Η 9η Μαίου 1945 και ο αιώνας των υποσχέσεων

Η 9η Μαίου 1945 και ο αιώνας των υποσχέσεων, Γιώργος Μαργαρίτης
EPA/MAKSIM BOGODVID/HOST PHOTO AGENCY RIA NOVOSTI HANDOUT HANDOUT EDITORIAL USE ONLY/NO SALES

Κλείνουν σήμερα ογδόντα χρόνια από την ημέρα της Αντιφασιστικής νίκης, το τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, στην ευρωπαϊκή τουλάχιστον διάστασή του. Με τους πολέμους να μαίνονται γύρω μας και με τους ανταγωνισμούς να σωρεύονται στον ορίζοντα, έχουμε ίσως την ευκαιρία να αναλογιστούμε πως τέλειωσαν οι προηγούμενοι πόλεμοι μέσα σε υποσχέσεις του τύπου “ποτέ ξανά”.

Ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος τελείωσε στις 11 Νοεμβρίου 1918 με την “Ανακωχή” ανάμεσα στην Γερμανία και τους εχθρούς της. Ακολούθησε μια μακρόχρονη συνδιάσκεψη για τον καθορισμό των όρων της τελικής ειρήνης. Μια συνδιάσκεψη που “θα τελείωνε όλους τους πολέμους”, όπως την διαφήμισαν. Αποδείχθηκε ότι ήταν ακριβώς το αντίθετο. Μέσα σε ένα κλίμα όπου περίσσευαν οι καπιταλιστικοί ανταγωνισμοί, οι αποικιακές και ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες, η διάσκεψη δεν έκανε τίποτε περισσότερο από το να δημιουργήσει το πλαίσιο του επόμενου παγκόσμιου πολέμου.

Πίσω από τα μεγάλα λόγια κρυβόταν μια διπλή ταπείνωση και μια απροσδιόριστη, ακόμα, στην έκτασή της, απειλή: η επαναστατημένη Ρωσία. Η πρώτη ταπείνωση, η εμφανής, αφορούσε την Γερμανία. Η “Ανακωχή” εξελίχθηκε σε γενικό – θαλάσσιο και χερσαίο- αποκλεισμό της χώρας – ελλείψεις, πείνα, εκατοντάδες χιλιάδες θάνατοι από το ψύχος και τις στερήσεις. Στα τέλη Ιουλίου 1919 η σοσιαλδημοκρατικών προδιαγραφών κυβέρνηση της Βαϊμάρης (το Βερολίνο δεν είχε ακόμα συνέλθει από την δίνη των επαναστάσεων) υπέγραψε την Συνθήκη των Βερσαλλιών, με καταστροφικές για την Γερμανία συνέπειες.

Η δεύτερη “ταπείνωση” ήταν λιγότερο εμφανής, αν και πιο καταλυτική για τις ισορροπίες του κόσμου. Αφορούσε την ταπείνωση της Ευρώπης, του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, για να είμαστε πιο ακριβείς. Οι νικητές βρίσκονταν χρεωμένοι στις αμερικανικές τράπεζες και η γενική ιδέα να μετακυλήσουν ολόκληρο το κόστος του πολέμου στην ηττημένη Γερμανία, δημιούργησε δεινά χωρίς να λύσει το πρόβλημα. Κάτω από το κόστος του πολέμου και τον δανεισμό από το αμερικανικό κεφάλαιο κρυβόταν μια δομική ανεπάρκεια του ευρωπαϊκού καπιταλισμού. Η λεηλασία των αποικιών εξασφάλιζε τα κέρδη των μονοπωλίων και έκρυβε την παραγωγική υστέρηση και τις συνέπειές της.

Οι ΗΠΑ βρίσκονταν ήδη στην εποχή της μαζικής παραγωγής – στον κόσμο του αυτοκινήτου. Ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός είχε πλέον χάσει την πρωτοκαθεδρία του και είχε αποκτήσει έναν επικίνδυνο ανταγωνιστή. Ο μεσοπόλεμος των ψευδαισθήσεων και των καπιταλιστικών κρίσεων μάταια επιχείρησε να εξορκίσει ετούτο το δυσάρεστο για τις ευρωπαϊκές μητροπόλεις σκηνικό. Πάνω σε αυτό το σκηνικό αρθρώθηκαν οι συνθήκες που έφεραν τον νέο παγκόσμιο πόλεμο.

