Σκοτώθηκε στην Ουκρανία ο πόλεμος ελιγμών;
04/04/2022Ο πόλεμος ελιγμών συνδυασμένων όπλων, που ως δόγμα εκπονήθηκε από τον Αμερικανικό Στρατό και το ΝΑΤΟ ως απάντηση στην ποσοτική κυριαρχία του Συμφώνου της Βαρσοβίας στην Κεντρική Ευρώπη τη δεκαετία του 1980 αμφισβητείται. Σχεδόν 40 χρόνια αργότερα, ορισμένοι αναλυτές τον θεωρούν αναποτελεσματικό σε μελλοντικούς πολέμους. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει ενισχύσει αυτές τις αμφιβολίες.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά μια μελέτη αξιωματικού των Αμερικανών Πεζοναυτών εκείνης της περιόδου (1981): «Το βασικό στοιχείο του πολέμου ελιγμών είναι η αναστάτωση και η αποδιοργάνωση του εχθρού και όχι η προσήλωση στο σύνδρομο σκότωσε-αυτό-και-σκότωσε-εκείνο. Το μοτίβο του ελιγμού στον πόλεμο είναι πιο ψυχολογικό για την καταστροφή του εχθρού, ενώ ο πόλεμος ισχύος πυρός-φθοράς είναι πιο σωματικός».
Οι αμφισβητούντες το υπάρχον δόγμα υποστηρίζουν ότι ο χαρακτήρας των συγκρούσεων μεταβάλλεται και ίσως να έχει ήδη μεταβληθεί. Τα ολοένα και μεγαλύτερα αστικά κέντρα έχουν αλλάξει το επιχειρησιακό περιβάλλον και ίσως ο μελλοντικός πόλεμος να μην διεξάγεται πλέον από συμβατικές δυνάμεις σε ανοιχτά πεδία. Ίσως θα διεξάγεται σε πόλεις εναντίον μη-συμβατικών αντιπάλων που δρουν ανορθόδοξα. Εάν αυτή η θεώρηση είναι βάσιμη σε ό,τι αφορά στον σύγχρονο πόλεμο, πόσο κατάλληλος είναι ο ελιγμός στον 21ο αιώνα και ποιες εναλλακτικές στρατηγικές προσφέρονται;
Ο Κλαούζεβιτς, αναφερόμενος στην στρατηγική (το επίπεδο πάνω από το τακτικό και το επιχειρησιακό) γράφει ότι ο “στρατηγός” οφείλει να καταβάλει και να καταστρέψει την δύναμη του εχθρού, κατευθύνοντας πάντα την κύρια επιχείρησή του εναντίον του κύριου σώματος του εχθρικού στρατού, ή τουλάχιστον εναντίον ενός σημαντικού τμήματος των δυνάμεών του. Αυτό, όμως, προϋποθέτει ότι ο αντίπαλος συγκεντρώνει τις δυνάμεις του για να κάνει προφανώς το ίδιο. Αλλά αυτό που έχουμε δει, ιδίως από τους πολέμους που έχει διεξάγει η Δύση τα τελευταία χρόνια είναι ότι ένας αντίπαλος κατώτερων στρατιωτικών δυνατοτήτων αυτό ακριβώς αποφεύγει.
Αστικοποίηση και πόλεμος ελιγμών
Οι πόλεμοι σε Αφγανιστάν και Ιράκ (δεύτερος), αλλά και οι επιχειρήσεις των Ισραηλινών στον Λίβανο εναντίον της Χεζμπολάχ έχουν δείξει ότι παρά την υπεροχή σε δυνατότητες κινήσεων, ισχύ πυρός και αεροπορική υπεροχή, οι ελιγμοί του επιτιθέμενου δεν επιτυγχάνουν μια καθοριστική νίκη. Επιπλέον η εμπλοκή στα αστικά-βιομηχανικά περιβάλλοντα δημιουργεί, πέραν των επιχειρησιακών και λειτουργικών προβλημάτων, ηθικά προβλήματα (από την ύπαρξη αμάχων), αλλά πιθανώς ακυρώνει τον ίδιο τον λόγο, για τον οποίο γίνεται ο πόλεμος.
