Tο άνοιγμα της Μεγάλης Πύλης για τον σμηνίτη της ΕΛΔΥΚ
17/01/2022Βράδυ του 1955 στις Πλάτρες της Κύπρου. Ένα αηδόνι ”ντροπαλό”, χαμένο στα φυλλώματα του δάσους, κελαηδάει ζαλιστικά την στιγμή του χωρισμού των ψυχών απ’ τα σώματα ”αυτών που ξέρουν πως δε θα γυρίσουν”. Η ”τυφλή φωνή” του, που ήξερε να ”ψηλαφεί μέσα στην νυχτωμένη μνήμη βήματα και χειρονομίες… και το ”πικρό τρικύμισμα της ξαγριεμένης σκλάβας”, αφύπνισαν τον Γιώργο Σεφέρη και τον έκαναν να φέρει στο φως την εκδοχή που ήθελε την Ελένη της Σπάρτης να μην έφυγε ποτέ απ’ αυτήν, γιατί η θεά Αφροδίτη ξεγέλασε τον Πάρη δίνοντάς του ένα ομοίωμά της.
Εξήντα επτά χρόνια από το εμπνευσμένο βίωμα του ποιητή στην Μεγαλόνησο, στο δρόμο προς το ίδιο χωριό – τις Πλάτρες, στις πλαγιές του Τροόδου– ένα άλλο αηδόνι χαμένο στο δάσος κελάηδησε με ”τυφλή φωνή” τον πικρό χωρισμό της ψυχής απ’ το σώμα ενός νέου.
Ήταν ο 19χρονος Σμηνίτης (εθνοφρουρός στην ΕΛΔΥΚ) Βαγγέλης Γιαννόπουλος, (γιος του παλαίμαχου μπασκετμπολίστα της ΑΕΚ και του Ολυμπιακού, Αλέξη Γιαννόπουλου), που έχασε πρόσφατα τη ζωή του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα.
Μερικές φορές αναρωτιέσαι γιατί ο Θεός σκέφτεται με αυτόν τον τρόπο… Χάσαμε τον γιο μας σε δυστύχημα στις 13 του μηνός. Σμηνίτης Ευάγγελος Γιαννόπουλος ετών 19. Παρών! Πόνος… πόνος… πόνος…, έγραψε στο Facebook ο απαρηγόρητος πατέρας. Κι εμείς, ως χορός αρχαίου δράματος που συμμετέχει στο ανθρώπινο βίωμα του θανάτου ενός νέου ανθρώπου, ψελλίσαμε σαν μοιρολόι λίγες γραμμές απ’ το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, οι οποίες αποτυπώνουν λιτά το θρησκευτικό βίωμα της ζωής και του θανάτου.
Η αλληγορία του σπόρου
Αυτό που στηρίζεται στην αλληγορία της ζωτικής διαδικασίας του σπόρου την οποία χρησιμοποίησε ο Χριστός για να δώσει στους ανθρώπους να καταλάβουν τον θάνατο και την ανάστασή του: «Εάν μη ο κόκκος του σίτου πεσών εις την γην αποθάνη, αυτός μόνος (ένα μόνο σπυρί) μένει εάν δε αποθάνει, πολύν καρπόν φέρει…» Το σπυρί-σιτάρι (ο Χριστός) που έσπειρε ο γεωργός (Θεός) έπεσε στην αγκαλιά της γης και πέθανε. Με το θάνατο όμως του σταριού αρχίζει η διαδικασία της αιώνιας ζωής η οποία γεννιέται από τον θάνατο. ..
Δύσκολο έως αδύνατο, να χωνέψει αυτήν τη θεία ερμηνεία ένας χαροκαμένος άνθρωπος που έμεινε με άδεια αγκαλιά και δεν μπορεί να παρηγορηθεί από την οδύνη της απώλειας του παιδιού του… Δύσκολο έως αδύνατο να παρηγορηθεί ο Χριστιανός που βιώνει την απώλεια του ανθρώπου του με την ιδέα ότι ανάμεσα στην ”καινή τροφή” (όπως αποκαλούσε ο Γρηγόριος Θεολόγος τον Χριστό) και τους πιστούς (τους κόκκους σιταριού που συγκροτούν το σώμα της Εκκλησίας) υπάρχει η σωτήρια σχέση ζωής και Ανάστασης.
Γι’ αυτό ακούσαμε τον χαροκαμένο πατέρα να λέει «Μερικές φορές αναρωτιέσαι γιατί ο Θεός σκέφτεται με αυτόν τον τρόπο». Κι αυτή είναι η επιεικέστερη έκφραση παράπονου, γιατί η συνήθης οδηγεί στην απάρνησή Του (”Δεν υπάρχει Θεός”), αντί του ”υπάρχει, αλλά είναι άδικος,” κάτι που έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με τα περί Θείας Δικαιοσύνης και ελεήμονος Θεού της χριστιανικής πίστης.
Ζωή και θάνατος
Σε τέτοιες τραγικές στιγμές το πιο ακραίο που σου έρχεται να κάνεις είναι να ακολουθήσεις τον ”κόκκο” που χάθηκε φτάνοντας ως το άνοιγμα της μεγάλης Πύλης, απ’ όπου φαίνεται πλατύτερος ο ορίζοντας του θανάτου. Μόνο που εκεί θα διαπιστώσεις ότι δεν είσαι Ορφέας για να κατέβεις ζωντανός στον Άδη και να φέρεις πίσω τον προσφιλή σου νεκρό. Δεν είσαι Ηρακλής για να φτάσεις σώος στον Κάτω Κόσμο και να επιστρέψεις πίσω στη γη. Ούτε Οδυσσέας είσαι, για να πας και να γυρίσεις απ’ τα πέρατα του Ωκεανού, τη χώρα των Κιμμερίων, όπου βασιλεύει το σκοτάδι (Νέκυια, ραψ. λ ”Οδύσσεια”).
