Γεωγραφία & στρατηγική σημασία – Με αφορμή τα 50 χρόνια από την τουρκική εισβολή
17/07/2024Η ιστορία της αρχαίας Ελλάδας είναι γεμάτη από πολέμους και συμμαχίες, πολλές από τις οποίες επηρεάστηκαν από τη γεωγραφία και τη στρατηγική σημασία σημαντικών τοποθεσιών. Ένας από τους πιο αξιοσημείωτους ανταγωνισμούς ήταν μεταξύ του νησιού της Αίγινας και της πόλης-κράτους της Αθήνας.
Αυτός ο ανταγωνισμός δεν ήταν μόνο θέμα γεωγραφικής εγγύτητας αλλά και οικονομικής και στρατιωτικής σημασίας. Ο ανταγωνισμός αυτός διαμόρφωσε τις πολιτικές και στρατιωτικές στρατηγικές της Αθήνας, παίζοντας τελικά έναν κρίσιμο ρόλο στο ευρύτερο πλαίσιο της ελληνικής ιστορίας, ειδικά κατά τους Περσικούς Πολέμους.
Η Αίγινα, που βρίσκεται στον Σαρωνικό Κόλπο, απέχει μόνο περίπου 27 χιλιόμετρα από την Αθήνα. Αυτή η εγγύτητα καθιστούσε το νησί ταυτόχρονα απειλή και πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο για όποιον μπορούσε να το ελέγξει. Η Αίγινα ήταν μια σημαντική ναυτική δύναμη και ένα ενεργό εμπορικό κέντρο. Ήταν μία από τις πρώτες ελληνικές πολιτείες που έκοψαν ασημένια νομίσματα, τα οποία διαδόθηκαν σε όλη τη Μεσόγειο.
Ο ανταγωνισμός Αθήνας – Αίγινας
Αυτή η εμπορική επιτυχία αναπόφευκτα οδήγησε σε οικονομικό ανταγωνισμό με την Αθήνα. Παράλληλα με τον ανταγωνισμό για τον έλεγχο των αγορών και των θαλασσίων οδών της Μεσογείου και την προσπάθεια επιβολής των νομισματικών προτύπων, μέτρων και σταθμών στα διάφορα εμπορικά λιμάνια, οι Αιγινήτες επέβαλαν εμπάργκο στα αττικά κεραμικά, στους εμπορικούς σταθμούς όπου είχαν επιρροή.
Ο ανταγωνισμός κλιμακώθηκε σε ανοιχτή σύγκρουση αρκετές φορές. Ο Θουκυδίδης και ο Ηρόδοτος αναφέρουν ότι οι Αθηναίοι και οι Αιγινήτες ήταν συχνά σε πόλεμο λόγω της ανταγωνιστικής οικονομικής στρατηγικής και της γεωγραφικής τους θέσης. Στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ., ο στόλος της ολιγαρχικής Αίγινας ήταν ισχυρότερος του δημοκρατικού Αθηναϊκού, διατηρώντας τη ναυτική αυτή υπεροχή μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 480 π.Χ. Αυτή η συνεχής σύγκρουση ανάγκασε την Αθήνα να επανεξετάσει τις ναυτικές της δυνατότητες και τη στρατηγική της προσέγγιση.
Ο Θεμιστοκλής, ένας εξέχων Αθηναίος πολιτικός και στρατηγός, αναγνώρισε τη στρατηγική αναγκαιότητα για την κατασκευή ενός ισχυρού στόλου και την γεωστρατηγική στροφή της Αθήνας προς την θάλασσα. Έπεισε τους Αθηναίους, αντί να μοιραστούν τον πλούτο από την ανακάλυψη ενός νέου κοιτάσματος στα ορυχεία του Λαυρίου, να χρησιμοποιήσουν το ασήμι για να κατασκευάσουν έναν ισχυρό στόλο περίπου 200 πλοίων, υποτίθεται για τον πόλεμο κατά της Αίγινας, του άμεσου εχθρού, ενώ η υπαρξιακή απειλή ερχόταν εξ ανατολάς. Αυτά τα πλοία, λοιπόν, ήταν αργότερα κρίσιμα στους Περσικούς Πολέμους.
