Τι μας έμαθε ο Νίμιτς
23/01/2018του Θοδωρή Καρναβά –
Ο Μάθιου Νίμιτς, ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ για το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων, με αφορμή την επανέναρξη των συνομιλιών, έκανε την ακόλουθη δήλωση: “πρέπει να είμαστε ρεαλιστές, αυτή τη στιγμή το όνομα της χώρας στον ΟΗΕ είναι Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Μπορούμε να βρούμε μια λύση, ο όρος ‘Μακεδονία’ περιλαμβάνεται στην ονομασία και αναγνωρίζεται από την Ελλάδα. Επίσης, πάνω από 100 χώρες αναγνωρίζουν αυτή τη χώρα ως Republika Makedonija και άρα ο όρος ‘Μακεδονία συνδέεται με τη χώρα αυτή”.
Η δήλωση αυτή συνοψίζει δυστυχώς όλη την ουσία της προβληματικής ελληνικής στάσης τα τελευταία 25 χρόνια. Αυτή η στάση είναι αναγκαίο και μπορεί να αλλάξει τώρα. Η Ελλάδα αποδέχτηκε την ένταξη του γειτονικού κράτους στον ΟΗΕ με την προσωρινή ονομασία ΠΓΔΜ, που περιλαμβάνει τον όρο Μακεδονία. Έτσι η Ελλάδα συναίνεσε στην ένταξή του στη διεθνή κοινότητα. Θεωρητικό αντάλλαγμα ήταν η αποκήρυξη του αλυτρωτισμού από μέρους των Σκοπίων εναντίον της Ελλάδας. Ταυτόχρονα, θα δινόταν χρόνος για συνομιλίες με στόχο την οριστική κατάληξη σε μόνιμη λύση.
Όμως, η συμφωνία αυτή ήταν στην πράξη ετεροβαρής και προμήνυε αυτό που ακολούθησε τα χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι σήμερα. Τα Σκόπια ποτέ δεν αποκήρυξαν τον αλυτρωτισμό τους και την επιθετικότητά τους εις βάρος της Ελλάδας, διότι ποτέ δεν είχαν πρόθεση για κάτι τέτοιο. Και ποτέ δε διαπραγματεύτηκαν όλα αυτά τα χρόνια, όπως έχουν μαρτυρήσει Έλληνες διαπραγματευτές στον ΟΗΕ (Ζαχαράκης).
Έγιναν μέλος της διεθνούς κοινότητας και προώθησαν στις διμερείς τους σχέσεις το όνομα “Δημοκρατία της Μακεδονίας”. Έτσι, με παρελκυστική τακτική στις διαπραγματεύσεις, κέρδιζαν συνεχώς χρόνο, έκαναν πολυκάναλη διεθνή προπαγάνδα ιστορικής παραχάραξης και έθεταν την Ελλάδα μπροστά σε συνεχώς δυσμενέστερα τετελεσμένα διμερών αναγνωρίσεων.
Σε αυτό τους διευκόλυνε και η προσωρινή ονομασία που περιελάμβανε τον όρο Μακεδονία. Ταυτόχρονα, η προσωρινή ονομασία έθετε και τα όρια, όπως τώρα ομολογεί ο Νίμιτς, της όποιας μελλοντικής διαπραγμάτευσης: “ο όρος Μακεδονία περιλαμβάνεται στην ονομασία και αναγνωρίζεται από την Ελλάδα“.
Αλλαγή στάσης τώρα
Όλα αυτά τα χρόνια, η ελληνική εξωτερική πολιτική ακολούθησε συνολικά μια καταφανώς δυσμενή για τα εθνικά συμφέροντα στάση. Μικρές αναλαμπές το βέτο στο Βουκουρέστι και η άρση αναγνωρίσεων από κάποιες χώρες. Συνοπτικά, η πολιτική που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις της Ελλάδας τα τελευταία 27 χρόνια είχε ως αποτέλεσμα να χαρίσουν χρόνο στην άλλη πλευρά και να δυσχεράνουν τη διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας.
Και όλο αυτό, γιατί “δεν μπορούσαμε να κάνουμε αλλιώς. Γιατί ο διεθνής παράγοντας δεν μας υποστήριξε και γιατί κάναμε ό,τι ήταν εφικτό”. Όμως αυτή η πολιτική “του εφικτού” μας έφερε εδώ. Και μας θυμίζει ότι τα προβλήματα δε λύνονται με μετάθεσή τους υπό δυσμενέστερες συνθήκες στο μέλλον. Ούτε υποβαθμίζοντας το πολιτικό, διπλωματικό, οικονομικό, γεωστρατηγικό κεφάλαιο της χώρας ή βρίσκοντας βολικό καταφύγιο στη μοιρολατρία. Κυρίως όμως, μας υπενθυμίζει ότι η εξωτερική πολιτική οφείλει πρώτα από όλα να έχει εθνικές προτεραιότητες, ειδάλλως αποτυγχάνει. Και τέλος, ότι αν μια συμφωνία είναι κακή, παράγει αποτελέσματα πολλαπλώς αρνητικά στο μέλλον.
Τώρα είναι ώρα ριζικής αλλαγής στάσης. Να εκμεταλλευτούμε τη συγκυρία της μεγάλης ανάγκης των Σκοπίων να ενταχθούν σε ΝΑΤΟ-ΕΕ. Η πολιτική μας πρέπει να λαμβάνει υπόψη την καταφανή καταστρατήγηση της Ενδιάμεσης Συμφωνίας από τα Σκόπια. Να αξιοποιεί όλα τα διεθνή φόρα εκπαίδευσης, πολιτισμού και διπλωματίας για την προώθηση των ελληνικών δικαίων και της ιστορικής αλήθειας.
Να αξιοποιεί όλο το γεωστρατηγικό και οικονομικό πλεονέκτημα της Ελλάδας έναντι της ΠΓΔΜ και στους διεθνείς οργανισμούς, αλλά και στις διμερείς σχέσεις. Να θυμόμαστε πάντα ότι όσες χώρες κι αν αναγνωρίσουν με το συνταγματικό τους όνομα τα Σκόπια, η υπογραφή της Ελλάδας είναι αυτή που μετράει. Γι’ αυτό και το πρόβλημα υπάρχει ακόμα για τα Σκόπια. Οι 100 και πλέον χώρες που αναγνώρισαν τα Σκόπια με το συνταγματικό τους όνομα το έκαναν γιατί δεν είχαν καμία όχληση και κανένα ουσιαστικό διάβημα από την Ελλάδα. Αυτή η πραγματικότητα είναι πλήρως αντιστρεπτή, αν η Ελλάδα μεταβάλει στάση.
Ο Νίμιτς μας καλεί γενικώς να είμαστε ρεαλιστές. Δεν μας κατονομάζει, αλλά στην πράξη καλεί την Ελλάδα και τους Έλληνες να είναι ρεαλιστές απέναντι σε ό,τι η πολιτική τάξη της Ελλάδας αποδέχτηκε τα τελευταία 27 χρόνια. Είναι μια δήλωση με συγκεκαλυμμένο κυνισμό, μια υπόμνηση των τετελεσμένων. Η ελληνική πολιτική ελίτ, με τις συνεχείς υποχωρήσεις της, έχει δώσει το δικαίωμα να γίνονται τέτοιες δηλώσεις από διεθνείς αξιωματούχους. Η ίδια είναι που πρέπει με τη στάση της να αφαιρέσει αυτό το δικαίωμα.