Συντηρητισμός, τραμπισμός και νεοφιλελεύθερος ριζοσπαστισμός
18/02/2025
Συμβιβάζεται άραγε πρακτικά ή θεωρητικά, μια συντηρητική στάση ή πολιτική επιλογή με την έννοια της Αριστεράς; Στο επίπεδο του υπό αμφισβήτηση (αν όχι υπό συνειδησιακή αποδόμηση) συλλογικού υποκειμένου, δηλαδή της κοινωνικής τάξης των θυμάτων της εκμετάλλευσης, ο συντηρητισμός χαρακτηρίζει την ελάχιστη βάση ταξικής συλλογικής συσπείρωσης. Τουλάχιστον στην μαρξίζουσα θεωρία, αυτός αντανακλούσε την αυθόρμητη, μεταρρυθμιστική και μάλλον συντηρητική πολιτική συνείδηση των χειμαζόμενων λαϊκών μαζών.
Αυτή ακριβώς η συντήρηση, αποτελούσε τρόπον τινά την απολύτως απαραίτητη συνδικαλιστικού τύπου προϋπόθεση για κάθε μετέπειτα προσπάθεια μετάβασης σε ένα υψηλότερο, επαναστατικό επίπεδο συλλογικής πολιτικής συνείδησης και πράξης. Θα συμπληρώναμε ότι για τους σοσιαλιστές τουλάχιστον, σε ορισμένες περιόδους υποχώρησης των λαϊκών κινημάτων, η “ταξική πάλη” καθίσταται η μόνη –συγκυριακά έστω αλλά πραγματικά– συντηρητική αντίπαλος των αστικών εκσυγχρονισμών και ριζοσπαστισμών. Αυτή η “ταξική πάλη” είναι εξάλλου εδαφοποιημένη και όχι ανεδαφική. Κατά συνέπεια και η Αριστερά είναι εξ ορισμού πατριωτική. Αλλιώς δεν μπορεί να είναι ούτε διεθνιστική. Θα είναι απλώς μια εκτός τόπου και χρόνου κοσμοπολίτικη μικροαστική ιδεολογία.
Δεν πρόκειται καθόλου για τα ψιλά, αλλά για τα “χοντρά γράμματα” της μαρξίζουσας πολιτικής κοινωνιολογίας. Κι αυτό, έστω αν ο Μαρξ στην εποχή του, σε αντίθεση με άλλους στοχαστές και φιλοσόφους (όπως αργότερα ο Πολάνυι), συνεπής με το μοντέλο ανάλυσης του ιστορικά προοδευτικού ρόλου της αστικής τάξης του 19ου αιώνα απαξίωσε τις λουδίτικες λαϊκές αντιδράσεις των τότε εργαζομένων στη βιομηχανική επανάσταση και στη μηχανοποίηση της παραγωγής…
Έχασε τη δυνατότητα να κατανοεί
Όμως, η σημερινή δήθεν Αριστερά έχασε τη δυνατότητα να διανοείται και να κατανοεί τον προοδευτικό δυναμισμό που, σε ορισμένες ιστορικές περιστάσεις, μπορεί να διαθέτει η συντήρηση των συνεκτικών συλλογικών συνειδήσεων και των ιστορικών κεκτημένων. Υποκατέστησε το κοινωνιο-πολιτικό πεδίο της ταξικής πάλης από το “κοινωνιακό”, εκείνο δηλαδή που συναρτάται μεθοδολογικά στις εξατομικεύσεις, στις “μειονοτοποιήσεις” και στα ιδεολογήματα του νομικού δικαιωματισμού.
Αποκατέστησε, συνεπώς, το επαναστατικό πολιτικό πρόταγμα του αριστερού ριζοσπαστισμού (δηλαδή την εν δυνάμει κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας και της ελευθερίας συλλογικά, από τα θύματα της κοινωνικής εκμετάλλευσης), από το νομικά αφηρημένο και προσχηματικό όραμα ενός “δικαιότερου κόσμου ίσων ευκαιριών αυτοπραγμάτωσης του καθενός”, εντός ενός ιστορικά συγκεκριμένου και αντικειμενικά όλο και πιο άνισου πραγματικού κόσμου.
Με την επίκληση του προαναφερόμενου μαρξίζοντος “αντι-λουδιτισμού”, ερωτήματα σχετικά με το ιστορικό νόημα της τεχνο-επιστημονικής “αέναης προόδου”, με την εργαλειακότητα κατά την μετάβαση από την βιομηχανική στην ψηφιακή κοινωνία, ή ακόμα με τις ανθρωπολογικές πλέον (και όχι απλώς κοινωνιο-οικονομικές) αλλαγές που συνοδεύουν τα επιτεύγματα της τεχνητής νοημοσύνης και τις φιλολογίες του τεχνητού υπανθρωπισμού (εύσχημα αποκαλείται “μετανθρωπισμός”), εγκαταλείφθηκαν ευχαρίστως από τους μέσους προοδευτικούς δυτικούς πολίτες, στους σχολαστικούς προβληματισμούς των “ειδικών” και στους ιδεαλισμούς των φιλοσόφων…
Με άλλα λόγια, μαζί με το επαναστατικό όραμα της λαϊκής Αριστεράς για το μέλλον, κατέρρευσε και το συντηρητικό αντανακλαστικό της διάσωσης επί του παρόντος των ιστορικών συλλογικών κεκτημένων που θεωρούνται ασύμβατα με τις επιδιώξεις των “προοδευτικών ελίτ”.
Χειρότερα ακόμα: χωρίς τις παραδοσιακές της αναφορές στον επαναστατικό δυναμισμό της εργατικής τάξης, είναι πια σε αυτές ακριβώς τις “προοδευτικές” ελίτ του δυτικού ιδίως κόσμου που η καθεστωτική “Αριστερά” αναγνώρισε το ιστορικό καθήκον της ριζοσπαστικής αποδόμησης του (πάντα άδικου, όλο και πιο άνισου) νεότερου παλαιού κόσμου. Δηλαδή πρακτικά, το ιστορικό δικαίωμα μιας ριζικά αντιδημοκρατικής διαχείρισης της λαϊκής απόγνωσης και οργής. Το δικαίωμα τρόπον τινά μιας “δικτατορίας του προλεταριάτου”, χωρίς προλεταριάτο, χωρίς ιστορικές συλλογικότητες, χωρίς εθνικές ή ταξικές συλλογικές συνειδήσεις.
Πλέον οι μόνοι αποδέκτες των ευσήμων της “προοδευτικότητας” είναι οι νομικά δικαιωματούχες μειοψηφίες που αποκαλούνται “μειονότητες”, καθώς και τα περιφερόμενα άτομα που φαντασιώνονται ότι είναι “ίσοι και διαφορετικοί μεταξύ τους, πολίτες του κόσμου”! Στο όνομα της “προόδου που συντελείται” προωθήθηκε, άλλωστε, από τις “πρωτοπορίες” των μετα-δημοκρατικών “ελίτ” μια νέα μορφή τεχνοφεουδαρχικού δεσποτικού καθεστώτος, η οποία ελέγχει ασφυκτικά την Δικαιοσύνη και –μέσω αυτής– αμφισβητεί ευθέως το δικαίωμα των συντηρητικών λαϊκών μαζών να εκλέγουν δημοκρατικά τις κυβερνήσεις που επιθυμούν.
Συντηρητισμός και νεοφιλελεύθερος ριζοσπαστισμός
Τίποτα το περίεργο σε αυτά: όπως πολλοί στοχαστές στην Ιστορία (θεολόγοι, πολιτικοί φιλόσοφοι, μακιαβελικοί ή μη, νομικοί, αργότερα κοινωνικοί επιστήμονες κλπ.), πολλοί, λίγο ή πολύ, μαρξίζοντες σύγχρονοι “αριστεροί αναλυτές”, εντάχθηκαν με το αζημίωτο στις ομάδες των οργανικών διανοούμενων της αυλής των απολυταρχικών ή δεσποτικών καθεστώτων της Δύσης ή της Ανατολής. Σε εκείνους δηλαδή τους οργανικούς διανοούμενους, που “ερμηνεύοντας” υποτίθεται όσο μπορούσαν πιο “αντικειμενικά” τις ιστορικές εξελίξεις, εμμέσως δικαιολόγησαν ως ιστορικά αναγκαία, όλα τα εγκλήματα κατά της φύσης και των ανθρώπινων κοινωνιών.
Τα εγκλήματα που έλαβαν χώρα πάντα στο όνομα της εκάστοτε έννομης τάξης έναντι του χάους, της προόδου έναντι της στασιμότητας. Ή αργότερα έναντι της παγκόσμιας πολιτικής πάλης των θυμάτων της εκμετάλλευσης απέναντι στις ανάλογες, διεθνείς πρακτικές των εκμεταλλευτών τους. Αντίθετα, όσοι πάλεψαν κόντρα στο ρεύμα είτε αποσιωπήθηκαν, είτε απλώς τους έφαγε η μαρμάγκα της εκάστοτε πολιτικής ορθότητας. Κοινώς, “τους πήρε ο διάβολος”, μαζί με τις περιβόητες αξίες του πολιτισμικά εξαμερικανισμένου ευρωπαϊκού “πολιτικού πολιτισμού”.
Από πού προήλθε, όμως, η παρατηρούμενη συντηρητική μεταστροφή της δυτικής κοινής γνώμης που τόσο ανησυχεί τους κατά δήλωση προοδευτικούς; Υπήρχαν μέχρι σήμερα –και προφανώς υπάρχουν ακόμα στις νοοτροπίες των πολιτών της σημερινής Δύσης– πολλά στερεότυπα αφηρημένου και εξατομικευμένου δικαιωματισμού, συμπεριληπτικού ανιστορισμού και αντιπατριωτισμού. Δηλαδή στερεότυπα κοσμοθεωρητικού ριζοσπαστισμού εκβιαστικά εμφυτευμένου στις συνειδήσεις. Χωρίς περιττές “συνωμοσιολογίες”, φαίνεται ότι αμερικάνικοι οργανισμοί πολιτισμικο-πολιτικής διείσδυσης, όπως η USAID, έχουν κάνει πολλή δουλειά.