Η γεωγραφία ως καθοριστικός παράγοντας
Οι Περσικοί Πόλεμοι αποτέλεσαν σημείο καμπής στη σχέση μεταξύ Αίγινας και Αθήνας. Παρά τον ανταγωνισμό τους, και οι δύο πολιτείες αναγνώρισαν τη μεγαλύτερη απειλή που έθετε η Περσική Αυτοκρατορία. Κατά τη διάρκεια της Μάχης της Σαλαμίνας το 480 π.Χ., η Αίγινα συνέβαλε σημαντικά στη νίκη των Ελλήνων παρέχοντας 40 πλοία, αξιοποιώντας την εκτενή ναυτική της εμπειρία. Αυτή η προσωρινή συμμαχία, ωστόσο, δεν κράτησε πολύ.
Μετά την υποχώρηση της περσικής απειλής, ο ανταγωνισμός επανήλθε. Η Αθήνα, υπό την ηγεσία του Κίμωνα πρώτα και μετέπειτα του Περικλή, επεδίωξε να εδραιώσει την εξουσία της στον Αιγαιακό χώρο. Το 460 π.Χ., η Αθήνα επιτέθηκε στην Αίγινα, αναγκάζοντάς τη να παραδοθεί γύρω στο 458 π.Χ. Οι Αιγινήτες αναγκάστηκαν να πληρώσουν μεγάλο φόρο και να ενταχθούν στη Δηλιακή Συμμαχία, μετέπειτα Αθηναϊκή Ηγεμονία, τερματίζοντας ουσιαστικά την αυτονομία τους και τη ναυτική τους υπεροχή. Η παρακμή της δύναμης της Αίγινας αποτυπώθηκε συμβολικά στα νομίσματά τους. Η θαλάσσια χελώνα, σύμβολο της ναυτικής τους δύναμης, αντικαταστάθηκε από μια χερσαία χελώνα, αλλαγή η οποία – προφανώς – επεβλήθη από τους θαλασσοκράτορες Αθηναίους. Αυτή η αλλαγή σηματοδότησε το τέλος της εποχής της Αίγινας ως ναυτικής δύναμης και υπογράμμισε την κυριαρχία της Αθήνας στην περιοχή.
Ο ανταγωνισμός μεταξύ Αίγινας και Αθήνας αναδεικνύει τη στρατηγική σημασία των νησιών κοντά στην ηπειρωτική χώρα στην αρχαία ελληνική γεωπολιτική σκέψη. Νησιά όπως η Αίγινα χρησίμευαν ως κρίσιμα προκεχωρημένα φυλάκια, εμπορικοί σταθμοί, και επάλξεις για στρατιωτικές επιχειρήσεις. Ο έλεγχός τους μπορούσε να προσφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα όσον αφορά τη ναυτική υπεροχή, την οικονομική επιρροή και την περιφερειακή ασφάλεια.
Η στρατηγική σημασία της γεωγραφίας
Η εκδίωξη των Αιγινήτων από τους Αθηναίους κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου και η αντικατάσταση του πληθυσμού από Αθηναίους εποίκους, επισημαίνει περαιτέρω αυτό το σημείο. Ο Θουκυδίδης σημειώνει ότι οι Αθηναίοι έδιωξαν τους Αιγινήτες και τους αντικατέστησαν με δικούς τους εποίκους για να ασφαλίσουν το νησί ενάντια στην επιρροή της Πελοποννήσου και να διασφαλίσουν τον απόλυτο έλεγχο του νευραλγικού αυτού γεωστρατηγικού σημείου, που αναφερόταν από τους Αθηναίους πολιτικούς ως η «ενοχλητική τσίμπλα στο μάτι της Αθήνας».
Η στρατηγική σημασία των νησιών κοντά στην ηπειρωτική χώρα δεν περιορίζεται μόνο στην αρχαία Ελλάδα. Στη σύγχρονη εποχή, η Κύπρος (αλλά κι όλα τα νησιά εγγύς των ακτών της Ιωνίας) αποτελεί ένα παρόμοιο παράδειγμα στρατηγικής σημασίας για τις γειτονικές χώρες, ιδιαίτερα για την Τουρκία και το Ισραήλ. Για την Τουρκία, η Κύπρος αποτελεί σημαντικό στρατηγικό σημείο λόγω της εγγύτητάς της στην τουρκική ακτή και της δυνατότητας ελέγχου των θαλάσσιων διαδρομών στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, της Βόρειας Αφρικής και της Διώρυγας του Σουέζ. Η στρατιωτική εισβολή και κατοχή της Τουρκίας στο βόρειο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας αναδεικνύει την ύψιστη σημασία του νησιού και την επιθυμία της να αυξήσει την επιρροή της στην Ανατολική Μεσόγειο.
