H μάχη του Σίσακ – Η σφαγή των Οθωμανών στην Κροατία
21/04/2022Η μάχη του Σίσακ, στις 22 Ιουνίου 1593, ήταν μια από τις πολλές συγκρούσεις της (χαμηλής έντασης) μόνιμης πολεμικής κατάστασης στα σύνορα της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων και των Οθωμανών. Ωστόσο στην μάχη συμμετείχαν σημαντικές δυνάμεις εκατέρωθεν και οι Τούρκοι “θηρευτές”, σύντομα έγιναν τα θηράματα.
Οι Οθωμανοί είχαν επιχειρήσει το 1591 και το 1592 να καταλάβουν στη μικρή οχυρωμένη πόλη του Σίσακ, στην σημερινή Κροατία. Στις 15 Ιουνίου 1593 εισέβαλαν και πάλι στα αυστριακά εδάφη και πολιόρκησαν το φρούριο. Το φρούριο υπερασπίζονταν περί τους 800 άνδρες, υπό τους Κροάτες Μπλάζ Ντούρακ και Ματίας Φίντιτς. Οι Τούρκοι, υπό τον Κροάτη εξωμότη Τελί Χασάν πασά-μπεηλέρμπεη της Βοσνίας, διέθεταν 16.000 άνδρες.
Οι Οθωμανοί σύντομα περικύκλωσαν το φρούριο. Ο Τελί Χασάν μπορούσε να αντιμετωπίζει την κατάσταση με αισιοδοξία. Ωστόσο οι αμυνόμενοι είχαν ειδοποιήσει για την προσέγγιση των Οθωμανών και ήδη άρχισε να σχηματίζεται μια μικρή απελευθερωτική δύναμη.
Επικεφαλής της δύναμης αυτής ήταν ο αντιστράτηγος Ρούπερτ φον Έγκενμπεργκ με υποδιοικητές τον Κροάτη Τόμας Ερντόντι και τον Αυστριακό συνταγματάρχη Αντρέας φον Άουερζπεργκ, γνωστό ως “Αχιλλέα της Καρνιόλα”. Το πρόβλημα ήταν ότι η απελευθερωτική “στρατιά” αριθμούσε μόλις 5.000 άνδρες…
Σίσακ: Από θηρευτές θηράματα!
Η δύναμη του Τελί Χασάν αποτελείτο από περιφερειακά στρατεύματα, κυρίως Βόσνιους μουσουλμάνους που θεωρούντο ιδιαίτερα αξιόμαχοι και φανατισμένοι. Σύντομα οι Τούρκοι άρχισαν τον βομβαρδισμό της μικρής οχυρωμένης πόλης. Οι Τούρκοι επιχείρησαν μικροεφόδους. Στις 21 Ιουνίου ο Φίντιτς σκοτώθηκε και η αγωνία των αμυνομένων έφτασε στο κατακόρυφο.
Ωστόσο η βοήθεια είχε ήδη φτάσει. Η μικρή απελευθερωτική δύναμη του Έγκενμπεργκ πλησίασε την ίδια ημέρα το Σίσακ. Οι Τούρκοι εντόπισαν τους Αυστριακούς χωρίς να γνωρίζουν τη δύναμή τους. Έτσι ο Τελί Χασάν έστειλε τον Μεμί Χότζα μπέη να περάσει τον παραπόταμο του ποταμού Σάβα, Κούπα, και να του φέρει πληροφορίες για την εχθρική δύναμη.
Περιέργως ο Μεμί επέστρεψε και ανέφερε στον Τελί Χασάν ότι οι Αυστριακοί υπερείχαν αριθμητικά! Σύμφωνα με τουρκική πηγή ο Τελί Χασάν που εκείνη την ώρα έπαιζε σκάκι σηκώθηκε όρθιος και εκτόξευσε ύβρεις κατά του Μεμί, που φοβόταν τους υπέρτερους εχθρούς… Η διήγηση αυτή, από τουρκική πηγή, όπως αναφέρθηκε, έχει μάλλον σκοπό να απαλύνει την επερχόμενη ήττα από έναν στρατό που υστερούσε αριθμητικά 1:3.
Σε κάθε περίπτωση ο Τελί Χασάν ετοίμασε τον στρατό και ανέπτυξε το ιππικό του ώστε να καλύπτει την πρόχειρη γέφυρα που συνέδεε τις δύο όχθες του ποταμού Κούπα, ώστε να συνεχίσει απερίσπαστος την πολιορκία. Ο Έγκενμπεργκ όμως ήταν έτοιμος. Με εμπροσθοφυλακή το ελαφρύ κροατικό ιππικό και ελαφρύ πεζικό υπό τον Ερντόντι και σε δεύτερο κλιμάκιο τις δυνάμεις του Άουερζπεργκ, οι Αυστριακοί επιτέθηκαν.
Η σφαγή των Τούρκων
Η πρώτη τους έφοδος αποκρούστηκε από τους πολυάριθμους εχθρούς. Όταν όμως ενεπλάκη και το δεύτερο κλιμάκιο της αυστριακής δύναμης οι Τούρκοι δεν άντεξαν και υποχώρησαν. Πιεζόμενοι ασφυκτικά στον σχετικά περιορισμένο χώρο μεταξύ των ποταμών Κούπα και Όντρα και δεχόμενοι και την επίθεση των μέχρι τότε πολιορκημένων στο Σίσακ, οι Τούρκοι πανικοβλήθηκαν και επιχείρησαν να ξεφύγουν, τρεπόμενοι σε φυγή.
Μόνοι οι μισοί το κατόρθωσαν και αυτοί άοπλοι και πανικόβλητοι… Τουλάχιστον 8.000 Τούρκοι σφαγιάστηκαν ή πνίγηκαν στις ματωμένες όχθες. Μεταξύ των νεκρών ήταν και ο υπερφίαλος Τελί Χασάν και άλλοι έξι διοικητές. Μόνο ο Ιμπραήμ μπέη γλίτωσε από το αυστριακό σπαθί. Μεταξύ των νεκρών ήταν επίσης και ο ανεψιό του σουλτάνου Μεχμέτ.
Η μάχη διήρκεσε λιγότερο από μια ώρα και ήταν μια από τις εκλεκτικότερες και σημαντικότερες, τελικά, της εποχής, καθώς μετά την ήττα οι Τούρκοι κήρυξαν επίσημα πόλεμο στους Αψβούργους ο οποίος κράτησε έως το 1606 (Μακρύς Πόλεμος ή 13ετής Πόλεμος).
Στα χέρια των νικητών έπεσαν 2.000 άλογα, 10 τουρκικές σημαίες και ιππουρίδες και όλο το πυροβολικό των Τούρκων. Οι απώλειες των νικητών, μαζί με τους νεκρούς της πολιορκημένης φρουράς δεν ξεπέρασαν τους 500 νεκρούς και τραυματίες. Ο Άουερζπεργκ σε αναφορά του κάνει λόγο για 40-50 νεκρούς της δικής του διοίκησης.