Υπό απειλή το σπίτι των Ελλήνων της Κύπρου
08/02/2019
Αποτελεί υπερβολή και κινδυνολογία ή μήπως είναι αποκατάσταση του αυτονόητου ότι οι Έλληνες, ο Ελληνισμός, η Ελλάδα και η Κύπρος αντιμετωπίζουν μείζονα εθνικά προβλήματα που ξεκινώντας από την κατοχή της βόρειας Κύπρου, διαπερνούν το Καστελόριζο, το Αιγαίο, τη Θράκη, τη Μακεδονία, για να καταλήξουν στις συστηματικές προσπάθειες εξανδραποδισμού της ελληνικής εθνικής μειονότητας στη Βόρεια Ήπειρο;
Όλοι μας γνωρίζουμε ότι η Ελλάδα και η Κύπρος, κατά το πλείστον της σύγχρονης κρατικής τους ιστορικής διαδρομής, λειτούργησαν υπό καθεστώς στενής διεθνούς επιτροπείας. Η κατάσταση, όμως, τα τελευταία χρόνια έχει δραματικά επιδεινωθεί. Οφείλουμε να δούμε κατάματα το γεγονός ότι η Ελλάδα και η Κύπρος είναι σήμερα κράτη περιορισμένης κυριαρχίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο Ελληνισμός και στις δύο κρατικές οντότητές του να έχει δραματικά υποβιβαστεί ως αξιόπιστος ενεργητικός παίκτης στον φυσικό του χώρο που είναι τα Βαλκάνια και η ανατολική λεκάνη της Μεσογείου.
Με δεδομένη, λοιπόν, τη σκληρή αυτή πραγματικότητα, η ανάκτηση του χαμένου εδάφους και η σταδιακή κατάκτηση της αυτοδιεύθυνσης και αυτοκαθορισμού του πεπρωμένου μας, οφείλουν να είναι οι σταθεροί στόχοι της εσωτερικής και εξωτερικής μας πολιτικής και κοινή επιδίωξη Ελλάδας και Κύπρου.
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, θα έπρεπε το λιγότερο, τουλάχιστον, να μας γίνει μάθημα ότι η απομάκρυνση του Κυπριακού από τη φυσική του κοίτη έχει οδηγήσει σε πλήρες αδιέξοδο. Φυσική του κοίτη είναι ο ορισμός του ως προβλήματος εισβολής, κατοχής, εθνοκάθαρσης και εποικισμού από μια κατακτητική χώρα όπως η Τουρκία εναντίον ενός κράτους μέλους των Ηνωμένων Εθνών. Αψευδή μάρτυρα αποτελούν όλες οι προσπάθειες που και με δική μας συναίνεση επεδίωξαν, στη βάση μιας διαιρετικής και αντίθετης με το Διεθνές Δίκαιο λογικής, να φέρουν το Κυπριακό στα μέτρα των τουρκικών απαιτήσεων.
Οι “χαμένες ευκαιρίες”
Ας θυμηθούμε όλοι μας τις αλήστου μνήμης απόπειρες παγίδευσης του Κυπριακού που πήραν το όνομα “χαμένες ευκαιρίες”, για την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας θα συμπλήρωνα. Από την αξιολόγηση του Βαλντχάιμ, τους δείκτες Ντε Γκουεγιάρ, τη δέσμη ιδεών του Μπούτρος Γκάλι, το φρανκενσταϊνικής εμπνεύσεως Σχέδιο Ανάν, ως το φιάσκο της Πενταμερούς, όλα τα στοιχεία μαρτυρούν ότι εκόντες-άκοντες σερνόμαστε σε μια άνευ όρων αποδοχή των τετελεσμένων.
Μα θα αντιτείνει κάποιος: Ξεχνάς ότι είμαστε οι ηττημένοι της εισβολής του ’74. Η απάντηση είναι απλή και συνοψίζεται στο ότι η ήττα σου δεν αποτελεί δικαιολογία για να αποδεχθείς τα χειρότερα. Σε τελευταία ανάλυση, «καμία ήττα δεν είναι οριστική». Το 1897 προηγήθηκε των Βαλκανικών Πολέμων. Αυτό δεν είναι ρητορική απάντηση ή λόγος παρηγορίας, αλλά δίδαγμα που προκύπτει από την ίδια την πραγματικότητα.
Όλοι γνωρίζουμε ότι διόλου καλύτερος δεν ήταν ο συσχετισμός το 2004, όταν οι πάντες βυσσοδομούσαν κατά της Κύπρου. Κι όμως ήταν αυτοί οι ολίγοι, όπως θα έλεγε ο στρατηγός Μακρυγιάννης, που με επικεφαλής τον αλησμόνητο Τάσσο Παπαδόπουλο, δοκίμασαν την τύχη τους απέναντι στους ισχυρούς και απευθύνθηκαν χωρίς διαμεσολαβητές στον λαό. Αυτός με τη σειρά του, ενεργοποιώντας τον ρόλο του ως ιστορικό υποκείμενο, απέτρεψε την προαποφασισμένη ταφή της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Τι μας δείχνει το κορυφαίο αυτό παράδειγμα;
- Πρώτον, το γεγονός ότι βρίσκεσαι στη δυσμενή θέση της de facto διχοτόμησης δεν δικαιολογεί το να αποδεχθείς τον πλήρη ενταφιασμό σου.
