1964: Μία κηδεία, μία ενθρόνιση, ένας γάμος…
12/01/20231964: Μία κηδεία, μία ενθρόνιση και ένας γάμος! Μία από τις πλέον κομβικές χρονιές στη ζωή του Κωνσταντίνου Γλύξμπουργκ ήταν αυτή του 1964. Ο ίδιος συνήθιζε να λέει ότι τότε ανδρώθηκε και πάτησε γερά στα πόδια του. Όχι μόνο έχασε τον πατέρα του και στέφθηκε Βασιλιάς, αλλά παντρεύτηκε τη γυναίκα που έμελλε να του χαρίσει πέντε παιδιά και να τον συντροφεύσει σε όλη του τη ζωή.
Η χρονιά ξεκίνησε με μία μεγάλη απώλεια. Την ίδια κιόλας ημέρα του θανάτου του Βασιλιά Παύλου τον διαδέχτηκε ο νεαρός τότε Κωνσταντίνος, o οποίος έφυγε από τη ζωή το βράδυ της Τρίτης, υπό το κλίμα μίας συλλογικής συγκίνησης. «Άπειρα πλήθη συγκεντρώθησαν χθες κατά μήκος των οδών από τας οποίας θα διήρχετο η νεκρική πομπή, δια να απευθύνουν τον ύστατον χαιρετισμόν προς τον Βασιλέα Παύλον…
Θα ήτο δυνατόν να υποστηριχθή, ότι δια πρώτην φοράν εις την ελληνικήν πρωτεύουσαν εσημειώθη τοιαύτη αυθόρμητος προσέλευσις λαϊκών μαζών. Και αι μάζαι προσήλθον, από όρθρου βαθέος, δια να εκδηλώσουν την βαθυτάτην θλίψιν των και να συνενώσουν τας ευχάς των με εκείνας της Εκκλησίας υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του αειμνήστου Βασιλέως…». Έτσι περιέγραψε η εφημερίδα “Καθημερινή” το πένθος του ελληνικού λαού για το θάνατο του “καλού βασιλιά” Παύλου.
Αν και το Παλάτι είχε επιχειρήσει να αποκρύψει για αρκετούς μήνες την κρισιμότητα της κατάστασης, από το φθινόπωρο του 1963 η υγεία του βασιλιά Παύλου ήταν ιδιαίτερα κλονισμένη. Έπασχε από καρκίνο του στομάχου και από τις ελάχιστες δημόσιες εμφανίσεις του ήταν εμφανές ότι η ασθένεια τον είχε καταβάλει. Όταν όρκισε την κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου στις 18 Φεβρουαρίου ήταν ήδη πολύ βαριά άρρωστος, με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται να ανταπεξέλθει στην κόπωση του τελετουργικού.
Ο θάνατος του βασιλιά Παύλου
Ο νέος πρωθυπουργός ενημερώθηκε για τη βασιλική ασθένεια και την άμεση ανάγκη εγχείρησης. Το ίδιο βράδυ, εκδόθηκε ανακοινωθέν για την επικείμενη εγχείρηση του βασιλιά Παύλου, αναφέροντας ως ασθένεια το έλκος. Έγινε επίσης γνωστό ότι αναλαμβάνει καθήκοντα αντιβασιλέα ο διάδοχος Κωνσταντίνος. Εντέλει, ο Βασιλιάς Παύλος πέθανε το απόγευμα της 6ης Μαρτίου.
Τρείς ημέρες νωρίτερα, το αντιτορπιλικό Ιέραξ είχε μεταφέρει από την Τήνο την εικόνα της Παναγίας στο Τατόϊ. Στην αποβάθρα περίμεναν ο διάδοχος, ο Γεώργιος Παπανδρέου, υπουργοί, ο αρχιεπίσκοπος, μητροπολίτες, ο αρχηγός του Ναυτικού, ο επικεφαλής του στρατιωτικού οίκου του βασιλιά στρατηγός Κωνσταντίνος Δόβας και άλλοι. Στο Τατόϊ η Φρειδερίκη προσκύνησε την εικόνα και προσευχήθηκε, αλλά το τέλος βρισκόταν ήδη μία ανάσα μακριά.
Την Παρασκευή 13 Μαρτίου, η εφημερίδα Ελευθερία έγραψε: «Ο βασιλιάς εκηδεύθη χθες από τον Μητροπολιτικόν Ναόν Αθηνών και ενεταφιάσθη εν συνεχεία εις τον χώρον των βασιλικών τάφων του Τατοΐου. Πρωτοφανής συρροή κόσμου πάσης τάξεως, ο οποίος είχε κατακλύσει την περιοχήν την οποίαν θα ηκολούθη η πομπή, βαθεία συγκίνησις και παρουσία πολυαρίθμων αρχηγών ξένων κρατών και προσωπικοτήτων εχαρακτήρισαν την κηδείαν».
Η ορκομωσία του Κωνσταντίνου
Ο μοναχογιός του Κωνσταντίνος ορκίζεται Βασιλιάς της Ελλάδος και η αδελφή του Ειρήνη χρίζεται διάδοχος μέχρι να μπορέσει ο νεαρός Κωνσταντίνος να αποκτήσει απογόνους. Στο πρώτο διάγγελμα του Βασιλέως Κωνσταντίνου Β’ προς τον Ελληνικό λαό, είναι εμφανής η συναισθηματική του φόρτιση. Τότε, μάλιστα, μεταφέρει και τις τελευταίες λέξεις του πατέρα του: «Τους ευχαριστώ και Τους αποχαιρετώ».
«Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος, ωχρός και καταφανώς συγκινημένος, αλλά με φωνήν σταθεράν και ηθελημένως ζωηράν έδωσε τον όρκον, με την δεξιάν του Ευαγγελίου, επαναλαμβάνων φράσιν προς φράσιν το κείμενον το οποίον ανεγίγνωσκεν ο Αρχιεπίσκοπος: “Ομνύω εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος, να προστατεύω την επικρατούσαν θρησκείαν των Ελλήνων, να φυλάττω το Σύνταγμα και τους νόμους του Ελληνικού Έθνους και να διατηρώ και υπερασπίζω την εθνικήν ανεξαρτησίαν και ακεραιότητα του Ελληνικού Θρόνου”. Τη στιγμή που ετελείωσε η απαγγελία του όρκου ο πρωθυπουργός κ. Γεώργιος Παπανδρέου ανεφώνησε: “Ζήτω ο Βασιλεύς”! Οι παριστάμενοι επενέλαβαν: “Ζήτω ο Βασιλεύς”».
Αμέσως μετά την ορκωμοσία του, ο τότε Βασιλιάς Κωνσταντίνος εκφώνησε το πρώτο του ραδιοφωνικό διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό. Σε μετέπειτα συνεντεύξεις του επικαλέστηκε τις συμβουλές και τη γενικότερη καθοδήγηση του πατέρα του.
Ο γάμος με την Άννα-Μαρία
Μόλις λίγους μήνες αργότερα, το κλίμα στην Αθήνα ήταν τελείως διαφορετικό. Το πένθος είχε δώσει τη θέση του στους εορτασμούς. Ήταν Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 1964, όταν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι κατέκλυσαν τους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας για να παρακολουθήσουν τον γάμο του πιο νέου βασιλικού ζεύγους στον κόσμο: Του 24χρονου Βασιλιά Κωνσταντίνου και της 18χρονης Άννας Μαρίας, τριτότοκης κόρης του βασιλιά της Δανίας Φρειδερίκου του 9ου και της βασίλισσας Ίνγκριντ. Και οι δύο ανήκαν στην ίδια δυναστεία και ήταν μακρινοί συγγενείς.
Γνωρίστηκαν, όταν η Άννα Μαρία ήταν μόλις 13 ετών. Ήταν 1959 και ο Κωνσταντίνος είχε επισκεφτεί την Κοπεγχάγη με τον πατέρα του. Εξαρχής, η νεαρή κοπέλα είχε αντιμετωπιστεί ως “κατάλληλη νύφη”. Στη συνέχεια, η αδελφή του Κωνσταντίνου Σοφία παντρεύτηκε τον Χουάν Κάρλος της Ισπανίας.
Την ώρα που η Αθήνα ταλανιζόταν από διαμαρτυρίες, με τους διαδηλωτές να φωνάζουν «προίκα στην παιδεία και όχι στη Σοφία», ο Κωνσταντίνος χόρευε με την 16χρονη πια Άννα Μαρία. Η Φρειδερίκη παρατήρησε την αμοιβαία συμπάθεια και κίνησε τα νήματα, ώστε να προχωρήσει το ειδύλλιο ή ακριβέστερα το συνοικέσιο. Όταν όλα είχαν συμφωνηθεί, ο Κωνσταντίνος ταξίδεψε μέχρι τη Δανία για να συνοδεύσει την Άννα Μαρία στην Ελλάδα. Εκεί συνάντησε αριστερούς Δανούς που διαδήλωναν για «την ελευθερία της χώρας».
Του γάμου προηγήθηκαν τρεις δεξιώσεις στο Τατόϊ, με καλεσμένους εκπροσώπους κάθε κοινωνικής τάξης και επαγγέλματος. Η ημέρα του γάμου έφτασε, όμως, και όπως ήταν αναμενόμενο γιορτάστηκε με κάθε επισημότητα. Ιστορία έγραψε και η δεξίωση στο παλάτι. Ήταν εμφανές ότι ο γάμος αυτός είχε ως στόχο να εδραιώσει, αλλά και να διαφημίσει τη μοναρχία σε κάθε γωνιά του κόσμου.
Λαμπρή τελετή στην μητρόπολη
Οι παλαιότεροι ίσως θυμούνται ότι παραγράφηκαν μέχρι και πρόστιμα εκείνη την ημέρα, ενώ αποφυλακίστηκαν κάτι λιγότεροι από χίλιοι κρατούμενοι. 1.200 επίσημοι καλεσμένοι και μέλη βασιλικών οικογενειών ταξίδεψαν, ώστε να παρευρεθούν στο λαμπρό γεγονός. Ο γάμος τελέστηκε στη μητρόπολη. Δύο ανοιχτές άμαξες είχαν οδηγήσει το ζεύγος και τους συγγενείς τους εκεί. Οι δρόμοι είχαν σημαιοστολιστεί, τόσο με την ελληνική σημαία, όσο και με αυτή της Δανίας.
Κουμπάροι του Κωνσταντίνου ήταν ο πρίγκιπας Κάρολος της Αγγλίας και ο πρίγκιπας της Νορβηγίας. Στην τελετή αντί για στέφανα χρησιμοποιήθηκαν στέμματα. Οι ανέμελες εκείνες στιγμές σύντομα θα έδιναν τη θέση τους σε πρωτοφανή κοινωνικό/πολιτικό αναταραχή, που εντέλει θα οδηγούσε στην Χούντα των Συνταγματαρχών και στην αποπομπή των Γλύξμπουργκ.