Ο πόλεμος που θα γύριζε πίσω το χρόνο

Ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος ξεκίνησε με μια “υπόσχεση”. Υπόσχεση εφιαλτική για τους πολλούς, τους εργάτες, τους εργαζόμενους, τους παραγωγούς, γοητευτική όμως για τους κατόχους του πλούτου, των εργοστασίων, τους καπιταλιστές της Ευρώπης. Την υπόσχεση την έδινε το νέο τότε καθεστώς του Βερολίνου, οι ναζί, στους οποίους ανατέθηκε, από τους Γερμανούς τραπεζίτες και βιομηχάνους αρχικά, η επίλυση των αδιεξόδων του γερμανικού και του ευρωπαϊκού καπιταλισμού.

Η υπόσχεση επικεντρωνόταν σε μια ριζοσπαστική αναίρεση του ιστορικού χρόνου. Στην επιστροφή του ευρωπαϊκού καπιταλισμού στην κορυφή του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, εκεί όπου βρισκόταν στα 1914, πριν την έναρξη του προηγούμενου παγκόσμιου πολέμου. Οι νικητές του 1918 είχαν αποτύχει σε αυτόν τον τομέα. Το ναζιστικό Βερολίνο, οι τότε ηττημένοι, υπόσχονταν να διορθώσουν ετούτη την στρατηγική αποτυχία. Η πρόταση τους φιλόδοξη όσο και “ρεαλιστική” – το τελευταίο αν αγνοούσε κανείς τα δεδομένα της εποχής και της συγκυρίας.

Οι στόχοι του σχεδίου ήταν δύο. Πρώτον η θεραπεία της “ασθένειας” που ο α’ παγκόσμιος πόλεμος είχε κληροδοτήσει στην Ευρώπη. Η “ασθένεια” ήταν ο κομμουνισμός και η Σοβιετική Ένωση που από το 1917 κρατούσε τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό μέσα στην αγωνία και το συνεχές άγχος της ανατροπής, της επανάστασης. Το Σύμφωνο Αντι-κομιντέρν, από τα 1936, έθετε ήδη σε κίνηση ετούτη την πτυχή του σχεδίου. Δεύτερο, ήταν η εξασφάλιση ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος απέναντι στην νέα μητρόπολη του παγκόσμιου καπιταλισμού, την Νέα Υόρκη, τις ΗΠΑ.

Το πλεονέκτημα αυτό θα εξασφαλιζόταν με την εκμηδένιση του εργατικού κόστους στην Γηραιά Ήπειρο. Για να επιτευχθεί ετούτος ο στόχος επιστρατεύθηκαν τα πλέον σκοτεινά κληροδοτήματα της αποικιοκρατίας – εκείνης που στο τέλος του 19ου αιώνα είχε ανεβάσει τις ευρωπαϊκές μητροπόλεις στην κορυφή του καπιταλιστικού συστήματος. Η φυλετική θεωρία και ο νομικός – πολιτικός αποκλεισμός ήταν τα πλέον προσφιλή από τα προτεινόμενα μέσα.

Η ταξινόμηση των ανθρώπων με βάση τη φυλή που ανήκαν και το χρώμα του δέρματός τους ήταν το βαρύ “επιχείρημα” του αποικισμού. Η μεταφορά ετούτου του “επιχειρήματος” στην ευρωπαϊκή ήπειρο, ένα είδος “εσωτερικού αποικισμού”, θα δημιουργούσε, όπως δημιούργησε στις αποικίες, ένα πάμφθηνο, ως και αναλώσιμο, εργατικό δυναμικό, υπάκουο, σχεδόν δουλικό. Θα ήταν μια εκμεταλλεύσιμη μέχρι θανάτου ανθρώπινη μάζα χωρίς νομικά ή πολιτικά δικαιώματα. Ο ναζισμός είχε προβλέψει από πολύ νωρίς γι αυτό. Η κατάργηση του ρωμαϊκού δικαίου, του δικαιώματος των ανθρώπων σε πλέγμα νομικής προστασίας και δικαστή, ήταν βασικό σημείο του ναζιστικού προγράμματος από το 1919.

Η εφαρμογή –”πειραματική” ας την ορίσουμε- του σχεδίου έγινε με άξονα τον αντισημιτισμό. Οι Εβραίοι ήταν οι πρώτοι υπάνθρωποι που δοκίμασαν τις νέες αξίες του καπιταλιστικού εξορθολογισμού. Θα ακολουθούσαν οι Ρομά, κατόπιν οι ανάπηροι που το προϊόν του μόχθου τους δεν άξιζε το κόστος της συντήρησής τους, μετά οι απροσάρμοστοι, κομμουνιστές σε πρώτη σειρά, μετά οι αντάρτες και όσοι αντιστέκονταν, μετά οι σλαβικοί λαοί, Πολωνοί, Ουκρανοί, Λευκορώσοι και Ρώσοι σε σειρά προτεραιότητας. Δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπων ένοιωσαν στα κάτεργα της καταναγκαστικής εργασίας, στα μαρτύρια και τον θάνατό τους ετούτο τον “εξορθολογισμό” του εργατικού κόστους στην υπηρεσία του ευρωπαϊκού καπιταλισμού.

