Η εκπαίδευση στην Αρχαία Ελλάδα – Από τον Πλάτωνα στην ελληνιστική εποχή
29/12/2024Ο Σωκράτης δεν εμπιστευόταν τους ισχυρισμούς των σοφιστών ότι ήταν σε θέση να γνωρίζουν οτιδήποτε και να διδάσκουν τα πάντα. Ο ίδιος δεν επεδίωκε να μεταδίδει ένα σύνολο γνώσεων, αλλά να προχωρεί μαζί με τους συνομιλητές του στην αναζήτηση της γνώσης. Η μεγάλη του επιρροή έγκειται στην περίφημη σωκρατική μέθοδο διδασκαλίας και στην εξίσωση της αρετής με τη γνώση.
Ο Πλάτων προσφέρει την πιο εκτεταμένη θεωρία εκπαίδευσης στην Πολιτεία και στους Νόμους του. Προπαγανδίζει την ιδανική πολιτεία ενός ολοκληρωτικού μοντέλου επηρεασμένου από τη Σπάρτη· υποστηρίζει ένα σύστημα εκπαίδευσης στο οποίο η λογοτεχνία και γενικά η τέχνη οφείλουν να υπηρετούν τα συμφέροντα του κράτους, ειδάλλως θ’ αποκλείονται αυστηρά. Η βασική εκπαίδευση που προτείνει, αφορά όλους τους πολίτες μέχρι τα 17 ή 18 χρόνια τους και κρίνεται μάλλον συντηρητική. Ο πλατωνικός Τίμαιος προμήθευσε τον Μεσαίωνα με τη λογική της ιδανικής τετράδας μαθημάτων για το δεύτερο μέρος των σπουδών. Η ειρωνεία έγκειται στο ότι η συγκεκριμένη η τετράδα προέρχεται από την εμμονή του Ιππία σε τέσσερεις επιστήμες (μαθηματικά, γεωμετρία, αστρονομία, μουσική).
Σε πρώιμα έργα του ο Πλάτων αντιτίθεται στη διδασκαλία της ρητορικής, αλλά αργότερα την επιτρέπει στην Ακαδημία παράλληλα με τη σπουδή των μαθηματικών και της φιλοσοφίας. Το σχέδιό του για μόνιμα εκπαιδευτικά ιδρύματα με εξειδικευμένους δασκάλους και ολοκληρωμένο πρόγραμμα σπουδών εκλαμβάνεται ως προπομπός της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Πολ. 536a-41b), ενώ η ίδρυση της Ακαδημίας (δηλ. μιας ένωσης λογίων) ως το πρώτο πανεπιστήμιο. Από την άλλη, το Λύκειο του Αριστοτέλη λειτούργησε ως το μεγαλύτερο ερευνητικό ινστιτούτο της αρχαιότητας.
Η σωκρατική μέθοδος
Οι σοφιστές ανέπτυξαν τόσο τη διαλεκτική μέθοδο των ερωταποκρίσεων όσο και την επιδεικτική παρουσίαση ενός θέματος με μορφή διάλεξης. Στη διαλεκτική μέθοδο ο ερωτώμενος συνεισφέρει ουσιαστικά στη συζήτηση, αντίθετα απ’ ό,τι συμβαίνει με τη σωκρατική τεχνική. Η σωκρατική μέθοδος προχωρά, εισάγοντας τον μαθητή σε κατάσταση απορίας (ενδεχομένως εκνευρισμού) και παραδοχής πλήρους άγνοιας· στη συνέχεια εκμαιεύει γνώσεις μέσα από μία διαδικασία ερωτήσεων που έχουν συγκεκριμένο στόχο (Πλάτ. Θεαίτ. 150c). Οπαδός της ενεργητικής μεθόδου αποδεικνύεται ο Ξενοφών, ο οποίος παρουσιάζει στην Κύρου παιδεία μαθητές να διδάσκονται τη δικαιοσύνη μέσα από πραγματικές, ομαδικές καταστάσεις.
Για την ελληνιστική εποχή σώζεται ένας μεγάλος αριθμός επιγραφών που φωτίζουν τη δημόσια πλευρά της εκπαίδευσης και πλούσιο παπυρολογικό υλικό με σχολικές ασκήσεις. Το εκπαιδευτικό μοντέλο της κλασικής Αθήνας έλαβε οριστική μορφή τα ελληνιστικά χρόνια και άντεξε με ελαφρές αλλαγές μέχρι το τέλος του αρχαίου κόσμου. Δόθηκε μεγαλύτερη προσοχή στην εκπαίδευση απλών πολιτών, όπως αντανακλάται σε πολλές φιλοσοφικές πραγματείες που εκπονήθηκαν από στοχαστές σα τον Αρίστιππο, Θεόφραστο, Αριστόξενο, Κλεάνθη, Ζήνωνα, Χρύσιππο, Κλέαρχο και Κλεομένη.
Η πρωτοβάθμια εκπαίδευση επεκτάθηκε με τη δημιουργία ιδρυμάτων σε ορισμένες πόλεις. Έτσι, στη μικρασιατική Τέω όλα τα ελεύθερα αγόρια έπρεπε να εκπαιδευθούν. Η Ρόδος με χρηματοδοτούμενη την πρωτοβάθμια εκπαίδευση από τον Ευμένη Β΄ πρέπει να πλησίασε προς μία σχεδόν καθολική δημόσια εκπαίδευση για αγόρια· το ίδιο και η Μίλητος. Τα κορίτσια λάμβαναν περισσότερη εκπαίδευση απ’ ό,τι παλαιότερα (π.χ. σε Τέω και Πέργαμο), αλλά δεν μπορούσαν να εκπαιδευθούν οπουδήποτε τόσο πολύ όσο τ’ αγόρια.
