Προσωρινή η συσπείρωση υπό την εξουσία – Προ των πυλών η αμφισβήτηση
30/04/2020Η ευτυχία όσων μας κυβερνούν είναι ότι έχουν πετύχει, λόγω πανδημίας, αυτό που μέχρι τώρα ονειρεύονταν, αλλά θεωρούσαν ανέφικτο: την συσπείρωση του λαού στην εξουσία τους, στον λόγο και στις αποφάσεις τους. Σήμερα, δεν τους αμφισβητεί κανείς, ούτε και τολμάει να εξέλθει του σπιτιού του για να διαδηλώσει. Ας αναλογισθούμε τι συνέβη τα τελευταία χρόνια με τη στροφή των κοινωνιών σε αντισυμβατικές συμπεριφορές.
Πρόκειται όμως για πρόσκαιρη κατάσταση. Όταν η πανδημία υποχωρήσει και οι κοινωνίες αναπνεύσουν, θα κάνουν τον απολογισμό τους και θα αποτιμήσουν τις συνέπειες που θα είναι όλες δικές τους. Άλλοι θα έχουν απολυθεί και άλλοι θα έχουν χάσει το εισόδημά τους. Θα έχει αποσυντεθεί η οικονομία και θα έχουμε εισέλθει σε μία κρίση άλλου τύπου, που εάν οι κυβερνώντες δεν μεριμνήσουν να αντιμετωπίσουν έγκαιρα, θα επισπευσθούν οι εξελίξεις προς μια εξόχως ασταθή περίοδο, με ανατροπές που σήμερα δεν τις φανταζόμαστε.
Η ιστορία διδάσκει ότι η κοινωνική συσπείρωση που προκαλεί αρχικά μια κρίση, αυτού του είδους, δεν κρατάει πολύ. Όταν οι πολίτες βγαίνουν στο ξέφωτο αρχίζουν τα προβλήματα. Μέσα στην κρίση οι κοινωνίες πραγματοποιούν τις μεγάλες τομές στον αξιακό τους χάρτη. Έχει, επίσης, σημασία μια άλλη παράμετρος. Οι δυτικές κοινωνίες είχαν και έχασαν, δεν είναι κοινωνίες που δεν είχαν γνωρίσει ακόμη την ευημερία και την ελευθερία. Αυτό δεν είναι εύκολα υποφερτό. Εάν σε έναν πεινασμένο Αφρικανό, που δεν έχει σήμερα να φάει ούτε ψωμί, του δώσετε πέντε καρβέλια, θα σας είναι ευγνώμων.
Εάν σε έναν Ευρωπαίο της ανώτερης και της μεσαίας τάξης (που είχε και έχασε), τον φέρεις αντιμέτωπο με την ανέχεια, δεν θα είναι καθόλου ευγνώμων με όσα καρβέλια ψωμί κι αν του δώσεις. Θα εγερθεί εναντίον, παρότι η ανέχεια του θα προέρχεται από ένα τρίτο γεγονός, όπως είναι η πανδημία. Και θα εγερθεί, επειδή το αποτέλεσμα αυτό καθαυτό, θα του είναι αφόρητο και θα αναζητήσει λύση από την εξουσία. Στις πολιτικά πιο αναπτυγμένες κοινωνίες η απόδοση της ευθύνης στον κάτοχο της εξουσίας είναι συνήθης.
Ανθρωποκεντρικές και δεσποτικές κοινωνίες
Στον 9ο προς 10ο αιώνα, ένας Κινέζος που επισκέπτεται το Βυζάντιο, σχολιάζει σχετικά: «Τι είναι αυτοί οι άνθρωποι εδώ πέρα; Έχουν έναν βασιλέα σήμερα από ένα γένος, άλλον αύριο από άλλη οικογένεια, μετά έναν τρίτον από μια τρίτη οικογένεια. Και που, εάν ακόμα και ο καιρός δεν πάει καλά και καταστρέψει τη σπορά υπαίτιος γι’ αυτήν θα είναι ο βασιλιάς, τον οποίο αλλάζουν και διαλέγουν άλλον; Εμείς έχουμε έναν εκεί εγκατεστημένο βρέξει-χιονίσει και δεν του καταλογίζουμε ποτέ τις ευθύνες γι’ αυτά τα φυσικά φαινόμενα».