Οι πόλεμοι, ιστορικά, σπάνια γίνονται για την καταστροφή του αντιπάλου. Κατά την γνώμη όλων των μεγάλων θεωρητικών, γίνονται για την καθυπόταξη του αντιπάλου. Οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι θα πρέπει να θεωρούνται εξαιρέσεις, αλλά ακόμη κι αυτοί δεν έλαβαν τον ολοκληρωτικό τους χαρακτήρα παρά μόνον στις ύστερες φάσεις τους. Αλλά ακόμη κι αν στόχος είναι η ολοκληρωτική κατάκτηση, ή η αλλαγή καθεστώτος, η καταστροφή που προκαλεί ο πόλεμος φθοράς αναιρεί την χρησιμότητά του, καθώς καταστρέφονται όλα εκείνα που επιθυμεί να καρπωθεί μεταπολεμικά ο επιτιθέμενος.
Και ο πόλεμος σε αστικό-βιομηχανικό περιβάλλον είναι ο πλέον φθοροποιός. Στην παρούσα κατάσταση στην Ουκρανία, ο Πούτιν δεν έχει τίποτα να κερδίσει αν όλα όσα καταλάβει είναι καμένη γη. Βασιζόμενος σε όσα γίνονται τα τελευταία χρόνια, ο καθηγητής Anthony King του Πανεπιστημίου του Warwick πρεσβεύει ότι η μελλοντική σύγκρουση είναι πιθανό να εδράζεται κυρίως στο αστικό περιβάλλον, στο οποίο ο ελιγμός καθίσταται αδύνατος. Η θέση αυτή έχει βρει αρκετούς θιασώτες και μεταξύ ανωτάτων αξιωματικών των ΗΠΑ.
Ο King λέει ότι αυτή η κατάσταση αναγκάζει τον επιτιθέμενο να μεταπέσει σε έναν πόλεμο φθοράς, όπου πρέπει να καταβάλει τον αντίπαλο. Ο μεταβαλλόμενος χαρακτήρας της σύγκρουσης, όμως, κάνει τους ελιγμούς ξεπερασμένους. Ο πόλεμος –υποστήριξε– ευνοεί πλέον υπέρμετρα την άμυνα και φθείρει τον επιτιθέμενο. Ο King θεωρεί ότι η απάντηση της Δύσης σ’ αυτή την αλλαγή ήταν η υιοθέτηση του “απομακρυσμένου πολέμου”, δηλαδή η διεξαγωγή πολέμου δι’ αντιπροσώπων, ως αποτέλεσμα της μειωμένης διάθεσης των πολιτών στη Δύση για άμεση στρατιωτική εμπλοκή, Με άλλα λόγια το κόστος του πολέμου ελιγμών συνδυασμένων όπλων έχει καταστεί απαγορευτικό.
Ο πόλεμος ελιγμών
Αλλά είναι έτσι; Ένα μεγάλο πρόβλημα στην όλη συζήτηση έχει να κάνει με την έννοια του “πολέμου ελιγμών”. Υπάρχει μια σύγχυση μεταξύ πολέμου φθοράς και στατικού πολέμου (ή πολέμου θέσεων). Στην δεύτερη περίπτωση, με αρχετυπικό παράδειγμα το Δυτικό Μέτωπο στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η ικανότητα της άμυνας έναντι των επιθετικών μέσων είναι τόσο μεγάλη που κανείς εκ των αντιπάλων δεν μπορεί να καταφέρει το αποφασιστικό –κατά Κλαούζεβιτς– πλήγμα. Αντίθετα ο πόλεμος φθοράς ενέχει την κίνηση, την περικύκλωση, τον υπερκερασμό και όλα εκείνα τα στοιχεία, τα οποία θα οδηγήσουν στην συντριβή του αντιπάλου δια της ισχύος.
