Τι έλεγε η Λούξεμπουργκ για την ουκρανική εθνική ταυτότητα
19/01/2023Στις 21 Φεβρουαρίου συμπληρώνεται ένας χρόνος από την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Στο τότε διάγγελμά του ο Ρώσος πρόεδρος Πούτιν, προκειμένου να τεκμηριώσει την παράνομη εισβολή, είχε αναφερθεί εκτενώς και στα επαναστατικά γεγονότα του 1917/18 και στον ρόλο που αυτά διαδραμάτισαν για την ουκρανική εθνική ταυτότητα. Γεγονότα, τα οποία, ως γνωστόν, οδήγησαν στην κατάρρευση του πολυεθνικού τσαρικού καθεστώτος και στην οικοδόμηση της Σοβιετικής Ένωσης, στο πλαίσιο των λενινιστικών αρχών για την αυτοδιάθεση των εθνών.
Σε αντίθεση με τον Στάλιν, που επιδίωκε την οικοδόμηση της Σοβιετικής Ένωσης με βάση την εθνική αυτονομία μέσα στο ισχυρό ενιαίο κράτος, ο Λένιν κατάφερε τελικά να επιβάλλει το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των εθνών της τσαρικής Ρωσίας. Λίγο μετά το θάνατό του, το 1924, η λύση της εθνικής αυτοδιάθεσης κατοχυρώθηκε και στο Σύνταγμα της ΕΣΣΔ, με τη δημιουργία 15 Σοβιετικών Δημοκρατιών, μεταξύ των οποίων και η Ουκρανία.
Αυτή ακριβώς η πολιτική των Μπολσεβίκων, που σημειωτέον για αρκετό διάστημα δεν ήταν και τόσο σαφής, θεωρείται από τον Πούτιν «όχι μόνο λάθος, αλλά πολύ χειρότερο από λάθος». Συνοπτικά, η θέση του Πούτιν, όπως είχε στο διάγγελμά του και σε άλλες δημόσιες ομιλίες του, είναι πως «η σημερινή Ουκρανία δημιουργήθηκε εξ ολοκλήρου και χωρίς κανέναν περιορισμό από τη Ρωσία, πιο συγκεκριμένα: από τη Μπολσεβίκικη, κομμουνιστική Ρωσία. Αυτή η διαδικασία ξεκίνησε ουσιαστικά αμέσως μετά την επανάσταση του 1917. Ο Λένιν και οι συμπολεμιστές του έδρασαν εξαιρετικά ανελέητα εναντίον της ίδιας της Ρωσίας».
Στη συνέχεια, αμέσως πριν και μετά τον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο, ο Στάλιν προσάρτησε ορισμένες περιοχές που προηγουμένως ανήκαν στην Πολωνία, τη Ρουμανία και την Ουγγαρία στη Σοβιετική Ένωση και τις παρέδωσε στην Ουκρανία. Ως ένα είδος αποζημίωσης, η Πολωνία έλαβε μέρος των παραδοσιακά γερμανικών εδαφών. Και τότε το 1954, για κάποιο λόγο, ο Χρουστσόφ πήρε την Κριμαία από τη Ρωσία και την παρέδωσε και στην Ουκρανία. Έτσι προέκυψε, το έδαφος της Σοβιετικής Ουκρανίας και μάλιστα με δομές εθνικού κράτους (1).
Οι αναγωγές στο παρελθόν της ΕΣΣΔ
Όπως αναμένονταν, για τους Φιλελεύθερους και για ένα σημαντικό τμήμα της Αριστεράς οι σχετικές ιστορικές αναφορές του Πούτιν έχουν θεωρηθεί απλά σαν μία ακόμη απόδειξη του ρωσικού εθνικιστικού αναθεωρητισμού και της ρωσικής ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας εναντίον της Ουκρανίας. Στη σκιά αυτού του άδικου πολέμου στην καρδιά της Ευρώπης υπήρξαν όμως και ορισμένοι που προσπάθησαν, ανατρέχοντας στην ιστορία, να συνδέσουν – για ευνόητους λόγους – την ομιλία του Πούτιν με σημαντικά κείμενα της Ρόζας Λούξεμπουργκ για την αυτοδιάθεση των εθνών και την απαξιωτική κρίση της για την Ουκρανία εκείνης της περιόδου, που διέφερε όντως ριζικά από αυτήν του Λένιν.