- Δεύτερον, δεν είναι ανάγκη να έχεις όλους τους συσχετισμούς υπέρ σου, για να κινηθείς στη σωστή κατεύθυνση. Προϋπόθεση φυσικά είναι να είσαι κατ’ επιλογή πατριώτης και δημοκράτης, αποφασισμένος να παλέψεις για την υπεράσπιση των δικαίων σου, μέχρι τέλους.
Αδύναμο εσωτερικό μέτωπο
Αν τα παραπάνω αποτυπώνουν την πραγματικότητα, ίσως θα έπρεπε να αντιμετωπίσουμε το παρόν κάτω από το πρίσμα ότι η σύνολη ανάλυση των δεδομένων μάς οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν σήμερα οι προϋποθέσεις για μια σωστή λύση του Κυπριακού. Κάτι τέτοιο συμβαίνει όχι μόνο λόγω της τουρκικής αδιαλλαξίας και των συγκεκριμένων διεθνών συσχετισμών. Συμβαίνει και γιατί το εσωτερικό μας μέτωπο είναι εξαιρετικά αδύναμο, με πολιτικές ηγεσίες σαφώς κατώτερες των περιστάσεων και με πολίτες εξουθενωμένους και αποπροσανατολισμένους, λόγω της παρατεταμένης κρίσης και της πρωτοφανούς και συστηματικής εθελόδουλης προπαγάνδας.
Οι δραματικές εξελίξεις το 2013 και η απόπειρα οικονομικού στραγγαλισμού της Κύπρου αποτελούσαν μια σαφή προειδοποίηση για τη δυσμενή τροπή των πραγμάτων. Ανήκω σε αυτούς που έγκαιρα επεσήμαναν τους επερχόμενους κινδύνους. Τον Δεκέμβριο του 2015 σε συνέντευξη στον «Φιλελεύθερο» της Κύπρου σημείωνα: “Οφείλουμε -επιτέλους – να κατανοήσουμε ότι ανεξάρτητα από τα επιμέρους στοιχεία τακτικισμού, το δεσπόζον στοιχείο της τουρκικής πολιτικής ήταν, είναι και θα είναι η κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και η δημιουργία ενός φρανκενσταϊνικής κατασκευής μεταμοντέρνου υβριδικού κρατικού μορφώματος, με προεξάρχοντα στοιχεία τον συνομοσπονδιακό, βοσνιακής κοπής χαρακτήρα, την επιβολή ενός θεσμικού πλαισίου που θα λειτουργεί νομιμοποιημένο, όμως αφετηριακά με διεθνείς όρους και συμβάσεις κατ’ εξαίρεσιν παντός Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου, και στο οποίο επικυρίαρχος αλλά και άμεσος εκτελεστής των παραπάνω θα είναι η Τουρκία“.
Είναι απόλυτα προφανές ότι μια τέτοια λύση οδηγεί στην κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, την αποσύμπλεξή της από την Ελλάδα και το πέρασμά της υπό άμεση ή έμμεση τουρκική επικυριαρχία. Χρειάζεται ιδιαίτερο μυαλό για να διατυπώσεις την άποψη ότι κάτι τέτοιο θα αναβάθμιζε ουσιαστικά τον γεωπολιτικό ρόλο της Τουρκίας, επιτρέποντάς της όχι μόνο να ασκεί προνομιακό έλεγχο στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και το Αιγαίο και τη Θράκη;
Αυτή είναι η πραγματικότητα, αυτοί είναι οι υπαρκτοί κίνδυνοι. Καμιά ολιγωρία δεν χωρεί στο να δούμε κατά πρόσωπο το γεγονός ότι η Τουρκία, έχοντας πολλαπλά εμπεδώσει το κατοχικό καθεστώς και κυρίως μέσω της περαιωθείσας εθνοκάθαρσης και του αδιάκοπου εποικισμού, εφαρμόζει με προαποφασισμένες κινήσεις το ενδιάμεσο στάδιο, πριν αυτό της συνολικής απόπειρας για πλήρη έλεγχο της Κύπρου.
Είναι απόλυτα σαφές ότι η Τουρκία προωθεί τα σχέδιά της για την de facto επιβολή της χαλαρής συνομοσπονδίας, που ο κύριος ρόλος της θα αφορά τη χωρίς συνολική συμφωνία-λύση, συνεργασία των δύο πλευρών στο μείζον ζήτημα του φυσικού αερίου. Δηλαδή, συνδιαχείριση των υδρογονανθράκων πριν και ανεξαρτήτως συμφωνίας, γεγονός που πρακτικά οδηγεί στην αναγνώριση του κατοχικού καθεστώτος μέσω των υδρογονανθράκων.