Ο στόχος του πολέμου φθοράς είναι να φθείρει τον αντίπαλο σε σημείο που δεν μπορεί πλέον να συνεχίζει να αντιστέκεται κι αν συνεχίσει να καταστρέφεται σε φυσικό επίπεδο. Αντίθετα, στόχος του στατικού πολέμου θέσεων είναι να βάλει κανείς τον εαυτό του σε μια πλεονεκτική θέση σε σχέση με τον αντίπαλο, ή να τον παρασύρει να εκκενώσει τη θέση του. Είναι επίσης σημαντικό να κατανοήσουμε ότι και τα δύο είδη μπορεί να είναι και επιθετικά και αμυντικά κι όχι μόνο αμυντικά, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι αναλυτές.
Ένα δεύτερο ζήτημα είναι ότι δεν δίδεται ένας συνεκτικός ορισμός στο τι ακριβώς είναι ο πόλεμος ελιγμών. Είναι μια θεωρία που ξεπήδησε από το αδιέξοδο αιματοκύλισμα των πεδίων της Φλάνδρας, μέσα από τις θεωρήσεις των Χαρτ, Φούλερ, Γκουντέριαν κ.α.; Ή είναι ένα αρχαίο δόγμα που μας κληροδοτείται από μελετητές σαν τον Σουν Τζου, όπου σκοπός είναι η ήττα του εχθρού χωρίς την μετωπική μάχη, ή με την ελάχιστη χρήση βίας;
Μήπως ο όρος είναι πιο κυριολεκτικός, μια αναφορά απλώς στον συνδυασμό ελιγμών (κίνηση για εξασφάλιση πλεονεκτήματος) και πολέμου (στρατιωτικές επιχειρήσεις μεταξύ εχθρών); Υπάρχει διαφορά μεταξύ στρατηγικού, επιχειρησιακού και τακτικού πολέμου ελιγμών; Υπάρχουν διαφορές στη θεωρία εάν εφαρμοστεί σε διαφορετικά επίπεδα (τακτικό, επιχειρησιακό, θεάτρου, στρατηγικό);
Πόλεμος ελιγμών και χαρακώματα
Οι θεωρητικοί του Μεσοπολέμου στηρίχθηκαν στο συνδυασμό της τότε εκκολαπτόμενης τεχνολογίας (άρμα και αεροπορία) με το πεζικό, ώστε να αποκατασταθεί η κινητικότητα στο πεδίο της μάχης. Στόχος ήταν να τρομοκρατήσει τον αντίπαλο, δημιουργώντας “σοκ και δέος”, με αποτέλεσμα αυτός να καμφθεί και να συναινέσει στις απαιτήσεις του επιτιθέμενου με μικρές απώλειες ζωής. Στην πραγματικότητα, όμως, καμία σύρραξη δεν έχει έναν αμιγή χαρακτήρα. Οι εμπόλεμοι προσαρμόζουν και εναλλάσσουν τις επιχειρήσεις τους ανάλογα με τα προκύπτοντα δεδομένα.
Θεωρητικά, ο πόλεμος ελιγμών υπαγορεύει να αποφεύγονται τα ισχυρά σημεία του αντιπάλου και αντίθετα ο επιτιθέμενος να εκμεταλλεύεται τις αδυναμίες του εχθρού. Γι’ αυτό και η επίθεση πραγματοποιείται στα τρωτά σημεία του αντιπάλου. Ο πόλεμος φθοράς επιδιώκει να καταβάλει τον αντίπαλο με φυσική καταστροφή, εφαρμόζοντας ανώτερη δύναμη σε μία μάχη. Ο πόλεμος ελιγμών επιδιώκει να τον καταβάλει με έναν συνδυασμό προληπτικής επίθεσης, εξαπάτησης, αποσάθρωσης και σύγχυσης, οδηγώντας σε κατάρρευση ηθικού. Κάποιοι θεωρούν ότι ο πόλεμος είναι το ένα άκρο ενός διπόλου, το οποίο έχει άλλο άκρο την τριβή. Άλλοι πάλι θεωρούν ότι το άλλο άκρο αυτού του δίπολου είναι ο στατικός πόλεμος θέσεων και ιστορικά έτσι προέκυψε.
