Η εξέγερση της Βαρσοβίας – Εκατόμβη αμάχων από τους Ναζί
28/04/2023Την 1η Αυγούστου 1944 ξέσπασε η εξέγερση της Βαρσοβίας, όπου οι Πολωνοί στασίασαν κατά των Γερμανών κατακτητών. Αρχικά η εξέγερση που οργάνωσε η μεγαλύτερη πολωνική αντιστασιακή οργάνωση “ΑΚ”, επικράτησε στο μεγαλύτερο μέρος του δυτικά του Βιστούλα τμήματος της πόλης.
Στις 3 Αυγούστου ο Χίμλερ ανέθεσε στον στρατηγό των SS φον ντεμ Μπαχ Τσελέφσκι να καταστείλει την εξέγερση με τη διαταγή να εξοντώσει τους Πολωνούς. Για τον σκοπό αυτό του διέθεσε και δύο από τις μονάδες εγκληματιών των SS, τα “Αστυνομικά Τάγματα” με Αζέρους και Τουρκομάνους, την Ταξιαρχία Ντιρλεβάνγκερ και την Ταξιαρχία Καμίνσκι.
Ο Χίμλερ διέταξε την ισοπέδωση της Βαρσοβίας και την συστηματική εξόντωση του πληθυσμού της ιστορικής πόλης. Στις 5 Αυγούστου οι γερμανικές δυνάμεις και οι άνδρες ακολούθησαν τις διαταγές και έλαβαν επίσης την άδεια να κλέψουν, να λεηλατήσουν, να αρπάξουν.
Οι Γερμανοί επιτέθηκαν με δύο συγκροτήματα μάχης, αυτό του Ρορ και αυτό του Ράινεφαρτ. Όμως αποκρούστηκαν από τους ηρωικά μαχόμενους Πολωνούς. Αδυνατώντας να καταβάλουν τους ένοπλους Πολωνούς οι Γερμανοί στράφηκαν κατά των αμάχων και εισερχόμενοι από οικεία σε οικεία άρπαζαν, βίαζαν και σκότωναν όποιον έβρισκαν μπροστά τους, κυρίως ηλικιωμένα άτομα και παιδιά.
Απερίγραπτη σφαγή
Ο Ράινεφαρτ παραδέχτηκε πως μόνο την 5η Αυγούστου σφαγιάστηκαν πάνω από 10.000 Πολωνοί άμαχοι στο προάστιο της Βόλα. «Πάνω από 15.000 Πολωνοί άμαχοι δολοφονήθηκαν από τους Γερμανούς (στις 5 Αυγούστου). Ο Τσελέφσκι διέταξε να σταματήσουν οι εκτελέσεις γυναικών και παιδιών, αλλά οι δολοφονίες συνεχίστηκαν…και ούτε οι Κοζάκοι και οι εγκληματίες του Καμίνσκι και του Ντιρλεβάνγκερ έδωσαν σημασία στη διαταγή».
«Με βιασμούς, δολοφονίες, βασανιστήρια και φωτιά προχώρησαν στα προάστια Βόλα και Οκότα σφαγιάζοντας σε τρεις ημέρες άλλους 30.000 αμάχους», αναφέρει Βρετανός ιστορικός. Στην πραγματικότητα η διαταγή του Τσελέφσκι για παύση των σφαγών εκδόθηκε στις 5 Αυγούστου και άρχισε να εφαρμόζεται, σταδιακά, από τις 7 Αυγούστου.
Με άγρια μάχη οι Πολωνοί μαχητές, με την υποστήριξη δύο κυριευμένων γερμανικών αρμάτων Panther κατάφεραν να ανοίξουν διάδρομο που ένωνε τη Βόλα με την Παλαιά Πόλη της Βαρσοβίας ώστε οι πολίτες να υποχωρήσουν με όσο ασφάλεια ήταν δυνατή. Οι Γερμανοί πάντως εξευτέλισαν ακόμα περισσότερο κάθε ιδέα δικαίου του πολέμου χρησιμοποιώντας Πολωνούς αμάχους ως ανθρώπινες ασπίδες για να προσεγγίσουν τις θέσεις των ενόπλων Πολωνών.
Χάρη σε αυτή την “τακτική” οι Γερμανοί προωθήθηκαν και “έκοψαν” τη Βόλα στα δύο. Οι Γερμανοί πυρπόλησαν δύο νοσοκομεία με πολλούς ασθενείς εντός. Γιατροί και νοσηλευτικό προσωπικό σφαγιάστηκαν επίσης. Οι νοσοκόμες βιάστηκαν φρικτά με κάθε τρόπου που ένας άρρωστος εγκέφαλος μπορούσε να ανακαλύψει. Κατόπιν γυμνές, κομματιασμένες, αλλά ακόμα ζωντανές, απαγχονίστηκαν.
Οι μεγαλύτερες σφαγές διαπράχθηκαν στο αμαξοστάσιο του τραμ του προαστίου και σε δύο εργοστάσια στα οποία χιλιάδες άμαχοι είχαν καταφύγει (εργοστάσιο Ursus, εργοστάσιο Franaszka). Έχοντας εξοντώσει τουλάχιστον 50.000 αμάχους, οι Γερμανοί άρχισαν τώρα την επιχείρηση συγκάλυψης του εγκλήματος.
“Αποσπάσματα Καψίματος”
Στο διάστημα 8-23 Αυγούστου έπιασαν δουλειά τα “Αποσπάσματα Καψίματος” που αποτελούνταν από αιχμαλώτους και σκλάβους εργάτες και ανέλαβαν την αποτέφρωση των πτωμάτων, αλλά και των οικείων. Η συντριπτική πλειοψηφία των ανδρών των εν λόγω αποσπασμάτων δολοφονήθηκαν μετά την ολοκλήρωση του μακάβριου έργου τους. Μόλις στις 12 Αυγούστου ο Τσελέφσκι εξέδωσε νέα διαταγή για τη παύση των σφαγών.
Οι δολοφόνοι όμως δεν πλήρωσαν. Κανείς Γερμανός από τους σφαγείς της Βαρσοβίας δεν πλήρωσε για τα εγκλήματά του. Ο Ντιρλεβάνγκερ και ο Καμίνσκι είχαν το τέλος που τους άξιζε. Ο Τσελέφσκι και ο Ράινεφαρτ δεν διώχθηκαν καν ποινικά. Ο τελευταίος μάλιστα αναδείχθηκε και δήμαρχος στη Δυτική Γερμανία.