ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ

“Το Μελάνωμα της Κύπρου” του Β. Φούσκα: Οι ευθύνες Καραμανλή-Αβέρωφ

“Το Μελάνωμα της Κύπρου” του Β. Φούσκα: Οι ευθύνες Καραμανλή-Αβέρωφ

«Τω μώλωπι της Κύπρου ιάθη η Ελλάς» Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ΄, Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Το νέο βιβλίο του Βασίλη ΦούσκαΤο Μελάνωμα της Κύπρου. Οι ευθύνες των Κωνσταντίνου Καραμανλή και Ευάγγελου Αβέρωφ για την κυπριακή τραγωδία” (εκδόσεις Επίκεντρο 2024 με πρόλογο Κώστα Βενιζέλου και Μάριου Ευρυβιάδη) συνομιλεί δυναμικά με την ιστορία, τη στιγμή του ’74, το σήμερα και το αύριο ως βοή των “πλησιαζόντων γεγονότων” όπως αναφέρει ο συγγραφέας.

Συνοψίζοντας (στο σχήμα του Καβάφη) την πολιτική του Μακαρίου, ο συγγραφέας την ονομάζει “πολιτική στρατηγική των ορίων”. Αυτή αφορά στις δυνατότητες άσκησης υψηλής πολιτικής μιας ηγεσίας μικρής χώρας που επιχειρεί να κινηθεί με όρους ανεξαρτησίας ή διεύρυνσης των βαθμών άσκησης αδέσμευτης πολιτικής, ανάμεσα στις συμπληγάδες ιμπεριαλιστικών και επιθετικών δυνάμεων, αλλά και στις προϋποθέσεις άσκησης αυτής της πολιτικής. Μια έννοια κεντρική στις επεξεργασίες του συγγραφέα, των τελευταίων ετών, όπως στο βιβλίο του “Τουρκικός Ιμπεριαλισμός και Αποτροπή” (Επίκεντρο 2022 με πρόλογο του Κώστα Δημουλά) και στη συμβολή του στο συλλογικό έργο “Σοσιαλισμός και πολιτική εξουσία σήμερα” (Διόνικος, 2022, επιμέλεια Χρύσανθου Τάσση).

Ένα άλλο στοιχείο που διαπερνά το βιβλίο και που είναι κοινό στον συγγραφέα, τον Μακάριο, αλλά και τον Καβάφη, με την αναφορά που κάνει ο συγγραφέας, στο ποίημα “Σοφοί δε προσιόντων” (1915), είναι ο Ελληνισμός. Ο συγγραφέας είναι Έλληνας της περιφέρειας, από την Λέσβο και της διασποράς από τη δεκαετία του ’90, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Ανατολικού Λονδίνου, υπεύθυνος έκδοσης από την ίδρυσή της (1998) της ακαδημαϊκής επιθεώρησης Journal of Balkan and Near Eastern Studies, μέλος του Δικτύου που όχι τυχαία ονομάζεται “Πανελλήνιοι Διάλογοι”.

Στο βιβλίο είναι εμφανής μια βασική αντίθεση μεταξύ Ελληνισμού και ελλαδικού –ίσως και αθηναϊκού, αυτό είναι άλλη συζήτηση– κράτους. Μια αντίθεση προδήλως κυρίαρχη μέχρι το 1922, αλλά φαίνεται ότι παρέμεινε ενεργός και την περίοδο 1950-1974. Ο συγγραφέας θεωρεί ότι είναι μέγα αναλυτικό σφάλμα να επιχειρηθεί η κατανόηση της περιόδου 1950-1974, χωρίς το Κυπριακό να καταλαμβάνει την κεντρική θέση. Για το βιβλίο ο Ελληνισμός και δη ο Κυπριακός Ελληνισμός, εκδοχή του Ανατολικού Ελληνισμού και ειδικότερα ο αγώνας για αυτοδιάθεση-ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, συγκρούεται με την επίσημη πολιτική ηγεσία του ελλαδικού κράτους, με λίγες εξαιρέσεις. Λαμβάνει την αντιαποικιακή-μεταποικιακή-αδέσμευτη γραμμή στη συγκυρία των εθνικο-απελευθερωτικών επαναστάσεων της παγκόσμιας περιφέρειας, απέναντι στην αδύναμη-δορυφορική-εξαρτημένη γραμμή.