Ο τρόπος βρέθηκε, η ολοκλήρωση του σχεδίου επικεντρώθηκε στην “θεραπεία” της “ασθένειας”. Ο πόλεμος, ή μάλλον η επιχείρηση ενοποίησης της καπιταλιστικής Ευρώπης, ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 1938, με το περίφημο “Σύμφωνο του Μονάχου” που σφράγισε το τέλος της Τσεχοσλοβακίας. Οι παλαιοί επιδιαιτητές της Ευρώπης, Βρετανοί και Γάλλοι, επιχείρησαν εκεί έναν συμβιβασμό, μια συγκυριαρχία – που αποδείχθηκε μη εφικτός. Ένα χρόνο μετά τον Σεπτέμβριο του 1939 ο πόλεμος γενικεύθηκε στην ευρωπαϊκή εκδοχή του.

Ως τον Μάϊο- Ιούνιο του 1940 ο πρώτος στόχος είχε εκπληρωθεί: η “ευρωπαϊκή” εκδοχή του παγκόσμιου πολέμου ολοκληρώθηκε και η Νέα Ευρώπη, κάτω από την στιβαρή κηδεμονία του Βερολίνου είχε γεννηθεί. Ο “ψεύτικος πόλεμος” και η ευκολία της κατάκτησης της Νορβηγίας, της Δανίας, της Ολλανδίας, του Βελγίου, της Γαλλίας -ειδικά δε οι πολιτικές εξελίξεις στην τελευταία- πιστοποίησαν την αμηχανία των αστών πολιτικών, που ταλαντεύονταν ανάμεσα στην προγενέστερη τάξη του κόσμου -όπου, στην περίπτωση της Γαλλίας, βρίσκονταν σε δεσπόζουσα θέση- και στην μεγάλη υπόσχεση της Γερμανίας και του ναζισμού. Στον χάρτη η αμηχανία τους κινούνταν ανάμεσα σε δύο χώρους: τον Ατλαντικό και τους ωκεανούς και την βαθιά χερσαία ενδοχώρα της Ευρασίας.

Τον Ιούλιο κιόλας του 1940, οι ηγέτες του Βερολίνου, κυρίαρχοι πλέον στο σύνολο των βιομηχανικών, παραγωγικών δυνατοτήτων της Ευρώπης και έχοντας στην διάθεσή τους το σύνολο των όπλων των ευρωπαϊκών στρατών, άρχισαν να σχεδιάζουν την εκπλήρωση της πρώτης τους υπόσχεσης: την κατάκτηση της Σοβιετικής Ένωσης, το σχέδιο Μπαρμπαρόσα. Τον Ιούνιο του 1941 ο πόλεμος ήταν ήδη ολοκληρωτικός. Ένας πόλεμος “εξόντωσης”, όπως τον ονόμασαν τότε οι ηγέτες της Ευρώπης -όχι μόνο οι ναζί, όχι μόνο οι Γερμανοί: το ξερίζωμα της “κομμουνιστικής ασθένειας” αφορούσε τους πάντες. Τον Δεκέμβριο του 1941 ο πόλεμος έφτασε στον Ειρηνικό ωκεανό δίνοντας απόλυτη σημασία στην έννοια “παγκόσμιος”. Οι εξήντα ίσως περισσότερα εκατομμύρια ανθρώπινες ζωές που κόστιζε ετούτος ο πόλεμος πιστοποιούν την έκταση και τα σοβαρά που διακυβεύονταν σε αυτόν.

Ο νέος κόσμος του 1945

Το τέλος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου ήρθε με μια ακόμα υπόσχεση. Δεν αφορούσε τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό και τις τύχες του η τελευταία αυτή. Ήταν οικουμενική και αφορούσε την μετέπειτα ιστορία ολόκληρου του κόσμου. Το σχέδιο για τον μεταπολεμικό κόσμο ξεκίνησε από μια διαπίστωση. Η μόνη δύναμη που θα μπορούσε να αναμετρηθεί με το στρατιωτικό δυναμικό ολόκληρης της Ευρώπης ήταν ο Σοβιετικός Κόκκινος Στρατός. Η Βρετανική Αυτοκρατορία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, ισχυρές στον αέρα και στην θάλασσα χάρη στην οικονομική και βιομηχανική τους ισχύ, αδυνατούσαν να συγκροτήσουν την τεράστια μάζα χερσαίων στρατιωτικών δυνάμεων που θα κέρδιζαν τον πόλεμο εκεί που οι πόλεμοι κερδίζονται: στο έδαφος.