Πρέπει να διευκρινισθεί ότι η επίσημη εκπαίδευση προσφερόταν αποκλειστικά σε πόλεις και αποσκοπούσε στην καλλιέργεια της ελληνικής ταυτότητας. Μολονότι κάποιες πόλεις (ιδίως Τέως, Μίλητος, Δελφοί, Ρόδος) και κυρίως ευεργέτες φρόντιζαν για την πληρωμή των δασκάλων, εντούτοις σε μεγάλο βαθμό αναλάμβαναν τα έξοδα οι γονείς. Τα γυμναστήρια (γυμνάσια) που λειτουργούσαν κυρίως ως χώρος σωματικής άσκησης, άρχισαν να μετατρέπονται σε εκπαιδευτικά κέντρα με σχολικό πρόγραμμα και ποικίλους δασκάλους. Σίγουρα, δεν πρόκειται για καθολική μετατροπή· π.χ. ο γυμνασιαρχικός νόμος της Βέροιας υποδεικνύει τη λειτουργία του γυμνασίου ως κατεξοχήν αθλητικού κέντρου (BÉ 1978, 274).
Οργάνωση της εκπαίδευσης
Ο γυμνασίαρχος (κοσμητής στην Αθήνα) ήταν κρατικός αξιωματούχος εκλεγμένος για ένα χρόνο με σκοπό να διευθύνει το γυμνάσιο και να επιβλέπει όλες τις πτυχές εκπαίδευσης (δημόσιας ή ιδιωτικής) των εφήβων και νέων. Συνεισέφερε οικονομικά, αγοράζοντας λάδι για τις αθλητικές δραστηριότητες και πληρώνοντας τους μισθούς ενός ή δύο δασκάλων. Τα αυξανόμενα οικονομικά βάρη μετέτρεψαν το αξίωμα κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους σε λειτουργία την οποία αναλάμβανε όποιος είχε ένα μόνο προσόν, δηλ. πλούτο. Παρόμοια καθήκοντα είχε και ο παιδονόμος. Για τα κορίτσια προβλέπονταν σε πόλεις όπως η Σμύρνη και η Πέργαμος ιδιαίτεροι αξιωματούχοι. Οι αξιωματούχοι που επέβλεπαν την εκπαίδευση των νέων, διοργάνωναν δημόσιους αγώνες ανάγνωσης, γραφής, ζωγραφικής, απαγγελίας, σύνθεσης στίχου/τραγουδιού, δρόμου, πυγμαχίας.
Άλλες καινοτομίες της περιόδου ήταν η συγκέντρωση της εκπαιδευτικής δραστηριότητας σε ένα κτήριο, οι εξετάσεις και ο διαχωρισμός των μαθητών ανάλογα με την ηλικία τους σε παῖδες (12-17), ἐφήβους (18-20) και νέους (από 20 και πάνω). Η ἐφηβεία, η οποία ξεκίνησε ως στρατιωτική εκπαίδευση προσφερόμενη από την πολιτεία και στην Αθήνα τη δεκαετία του 330 π.Χ. αναβαθμίστηκε σε διετή εκπαίδευση εφήβων, εξαπλώθηκε σε όλο τον ελληνικό κόσμο και έγινε ένα είδος πολιτιστικού-αθλητικού θεσμού για κοινωνικές τάξεις με ελεύθερο χρόνο.
Φημισμένα κέντρα ανώτερης μόρφωσης ήταν η Αθήνα, η Πέργαμος και η Ρόδος για φιλοσοφία και ρητορική· η Κως, η Πέργαμος και η Έφεσος για ιατρική· η Αλεξάνδρεια για όλο το εύρος σπουδών. Οι δάσκαλοι εκλέγονταν για ένα χρόνο και επιβλέπονταν από τον γυμνασίαρχο και τον παιδονόμο. Οι δάσκαλοι λογοτεχνίας κατατάσσονταν σε τρεις βαθμίδες: α. γραμματιστής (βασικό επίπεδο), β. γραμματικός (μεσαίο) και γ. ρήτορας ή σοφιστής (ανώτερο). Ο παιδονόμος και ο εφηβάρχης μπορούσαν να προσκαλούν φημισμένους δασκάλους για μικρό διάστημα.
Οι τακτικοί δάσκαλοι λάμβαναν ως μισθό κάτι περισσότερο από έναν ειδικευμένο εργάτη, οι ιδιωτικοί μικρότερο μισθό από τους τακτικούς. Οι μουσικοδιδάσκαλοι λάμβαναν τα περισσότερα· ακολουθούσαν οι δάσκαλοι λογοτεχνίας και τέλος ο παιδοτρίβης. Βέβαια, ένας καλός δάσκαλος μπορούσε να λάβει δώρα, βραβεία, ίσως και κάποια φοροαπαλλαγή (π.χ. στην πτολεμαϊκή Αίγυπτο οι δάσκαλοι εξαιρούνταν από τον φόρο του αλατιού).