Συντηρητισμός και τραμπισμός
Ο μέσος δυτικός άνθρωπος όλο και πιο συχνά αισθάνεται ότι έχει γίνει μειοψηφία στην ίδια τη χώρα του. Πρόκειται για ένα σχεδόν ασυνείδητο και εκλογικευμένο από την ισχύουσα πολιτική ορθότητα, πολιτισμικά και πολιτικά απωθημένο συναίσθημα περιθωριοποίησης, το οποίο περιλαμβάνει το σύνολο των δυσάρεστων ή ταπεινωτικών αναπαραστάσεων του συλλογικού ιστορικού εαυτού. Πρόκειται, επίσης, για έναν εφιάλτη που βιώνεται καθημερινά από άυπνους αυτόχθονες, μέσους δυτικούς πολίτες, που νιώθουν συχνά το έδαφος να χάνεται κάτω από τα πόδια τους.
Μαζί χάνεται η αίσθηση του συγκεκριμένου, οι παραδόσεις, η κοινή λογική, ο στοιχειώδης έλεγχος των ανηλίκων του άμεσου κοινωνικού τους περιβάλλοντος, η περιουσία τους (ιδιωτική ή δημόσια), η καθημερινής τους ασφάλεια, τέλος η δυνατότητά τους να προγραμματίζουν το μέλλον τους με κάποια σιγουριά.
Οι άνθρωποι αυτοί, προκειμένου να μην στιγματιστούν σαν “αμόρφωτοι”, πολιτικά και πολιτισμικά καθυστερημένοι, “ακροδεξιοί” κλπ., συμμορφώθηκαν ως τώρα όπως μπορούσαν με τις πολιτικά ορθές υποδείξεις του καθεστώτος. Μέχρι σήμερα τουλάχιστον είχαν εσωτερικεύσει τον αφόρητο πόνο και τη δυσφορία τους, σε σημείο μάλιστα που ο “προοδευτικός τους καλός εαυτός” να αρνείται ακόμα και την ύπαρξη παρόμοιων δυσάρεστων και σκοτεινών συναισθημάτων. Με ένα κάποιο μηχανισμό επιλεκτικής αμνησίας –χαρακτηριστικό του γενιτσαρισμού– έμαθαν να αντιστρέφουν ριζοσπαστικά την πραγματικότητα, ώστε να γίνονται “ελιτ” φαντασιακά και ιδεολογικά, κατ’ εικόνα και ομοίωση των προβεβλημένων προτύπων σκέψης και συμπεριφοράς.
Πέραν της αυτο-συντήρησής τους, αποδέχτηκαν λόγου χάρη σαν δείγμα ιδεολογικής προόδου τους, το πολιτισμικό και πολιτικό αντιρωσικό μένος, που ενέχει προφανώς τον κίνδυνο ενός νέου παγκοσμίου πολέμου μεταξύ τής νατοϊκής Δύσης και της ευρασιατικής Ανατολής. Για αρκετές δεκαετίες ταύτισαν τη σχιζοφρενική οικειοφοβία με τον δήθεν αντιρατσισμό. Ζήτησαν από τους πανοπτικούς μηχανισμούς επιτήρησης του υπό παγκοσμιοποίηση, δήθεν πολιτισμικά “ουδέτερου” κράτους, να τους προστατεύσουν από την ανομία και το χάος των εξατομικευμένων “ανοικτών κοινωνιών”. Παραγνώρισαν προφανώς ότι οι άνθρωποι που σε προστατεύουν ψυχρά, συμβατικά, χωρίς συναισθηματικές επενδύσεις, αγάπες και οικειότητες, απαιτούν ως αντάλλαγμα την υποταγή σου για την θεσμική προστασία που σου παρέχουν.
Όταν με την έξαρση των ανισοτήτων και τα παραληρήματα της woke ατζέντας τα πράγματα έφτασαν στο σημερινό απροχώρητο, άρχισαν ωστόσο να εκδηλώνονται σε όλο πάνω κάτω το δυτικό κόσμο, ορισμένες αντανακλαστικές κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις. Πώς άραγε, όμως, θα εκφραστεί κάποια στιγμή η ορμητική “επιστροφή του απωθημένου” στις συλλογικές δυτικοευρωπαϊκές συνειδήσεις; Είναι άραγε ο τραμπισμός μια προσωρινή παράβαση της ισχύουσας πολιτικής ορθότητας, μια παρένθεση, τρόπον τινά ένα “ιουλιανό διάλειμμα”, ή αντίθετα, ένας εθνοκεντρικός μετριασμός του ακραίου φιλελεύθερου ριζοσπαστισμού που οργανώνει παγκοσμίως τη μετάβαση στον μετανθρωπισμό και την τεχνοφεουδαρχία; Πρόκειται για ερωτήματα που προς το παρόν, είναι δύσκολο να απαντηθούν.