Στις 22 Ιουνίου του 1941, όταν ξεκίνησε η εισβολή στην Σοβιετική Ένωση, Βρετανοί και Αμερικανοί, όπως και ολόκληρος ο κόσμος άλλωστε, θεωρούσαν ότι η γερμανική πολεμική μηχανή ήταν ακαταμάχητη και ότι η Σοβιετική Ένωση δεν θα μπορούσε να αντέξει περισσότερο από έξι εβδομάδες. Στον προηγούμενο πόλεμο, η Γερμανία και οι σύμμαχοί της είχαν νικήσει την τσαρική Ρωσία με ένα μικρό μόνο κλάσμα των στρατιωτικών τους δυνάμεων, παρά την στήριξη και τις προσπάθειες των Βρετανών και των Γάλλων. Κανείς δεν φανταζόταν ότι στον νέο πόλεμο, όπου δεν υπήρχε δεύτερο μέτωπο και το σύνολο των δυνάμεων της Γερμανίας και του Άξονα εισέβαλαν στην Ρωσία, θα γινόταν κάτι διαφορετικό.

Εκείνο το τρομερό καλοκαίρι του 1941 οι έξι εβδομάδες πέρασαν γρήγορα. Στο τέλος τους η Σοβιετική Ένωση, ο Κόκκινος Στρατός, είχαν χάσει εδάφη, υλικά, ανθρώπους. Τίποτε όμως δεν έδειχνε σημεία ήττας και διάλυσης, το μέτωπο κρατούσε και οι δεύτερες σκέψεις είχαν εμφανιστεί στο υπερφίαλο ως τότε Βερολίνο. Με ετούτες τις απρόσμενες εξελίξεις στο νου, στις 9 και 10 του Αυγούστου του 1941, οι ηγέτες των ΗΠΑ και της Βρετανίας, Ρούσβελτ και Τσώρτσιλ, συναντήθηκαν στο Νιουφάουντλαντ, για να επανεξετάσουν τα σχέδια τους στο τρέχοντα πόλεμο.

Το αποτέλεσμα της συνάντησης ήταν η “Χάρτα του Ατλαντικού”, που διατύπωνε τις βασικές αρχές πάνω στις οποίες θα στηριζόταν η συμμαχία τους και που, ταυτόχρονα, μετά την νίκη τους στον πόλεμο, θα σχεδιαζόταν ο μεταπολεμικός κόσμος. Η δύναμη που θα νικούσε τον Άξονα και θα κατέλυε την Νέα Ευρώπη είχε βρεθεί – η Σοβιετική Ένωση. Για την Ουάσιγκτον και το Λονδίνο το κεφάλαιο του μεταπολεμικού κόσμου είχε ήδη ανοίξει. Ο δε κόσμος αυτός σχεδίαζαν να είναι καπιταλιστικός.

Το επόμενο διάστημα κύλησε με διαπραγματεύσεις. Η Σοβιετική Ένωση εντάχθηκε στο πρόγραμμα των ΗΠΑ για “εκμίσθωση και δανεισμό” στρατιωτικού υλικού. Στις 5 Δεκεμβρίου του 1941 η αντοχή της Σοβιετικής Ένωσης πιστοποιήθηκε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο: ξεκίνησε η πρώτη μεγάλη αντεπίθεση του Κόκκινου Στρατού που υποχρέωσε τους Γερμανούς σε υποχώρηση διακοσίων περίπου χιλιομέτρων – από την Μόσχα ως το Σμολένσκ. Δύο μέρες αργότερα, στις 7 Δεκεμβρίου του 1941 οι Ηνωμένες Πολιτείες μπήκαν στον πόλεμο. Η Μεγάλη Αντιφασιστική Συμμαχία είχε ολοκληρωθεί…

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

1 ΣΧΟΛΙΟ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια

Στη μακροσκελή ιστορική ανασκόπηση αναφέρονται σωστά τα θύματα του ναζισμού, κάποιοι εκ των οποίων ήταν και κομμουνιστές. Απουσιάζει όμως η οποιαδήποτε αναφορά στα θύματα της κομμουνιστικής τερατογένεσης όπως αυτή εξελίχθηκε, του υποτιθέμενου εσωτερικού εχθρού, ο αριθμός των οποίων ξεπερνά κατά πολύ αυτόν των θυμάτων του ναζισμού! Γιατί δύο μέτρα και… Διαβάστε περισσότερα »

1
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx