Το Μανιφέστο της κας Προέδρου – Δικαστικός ακτιβισμός
05/04/2021Σε προηγούμενο άρθρο αναφέρθηκα στο άρθρο-μανιφέστο της κας Σακελλαροπούλου εναντίον της “τυραννίας της πλειοψηφίας”, αλλά και στις αναφορές της στο “κράτος δικαίου”. Ανέλυσα τις ιδεολογικές βάσεις και τις ενδεχόμενες προεκτάσεις ενός τέτοιου “κράτους δικαίου”. Η ανάλυση πρέπει να συμπεριλάβει και τα ζητήματα του διαχωρισμού των εξουσιών, των νομιμοποιητικών αρχών των νόμων και των παράλληλων δικαστικών ιεραρχιών.
Στο Πνεύμα των Νόμων (1748) ο Μοντεσκιέ μίλησε για θεσμικά αντίβαρα ως μέσον αποφυγής κατάχρησης της εξουσίας. Προτείνει τις τρεις εξουσίες (νομοθετική, εκτελεστική, και δικαστική), θεωρώντας την τελευταία σαν το “στόμα του νόμου”: «οι δικαστές δεν είναι παρά το στόμα που προφέρει τα λόγια του νόμου, όντα που δεν μπορούν να μετριάσουν ούτε την δύναμη ούτε την αυστηρότητά του».
Το άρθρο 5 του ναπολεόντειου αστικού κώδικα είναι εξίσου περιοριστικό: «Απαγορεύεται στους δικαστές να εκφράζονται μέσω γενικής και κανονιστικής ρύθμισης επί των υποθέσεων που τους υποβάλλονται». Αυτή η πολύ περιοριστική οπτική της δικαστικής εξουσίας, προϊόν αντίδρασης απέναντι στις προεπαναστατικές δικαστικές αυθαιρεσίες, ίσως φαίνεται αντίθετη στο αίτημα του συνταγματικού ελέγχου. Θεωρώντας όμως το Σύνταγμα ως ισχυρότερο νόμο, ο δικαστής κάλλιστα μπορεί να εφαρμόσει το Σύνταγμα αντί ενός (λιγότερο ισχυρού) αντισυνταγματικού νόμου (άρθρο 93.4).
“Κράτος δικαστών”
Το πρόβλημα ξεκινά όταν ο δικαστής ξεφεύγει από τον στενό του ρόλο, ερμηνεύοντας βάσει γενικών αρχών (π.χ. με “ηθικές αξιώσεις”) κάποιον υποθετικό “σκοπό” του νόμου και του Συντάγματος – η λεγόμενη “τελεολογική” έναντι της “γραμματικής” ερμηνείας. Ο δικαστής τότε, στο μέτρο που εφαρμόζει επιλεκτικό σκεπτικό με γνώμονα πολιτικό αποτέλεσμα, σφετερίζεται το νομοθετικό ρόλο, διενεργώντας “δικαστικό ακτιβισμό”, σύμφωνα με τον όρο του Guy Canivet, πρώτου προέδρου του γαλλικού ακυρωτικού δικαστηρίου.
Το ζήτημα του “κράτους των δικαστών” είναι παλιό. Ο καθηγητής Ανδρουλάκης το είχε εξετάσει με αφορμή μια σύγκρουση Ανδρέα Παπανδρέου-Κώστα Μητσοτάκη (Το “Κράτος των Δικαστών-ένα ανύπαρκτο σκιάχτρο; Νομικό Βήμα, 1985, 1505) καταλήγοντας ότι δεν υπάρχει κατ’ αρχήν όριο στον συνταγματικό έλεγχο, καθώς «τον τελικό λόγο έχει η συνείδηση του δικαστή». Συνείδηση που μπορεί να επηρεάζεται από πολιτικές απόψεις ή πολιτικές πιέσεις.
Ο πρώην αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας Αθανάσιος Ράντος ενδεικτικά αναφέρει: «υπέρβαση της θεωρίας, και της κοινωνίας, ιδίως σε θέματα περιβάλλοντος», «”σήκωμα του δείκτη” στην κοινωνία. Υπερβολικός “διδακτισμός”». Διακρίνει δε κάποιο μεγαλόπιασμα: «καθένας μας θέλει να έχει μερίδιο στη “μεγάλη νομολογία”. Αρχίζει η αναγωγή των πάντων στο Σύνταγμα». Είναι λοιπόν το έδαφος έτοιμο για δικαστικό ακτιβισμό εντός Ελλάδος; Μήπως μένει το μανιφέστο; Ο νόμος αντλεί την νομιμοποίησή του από ανώτερη αρχή. Στις ανατολίτικες δεσποτείες δινόταν μέσω θείας αποκάλυψης, όπως οι Δέκα Εντολές, με τον μονάρχη να εξασφαλίζει την εφαρμογή τους στο επίγειο βασίλειο.
