Τα παθήματα στα Ίμια που δεν έγιναν μαθήματα
29/01/2020Το 1995-96 ήταν κομβική στιγμή. Αντί εφαρμογής των προνοιών του διεθνούς δικαίου για την επικράτειά μας που θα δημιουργούσε αφετηρία ανοδικής τροχιάς άρχισε ο κατήφορος. Αυτό συνέβη για τρεις λόγους: Πρώτον, διότι δεν προηγήθηκαν συναλλαγές με τις ηγεμονικές δυνάμεις για άρση αμφιβολιών και αμφιταλαντεύσεων. Δεύτερον, διότι κατευνάσαμε την Τουρκία με αποτέλεσμα όλοι να θεωρήσουν τα ελληνικά συμφέροντα αναλώσιμα. Τρίτον, διότι η ισχύς των Ενόπλων Δυνάμεων δεν χρησιμοποιήθηκε σωστά από την πολιτική ηγεσία για να αποτραπεί η τουρκική επιθετικότητα.
Η πολιτική ηγεσία περιφρόνησε την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων, παρά το γεγονός ότι η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων –εμφορούμενη από δημοκρατικές πεποιθήσεις– σωστά θεωρούσε ότι η πολιτική ηγεσία έχει το πρόσταγμα. Η ελληνική κυβέρνηση έκανε συναλλαγές ερήμην της στρατιωτικής ηγεσίας και όσον αφορά τη σχέση πολέμου-πολιτικής λειτούργησε κυριολεκτικά με παρωχημένους όρους που δεν ισχύουν σε κανένα κράτος.
Πρώτον, καλό είναι να υπογραμμιστεί ότι η κρίση των Ιμίων δεν ξέσπασε ξαφνικά. Όταν ήδη από το 1994-95 το δίκαιο της θάλασσας επικυρώθηκε από τον αναγκαίο αριθμό κρατών η Ελλάδα μπορούσε να εφαρμόσει δεόντως τις πρόνοιες και τις διατάξεις που αφορούν τα κυριαρχικά δικαιώματά μας. Όχι μόνο δεν πήρε μια τέτοια απόφαση αλλά επιπλέον το παράνομο εάν όχι και θρασύδειλο casus belli της Τσιλέρ καθήλωσε την Ελληνική πολιτική εξουσία μέχρι και σήμερα.
Όσον δε αφορά τις στάσεις των μεγάλων δυνάμεων, ιδιαίτερα των ΗΠΑ, η Ελλάδα πριν το 1996 αλλά και σήμερα θα μπορούσε να κάνει διπλωματικούς χειρισμούς και συναλλαγές συμφερόντων. Όπως γνωρίζουμε σήμερα, η τότε ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων πληροφόρησε το υπουργείο Εξωτερικών για τις θέσεις των Αμερικανών:
«Οι Αμερικανοί προβάλλουν το επιχείρημα ότι η επέκταση των χωρικών μας υδάτων θα επηρεάσει αρνητικά τις αμερικανικές ναυτικές επιχειρήσεις, διότι η Ελλάδα αρνείται να δεχθεί όλα τα σχηματιζόμενα στενά ως υπαγόμενα στο καθεστώς Free Transit Passage και θα διατηρηθεί σε ισχύ το καθεστώς της αβλαβούς διελεύσεως. Τι θα σημαίνει αυτό για τους Αμερικανούς; Πρώτον, τα αμερικανικά υποβρύχια θα πλέουν εν επιφάνεια στα στενά που δεν χαρακτηρίζονται ως διεθνή. Δεύτερον, στα αμερικανικά αεροσκάφη θα απαγορεύεται υπερπτήση πάνω από τα στενά αυτά και έτσι θα υποχρεώνονται να ζητούν τη συγκατάθεση της Αθήνας… έλαβα γνώση αμερικανικών οδηγιών προς τα υποβρύχιά τους, με τις οποίες προσδιόριζαν συγκεκριμένα πέντε στενά στο Αιγαίο ως “στενά ελεύθερης διέλευσης”».
Το Γενικό Επιτελείο εισηγήθηκε στο υπουργείο Εξωτερικών την εκ μέρους της Ελλάδας διακήρυξη αυτών των πέντε στενών ως “διεθνών στενών” με το διπλό επιχείρημα ότι ήταν σύμφωνο με την ελληνική επιφύλαξη στη Σύμβαση του 1982 και δεν δημιουργούσε αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ. Το υπουργείο Εξωτερικών διαφώνησε για τους δικούς του λόγους.
Ίμια και τραγελαφικές επιλογές Σημίτη
Δεύτερον, πριν την κρίση των Ιμίων είχαμε και άλλα επεισόδια που είχαν προαναγγείλει τα επιθετικά σχέδια της Τουρκίας με σκοπό τη δημιουργία τετελεσμένων. Εν τούτοις, η πολιτική ηγεσία δεν πήρε την πρωτοβουλία:
- για πολιτική συναίνεση αντιμετώπισης της τουρκικής επιθετικότητας.
- για επιτελική οργάνωση που θα προσδιόριζε εναλλακτικές αποτρεπτικές αποφάσεις.
- για επιτελικά σχέδια ελέγχου της κλιμάκωσης εάν οι Τούρκοι όπως έγιναν επιχειρούσαν τετελεσμένα.
- επιτελικά σχέδια επικράτησης εάν η Τουρκία τολμούσε να κλιμακώσει σε γενικό πόλεμο.
