Η μυστική ιστορία των Νεοτούρκων
12/06/2025
Το 1908, η “Επιτροπή για την Ένωση και την Πρόοδο“, περισσότερο γνωστή ως οι “Νεότουρκοι”, πραγματοποίησε στρατιωτικό πραξικόπημα, ανέτρεψε τον Οθωμανό Σουλτάνο και ανέλαβε την εξουσία στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Στη συνέχεια διεξήγαγαν μια επιθετική εθνικιστική εκστρατεία καταστολής όλων των μη-τουρκικών μειονοτήτων.
Μέσα σε τέσσερα έτη, οι αντιμειονοτικές εκστρατείες τους προκάλεσαν τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13 μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των μελών της Βαλκανικής Συμμαχίας, δηλαδή της Ελλάδας, της Βουλγαρίας, της Σερβίας, και του Μαυροβουνίου. Έως το 1914, οι πόλεμοι αυτοί είχαν πυροδοτήσει τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και η Τουρκία, τελικώς, έγινε σύμμαχος της Γερμανίας. Μέσα από το κίνημα των Νεοτούρκων, αναδείχθηκε και ο στρατηγός, επαναστάτης και πολιτικός Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, ο “ιδρυτής πατέρας της Τουρκικής Δημοκρατίας”, ο οποίος διετέλεσε ο πρώτος πρόεδρος της σύγχρονης Τουρκίας από το 1923 έως τον θάνατό του το 1938.
Όταν οι Νεότουρκοι ανέλαβαν την εξουσία, η Οθωμανική Αυτοκρατορία περιλάμβανε ακόμα τη Συρία, το Ιράκ, την Ιορδανία, την Παλαιστίνη και το μεγαλύτερο μέρος της Αραβικής Χερσονήσου. Όμως, μέσα σε επτά έτη από την ανάληψη της εξουσίας, οι Νεότουρκοι κατέστρεψαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία και κατήργησαν το Χαλιφάτο.
Οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν χειραγωγήσει κάθε εθνικιστική ομάδα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, τόσο τους Νεοτούρκους, όσο και τους αντιπάλους τους, επειδή η Βρετανία είχε ως στρατηγικό σκοπό να διαδραματίσει τον κατεξοχήν ρόλο στη διαχείριση της διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, να εξαλείψει το Χαλιφάτο, και να γίνει η ηγετική δύναμη που θα καθοδηγούσε την ενσωμάτωση της μετα-οθωμανικής Μέσης Ανατολής στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα και τη νεωτερικότητα.
Οι Βρετανοί, λοιπόν, ήταν εστιασμένοι στη “μεγάλη εικόνα”, στο “master plan”, και, έτσι, μπορούσαν να χειραγωγούν παράγοντες όλων των εθνικιστικών κινημάτων στα Βαλκάνια και στην Τουρκία, ανεξαρτήτως των ιδιαιτεροτήτων και των επιμέρους διαφορών όλων αυτών των εθνικισμών. Οι Νεότουρκοι ήλθαν στην εξουσία διακηρύσσοντας τις αρχές της δημοκρατίας, ενός μοντέλου εθνικιστικού φιλελευθερισμού, και νεωτερικές αξίες, αλλά σύντομα ενστερνίστηκαν τη ρητορική του Παντουρκισμού και ύψωσαν τη σημαία ενός πανισλαμικού κράτους.
Νεότουρκοι και Βρετανία
Η ιδεολογία του Παντουρκισμού δεν δημιουργήθηκε αρχικώς από τους Νεοτούρκους, αλλά από έναν Ούγγρο σιωνιστή διανοούμενο ονόματι Άρμιν Βάμπερι (Ármin Vámbéry, 1832-1913). Ο Βάμπερι έγινε σύμβουλος του Οθωμανού σουλτάνου, ενώ εργαζόταν μυστικώς για τον Λόρδο Πάλμερστον (Lord Palmerston), ο οποίος κυριάρχησε στη βρετανική εξωτερική πολιτική κατά την περίοδο 1830-65, και για το βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών.
Ο Βάμπερι προσπάθησε να μεσολαβήσει για να συναφθεί μια συμφωνία μεταξύ του ηγέτη του Σιωνιστικού Κινήματος (δηλαδή του εβραϊκού εθνικισμού), Τέοντορ Χερτσλ (Theodor Herzl), και του Οθωμανού σουλτάνου. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Βάμπερι εφοδίασε τη σύγχρονη τουρκική σκέψη με μια εθνικιστική ιδεολογία, τον Παντουρκισμό (σε αντιδιαστολή προς την παραδοσιακή θεωρία του Χαλιφάτου).