Οι νόμοι
Στην αρχαία Ελλάδα οι νόμοι είχαν “θεία χάρη”. Η Θέμις και η Δίκη ήταν θεότητες. Κατά τον Ηράκλειτο «τρέφονται γὰρ πάντες οἱ ἀνθρώπειοι νόμοι ὑπὸ ἑνός τοῦ θείου». Κατά τον Πλούταρχο ο Λυκούργος έλαβε τους νόμους της Σπάρτης από τον Πύθειο Απόλλωνα, ενώ στις “Ευμενίδες” του Αισχύλου, η Αθηνά συμμετέχει στην δίκη του Ορέστη με τις Ερινύες να διαμαρτύρονται που οι νέοι θεοί γκρέμισαν τους παλαιούς νόμους («ἰὼ θεοὶ νεώτεροι, παλαιοὺς νόμους καθιππάσασθε κἀκ χερῶν εἵλεσθέ μου»).
Στην Ελλάδα, όμως, όπως διευκρινίζει ο Ρώσος ιστορικός Μιχαήλ Ροστόφτσεφ, «αν και ο νόμος χαίρει θείας προστασίας, δεν είναι ούτε θεία αποκάλυψη ούτε αναλλοίωτος κανόνας συμπεριφοράς… Αν ένας νόμος προσβάλλει την συνείδηση της πλειοψηφίας, μπορεί και πρέπει να αλλάξει· αλλά όσο ισχύει, όλοι υποχρεούνται να τον υπακούν διότι υπάρχει κάτι θείο μέσα του, και μέσα στην ίδια την ιδέα του νόμου».
Ο Ρουσσώ, στο “Κοινωνικό Συμβόλαιο”, θέτει ως ανώτατη νομιμοποίηση του νόμου τον “κυρίαρχο λαό”: «ο νομοταγής Λαός πρέπει να είναι ο νομοθέτης» και «η νομοθετική εξουσία ανήκει στον λαό και δεν μπορεί να ανήκει παρά μόνον σε εκείνον». Σε μια δημοκρατία, ιεραρχικά ανώτερη είναι η λαϊκή βούληση που εκφράζεται μέσω εκλογών ή δημοψηφίσματος.
Τα ελληνικά Συντάγματα προτείνουν ένα πάντρεμα. Ιδιαίτερο χώρο κατέχει η θρησκεία, ήδη από το προοίμιο του Συντάγματος της Επιδαύρου («Εν ονόματι της Αγίας και αδιαιρέτου Τριάδος»), χώρος που κατοχυρώνεται στα μη αναθεωρήσιμα άρθρα. Από το 1975 ο Πρόεδρος ορκίζεται στην Αγία Τριάδα και δεν προβλέπεται πολιτικός όρκος. Επίσης, από το Σύνταγμα του 1864 ορίζεται ότι όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Έθνος, ενώ από το Σύνταγμα του 1975 μέχρι και το ισχύον, ορίζεται επιπλέον ότι «θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία… όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό… υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους» (άρ. 1.2 και 1.3).
Το δικαστικό σύστημα
Το δικαστικό σύστημα, λοιπόν, υπηρετεί την λαϊκή κυριαρχία και το Έθνος. Το Σύνταγμα διασφαλίζει μεν ανεξιθρησκεία, αναγνωρίζει δε επίσημη θρησκεία. Άρα η κα Σακελλαροπούλου, κονταροχτυπιέται όχι μόνον με την αρχαιοελληνική αντίληψη ή εκείνη του Διαφωτισμού, αλλά και με το Σύνταγμα που ορκίστηκε να προασπίζει! Φιλοσοφικά, η αντίληψή της προσιδιάζει περισσότερο σε εκείνη της ανατολίτικης δεσποτείας.
Μόνον που αντί για την αιγυπτιακή Μαάτ, ή τον εβραϊκό Γιαχβέ, νομιμοποίηση παρέχει πάλι “από τα πάνω”, κάποια μοντέρνα ιδεολογία (ανθρώπινα δικαιώματα), ή κάποιο αυθαιρέτως επιλεγέν “υπέρτατο” παγκόσμιο διακύβευμα (κλιματική αλλαγή, κορωνοϊός, τρομοκρατία κ.α.). Αυτά προάγονται ως αδιαπραγμάτευτη πηγή νομιμοποίησης του νόμου. Και ας αναλογισθούμε τι έχουν υποστεί τα συνταγματικά δικαιώματα στην “χώρα της ελευθερίας” μετά το Patriot Act.
