ΘΕΜΑ

Τρεις σχολές σκέψης για τις διεθνείς σχέσεις

Τρεις σχολές σκέψης για τις διεθνείς σχέσεις, Νικόλας Λάος
EPA/MAXIM SHIPENKOV

Η συμπεριφορά και, γενικώς, ο τρόπος δράσης καθενός πολιτικού δρώντος βασίζονται, σε μεγάλη έκταση, στις αξίες του (οι οποίες, με τη σειρά τους, προσδιορίζουν αυτό που επιθυμεί να συμβεί), και εξαρτώνται από τη θεωρία του για τον κόσμο. Γενικώς, οι θεωρίες λέγουν τι πρέπει να προσδοκούμε από διαφορετικές πράξεις, και διαφορετικές θεωρίες οδηγούν σε διαφορετικές προσδοκίες για τα πράγματα. Γι’ αυτόν τον λόγο, ο ψυχολόγος Kurt Lewin (ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της κοινωνικής και οργανωσιακής ψυχολογίας στις ΗΠΑ) προσφυώς αποφάνθηκε ότι «δεν υπάρχει τίποτε περισσότερο πρακτικό από μια καλή θεωρία».

Στη συνέχεια, θα παραθέσω έναν συνοπτικό “εννοιολογικό χάρτη” των διαφορετικών σχολών σκέψης που διαλέγονται και αντιπαρατίθενται μεταξύ τους στο ακαδημαϊκό πεδίο των διεθνών σχέσεων. Συγκεκριμένα, θα εξηγήσω καθεμιά από αυτές τις σχολές διεθνοπολιτικής σκέψης με βάση τα εξής ζητήματα: (1) σε ποιο επίπεδο ανάλυσης εργάζεται, (2) ποιους θεωρεί ως τους βασικούς παίκτες στο πλαίσιο των μελετών της, (3) ποια διανοητική εικόνα έχει για το διεθνές σύστημα, και (4) ποια διανοητική εικόνα έχει για το κράτος.

Το επίπεδο ανάλυσης στο οποίο εργάζεται είναι επικεντρωμένο στο κράτος. Οι βασικοί παίκτες που αναγνωρίζει και μελετά είναι τα κράτη. Η διανοητική εικόνα που έχει για το διεθνές σύστημα παρομοιάζεται με μπάλες μπιλιάρδου: κυρίαρχα κράτη σε ένα αναρχικό διεθνές σύστημα (“αναρχικό” υπό την έννοια ότι δεν υπάρχει μια τυπική υπερ-κρατική κυβέρνηση με τυπική κυριαρχία επί των κρατών). Η διανοητική εικόνα που έχει για το κράτος συνίσταται στην αντίληψη ότι το κράτος αποτελεί έναν ενιαίο παράγοντα (σαν τον ανθρώπινο οργανισμό), δηλαδή αρνείται να αναγνωρίσει, ή υποτιμά, αντιφάσεις μέσα στο κράτος. Κύριοι θεωρητικοί εκπρόσωποι αυτής της σχολής σκέψης (με επιμέρους διαφοροποιήσεις): Hans J. Morgenthau, Kenneth N. Waltz, και Hedley Bull.

Η σχολή του πολιτικού ρεαλισμού

Ωστόσο, ενώ η σχολή του πολιτικού ρεαλισμού επικαλείται την αρχή της “πραγματικότητας”, έχει επικριθεί από πολλές πλευρές για τον συσταλτικό, αν όχι και αποσπασματικό, τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα των διεθνών σχέσεων. Η σχολή του πολιτικού ρεαλισμού ορθώς αναγνωρίζει και μελετά το κράτος ως έναν βασικό δρώντα του διεθνούς συστήματος, αλλά εσφαλμένως παραγνωρίζει ή υποβαθμίζει τα εξής ζητήματα:

  • την αλληλεξάρτηση μεταξύ κρατών (που καθίσταται όλο και σημαντικότερη στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης),
  • την ύπαρξη ανταγωνιζόμενων κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών δυνάμεων μέσα στο κράτος (έτσι ώστε, στην πράξη, το κράτος είναι πολύ λιγότερο ομοιογενές από όσο υποθέτει η σχολή του πολιτικού ρεαλισμού, και οι ακριβείς ορισμοί του «εθνικού συμφέροντος» και της «εθνικής ενότητας» συναρτώνται με την εκάστοτε ισορροπία δυνάμεων που διαμορφώνεται μεταξύ κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών δρώντων που ανταγωνίζονται για εξουσία μέσα στο πλαίσιο του κράτους),
  • τη δομή και τις συνέπειες του κυρίαρχου συστήματος παγκόσμιας πολιτικής οικονομίας (και ειδικώς του καπιταλισμού),
  • καθώς και τη γενική διαλεκτική σχέση μεταξύ υλικών δυνάμεων, ιδεών, και θεσμών.