Δεν είσαι παρά ένας ”κόκκος άμμου” κι εσύ. Ένας ”κόκκος” ακόμα που βιώνει το ξεκλήρισμα του θανάτου. Έτσι, αν διαβείς –στην παρανοϊκότητα του πόνου σου– το οριακό σημείο του πεπερασμένου που το λέμε ”ζωή”, τότε ό,τι εγκόσμιο υπάρχει μέσα σου θα σβήσει και θα βιώσεις ό,τι άπειρο και υπερβατικό σε συνοδέψει μέχρι να φτάσεις στους ανεξερεύνητους χώρους του Παραδείσου και της Κόλασης όπου συμβιούν οι τεθνεώτες.
Με άλλα λόγια, στο παρά πέντε της μετάβασής σου στον θάνατο (με ζώσα ακόμα τη συνείδησή σου που κουβαλάει τη γνώση και τη μνήμη με τις βιωματικές εμπειρίες σου) θα αρχίσεις να ζεις τον Θεό, σαν να τον πρωτοαντικρίζεις. Ιερή στιγμή που τη βιώνει ο καθένας –συνειδητά ή ασυνείδητα– τα τελευταία δευτερόλεπτα της ζωής του, έστω κι αν είναι πιστός χριστιανός, άθεος, ειδωλολάτρης, μωαμεθανός ή όποιας θρησκείας και δόγματος ακόλουθος στην επίγεια ζωή του.
Η ”τυφλή φωνή” του αηδονιού στο στερνό κατευόδιο
Τη στιγμή που η καρδιά και ο νους του φτάσουν στο τέρμα, λύνεται το αίνιγμα της ζωής και το μυστήριό της. Το ”εγώ” και ο ”λόγος” του εξαφανίζονται και ο ”κόκκος της άμμου” αγγίζει τον Ύψιστο, τον Θεό ή την Ανώτερη Δύναμη που εν ζωή αμφισβητούσε. Είναι το σημείο όπου συμπίπτουν η υποκειμενική βίωση και η αντικειμενική της υπόσταση, το υποκείμενο με το αντικείμενο. Γι’ αυτό και στα τελευταία τους οι άνθρωποι συνειδητοποιούν το μεγαλείο της ζωής και την αφροσύνη του θανάτου.
Συνειδητοποιούν ότι, παρά τα φαρμάκια που τους πότισε και τις παγίδες που τους έστησε η πρώτη, ανάδινε την ζωογόνα πνοή της δημιουργίας που παρέπεμπε στην Δημιουργό της. Ανάδινε μια εσωτερική μαγεία ανυπέρβλητη, που τους έδινε τη δυνατότητα να θρώσκουν άνω ως Άνθρωποι και να γίνουν ”κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση” Αυτού που τους έπλασε. “Tertium non datur” (“τρίτη επιλογή” ως εναλλακτική δυνατότητα – πέραν της ζωής και του θανάτου – δεν υφίσταται), όπως έλεγαν οι αρχαίοι Ρωμαίοι. Έτσι η ωραία μέρα της ζωής τελειώνει με την ”τυφλή φωνή” του αηδονιού που σαν άλλος ”θίασος” την αποχαιρετά με τραγούδι εξαίσιο προαναγγέλλοντας τον θάνατο πίσω απ’ το ηλιοβασίλεμα το οποίο κυοφορεί την αυγή της επόμενης μέρας.
Φευ!., ”κανείς δε φοβάται το μη-είναι αυτής της στιγμής, αλλά τη μετάβαση σε αυτό…” (στο έσχατο όριο της ύπαρξής μας, δηλαδή), όπως έλεγε ο ακαδημαϊκός Κωνσταντίνος Τσάτσος. Φοβάται την μετάβαση στο ”σημείο μηδέν” που ταυτίζεται με τη λήξη του χρόνου της προσωπικής διαδρομής και ιστορίας του. Συνελόντι ειπείν, ακολουθούμε όλοι ανεξαιρέτως τον ρυθμό του χρόνου τακτικά, ρυθμικά και αδυσώπητα πορευόμενοι προς το τέλος μας με πλήρη συνείδηση της μηδαμινότητάς μας μέσα στην ιστορία του ανθρώπου..
Πορευόμενοι στην αιωνιότητα που εξισώνει τους μικρούς με τους μεγάλους, τους πλούσιους με τους φτωχούς, τους ισχυρούς με τους ανίσχυρους, τους τίμιους με τους άτιμους, τους τυχερούς με τους άτυχους και τους πιστούς με τους άπιστους. Μας εξισώνει στον κόσμο της ”υποχρεωτικής” αθανασίας που δεν τον σκιάζει ο ατομοκεντρισμός της υλικής μας υπόστασης, αλλά τον φωτίζει η νέα μορφή που θα πάρει η ψυχική ζωή μας με όλες τις μεταθανάτιες προεκτάσεις της για τις οποίες ευχόμαστε και προσευχόμαστε να καταλήξουν στα χέρια του Θεού του ελέους και όχι σ’ αυτά των χωρίς έλεος εχθρών Του…