Από τους πρώτους μήνες της Ρωσικής Επανάστασης η Ρόζα Λούξεμπουργκ έκανε δριμύτατη κριτική αναφορικά με την μπολσεβίκικη πολιτική της αυτοδιάθεσης των εθνών στην καταρρέουσα τσαρική Ρωσία, που ο Πούτιν θεωρεί τώρα “αφετηρία του κακού” κατά της Ρωσίας. Πέρα όμως από όποιες “συγκλίσεις” στην κριτική του Πούτιν και της Λούξεμπουργκ για αυτή την στάση των Μπολσεβίκων, υπάρχουν και μεγάλες διαφορές και προφανώς διαφορετικά σημεία εκκίνησης της κριτικής σκέψης.
Ο “τσαριστής” Πούτιν, που απορρίπτει αναφανδόν την μπολσεβίκικη επανάσταση, αλλά σέβεται τον Στάλιν, επιχειρηματολογεί (και πράττει) από ιμπεριαλιστική σκοπιά, χωρίς να είναι αυτό όμως το μόνο κίνητρο. Για αυτό και στην επιχειρηματολογία του για την εισβολή στην Ουκρανία αναφέρεται και σε υπαρκτά γεωπολιτικά θέματα όπως π.χ. η ασφάλεια της Ρωσίας, για τα οποία είχαν προ πολλού προειδοποιήσει, ως “φωνή βοώντος εν τη ερήμω”, διάφοροι έγκυροι πολιτικοί αναλυτές (π.χ. Φρίντμαν, Μερσχάιμερ κ.α.).
Αντίθετα, η Ρόζα Λούξεμπουργκ ξεκινά την κριτική της από επαναστατική και αντιιμπεριαλιστική θέση, συνδέοντας τους αναδυόμενους εθνικισμούς κατά την έκρηξη της Επανάστασης στην τσαρική Ρωσία με τα ταξικά συμφέροντα της αντεπαναστατικής αστικής τάξης στις χώρες, στις οποίες «με δογματικό πείσμα» δόθηκε από τον Λένιν εθνική αυτοδιάθεση.
Για τον Πούτιν αυτή η “αυθαίρετη” πολιτική των Μπολσεβίκων αποσκοπούσε αποκλειστικά στη διασφάλιση της εξουσίας τους, που για το λόγο αυτό έφτασαν ακόμα και στην ταπεινωτική Συνθήκη Ειρήνης του Μπρεστ-Λιτόφσκ με το Δεύτερο Ράιχ και όχι στην επιβίωση της σοσιαλιστικής επανάστασης. Για την Λούξεμπουργκ υπήρχε πρωτίστως ζήτημα σύνδεσης της κοινωνικής επανάστασης με το ζήτημα των εθνοτήτων και των ελευθεριών. Αυτό που ξεχωρίζει στην κριτική της για τους Μπολσεβίκους είναι που αυτοί εγκατέλειψαν το προλεταριάτο των περιφερειακών περιοχών της Ρωσικής αυτοκρατορίας στους αντίστοιχους εθνικισμούς των αστών και έτσι απομόνωσαν τους εκεί επαναστάτες από τη ρωσική σοβιετική εξουσία, με αποτέλεσμα να τους αφοπλίσουν πρώτα ιδεολογικά και μετά στρατιωτικά.
Τι έλεγε η Ρόζα Λούξεμπουργκ
Τι έγραψε όμως για το ζήτημα της αυτοδιάθεσης και την στάση των Μπολσεβίκων στο δοκίμιό της “Η Ρωσική Επανάσταση” η Ρόζα Λούξεμπουργκ το φθινόπωρο του 1918, ενώ ήταν φυλακισμένη στο Μπρέσλαου (2). Ευθύς εξ΄ αρχής πρέπει να τονισθεί ότι το περίφημο χειρόγραφο για τη Ρωσική Επανάσταση ήταν πάνω από όλα μια προσπάθεια της Λούξεμπουργκ να δείξει έναν δρόμο για το πώς μπορεί να σωθεί η Επανάσταση που είχε φτάσει σε αδιέξοδο, με άλλα λόγια, να επιβάλει τις πολιτικές ελευθερίες που απειλούνταν ήδη από τους Μπολσεβίκους.
Το καλοκαίρι του 1918, η Γερμανία είχε αναγνωρίσει την ανεξαρτησία της Ουκρανίας, ενώ είναι γνωστό πως ήδη από το 1915 το Γερμανικό Γενικό Επιτελείο στοχεύοντας στη διάλυση της τσαρικής Ρωσίας προπαγάνδιζε το ζήτημα της Ουκρανίας, κάτι που επαναλήφτηκε αργότερα και από τους ναζί, σε συνεργασία με τους Ουκρανούς δοσίλογους ναζί (Στεπάν Μπαντέρα κ.α.). Η άσχημη κατάσταση που βρίσκονταν εκείνη την περίοδο η επανάσταση περιγράφει ο ίδιος ο Τρότσκι ως εξής: «Στα δυτικά, οι Γερμανοί είχαν καταλάβει την Πολωνία, τη Λιθουανία, τη Λετονία, τη Λευκορωσία και σημαντικά τμήματα της Μεγάλης Ρωσίας. (…) Η Ουκρανία ήταν γερμανοαυστριακή αποικία» (3).