Η εννοιολογική διάσταση των στοχευμένων πληγμάτων σε νευραλγικά σημεία που οδηγούν στην κατάρρευση του αντιπάλου καθίσταται ανέφικτη όταν αυτά παύουν να υφίστανται. Όταν ο αντίπαλος δεν έχει λίγα και συγκεκριμένα ζωτικά σημεία, αλλά χαρακτηρίζεται από μια ρευστότητα στην οποία μονάδες διασπώνται ή ενώνονται κατά το επιχειρησιακό δοκούν σε συνδυασμό με την κατοχή από αυτόν φυσικών οχυρών θέσεων σε αστικά σημεία (από όπου ανεφοδιάζεται και ανασυντάσσεται), η καταφορά τέτοιων στοχευμένων πληγμάτων καθίσταται αδύνατη. Έτσι, αντί να προκληθεί σύγχυση στον αμυνόμενο, προκαλείται στον επιτιθέμενο, οδηγώντας σε πτώση ηθικού.
Νευραλγικά σημεία
Ο Κλαούζεβιτς (Ακριβέστερος προσδιορισμός των σκοπών του πολέμου – Ανατροπή του Εχθρού, 8ο βιβλίο, 4ο κεφάλαιο) αναφέρεται και στο “κέντρο βάρους” ενός αντιπάλου, σημειώνοντας ότι για κάποιους το κέντρο βάρους είναι ο στρατός και η ισχύς του (Αλέξανδρος, Φρειδερίκος, Ναπολέων), ενώ για άλλους το κέντρο βάρους είναι τα πληθυσμιακά κέντρα, ή οι πρωτεύουσες (επαναστατημένη Γαλλία, δημοκρατικές κοινωνίες).
Αν το κέντρο βάρους του εχθρού είναι ο στρατός του, ο πόλεμος του ελιγμού αναγκαστικά μετατρέπεται σε πόλεμο φθοράς με σκοπό να καταβληθεί η ισχύς του. Αντίθετα, ο πόλεμος ελιγμών ενέχει την προσπάθεια “αποκεφαλισμού” ή “παράλυσης”, οπότε η κατάληψη ή ο στραγγαλισμός των μεγάλων αστικών κέντρων είναι ένας πρωτεύων αντικειμενικός σκοπός που θα προκαλέσει την κατάρρευση του ηθικού. Αλλά η μάχη σε αστικό περιβάλλον είναι μια κατάσταση η οποία οδηγεί σε τελμάτωση των επιχειρήσεων και μετάπτωση, όχι απλά σε πόλεμο φθοράς, αλλά πιο οδυνηρά σε στατικό πόλεμο θέσεων με το πλεονέκτημα στην πλευρά των αμυνόμενων.
Ερχόμενοι τώρα στον τωρινό πόλεμο, είναι προφανές ότι οι Ρώσοι προσπάθησαν να καταβάλουν την Ουκρανία μέσω πολέμου ελιγμών. Με ταχείες κινήσεις προσπάθησαν να πλήξουν τα τρωτά σημεία των Ουκρανών. Οι ελιγμοί για την κατάληψη πόλεων είχε μόνο μια ξεκάθαρη επιτυχία στη Χερσώνα. Αλλά και στην περίπτωση αυτή η πτώση έγινε κατόπιν πολιορκίας και φθοράς. Ακόμη και η Μαριούπολη που υπέστη πολιορκία και φθορά εξ αρχής δεν έχει ακόμα καταληφθεί πλήρως.