Συνεπώς, η σχολή του πολιτικού ρεαλισμού (παρά την επωνυμία της) δεν μπορεί να αποτελέσει μια γενική θεωρία της πραγματικότητας των διεθνών σχέσεων, και χρειάζεται να μελετήσουμε τη σχολή του πλουραλισμού ή  της αλληλεξάρτησης καθώς και τη σχολή του πολιτικού στρουκτουραλισμού και του νεο-μαρξισμού.

Η σχολή του πλουραλισμού ή της αλληλεξάρτησης

Το επίπεδο ανάλυσης στο οποίο εργάζεται είναι πολυκεντρικό, αναγνωρίζει πολλά σημαντικά κέντρα ισχύος, και όχι μόνο το κράτος. Οι βασικοί παίκτες που αναγνωρίζει και μελετά είναι διάφοροι υπο-κρατικοί, δια-κρατικοί, και μη-κρατικοί παράγοντες. Η διανοητική εικόνα που έχει για το διεθνές σύστημα παρομοιάζεται με ιστό αράχνης, που υποδηλώνει τη διεθνή αλληλεξάρτηση (η οποία είναι πολύπλοκη και συχνά ασύμμετρη, αλλά πάντοτε σημαντική, σύμφωνα με αυτή τη σχολή σκέψης). Η διανοητική εικόνα που έχει για το κράτος συνίσταται στην αντίληψη ότι το κράτος αποτελεί ένα άθροισμα διαφορετικών συντελεστών και λειτουργεί ως διαιτητής διαφορετικών ομάδων πίεσης.

Γι’ αυτόν τον λόγο, εκπρόσωποι αυτής της σχολής σκέψης έχουν τονίσει ότι το σκεπτικό των πολιτικών ρεαλιστών περί της πολιτικής “εθνικού συμφέροντος” των κρατών καταλήγει συνήθως να είναι μια ταυτολογία: φυσικά, το κράτος, ως διεθνοπολιτικός παίκτης, θα επιδιώκει το συμφέρον του (και όχι τη βλάβη του), αλλά η σημαντική και κρίσιμη ερώτηση είναι πώς ορίζεται, συγκεκριμένα, το “εθνικό συμφέρον”, και στο πλαίσιο ποιων κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών διαδικασιών και αντιπαραθέσεων. Κύριοι θεωρητικοί εκπρόσωποι αυτής της σχολής σκέψης (με επιμέρους διαφοροποιήσεις): Robert A. Dahl, David Bicknell Truman, Seymour Martin Lipset, Robert Keohane, και Joseph S. Nye Jr.

Η σχολή σκέψης του πολιτικού στρουκτουραλισμού και του νεο-μαρξισμού

Το επίπεδο ανάλυσης στο οποίο εργάζεται είναι επικεντρωμένο σε ένα παγκόσμιο κέντρο: την παγκόσμια καπιταλιστική υπερδομή (σύμφωνα με αυτή τη σχολή σκέψης, ο καπιταλισμός αποτελεί ένα παγκόσμιο σύστημα, το οποίο, σε τελική ανάλυση, προσδιορίζει τον καταμερισμό ισχύος και ειδικών ρόλων μεταξύ των κρατών). Οι βασικοί παίκτες που αναγνωρίζει είναι η καπιταλιστική παγκόσμια οικονομία και οι κοινωνικές τάξεις.

Η διανοητική εικόνα που έχει για το διεθνές σύστημα παρομοιάζεται με ένα χταπόδι, που υποδηλώνει ότι το κεφάλι είναι η παγκόσμια καπιταλιστική τάξη, και πλοκάμια είναι οι υπόλοιποι διεθνοπολιτικοί δρώντες (περιλαμβανομένων των κρατών). Η διανοητική εικόνα που έχει για το κράτος συνίσταται στην αντίληψη ότι το κράτος αποτελεί κυρίως έναν εκπρόσωπο ταξικών συμφερόντων και μιας θεμελιώδους υποκείμενης ιδεολογίας.

Μάλιστα, εκείνοι οι εκπρόσωποι αυτής της σχολής σκέψης που ακολουθούν μια αυστηρότερη μαρξιστική θεώρηση της πολιτικής αποφαίνονται ότι, στο πλαίσιο του καπιταλισμού, οι επιμέρους εθνικές κυβερνήσεις – ανεξαρτήτως των διαφορών που μπορεί να έχουν ως προς επιμέρους πολιτικά ζητήματα – αποτελούν (ως προς τα κορυφαία, στρατηγικής σημασίας πολιτικά ζητήματα) τοπικούς επιτελάρχες του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος. Κύριοι θεωρητικοί εκπρόσωποι αυτής της σχολής σκέψης (με επιμέρους διαφοροποιήσεις): Robert W. Cox, Immanuel Wallerstein, Fernando Henrique Cardoso, Samir Amin, και Bill Warren.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx