπόδουλοι Ρωμιοί, ήταν και η υιοθέτηση αρχαίων ονομάτων. Πίστευαν ότι έτσι αποκτούσαν κάτι από το κύρος και το μεγαλείο του κλασικού ελληνισμού, η ακτινοβολία του οποίου εξακολουθούσε να προκαλεί τον θαυμασμό ολόκληρου του κόσμου.
Υιοθετώντας αρχαία ονόματα, οι ραγιάδες ένιωθαν πως ανήκαν δικαιωματικά σε κάτι το διαχρονικά όμορφο και σεβαστό και ως εκ τούτου δεν τους άξιζε να είναι σκλάβοι ενός άλλου έθνους. Αυτό το αίσθημα όμως ήταν που καλλιεργούσε την ψυχολογία της επανάστασης. Είχε απόλυτο δίκιο λοιπόν ο Αλή Πασάς όταν, σχολιάζοντας την υιοθέτηση αρχαίων ονομάτων από τους Ρωμιούς, έλεγε: «Εσείς οι Έλληνες κάτι μεγάλο έχετε στο κεφάλι σας. Δεν βαφτίζετε πια τα παιδιά σας Γιάννη, Πέτρο, Κώστα, παρά Λεωνίδα, Θεμιστοκλή, Αριστείδη. Σίγουρα κάτι μαγειρεύετε»!