Είναι χαρακτηριστικό τι συνέβη. Όταν άρχισε η κρίση το 1996, η πολιτική ηγεσία κρατούσε την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων σε απόσταση από συσκέψεις, ενώ προχώρησε με καταιγιστικούς ρυθμούς στην λήψη κατευναστικών στάσεων και αποφάσεων. Μάλιστα, για να δοθεί η εντύπωση πως “δεν τρέχει τίποτα” υπουργοί με κύρια αρμοδιότητα έτρεχαν στις τηλεοράσεις, ενώ ο πρωθυπουργός κάλεσε τον αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων στο γραφείο του για να μην προκαλέσει υποψίες για δικά μας σχέδια αντίδρασης. Την ίδια στιγμή, μέλη της κυβέρνησης που βρίσκονταν σε διαφορετικά μέρη μιλούσαν με Αμερικανούς την στιγμή που οι τελευταίοι βρίσκονταν στην ίδια δική τους αίθουσα κρίσεων.
Τουτέστιν, αντί η πολιτική ηγεσία στο σύνολό της, μαζί με την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων να βρίσκονται στην αίθουσα επιχειρήσεων του υπουργείου Άμυνας για να τα ακούν όλα, να ενημερώνονται με πληροφορίες των υπηρεσιών μας, να ανταλλάσσουν απόψεις για την βέλτιστη στάση και από κοινού να υιοθετούν την βέλτιστη απόφαση, το κράτος λειτούργησε, κυριολεκτικά, ως σκορποχώρι.
Ασφαλώς, και επειδή οι μετά την Χούντα αξιωματικοί των Ενόπλων Δυνάμεων είναι δημοκρατικά εμποτισμένοι δεν αποφάσισαν πόλεμο μόνοι τους. Σχετικές μεταγενέστερες τοποθετήσεις του τότε αρχηγού ΓΕΕΘΑ όσον αφορά τις σχέσεις πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας και πολέμου-πολιτικής είναι παραδειγματικές, εξ ου και τις σχολιάσαμε δεόντως.
Κρατικά επιτελεία και πολιτική συναίνεση
Τρίτον, πριν την κρίση του 1996, κατά την διάρκεια της κρίσης αλλά και μετά την κρίση η Ελλάδα παράλειψε να πληροφορήσει τα άλλα κράτη και ιδιαίτερα τους συμμάχους της ότι είναι απόλυτα τεκμηριωμένο το γεγονός ότι οι νήσοι των Ιμίων ανήκουν στην ελληνική επικράτεια. Υπενθυμίζεται ότι ακόμη και η Ιταλία έκανε μια τέτοια παρέμβαση προς τους Αμερικανούς λέγοντας στον πρέσβη στην Ρώμη ότι: «η θέση της Ιταλίας ήταν ότι τα Ίμια είχαν εκχωρηθεί από τη Ρώμη στην Αθήνα και η Ελλάδα έχει δίκιο».
Είναι να απορεί και να ανησυχεί κανείς για το γεγονός ότι ένα τέταρτο του αιώνα μετά την κρίση των Ιμίων τα παθήματα δεν έγιναν μαθήματα. Η Ελλάδα συνεχίζει να είναι καθηλωμένη στον πάτο όπου την έριξε η ανικανότητα της τότε πολιτικής ηγεσίας. Απουσιάζουν κρατικά επιτελεία, η πολιτική συναίνεση είναι ελλειμματική ή προσχηματική, οι πλείστοι συνεχίζουν να εμφορούνται από παρωχημένες αντιλήψεις για το φαινόμενο του πολέμου και την αποτρεπτική στρατηγική προετοιμασία, ενώ τον κατευνασμό τον έχουν ως πρώτη εάν όχι μοναδική επιλογή.
Το κράτος συνεχίζει να επηρεάζεται από βεβαρημένα (όσον αφορά την εθνική στρατηγική) εξωπολιτικά ιδρύματα ή άτομα και ασφαλώς η πολιτική εξουσία αντί συναλλαγές με τις μεγάλες δυνάμεις ιδιαίτερα τις συμμαχικές συνεχίζει να τα δίνει όλα και να παίρνει μόνο λόγια ή σχέδια. Σχέδια τα οποία εάν εμείς εκμηδενιστούμε οι άλλοι –είτε ο Ερντογάν είναι στην εξουσία στην Άγκυρα είτε κάποιος άλλος– με ευκολία θα καταστήσουν την Τουρκία συνεταίρο εις βάρος των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Ουσιαστικά βρισκόμαστε στο σημείο μηδέν. Ταυτόχρονα από άποψη της αναγκαίας και μη εξαιρετέας σοβαρότητας του κράτους και της πολιτικής του ηγεσίας, είναι εξοργιστικό το γεγονός πως διάφορες περίεργες “συσκέψεις” εξ αντικειμένου υποκαθιστούν τα ανύπαρκτα κρατικά επιτελεία. Όσον αφορά τη “Χάγη”, ήδη είναι η μεταμφίεση αποφάσεων που θα οδηγήσουν όχι στην άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων που προβλέπει το διεθνές δίκαιο αλλά σε μια διελκυστίνδα συζητήσεων για το πώς η νεοοθωμανική Τουρκία θα κυριαρχήσει στρατηγικά και από κάθε άλλη άποψη επί της Ελλάδας και της Κύπρου.