Είναι η Ουκρανία χαρακτηριστικό παράδειγμα, ή απλά αντανακλά ρωσικές αστοχίες σε τακτικό και επιχειρησιακό επίπεδο (και επιμελητείας και σε στρατηγικό επίπεδο); Αν ο King έχει δίκιο, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι μια γεύση του τι προοιωνίζεται το μέλλον του πολέμου. Στην προκειμένη περίπτωση, ήταν θέμα ταχύτητας. Οι σχεδιαστές του ρωσικού στρατού εκτίμησαν ότι τα τακτικά συγκροτήματα τάγματος συνδυασμένων όπλων μπορούσαν να καλύψουν τα 200 χλμ από τα σύνορα της Λευκορωσίας μέχρι το Κίεβο γρήγορα, σε λίγες μέρες, ακολουθώντας την άμεση προσέγγιση κατά μήκος της ευρωπαϊκής οδού Ε95.
Αποτυχία του ρωσικού ελιγμού
Οι Ρώσοι περίμεναν τοπική αντίσταση, αλλά πίστευαν ότι τίποτα δεν μπορούσε να σταματήσει τη συγκεντρωμένη ώθηση των τεθωρακισμένων πριν αυτά φτάσουν στον στόχο. Μόλις καταλάμβανε, ή απέκλειε το Κίεβο, η Μόσχα υπέθετε ότι η Ουκρανία θα εκάμπτετο, απρόθυμη να προβεί σε έναν βάναυσο αγώνα μέχρις εσχάτων που θα κατέστρεφε την χώρα. Το σχέδιο ήταν ριψοκίνδυνο, αλλά πρόσφερε την ευκαιρία μίας μεγάλης ρωσικής νίκης. Ο χρόνος ήταν το κλειδί. Για πολλούς λόγους, τίποτα δεν πήγε σωστά. Πρώτιστα ο πόλεμος ελιγμών εξαπολύθηκε αφότου η σύγκρουση άρχισε στα ανατολικά. Ο αιφνιδιασμός είχε χαθεί, ο αντίπαλος ήταν προειδοποιημένος και η Δύση αντί να τρομοκρατηθεί συσπειρώθηκε.
Από την άλλη πλευρά, το να εγκαταλείψεις τον πόλεμο ελιγμών σε τακτικό επίπεδο φαντάζει ιδεοληπτικό και απόλυτο, κάτι που δεν συνάδει με την όλη φύση του πολέμου. Η ευκινησία και η ταχύτητα επιτρέπουν την αλλαγή κατεύθυνσης του επιτιθέμενου σε σημεία διαφορετικά από εκείνα, στα οποία έχει συγκεντρώσει τις προσπάθειες του ο αμυνόμενος σε επιχειρησιακό επίπεδο. Ελιγμοί θα αποτολμώνται, αλλά τα πράγματα έχουν αλλάξει. Σε μια εποχή όπου τα μέσα πληροφοριών έχουν καταστήσει τον στρατηγικό αιφνιδιασμό σχεδόν αδύνατο, ο πόλεμος ελιγμών δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί όπως τον είχαν φανταστεί στον Μεσοπόλεμο, ή όπως τον εφάρμοσαν οι Γερμανοί στην αρχή του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.
Αυτό που μένει να διερευνηθεί είναι αν και κατά πόσο το μέλλον θα ενέχει περισσότερα στοιχεία πολέμου φθοράς, ή τη στατικότητα του πολέμου θέσεων και σε τι μίγμα. Ακόμη δεν έχει αναλυθεί σε βάθος, εξάλλου, πως η φύση του τακτικού πολέμου μεταβάλλεται από την υιοθέτηση ανορθόδοξων, ασύμμετρων, αντάρτικων και “γκρίζων” τακτικών και στρατηγικών, που τα τελευταία χρόνια κερδίζουν ολοένα και περισσότερο έδαφος.