Από την άλλη πλευρά, το Ισραήλ βλέπει την Κύπρο ως το στρατηγικό του βάθος στο θαλάσσιο χώρο, αφού αυτό δεν είναι εφικτό στο χερσαίο τμήμα προς τα ανατολικά (τουλάχιστον μέχρι την εγκαθίδρυση Κουρδικού κράτους). Το ‘αβύθιστο αεροπλανοφόρο’ και η στρατηγική τοποθεσία σημαντικών λιμένων του νησιού, καθιστά την Κύπρο σημαντικό στρατηγικό εταίρο, οψίμως και στον τομέα της ενέργειας. Η συνεργασία μεταξύ Ισραήλ και Κύπρου για την εξόρυξη και μεταφορά φυσικού αερίου ενισχύει τη γεωπολιτική θέση του Ισραήλ στην περιοχή και του παρέχει μεγαλύτερη ενεργειακή ασφάλεια.
Τα κρίσιμα ερωτήματα
Η σύγκριση της Κύπρου με την Αίγινα και της σχέσης της με την Τουρκία και το Ισραήλ με την αντίστοιχη της Αίγινας και της Αθήνας, αναδεικνύει το διαχρονικό θέμα της στρατηγικής σημασίας των νησιών και της γεωστρατηγικής τους πολυτιμότητας. Η Τουρκία, ακόμα και πριν την εισβολή του 1974, χρησιμοποιούσε τον τοπικό μουσουλμανικό πληθυσμό της Κύπρου ως μοχλό πίεσης, αλλά και διευκόλυνσης των επιδιώξεων ξένων δυνάμεων, όπως της Μ. Βρετανίας, για την διαιώνιση ενός προβλήματος που θα διατηρούσε την επιρροή της τελευταίας και την παρουσία της στο νησί. Η στόχευση της Τουρκίας είναι ξεκάθαρη κι επιδιώκει τη διχοτόμηση του νησιού, την δημιουργία τετελεσμένων μέσω της συνεχιζόμενης κατοχής και της αλλοίωσης του δημογραφικού στοιχείου με τον εποικισμό.
Ο ανταγωνισμός μεταξύ Αίγινας και Αθήνας ήταν ένας σημαντικός παράγοντας στην ανάπτυξη της ναυτικής δύναμης και της στρατηγικής πολιτικής της Αθήνας. Η γεωγραφική εγγύτητα και ο οικονομικός ανταγωνισμός μεταξύ των δύο πολιτειών πυροδότησαν συγκρούσεις που τελικά συνέβαλαν στην απόφαση της Αθήνας να κατασκευάσει έναν ισχυρό στόλο. Αυτός ο στόλος ήταν καθοριστικός στους Περσικούς Πολέμους και βοήθησε στην εδραίωση της Αθήνας ως κυρίαρχης δύναμης στο Αιγαίο.
Παράλληλα, η σύγχρονη αναλογία με την Κύπρο υπογραμμίζει τη διαχρονική σημασία των νησιών στην παγκόσμια γεωπολιτική, αποδεικνύοντας ότι οι στρατηγικοί ανταγωνισμοί και οι συμμαχίες που διαμορφώνονται γύρω από αυτά τα σημεία, παραμένουν σημαντικοί τόσο στην αρχαιότητα όσο και σήμερα.
- Ποιες, άραγε, προοπτικές μακροχρόνιου στρατηγικού σχεδιασμού και συνεργασίας μεταξύ Ελλάδος, Κύπρου και Ισραήλ ανοίγονται και ποια διδάγματα οφείλει να λάβει το σύγχρονο Ελληνικό κράτος;
- Υπάρχει συμπαγές πλάνο στρατιωτικής, ενεργειακής, οικονομικής συνεργασίας και διαμόρφωσης ενιαίου αμυντικού χώρου, το οποίο θα λειτουργήσει ως κίνητρο αλλά κι απόδειξη για ισχυρή παρουσία της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο;
Οι απαντήσεις οφείλεται να δοθούν πριν οι συσχετισμοί γίνουν απαγορευτικοί και παρουσιαστεί το Κυπριακό, 50 χρόνια από την βάρβαρη τουρκική εισβολή και κατοχή, όπως και το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων, σα μία ακόμα χαμένη υπόθεση.