Το χαμένο αντιστασιακό φρόνημα των Ελλήνων και το νέο “όχι” στην Τουρκία
29/10/2022Ο ελληνικός λαός στις 28 Οκτωβρίου του 1940 ήρθη στο ύψος των ιστορικών περιστάσεων, ξεπερνώντας κάθε ιδεολογικό και πολιτικό φανατισμό, εμφύλιο διχασμό, προσωπικές φοβίες και ατομικά συμφέροντα, προτάσσοντας αποκλειστικά και μόνο το αντιστασιακό φρόνημα και την προστασία της ελευθερίας και αξιοπρέπειάς του, ως έθνος ενάντια στο φασισμό.
Πρόκειται για ιστορική καταγραφή γιγαντιαίων διαστάσεων, αφού το ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου απέναντι στον ισχυρότατο φασιστικό και ναζιστικό άξονα αποτελούσε την εξαίρεση στον ευρωπαϊκό κανόνα της τότε περιόδου, καθώς ελάχιστες ευρωπαϊκές κοινωνίες αντιστάθηκαν και πολέμησαν, ενώ οι περισσότερες πολέμησαν, είτε τυπικά, είτε συνθηκολόγησαν. Γι’ αυτό υπήρξε βαρύτατο τίμημα για την αντίσταση του αυτή, αφού κατά την περίοδο της Κατοχής οι ναζί προχώρησαν σε τοπικές γενοκτονίες και πλήρη διάλυση της παραγωγικής βάσης της χώρας.
Η συμπλήρωση των ογδόντα δύο χρόνων από το μεγαλειώδες Έπος του ’40 βρίσκει τη χώρα μας μπροστά σε μεγάλα προβλήματα και κινδύνους. Τα σοβαρά προβλήματα της οικονομίας συνέχονται με τα μείζονα εθνικά θέματα εξαιτίας της επιθετικότητας της νεοθωμανικής Τουρκίας, που αποτελεί πλέον δομική απειλή, εκατό χρόνια από τη μαύρη επέτειο της Μικρασιατικής Καταστροφής. Η τουρκική απειλή σε συνδυασμό με τα διογκούμενα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα εξαιτίας του στρεβλού συστήματος παρακμής και της νοσηρής κομματοκρατίας που λυμαίνεται τη χώρα και το τεράστιο δημογραφικό πρόβλημα, συνθέτουν ένα ιδιαίτερα σκοτεινό ψηφιδωτό για το μέλλον του Ελληνισμού.
Πέραν όμως αυτών, σημαντικό παράγοντα αποτελεί και η υποδόρια κάμψη του αντιστασιακού χαρακτήρα του λαού μας εξαιτίας της δανεικής και κάλπικης “ψευδοευημερίας” κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης και της επικράτησης ενός άκρατους παρασιτισμού στον παραγωγικό τομέα, με τον αντίστοιχο υπερκαταναλωτισμό ως κυρίαρχο αφήγημα των Νεοελλήνων. Η κάμψη αυτών των “αντιστασιακών αντανακλαστικών” που χαρακτηρίζει την ιστορική μας διαδρομή ως μικρού ιστορικού λαού αποτελεί κρίσιμη παράμετρο για το παρόν και το μέλλον της.
Και αυτό γιατί, όπως ανέπτυξε ο Νίκος Σβορώνος, ο αντιστασιακός χαρακτήρας αποτελεί ένα εκ των κεντρικών διαχρονικών στοιχείων του λαού μας και διέπει το σύνολο της Νεοελληνικής Ιστορίας: «Είναι η προσπάθειά του να διαφυλάξει την ιδιαίτερη προσωπικότητά του σαν λαός». Η διαδικασία σταδιακής ανάπτυξης της εθνικής συνείδησης και συγκρότησης των μικρότερων ιστορικών Λαών, προϋπέθετε την διεκδίκηση της πολιτικής τους ανεξαρτησίας και της οικονομικής και πολιτικής τους αυτονόμησης.
«Μέσα από την πάλη ενάντια σε υπερεθνικές αυτοκρατορίες στην αρχή και, στη συνέχεια, ενάντια σε υπερεθνικά ιμπεριαλιστικά συγκροτήματα. Η αντιστασιακή αυτή διαδικασία ξεκινά από την Τουρκοκρατία, εκφράζεται στην Επανάσταση του 1821, και συνεχίζει όλον τον 19ο αιώνα εναντίον των εξω-ελλαδικών δυνάμεων, που παίζουν πρωτεύοντα ρόλο στην μοίρα του Ελληνισμού. Κορυφώνεται με το “Έπος του ’40” και την εθνική και αντιφασιστική αντίσταση του 1940-1945 και την ΕΑΜική αντίσταση».
