Το Μανιφέστο της κας Προέδρου – “Αεροπειρατεία” στους θεσμούς
06/04/2021Με αφορμή το άρθρο γνώμης της κας Σακελλαροπούλου, σε προηγούμενα κείμενα αναφέρθηκα αφενός στις “ρεφορμιστικές” τάσεις που προδίδουν αυτές οι παρεμβάσεις της, αφετέρου δε στο ιδεολογικό τους πλαίσιο. Αυτό το τελευταίο αφίσταται των παραδοσιακών νομικών αρχών που γνωρίζαμε σχετικά με τον διαχωρισμό των εξουσιών, τις πηγές νομιμοποίησης των νόμων και την ισχύ του εθνικού δικαίου όταν εμπλέκονται παράλληλες δικαστικές ιεραρχίες και υπερεθνικές νομολογίες.
Πράγματι, το ιδεολογικό πλαίσιο του άρθρου της κας Σακελλαροπούλου είναι συμβατό με –αν δεν προκρίνει– έναν διευρυμένο δικαστικό ακτιβισμό υπό το προκάλυμμα του “κράτους δικαίου”. Κρίνοντας από τις παρεμβάσεις τόσο της ιδίας όσο και του πρώην αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, Αθανάσιου Ράντου, νομιμοποιητικές αρχές ενός τέτοιου “κράτους δικαίου” ευλόγως υποθέτουμε ότι θα ήταν ο δικαιωματισμός (με ιδιαίτερη μάλλον έμφαση στα δικαιώματα των παράνομων μεταναστών και των μειονοτήτων), η προστασία του περιβάλλοντος (με έμφαση στην κλιματική αλλαγή), η μάχη κατά της τρομοκρατίας (ισλαμικής προς ώρας) και η δημόσια υγεία (αρχής γενομένης με τον κορωνοϊό). Αρχές υπερβολικά θολές και ελαστικές σε ερμηνεία: Ποιος παρέχει τα δικαιώματα; Είναι αυτοφυή ή συνοδεύονται και από καθήκοντα; Τι συνιστά περιβαλλοντικό κίνδυνο ή τρομοκρατία; Ποια είναι η πιο επίφοβη ασθένεια;
Επικεντρώνοντας την συζήτηση στην σύγχρονη Ελλάδα και το νομικό της πολιτισμό, η αντίληψη ότι μια κάποια ιδεολογία μπορεί να λειτουργήσει ως νομιμοποιητική αρχή των νόμων και του Πολιτεύματος αντί της λαϊκής κυριαρχίας, αφίσταται των τρεχουσών Συνταγματικών και νομικών αρχών (άρθρα 1.2 και 1.3 Σ και άρθρο 134 ΠΚ). Παρεκκλίνει από την ευθύνη του Προέδρου πρωτίστως απέναντι στον ελληνικό λαό, την εθνική κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα («να προστατεύω τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των Ελλήνων και να υπηρετώ το γενικό συμφέρον και την πρόοδο του Ελληνικού Λαού», όρκος Προέδρου, άρθρο 33.2 Σ, καθώς και άρθρο 138 ΠΚ).
Οι λογικές προεκτάσεις του άρθρου της κας Σακελλαροπούλου ισοδυναμούν με μια de facto πολιτειακή αλλαγή, χωρίς ανάγκη συνταγματικής αναθεώρησης, αφού του Συντάγματος θα υπερισχύουν υπερεθνικοί νόμοι, συμβάσεις, διακηρύξεις και νομολογίες. Εγείρει δε και ερωτήματα: μια Πρόεδρος όλων των Ελλήνων που εκφράζεται έτσι απέναντι στην… “τυραννική” πλειοψηφία του λαού που υποτίθεται ότι προστατεύει, θα ακολουθήσει την ίδια γραμμή και απέναντι στην πλειοψηφία εντός του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά την έκδοση αποφάσεων; Και απέναντι στην πλειοψηφία των βουλευτών που την εξέλεξαν; Ή μήπως αυτές οι πλειοψηφίες δεν είναι “τυραννικές”;
Πρωθυπουργοκεντρικό μοντέλο
Υπάρχει πράγματι πρόθεση τέτοιας στροφής; Η δίκη προθέσεων είναι μια άχαρη και ενδεχομένως απατηλή δραστηριότητα, η οποία δυστυχώς γίνεται απαραίτητη όταν η διοίκηση λειτουργεί αδιαφανώς. Ίσως μια τέτοια στροφή να είναι ένας ευσεβής πόθος της κας Σακελλαροπούλου, ο οποίος όμως από μόνος του θα προσκρούσει αναπόφευκτα στο πρωθυπουργοκεντρικό ελληνικό κράτος, καθώς η δικαιοσύνη βρίσκεται στο δημοσιονομικό έλεος του υπουργείου Οικονομικών και στο έλεος της Κυβέρνησης για διορισμούς ανωτάτων δικαστικών.
Πράγματι, η κραυγή αγωνίας του δικαστικού κόσμου, δια στόματος Χριστόφορου Σεβαστίδη, προέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, μας προσγειώνει στους αντίποδες μιας τέτοιας προοπτικής: πιέσεις για αποδοχή κυβερνητικών αποφάσεων (π.χ. το χαράτσι της ΔΕΗ), καθιέρωση ιδιωτικής διαμεσολάβησης, μείωση κονδυλίων της Δικαιοσύνης, άθλια κτίρια, μέχρι και εξέταση από τον κ. Πιερακάκη εισαγωγής αλγορίθμου τεχνητής νοημοσύνης για εξέταση υποθέσεων!