Σε ό,τι αφορά στο όραμα των Νεοτούρκων για ένα νέου τύπου πανισλαμικό κράτος, αυτό διαμορφώθηκε, αρχικώς, από τον Γουίλφριντ Σκέιουεν Μπλαντ (Wilfrid Scawen Blunt), Βρετανό μυστικό πράκτορα, οριενταλιστή και υψηλόβαθμο στέλεχος του βρετανικού Τεκτονισμού. Αυτός υποστήριζε τη χρήση του Ισλάμ, προκειμένου να προωθήσει βρετανικά συμφέροντα και να περικυκλώσει και να περιορίσει γεωστρατηγικώς τη Ρωσία, και, με αυτόν τον στόχο κατά νου, χειριζόταν επίσης τον αλ-Αφγκάνι (al-Afghani), ηγέτη του Σαλαφισμού.
Ενώ οι Νεότουρκοι ακολουθούσαν την παντουρκική και πανισλαμική στρατηγική τους, που τους είχαν μεταλαμπαδεύσει ο Βάμπερι και ο Μπλαντ, η Βρετανία υποστήριζε επίσης αντιτουρκικά εθνικιστικά κινήματα ανεξαρτησίας, εντός της διαλυόμενης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προκειμένου να εφαρμόσει την πολιτική του “διαίρει και βασίλευε” και να αντισταθμίσει τις αυτονομιστικές τάσεις των Νεοτούρκων και τη συνεργασία τους με τη Γερμανία.
Οι κύριοι επιχειρησιακοί αξιωματικοί των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών που διαχειρίστηκαν τα αντιμαχόμενα βαλκανικά εθνικιστικά κινήματα εκείνης της περιόδου ήταν οι εξής:
- Ο Aubrey Herbert, ο οποίος ασκούσε επιρροή στους Νεοτούρκους και τους Αλβανούς.
- Ο Noel Buxton (επί δεκαετίες στενός συνεργάτης του Aubrey Herbert), ο οποίος ασκούσε επιρροή στους Βουλγάρους και στη Σερβία.
- Ο James David Bourchier και ο Arthur Evans, οι οποίοι ασκούσαν επιρροή στους Έλληνες.
- Ο Robert William Seton-Watson, ο οποίος ασκούσε επιρροή στους Σέρβους και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ενθάρρυνση της διάλυσης της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας και στην ανάδυση της Τσεχοσλοβακίας και της Γιουγκοσλαβίας, κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου και μετά από αυτόν.
- Ο Aubrey Herbert ήταν υιός του Henry Howard Molyneux Herbert, 4ου κόμη του Carnarvon, ο οποίος επέβλεπε επίσημα τον βρετανικό Ελευθεροτεκτονισμό για λογαριασμό του Βασιλέα Εδουάρδου Ζ΄, καθώς διετέλεσε Πρόσθετος Μέγας Διδάσκαλος της Ηνωμένης Μεγάλης Στοάς της Αγγλίας (United Grand Lodge of England) από το 1874 έως το 1890. Ο έλεγχος των Νεοτούρκων από τον Aubrey Herbert βασίστηκε στη συστηματική χρήση των τεκτονικών θεσμών, αφού ο ιδρυτής των Νεοτούρκων ήταν ένας Ιταλοεβραίος υψηλόβαθμος τέκτων ονόματι Εμμανουήλ Καράσο.
Ο Εμμανουήλ Καράσο
Ο Εμμανουήλ Καράσο ήταν ανώτερο στέλεχος της εβραϊκής παρατεκτονικής αδελφότητας B’nai B’rith και ηγέτης της ιταλικής τεκτονικής Στοάς “Αναστημένη Μακεδονία” (“Macedonia Risorta”), η οποία είχε ιδρυθεί στην υπό οθωμανική κυριαρχία Θεσσαλονίκη, υπό την προστασία του ιταλικού προξενείου (το οποίο της προσέφερε διπλωματικό άσυλο, καθώς οι Νεότουρκοι μάχονταν εναντίον της εξουσίας του σουλτάνου στο όνομα του συνταγματισμού). Όπως έχει επισημάνει ο Βρετανός ιστορικός Mark Mazower (καθηγητής Ιστορίας στο Columbia University), η Στοά “Αναστημένη Μακεδονία” ήταν το de facto αρχηγείο των Νεοτούρκων, και όλη η ανώτατη ηγεσία του κινήματος των Νεοτούρκων ήταν μέλη αυτής της Στοάς.
Ένας από τους σημαντικότερους συνεργάτες του Καράσο ήταν ο Alexander Helphand (κατά κόσμον Izrail Lazarevich Gelfand), γνωστός και ως Parvus, αμφιλεγόμενος ακτιβιστής του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας και σημαντικός χρηματοδότης των ρωσικών επαναστάσεων του 1905 και του 1917. Το 1910, ο Parvus εγκαταστάθηκε στην Τουρκία, όπου ίδρυσε μια εταιρεία εμπορίου όπλων, εργάστηκε ως οικονομικός και πολιτικός σύμβουλος των Νεοτούρκων και έγινε οικονομικός συντάκτης του τουρκικού περιοδικού “Türk Yurdu”, το οποίο υποστήριζε τους Νεοτούρκους.