Από την κίβδηλη ευδαιμονία στα Μνημόνια
Αυτός ο αντιστασιακός χαρακτήρας, που χαρακτηρίζει ως διαχρονικός ιστός την Νεοελληνική Ιστορία, άρχισε να εμφανίζει ρωγμές κατά την περίοδο της “ύστερης Μεταπολίτευσης”, όπου στο πλαίσιο του παρασιτικού καταναλωτικού μοντέλου και της “κίβδηλης” ευημερίας, ενδυναμώθηκε και ο λεγόμενος “εθνομηδενισμός”, ως δήθεν αντίποδας στην ακραία εκμετάλλευση της έννοιας του πατριωτισμού από τη Χούντα των Συνταγματαρχών και τα πάσης φύσεως ακροδεξιά και ναζιστικά μορφώματα.
Παράλληλα, ενώ θα περίμενε κανείς εξαιτίας του μνημονιακού “οδοστρωτήρα” της προηγούμενης δεκαετίας και της παρούσας συνεχόμενης μεταμνημονιακής κηδεμονίας, που διέλυσε τον κοινωνικό ιστό και δημιούργησε συνθήκες απώλειας της εθνικής κυριαρχίας, να ενισχυθεί ο αντιστασιακός χαρακτήρας του λαού μας, είχαμε τα αντίθετα αποτελέσματα: Την παραπέρα, δηλαδή, υπονόμευσή του, συμβάλλοντας σημαντικά σ’ αυτό, μεταξύ άλλων και η αίσθηση που έχουν τα πενόμενα κοινωνικά στρώματα (εργαζόμενοι, αγρότες, μικρομεσαίοι επαγγελματίες) για το ότι το ανεπαρκές, εξαρτημένο και πελατειακό ελληνικό κράτος, το πολιτικό σύστημα και η ολιγαρχική κομματοκρατία αίρουν καθημερινά τα κοινωνικά, πολιτικά, δημοκρατικά και οικονομικά τους δικαιώματα, δημιουργώντας συνθήκες έτσι αποστέρησης της μνήμης και του ιστορικού παρελθόντος.
Πρόκειται για σοβαρότατη μετάλλαξη με απροσδιόριστες συνέπειες, διότι ο παρασιτισμός, που αποτελεί “μολυντικό παράγοντα” στο σώμα του Ελληνισμού από τα πρώτα στάδια της νεώτερης συγκρότησής του, αφορούσε, μέχρι τις τελευταίες δεκαετίες, κυρίως τις “άρχουσες” τάξεις. Οι ασθενέστερες οικονομικά κοινωνικές τάξεις, που αποτελούν και τη κρίσιμη μάζα του αυθόρμητου πατριωτισμού στη χώρα ήταν ακόμα δεμένες με τη γη και την παραγωγή και αυτό τροφοδοτούσε τον αντιστασιακό τους χαρακτήρα, όπως φάνηκε περίτρανα στο Έπος του ’40.
Οι συνθήκες αυτές γίνεται αντιληπτό ότι είναι ιδιαίτερα επικίνδυνες λόγω της σημερινής ρευστής γεωπολιτικής συγκυρίας και των μεγάλων εθνικών κινδύνων, που ξεπροβάλλουν πίσω από την πρόδηλη τουρκική επιθετικότητα, με την οποία απειλούνται ευθέως τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδος και της Κύπρου. Όσο και αν ο ελληνικός λαός είναι φιλειρηνικός στις σημερινές συνθήκες δημιουργείται ξανά η ανάγκη να ειπωθεί το “ΟΧΙ” απέναντι στον τουρκικό επιβουλέα. Ως εκ τούτου, η σημασία και οι αξίες του Έπους του ’40 συνιστούν βασικές παράμετρούς για την επανανοηματοδότηση του αντιστασιακού ήθους, μετά τις διαλυτικές συνθήκες που επικράτησαν κατά την ύστερη Μεταπολίτευση και την μνημονιακή-μεταμνημονιακή κηδεμονία.
Ενόψει αυτών, περισσότερο από ποτέ απαιτείται η ενεργοποίηση των λαϊκών στρωμάτων και του κάθε ενεργού Έλληνα πολίτη για τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού υποκειμένου με πατριωτικά και δημοκρατικά χαρακτηριστικά, συνδυάζοντας ταυτόχρονα το εθνικό με το κοινωνικό και το δημοκρατικό στοιχείο.