Αυτό προϋποθέτει πλαίσιο διαμόρφωσης συνθηκών de facto αναγνώρισης του κατοχικού καθεστώτος και σε αυτή την κατεύθυνση οι υπηρεσίες και του νυν γενικού γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτιέρες, είναι δεδομένες. Παραδείγματος χάριν, σε νέα πρόσφατη παρέμβασή του, προτρέπει τις δύο πλευρές «να εξετάσουν το ενδεχόμενο ανάπτυξης των δικών τους μηχανισμών για την άμβλυνση των εντάσεων». Πώς αλλιώς μπορεί να εκληφθεί αυτό από αποδοχή και ενίσχυση του de facto διαχωρισμού που έχουν επιβάλει οι τουρκικές λόγχες;
Ξορκίζουμε με βασκανίες!
Είναι, λοιπόν, λογικό, όταν όλα τα δεδομένα βοούν για το αδιέξοδο της μέχρι σήμερα ασκούμενης πολιτικής, να εξακολουθούμε να ξορκίζουμε το πρόβλημα με βασκανίες;
Υπάρχει πραγματικά ένας σοβαρός μελετητής που δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί τον θανάσιμα διαλυτικό ρόλο της προβαλλόμενης, κυρίως από το ΑΚΕΛ, Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας;
Χρειάζεται ιδιαίτερη σοφία για να αντιληφθεί κανείς ότι η Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία είναι το δόλωμα που οδηγεί στην κατάλυση της ανεξάρτητης Κυπριακής Δημοκρατίας και τη μετατροπή της σε συνιστώσα πολιτεία μιας συνομοσπονδίας, υπό καθαρή τουρκική επικυριαρχία; Όσο επώδυνο και αν ακούγεται, η τωρινή κατάσταση στην Κύπρο είναι το μη χείρον, σε σχέση με αυτό που θα συμβεί με τη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία.
Σήμερα η Τουρκία ελέγχει μόνο τα κατεχόμενα. Η ελεύθερη Κύπρος, όμως, υπάρχει θυμίζοντας ότι ο πόλεμος δεν έχει χαθεί. Ότι έχει ο καιρός γυρίσματα. Ποιος, λοιπόν, σοβαρός λόγος μας οδηγεί στο να είμαστε επισπεύδοντες; Ποια εθνική λογική επιτάσσει ότι η παραχώρηση ή η επιστροφή ενός ποσοστού εδάφους της τάξης του 5% είναι ικανή να αντισταθμίσει την παράδοση ολόκληρης της Κύπρου στους Τούρκους επεκτατιστές;
Το σπίτι των Ελλήνων της Κύπρου
Η Κυπριακή Δημοκρατία βρίσκεται υπό καθεστώς πραγματικού κινδύνου, που απειλεί την υπόστασή της ως κυρίαρχο κράτος. Ανεξάρτητα από τους προβληματισμούς και τις επιφυλάξεις που γέννησε η δημιουργία της σε όλους εμάς που πιστέψαμε στην αυτοδιάθεση της Κύπρου και την ένωσή της με την Ελλάδα, η Κυπριακή Δημοκρατία είναι το σπίτι των Ελλήνων της Κύπρου. Είναι ένα δεύτερο ελληνικό κράτος, ένα από τα πολλά που ο Ελληνισμός δημιούργησε στην τρισχιλιετή ιστορία του. Είναι ένα μέλος του σώματός μας και όταν ένα μέλος ακρωτηριαστεί, ακρωτηριάζεται όλο το σώμα.
Η δραματικότητα των στιγμών επιβάλλει την επανατοποθέτηση του ζητήματος, με τελεσίδικο αποκλεισμό κάθε έννοιας διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας. Στην Ελλάδα και την Κύπρο, με εξαίρεση και ελλειμματικά την περίοδο του αγώνα κατά του Σχεδίου Ανάν, δεν εφαρμόστηκε καμιά πολιτική προετοιμασίας του λαού ότι δεν υπάρχουν έτοιμες λύσεις. Καμία προετοιμασία ότι τα χειρότερα έρχονται και ότι ως εκ τούτου χρειάζεται αλλαγή πορείας, βαθιά και ουσιαστική συστράτευση απάντων των Ελλήνων. Όπου γης και θυσίες, προπαντός θυσίες, γιατί τίποτα ποτέ δεν έχει χαριστεί σε κανέναν.
Από τη μια πλευρά έχουμε την υπάρχουσα θλιβερή πραγματικότητα και από την άλλη το γεγονός ότι τόσο ο αγώνας της ΕΟΚΑ, όσο και η μάχη κατά του Σχεδίου Ανάν απέδειξαν ότι και το φαινομενικά ακατόρθωτο μπορεί να γίνει κατορθωτό. Ειλικρινά πιστεύω ότι η ελληνική (ελλαδική και ελληνοκυπριακή) πλευρά, παρά τον «σχεδόν σταθερό» δυσμενή συσχετισμό σε βάρος της, έχει περιθώρια για διαφοροποίηση ή ανατροπή του αρνητικού ισοζυγίου. Η θετική, άλλωστε, κατά το πλείστον εμπειρία που μας άφησε η σύντομη παρουσία του Τάσσου Παπαδόπουλου στο τιμόνι της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και η συστράτευση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων στην κοινή αυτή υπόθεση, ενισχύει τη διαπίστωση αυτή.