Στην κριτική της η Λούξεμπουργκ αποδίδει επίσης στους Μπολσεβίκους «μέρος της ευθύνης» για την «κατάρρευση και αποσύνθεση της Ρωσίας» στην διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου. Ως αιτία αναφέρει την αυτοδιάθεση των εθνών με τον τρόπο που την προχώρησε ο Λένιν : «Για το γεγονός ότι η στρατιωτική ήττα μετατράπηκε σε κατάρρευση και διάλυση της Ρωσίας οι Μπολσεβίκοι έχουν ένα μέρος της ευθύνης. Αυτές οι αντικειμενικές δυσκολίες της κατάστασης επιδεινώθηκαν σε μεγάλο βαθμό από τους ίδιους τους Μπολσεβίκους από ένα σύνθημα που πρόβαλαν στην πρώτη γραμμή της πολιτικής τους: το λεγόμενο δικαίωμα των εθνών στην αυτοδιάθεση ή αυτό που πραγματικά συνεπαγόταν αυτή η φράση: η κατάρρευση του κράτους της Ρωσίας.»
Για την Ρόζα Λούξεμπουργκ η συγκεκριμένη πολιτική των εθνοτήτων έγινε «εξ ανάγκης» γιατί «ο Λένιν και οι σύντροφοι υπολόγισαν προφανώς ότι δεν υπήρχε πιο ασφαλής τρόπος να δεσμεύσουν τις πολλές ξένες εθνικότητες στους κόλπους της Ρωσικής Αυτοκρατορίας στην υπόθεση της επανάστασης, στο πλευρό του σοσιαλιστικού προλεταριάτου, από το να τις δώσουν στο όνομα της επανάστασης και του σοσιαλισμού την εξαιρετικά απεριόριστη ελευθερία να ορίζουν οι ίδιες τα πεπρωμένα τους…».
Η κριτική της Λούξεμπουργκ στον Λένιν
Και συνεχίζει: «Ενώ ο Λένιν και οι σύντροφοι προφανώς περίμεναν ότι ως υπερασπιστές της εθνικής ελευθερίας, και μάλιστα “μέχρι στο σημείο του κρατικού διαχωρισμού”, θα έκαναν τη Φινλανδία, την Ουκρανία, την Πολωνία, τη Λιθουανία, τις Βαλτικές χώρες, τους Καυκάσιους κ.λπ. πιστούς συμμάχους της επανάστασης, ζήσαμε το αντίστροφο θέαμα: το ένα μετά το άλλο από αυτά τα “έθνη” χρησιμοποίησαν τη νέα δωρηθείσα ελευθερία ως θανάσιμο εχθρό εναντίον της ρωσικής επανάστασης και για να συμμαχήσουν με τον γερμανικό ιμπεριαλισμό και υπό την προστασία του να σηκώσουν οι ίδιοι τη σημαία της αντεπανάστασης.»
Μετά την διαπίστωση αυτή η Λούξεμπουργκ προέτρεψε μάλιστα τους Μπολσεβίκους να διδαχτούν από αυτήν την εμπειρία, ότι δηλαδή «υπό την κυριαρχία του καπιταλισμού δεν υπάρχει αυτοδιάθεση του έθνους», ότι σε μια ταξική κοινωνία κάθε τάξη του έθνους αγωνίζεται διαφορετικά για «αυτοδιάθεση» και ότι για τις αστικές τάξεις οι απόψεις της εθνικής ελευθερίας υποχωρούν εντελώς πίσω από αυτές της ταξικής κυριαρχίας. Η φινλανδική αστική τάξη, όπως και η ουκρανική μικροαστική τάξη, συμφωνούσαν απόλυτα να προτιμήσουν την γερμανική τυραννία από την εθνική ελευθερία, εάν αυτό συνδυαζόταν με τους κινδύνους του «Μπολσεβικισμού» (4).
Αναρωτώμενη μάλιστα «πώς γίνεται σε όλες αυτές τις (περιφερειακές) χώρες να θριαμβεύει ξαφνικά η αντεπανάσταση;» η Ρόζα Λούξεμπουργκ δίνει και την απάντηση, εκτιμώντας ότι η συντελούμενη αποσύνθεση της Ρωσίας οφείλεται πρωτίστως στην αδυναμία της Επανάστασης: «Το εθνικιστικό κίνημα … παρέλυσε το προλεταριάτο και το παρέδωσε στην εθνική αστική τάξη των περιφερειακών χωρών. (…) Οι πραγματικές ταξικές αντιθέσεις και οι σχέσεις στρατιωτικής ισχύος επέφεραν την επέμβαση της Γερμανίας. Αλλά οι μπολσεβίκοι παρείχαν την ιδεολογία που συγκάλυπτε αυτή την αντεπαναστατική εκστρατεία, ενισχύοντας τη θέση της αστικής τάξης και αποδυναμώνοντας τη θέση των προλετάριων».
Η ματιά της Λούξεμπουργκ στην Ουκρανία
Αυτό που κάνει επίσης εντύπωση όμως είναι κι ο άκρως απαξιωτικός τρόπος με τον οποίον αντιμετωπίζει η Ρόζα Λούξεμπουργκ τον ουκρανικό εθνικισμό, αναφερόμενη μάλιστα σε «ρωσική Ουκρανία» και στην «ανοησία του ουκρανικού εθνικισμού», την οποία παρουσιάζει μάλιστα και ως «χόμπυ» του Λένιν : «Ο ουκρανικός εθνικισμός ήταν στη Ρωσία πολύ διαφορετικός, ας πούμε, από τον τσέχικο, τον πολωνικό ή τον φινλανδικό, τίποτα άλλο από μια απλή ιδιορρυθμία, μια φάρσα μερικών δεκάδων μικροαστών διανοητών, χωρίς την παραμικρή ρίζα στις οικονομικές, πολιτικές ή πνευματικές συνθήκες της χώρας, χωρίς καμία ιστορική παράδοση, αφού η Ουκρανία δεν είχε ποτέ σχηματίσει έθνος ή ένα κράτος, χωρίς οποιονδήποτε εθνικό πολιτισμό, εκτός από τα αντιδραστικά ρομαντικά ποιήματα του Σεφτσένκο».
Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι οι “ομοιότητες” των απόψεων Πούτιν και Λούξεμπουργκ για την Ουκρανία, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι, δεν ισχύουν. Για αυτό και ο Πούτιν έχει κάνει καμιά αναφορά στη Ρόζα Λούξεμπουργκ στις ομιλίες του. Είναι προφανές όμως ότι η Λούξεμπουργκ σκεφτόταν ακόμα στο πλαίσιο της τσαρικής αυτοκρατορίας. Εκτιμούσε, μέσα σε μια κατάσταση μεγάλης γεωπολιτικής ρευστότητας, ότι μέχρι να υπάρξει μια σοσιαλιστική επανάσταση σε παγκόσμια κλίμακα θα πρέπει τα διάφορα ζητήματα εθνικότητας εντός μιας γιγαντιαίας χώρας όπως η Ρωσία να διατηρηθούν σε κάποιο βαθμό υπό έλεγχο. Σε αυτό το σημείο πλησίαζε περισσότερο με τις θέσεις του Στάλιν περί αυτονομίας των εθνοτήτων, μέσα σε μια ενιαία κρατική οντότητα.
Τέλος, προφανώς και η δριμεία κριτική της Ρόζας Λούξεμπουργκ για την εθνοτική πολιτική των Μπολσεβίκων και την απαξιωτική αναφορά στον ουκρανικό εθνικισμό και δεν δικαιολογεί τον αδικαιολόγητο και άδικο πόλεμο που ακόμα μαίνεται και παραβιάζει κατάφορα το διεθνές δίκαιο. Εντούτοις, κανείς δεν πρέπει στο όνομα της όποιας ηθικής να μη γνωρίζει την προϊστορία του πολέμου στην Ουκρανία, όπως άλλωστε και κάθε άλλου πολέμου.
«Το να είναι κανείς αντίθετος στις προσαρτήσεις, σημαίνει να είναι υπέρ του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης των εθνών». (Βλαντίμιρ Ιλίτς Λένιν)
Αναφορές:
1. Wladimir Putin, Rede an die Nation vom 21.02.2022, in: Zeitschrift Osteuropa.
2. Rosa Luxemburg, Die russische Revolution, in: Politische Schriften III, Frankfurt 1971, 3.unveränderte Auflage, S. 120.
7. Leon Trotzki, Mein Leben, Versuch einer Autobiographie, Frankfurt am Main, 1987, S. 341.
4. Ανάλογες, αλλά πιο επεξεργασμένες απόψεις για την αυτοδιάθεση των εθνών υπάρχουν και στο βιβλίο της Ρόζας Λούξεμπουργκ “Το ζήτημα των εθνοτήτων και η Αυτονομία”, που εκδόθηκε το 1908/09.