Ελλαδικό Κράτος και Κυπριακός Ελληνισμός

Φορέας της πρώτης είναι ο Μακάριος, αλλά και οι Γεώργιος και Ανδρέας Παπανδρέου, με τις διαφοροποιήσεις τους. Γι’ αυτό και ανατρέπονται το 1965 με το βασιλικό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου και ακολούθως συλλαμβάνονται με το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, το οποίο εκδηλώνεται για να ματαιώσει την επικείμενη σαρωτική νίκη της Ένωσης Κέντρου στις εκλογές που είχαν προσδιοριστεί για τις 28 Μαϊου 1967. Έτσι, να ακυρώσει τις δυναμικές που η προοπτική αυτή απελευθέρωνε τόσο στο εσωτερικό πεδίο, όσο και στο Κυπριακό. Η διαχείριση του Κυπριακού και η CIA είναι οι παράγοντες που κατά τον συγγραφέα επέβαλαν την δικτατορία στην Ελλάδα, βάζοντας στον γύψο το λαϊκό κύμα εκδημοκρατισμού και την αυθεντική μεταπολίτευση που κυοφορούσε η ελληνική κοινωνία τη δεκαετία του ’60, σε αντίθεση με την μεταπολίτευση του ’74.

Φορείς της αδύναμης-δορυφορικής-εξαρτημένης γραμμής –σύμφωνα με το βιβλίο– είναι οι Καραμανλής-Αβέρωφ, που χάραξαν τη γραμμή του ελλαδικού κράτους την κρίσιμη περίοδο 1955-1959 και που συνέχισαν στην ίδια γραμμή την περίοδο Ιουλίου-Αυγούστου 1974. Στην ίδια γραμμή –κατά τον συγγραφέα– κινήθηκαν και οι δικτάτορες την περίοδο 1967-1974, με πιο αυταρχικό, αλλά και βλακώδη τρόπο, ενώ ορισμένοι απ’ αυτούς ήταν πράκτορες. Η γραμμή αυτή είναι ο ΝΑΤΟϊσμός.

Διαφορετικά ειπωμένο η μετεμφυλιακή εθνικοφροσύνη, που ως σκληρός πυρήνας της κυρίαρχης κρατικής ιδεολογίας ήταν “αμερικανοσύνη” –σύμφωνα με το σχήμα του Μιχάλη Χαραλαμπίδη– δηλαδή υποκατάσταση ενός δόγματος εθνικής ασφάλειας που θα καλύπτει τα συμφέροντα του Ελληνισμού, από το δόγμα εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ. Αυτό υπηρετούσε την εξυπηρέτηση των δικών τους γεωπολιτικών συμφερόντων στις διεθνοπολιτικές συνθήκες του Ψυχρού Πολέμου, τα οποία στο μυαλό της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας της περιόδου 1955-1974 –με την εξαίρεση των Παπανδρέου– δογματικά ταυτίζονταν με τα ελληνικά!

Στροφή μετά την τραγωδία

Αυτό για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή θα αλλάξει την περίοδο 1974-1980 λόγω Κυπριακού, κατά τη γνώμη μου, δεδομένου του διάχυτου αντιαμερικανισμού στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης. Θα εκδηλωθεί κυρίως με την επιλογή της ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ και την άσκηση της λεγόμενης πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής, ιδίως σε σχέση με τα Βαλκάνια και τις χώρες του Ανατολικού μπλοκ, στο πλαίσιο πάντοτε του καραμανλικού “Ανήκομεν εις την Δύσιν”.

Απεναντίας, ο συγγραφέας θεωρεί ότι ο Γεώργιος Παπανδρέου, ένας επίσης δογματικά και έμπρακτα αντικομμουνιστής, την περίοδο που ήταν Πρωθυπουργός (1964-1965), άσκησε “πολιτική των ορίων”, καθώς διέκρινε σαφώς τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα από τα ατλαντικά-αμερικανικά. Έβλεπε σύμπλευση, αλλά όχι ταύτιση και μάλιστα με όρους δογματικούς. Αυτό το αποδεικνύει ο συγγραφέας, αναφερόμενος συγκεκριμένα στα γεγονότα της εποχής.

Φορέας αυτής της γραμμής που αφορούσε στις καταλυτικές συνέπειες, στη διάρρηξη της ενότητας της νοτιο-ανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ, σε ενδεχόμενη ελληνοτουρκική ένοπλη σύγκρουση συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου και ό,τι αυτό σηματοδοτούσε για τις ΗΠΑ σε συνθήκες Ψυχρού Πολέμου, ήταν και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Αυτός, όμως, δεν είχε τον δογματικό αντικομμουνισμό του πατέρα του, στοιχείο που τον έκανε ακόμα πιο επικίνδυνο για τους σκληρούς μηχανισμούς των ΗΠΑ.