Τί θα συμβεί αν οι δικαστές, εμπνεόμενοι από τέτοια ιδανικά, θελήσουν να αναλάβουν και την διαχείριση των κεντρικών πολιτικών που χαίρουν λαϊκής ψήφου;
Τον Δεκέμβριο 2019, ο Ματέο Σαλβίνι κατηγορήθηκε από δικαστήριο της Κατάνια για απαγωγή, καθώς είχε απαγορεύσει την αποβίβαση 131 λαθρομεταναστών στη Σικελία. Δεδομένου ότι μείζων προεκλογική υπόσχεση του Σαλβίνι και βάση της δημοφιλίας του, ήταν η καταπολέμηση της λαθρομετανάστευσης, αρμόζει στον δικαστή να παρέμβει στην υλοποίηση της εν λόγω πολιτικής;
Φανταζόμαστε άραγε την Εισαγγελέα Ορεστιάδας να ανοίγει έρευνα εναντίου του υπουργού Άμυνας για… παρακώλυση κυκλοφορίας κατά την απόκρουση της εισβολής στον Έβρο; Το ενδεχόμενο δεν είναι παρατραβηγμένο, αφού η φύλαξη των θαλασσίων ελληνικών συνόρων, κυριαρχικό δικαίωμα της Ελλάδας, ήδη χρωματίζεται σαν “παράνομο pushback”, μέσω συνδυαστικής και δημιουργικής επίκλησης του Δικαίου της Θάλασσας, της Σύμβασης του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες και άλλων συμβάσεων.
Πηγές δικαίου
Η παρατήρηση μας οδηγεί στο επόμενο ζήτημα: τις πηγές δικαίου και τις παράλληλες δικαστικές ιεραρχίες. Στο εθνικό δίκαιο προστίθενται ως πηγές δικαίου οι Συνθήκες της ΕΕ, οι κανονισμοί του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, οι οδηγίες του Ευρωκοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής. Επίσης, οι υποχρεώσεις που απορρέουν από συμμετοχή σε διεθνείς οργανισμούς (ΠΟΕ, ΠΟΥ, ΔΝΤ κλπ), καθώς και διάφορες διεθνείς συμφωνίες: η Σύμβαση του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, η Natura 2000, κλπ.
Αυτά συμπληρώνονται από διεθνή δικαστήρια: το Δικαστήριο της ΕΕ, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το Διεθνές Δικαστήριο. Όλα αυτά μπορούν όχι μόνον να λαμβάνουν αποφάσεις βάσει συνθηκών όπως οι παραπάνω, αλλά και να δημιουργούν νομολογία που κατά περιπτώσεις να διεισδύει στο εθνικό δίκαιο. Ο ακτιβιστής δικαστής διαθέτει ευρύτατη φαρέτρα υπερεθνικών νόμων, συνθηκών και νομολογίας καθώς, βάσει Συντάγματος (άρθρο 28), οι παραπάνω πηγές δικαίου και νομολογίας προηγούνται ιεραρχικά του εθνικού δικαίου.
Σχετικό παράδειγμα η απόπειρα της Νεολαίας του μουσουλμανικής μειονότητας να αναγνωρισθεί ως σωματείο το 1995 ενώπιον του Πρωτοδικείου Αλεξανδρούπολης. Η αίτηση απορρίφθηκε σε διάφορες βαθμίδες έως και τον Άρειο Πάγο (2006) με το σκεπτικό ότι η ονομασία ενδεχομένως παρέπεμπε σε εθνική τουρκική μειονότητα που δεν αναγνωρίζεται από το Σύνταγμα και την Συνθήκη της Λωζάνης.
Υπαρκτός κίνδυνος
Οι αιτούντες προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που τους δικαίωσε, αλλά στο τέλος ο Άρειος Πάγος απέρριψε την αίτηση, επειδή είχε καταστεί αμετάκλητη στα ελληνικά δικαστήρια και όχι διότι οι αποφάσεις του ευρωπαϊκού δικαστηρίου δεν δέσμευαν το ελληνικό δίκαιο. Ιδιώτες υποκινούμενοι από ξένες υπηρεσίες μπορούν εύκολα να χρησιμοποιήσουν υπερεθνικές νομολογίες εναντίον της εθνικής ασφαλείας. Οποιοσδήποτε θεωρεί ότι η ΜΙΤ λειτουργεί παντού εκτός της Ελλάδος μπορεί να σταματήσει την ανάγνωση εδώ.
Η συνδυαστική επίκληση του “κράτους δικαίου” και αόριστων “ηθικών αρχών” από τους δικαστές, με την ταυτόχρονη χρήση παράλληλων δικαστικών ιεραρχιών και νομολογιών, δημιουργεί ένα καινοφανές πλαίσιο, στο οποίο ο παραδοσιακός διαχωρισμός των εξουσιών μπορεί να γίνει κενό γράμμα. Ο κίνδυνος διαφέρει από χώρα σε χώρα, αλλά ως τάση υφίσταται μεταξύ των δυτικών κρατών τις τελευταίες δεκαετίες.
Η ελληνική ιδιαιτερότητα παρουσιάζει μηχανισμούς που διαφοροποιούν τις προοπτικές θεσμοθέτησης ενός “κράτους των δικαστών” και οι οποίες θα εξετασθούν ξεχωριστά. Είναι όμως σαφές ότι οι παρεμβάσεις της κας Σακελλαροπούλου καθιστούν αναγκαίο το ζήτημα να τεθεί επί τάπητος.