Αυτή είναι η διαφορά μεταξύ ανθρωποκεντρισμού, δηλαδή κοινωνιών εν ελευθερία και κοινωνιών δεσποτικού τύπου, όπως ήταν η κινεζική. Κάτι ανάλογο μπορούμε να δούμε στη σχέση της ελληνικής κοινωνίας με τις ευρωπαϊκές. Εδώ η αλήθεια του κράτους είναι το ψέμα της κοινωνίας. Εκεί η αλήθεια του κράτους είναι και η αλήθεια της κοινωνίας. Διότι εκεί το κράτος θεωρούν ότι τους απελευθέρωσε από τα δεινά της φεουδαρχίας. Εδώ, το κράτος ήρθε πολύ αργά σε μια ηττημένη στην επανάσταση κοινωνία, το οποίο έμοιαζε ξένο σώμα και εξ αυτού του λόγου συμπεριφέρθηκε και εξακολουθεί να συμπεριφέρεται σαν δυνάστης επί της κοινωνίας.
Ως εκ των πολιτικών του, η ελληνική κοινωνία δεν αισθάνεται ευεργέτη το κράτος. Στην Ευρώπη, οι πολιτικές του κράτους είναι αποτέλεσμα γυμνών συσχετισμών. Άρα, το ευρωπαϊκό κράτος είναι ταξικά οριοθετημένο στις πολιτικές του. Οι ταξικές πολιτικές αφήνουν ένα περιθώριο συμβιβασμών για να επιτυγχάνεται η συνοχή της κοινωνίας, η συναίνεσή της στο σύστημα. Στο κλίμα αυτό υπάρχει περιθώριο το κράτος να λειτουργεί ως δημόσιος χώρος.
Στην Ελλάδα δεν υπάρχει θέση για το δημόσιο χώρο, διότι το κράτος έχει φροντίσει να αποδομήσει τις βάσεις της κοινωνικής συλλογικότητας. Τη θεσμημένη σε δήμο κοινωνική συλλογικότητα, πριν ιδρυθεί το νεοελληνικό κράτος και στη συνέχεια η αστική τάξη του μείζονος Ελληνισμού, στην οποία η κομματοκρατία δεν επέτρεψε ποτέ να εισέλθει στη χώρα. Το ελληνικό κράτος στάθηκε πάντοτε απέναντι στην κοινωνία, σπανίως συναντήθηκε με τη βούληση της κοινωνικής συλλογικότητας.
Στη σκοτεινή πλευρά της ιστορίας
Όποιος αντιμάχεται το έθνος, αντιμάχεται τις πολιτικές που είναι συναρτημένες με την ελευθερία, με το συμφέρον και τη βούληση της κοινωνίας. Επομένως, ταξινομούνται στη σκοτεινή πλευρά της ιστορίας, δηλαδή είναι φύσει αντιδραστικοί και μάλιστα ιδιοτελείς και εθελόδουλοι. Υπό το πρίσμα αυτό ο ορισμός τους έθνους, ως αφηρημένη έννοια και όχι ως κοινωνικό φαινόμενο που απαντάται στις ανθρωποκεντρικές κοινωνίες (τις εν ελευθερία κοινωνίες), αποβλέπει στο να το αποσπάσουν από τον φυσικό του φορέα την κοινωνία, προκειμένου να συνεχίσουν να ελέγχουν ανεξέλεγκτα το πολιτικό σύστημα-κράτος.
Με τον τρόπο αυτό γνωρίζουν ότι θα έχουν το έδαφος ελεύθερο να εμφανίζουν τα πεπραγμένα του κράτους, δηλαδή τα πεπραγμένα τους, σαν πεπραγμένα του έθνους και να ενοχοποιούν αυτό και την κοινωνία για τα δικά τους ανομήματα. Εν ολίγοις, οι διακινητές του “νέου πατριωτισμού”, αυτοί που διατείνονται ότι με την επανάσταση «συγκροτήσαμε έθνος», που αρνούνται ότι το έθνος δημιούργησε το κράτος, ανησυχούν μήπως η πολιτισμική ιστορικότητα του ελληνικού λαού λειτουργήσει ως τροφοδότης. Αξία, που θα σφυρηλατήσει τη βούληση για αντίσταση στα πεπραγμένα τους.
Τα μέλη της Επιτροπής για τους εορτασμούς των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821 δεν αποκρύπτουν ότι την πρόθεσή τους να επιλύσουν το δημογραφικό πρόβλημα μέσω της μετανάστευσης, όπως επιτάσσει η διεθνής των αγορών. Σκοπός τους είναι η διάρρηξη της πολιτισμικής συνοχής της ελληνικής κοινωνίας και στο βάθος η απαλλαγή τους από τον ενοχλητικό αυτό λαό.