Στη διαχείριση των ελληνοτουρκικών κρίσεων τόσο του 1964, όσο και του 1987, από τους Γεώργιο και Ανδρέα Παπανδρέου αντίστοιχα, διαπιστώνεται αυτό το κοινό χαρακτηριστικό. Όπως επίσης και η συμπερίληψη της Κύπρου. Αποστολή μεραρχίας ο Γεώργιος Παπανδρέου, Δόγμα Ενιαίου Αμυντικού Χώρου και casus belli ο Ανδρέας. Αυτά σε αντίθεση με το χουντικό σχήμα του αρχηγού των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, την περίοδο του πραξικοπήματος κατά του Μακαρίου και της τουρκικής εισβολής, Γρηγόρη Μπονάνου «Οι Τούρκοι χτυπούν την Κύπρο, αλλά εμείς είμαστε Ελλάς» και το γνωστό «η Κύπρος κείται μακράν» που αποδίδεται στον Κωνσταντίνο Καραμανλή.

Η περίοδος Ιουλίου-Αυγούστου 1974

Κύριο μέρος του βιβλίου είναι βέβαια η περίοδος Ιουλίου-Αυγούστου 1974. Η διαχείριση της ιωαννιδικής χούντας και της μεταπολιτευτικής κυβέρνησης “Εθνικής Ενότητας” υπό τον Καραμανλή με άκρως σημαντικό το ρόλο του Αβέρωφ, τον οποίο ο συγγραφέας θεωρεί πρόσωπο-κλειδί για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση της ελλαδικής πολιτικής στο Κυπριακό. Ένα επίσης δυνατό σημείο του βιβλίου είναι ο ρόλος του Χένρυ Κίσιντζερ, ο τρόπος που αντιμετώπιζε Ελλάδα-Τουρκία-Βρετανία, αλλά και πώς και πότε διαμορφώνεται η θέση της “διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας” ως τρόπος “επίλυσης” του Κυπριακού, μετά την εισβολή και την παράνομη κατοχή του 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Για τους Καραμανλή και Αβέρωφ, ο συγγραφέας κινείται απέναντι στην εκδοχή της “προδοσίας” και της “νομοτέλειας” του δεν γινόταν διαφορετικά. Κωδικοποιεί τη στάση τους με το σχήμα της “αδράνειας” και επιχειρεί να την ερμηνεύσει και να την εξηγήσει με όρους ιστορικούς, ιδεολογικούς, αλλά και υλικών συσχετισμών, αναγνωρίζοντας προφανώς τις εξαιρετικά δύσκολες και δραματικές συνθήκες. Σύμφωνα όμως με τον συγγραφέα και με τα συγκεκριμένα στοιχεία που παραθέτει αντλημένα από το πεδίο όπως λέγεται, “γινόταν διαφορετικά” . Και απ’ αυτό το στοιχείο εκκινεί η κριτική του συγγραφέα προς τους Καραμανλή-Αβέρωφ. Μια κριτική ολοκληρωμένη και εμπεριστατωμένη.

Οι άξονες της κριτικής αναφέρονται στα πεδία της πολιτικής, της διπλωματίας και των στρατιωτικών επιχειρήσεων. Η γραφή είναι απλή, ευθύβολη, κατανοητή, επιστημονικά τεκμηριωμένη. Το βιβλίο, καρπός πολυετούς έρευνας και αρχειακής δουλειάς του συγγραφέα, διαβάζεται ταχύτατα, τόσο λόγω του μεγέθους του (σελίδες 161), καθώς πρόκειται για συντομευμένη εκδοχή μιας ευρύτερης εργασίας-έρευνας από κοινού με τον William Mallinson (πρώην Βρετανός διπλωμάτης και καθηγητής Ιστορίας) του μεγάλου ενδιαφέροντος που έχει και της συγγραφικής ικανότητας του Βασίλη Φούσκα. Δεδομένων των γεωγραφικών καταναγκασμών και του διεθνοπολιτικού πλαισίου, ο συγγραφέας επιμένει ότι το κρίσιμο είναι η σχετική αυτονομία της πολιτικής, η κεντρικότητά της και όχι η νομοτέλεια. Κι αυτό είναι ένα πολύ καλό δίδαγμα για το σήμερα και το αύριο.

Πρόκειται για ένα εξαιρετικό βιβλίο, που δίνει μεγάλα ερεθίσματα για περαιτέρω προβληματισμούς, σκέψεις, συζητήσεις, στην κατεύθυνση της συλλογικής αυτογνωσίας, στη συγκυρία της συμπλήρωσης των 50 χρόνων της Κυπρογεννημένης Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας και της τραγωδίας της Κύπρου. Όπως το διατύπωσε ο Μακάριος στην ανοιχτή συγκέντρωση στην Πλατεία Συντάγματος, στην Αθήνα, τον Δεκέμβριο του 1974: «Τω μώλωπι της Κύπρου ιάθη η Ελλάς» και ενώ η ατμόσφαιρα δονούνταν από το παλλαϊκό σύνθημα “ΝΑΤΟ-CIA-Προδοσία”. Το βιβλίο αφιερώνεται στην τριλοχία των ΕΛΔΥΚάριων Λευκωσία, 14-16 Αυγούστου 1974.