Και τα μισά να ισχύουν από τα παραπάνω, και δεδομένου του πρωθυπουργοκεντρικού μοντέλου της ελληνικής διοίκησης, είναι ρεαλιστικό να ανησυχούμε για ένα ρεσάλτο των δικαστών στην εκτελεστική εξουσία, ή μάλλον το αντίστροφο; Ίσως πάλι να είναι ο κ. Μητσοτάκης που επιχειρεί να εργαλειοποιήσει έναν θεσμό μέσω ενός εκπροσώπου του, όπως επιχείρησε ο κ. Τσίπρας με την κα Βασιλική Θάνου, με σκανδαλωδέστερη ίσως αντιθεσμική παρέμβαση την προσπάθεια απέλασης των οκτώ Τούρκων καταζητούμενων από τον Ερντογάν.
Προσφέροντας στην κα Σακελλαροπούλου μια υστεροφημία αδιανόητη για την πρότερη καριέρα της –πρώτη γυναίκα Πρόεδρος– πιθανώς να θεώρησε ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει, την ίδια και τις απόψεις της για την δικαστική και ηθική νομιμοποίηση αντιδημοφιλών κυβερνητικών πολιτικών. Τι μπορεί να στραβώσει; Εδώ λοιπόν έχουμε να κάνουμε δύο παρατηρήσεις:
Ανεξάρτητοι θεσμοί
Πρώτον: Είναι γεγονός ότι η εκτελεστική εξουσία συχνά επιχειρεί –τύποις– να ξεφορτωθεί αντιδημοφιλείς δραστηριότητες μέσω υπεργολαβίας σε “ανεξάρτητους” θεσμούς, όπως την κοπή χρήματος στις Κεντρικές Τράπεζες και την λογοκρισία στο ΕΣΡ, διατηρώντας ατύπως τον σφιχτό τους έλεγχο μέσω διορισμών: π.χ. η Εθνική Τράπεζα, και αργότερα η Τράπεζα της Ελλάδος, αν και “Ανώνυμες Εταιρείες”, για δεκαετίες τελούσαν υπό ασφυκτικό πρωθυπουργικό έλεγχο, με εντυπωσιακές ταπεινώσεις των διοικητών τους κατά τις πρωθυπουργίες Δημητρίου Βούλγαρη (1868), Ελευθερίου Βενιζέλου (1914 και 1931), Ιωάννη Μεταξά (1935-39) και Αλέξανδρου Παπάγου (1955).
Καλά θα κάνει όμως ο κ. Μητσοτάκης να θυμάται ότι με την παγκοσμιοποίηση κάποιοι τέτοιοι θεσμοί όντως αυτονομήθηκαν, όπως οι κεντρικοί τραπεζίτες που σχημάτισαν την Επιτροπή Ντελόρ (1988), της οποίας η Έκθεση (1989) οδήγησε στην Συνθήκη του Μάαστριχτ και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Την δε λογοκρισία ασκεί πλέον το Facebook και τα άλλα κοινωνικά δίκτυα. Οι υπερεθνικές νομολογίες και οι παράλληλες δικαστικές ιεραρχίες μπορούν να γυρίσουν μπούμερανγκ στις ελληνικές κυβερνήσεις σε μια τέτοια περίπτωση. Καλό είναι οι κυβερνώντες να έχουν πάντα υπόψη τον νόμο των ακουσίων συνεπειών όταν σχεδιάζουν θεσμικές αλλαγές.
Δεύτερον: Όταν ο λαός αντικαθίσταται από μια ιδεολογία ως πηγή νομιμοποίησης της πολιτικής εξουσίας, το αμέσως επόμενο βήμα είναι να θεωρηθεί από την εξουσία αυτή ως εχθρός της. Στην Σοβιετική Ένωση η ύστατη νομιμοποιητική ιδεολογία ήταν ο κομμουνισμός, επί Χούντας ο αντικομμουνισμός, στην Τουρκία των Νεότουρκων ο τουρκισμός, και στις ΗΠΑ μετά το 2001 η αντιτρομοκρατία· οι συνέπειες είναι γνωστές.
Ως συμπέρασμα
Στην σημερινή Ελλάδα είδαμε την “τυραννική πλειοψηφία” να ξυλοκοπείται από τον ΣΥΡΙΖΑ στο Πισοδέρι εν ονόματι ενός κάποιου αντιφασισμού. Από τη ΝΔ την είδαμε να ξυλοκοπείται στην Λέσβο εν ονόματι των μεταναστών και στη Νέα Σμύρνη εν ονόματι υγειονομικών μέτρων. Αν η κα Σακελλαροπούλου θέλει οπωσδήποτε να κάνει παραπομπές στο αμερικανικό πολιτειακό σύστημα, μπορεί να θυμάται και τα λόγια του Λίνκολν στο Γκέτυσμπεργκ σχετικά με «μία κυβέρνηση του λαού, από τον λαό και για τον λαό» (of the people, by the people, for the people).
Συμπερασματικά: Από τις παρεμβάσεις της κας Σακελλαροπούλου έχουμε σαφείς ενδείξεις αναθεωρητικών τάσεων. Αυτό δεν είναι κακό από μόνο του, καθώς όλα τα θεσμικά συστήματα χρειάζεται να τροποποιούνται συν τω χρόνω. Το πρόβλημα όμως είναι ότι αυτό φαίνεται να επιχειρείται να γίνει μονομερώς, ατύπως και εν κρυπτώ. Από μεμονωμένα τμήματα του συστήματος, χωρίς δημοκρατική διαβούλευση και χωρίς συνολική εποπτεία των συνεπειών που μπορούν να έχουν αυτές οι “αναθεωρήσεις”. Σαν να βλέπουμε παιδιά που παίζουν με τα σπίρτα των θεσμών, διακινδυνεύοντας να κάψουν άλλο ένα κομματάκι από την όποια κακόμοιρη δημοκρατία έχουμε καταφέρει να χτίσουμε.