ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Ο τετράχρονος πυροβολητής και άλλα παραλειπόμενα από το 1821

Ο τετράχρονος πυροβολητής και άλλα παραλειπόμενα από το 1821, ΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΣ

Το καταγεγραμμένο γεγονός πως ένα τετράχρονο αγόρι πολεμούσε ως πυροβολητής στο Μεσολόγγι μας αφήνει όλους άφωνους!

Το θαυμαστό αυτό περιστατικό αναφέρεται στα απομνημονεύματα του Γάλλου Ζακ Μανζάρ και καταδεικνύει τη μαζικότητα του Αγώνα του 1821, για την επιτυχία του οποίου κινητοποιήθηκαν άνδρες και γυναίκες, νέοι και γέροι.

Ο Ζακ Μανζάρ υπηρέτησε ως βοηθός του τυπογράφου και φιλέλληνα Μαξίμ Ραιμπώ, ο οποίος εξέδιδε την επίσημη εφημερίδα του εκστρατευτικού σώματος του Μαιζώνος στην Πελοπόννησο (Αύγουστος 1828 – Μάρτιος 1829). Το 1830, ένα έτος μετά την επιστροφή του από την Πελοπόννησο, ο Μανζάρ εξέδωσε στο Παρίσι το έργο “Ἀναμνήσεις ἀπὸ τὸν Μωριά, συλλεγεῖσες κατὰ τὴν παραμονὴ τῶν Γάλλων στὴν Πελοπόννησο” (Souvenirs de la Morée, recueillis pendant le séjour des Français dans le Péloponèse).

«…Σε μια από τις καλύβες, όπου είχε την καλοσύνη να με οδηγήσει ο κύριος Πλατύκας, μου έδειξε ένα παιδί, ηλικίας εφτά χρονών περίπου. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Μεσολογγίου, το δυστυχισμένο αυτό, είχε μείνει πολλές μέρες συνέχεια πάνω στους προμαχώνες βοηθώντας τον πατέρα του στο γέμισμα του κανονιού, που τα βλήματά του ενοχλούσαν τους πολιορκητές. Κρατώντας το αναμμένο φιτίλι, μ’ ένα νεύμα του πατέρα του, το πλησίαζε στη μπαρούτι, που η έκρηξή του εσκόρπιζε μακριά τον όλεθρο και τον θάνατο.

»Κοιτούσε στα μάτια τον πατέρα του, ανυπομονώντας να τον ιδεί να του κάνει αυτό το νεύμα, που αργούσε πολύ κατά τη γνώμη του. Ήτανε τότε δυόμισι ετών περίπου (πρόκειται μάλλον για τη β΄ πολιορκία, οπότε ο μικρός θα ήταν 4-5 ετών αφού ο Μανζάρ γνώρισε το παιδί το 1828 και ήταν 7-8 ετών). Αναγκάστηκαν να το αποσπάσουν με τη βία στο τέλος απ’ αυτό το κανόνι, που δεν ήθελε να το εγκαταλείψει. Δεν είχε αντιληφθεί ότι κάποια στιγμή τον πατέρα του τον χτύπησε ανελέητα ο θάνατος.

»Όταν γύρισα στο Παρίσι και διηγήθηκα αυτό το συμβάν, το θεώρησαν απίστευτο. Αυτό το παιδάκι, μου έλεγαν, θα ‘πρεπε να είχε κουφαθεί. Τ’ αυτιά σ’ αυτήν την ηλικία είναι πολύ λεπτά ώστε να βαστάξουν στον συνεχή βρόντο είκοσι κανονιών που εκπυρσοκροτούσαν τόσο κοντά. Δεν ξέρω αν σ’ ένα παιδί δύο-τριών χρονών αυτό πρέπει να είναι το αναγκαστικό αποτέλεσμα του ορυμαγδού που προκαλούνε το κανόνι και οι όλμοι. Εκείνο που μπορώ να βεβαιώσω, είναι ότι είδα εγώ ο ίδιος αυτό το παιδί. Ότι ακούει πολύ καλά όταν του μιλούν κι ότι διατηρεί ακόμη συγκλονιστική ανάμνηση εκείνης της ημέρας.

»Ο νεαρός Πλατύκας που μας εγγυήθηκε αυτό το γεγονός μπροστά σε όλους τους συμπατριώτες του, έχασε την ίδια εποχή και πάνω στις ίδιες επάλξεις, έναν από τους αδελφούς του, καπετάνιο του πυροβολικού του φρουρίου. Τον ξέρω καλά, ώστε να μην αμφισβητώ τη μαρτυρία του, που στηριζόταν στις μαρτυρίες πολλών άλλων προσώπων ακόμη, που υπήρξαν αυτόπτες του συμβάντος που διηγούμαι...»

Τα νοσοκομεία κατά τον Αγώνα του 1821

Για τις ανάγκες του Αγώνα είχαν συσταθεί και νοσοκομεία με σκοπό την περίθαλψη των τραυματιών από τις μάχες εναντίον των Οθωμανών. Τις ελλείψεις και τις δυσχέρειες λειτουργίας ενός ικανοποιητικού υγειονομικού συστήματος υπό επαναστατικές συνθήκες φανερώνει η επιστολή του Πέτρου Περόγλου, επιτρόπου ενός στρατιωτικού νοσοκομείου προς την επαναστατική κυβέρνηση.

«Προς το έξοχον υπουργείον του Πολέμου
Χρέος μου είναι διά να είπω τας ανάγκας του κοινού Νοσοκομείου. Το αυτό Νοσοκομείο δεν έχει τόπον εις το να δεχθεί ούτε άλλους ασθενείς, ούτε άλλους λαβομένους, επειδή και όλαι αι κάμαραι είναι γεμάται, μάλιστα αδιάσαμεν και το κελάρι του και εβάλαμεν λαβομένους. Επειδή αν εις αυτάς τας κάμαρας βάλωμεν άλλους ασθενείς, καλοκαίρι ων, θέλει θανατόσωμεν και τους πρώτους και τους ύστερους. Επειδή λοιπόν και ο πόλεμος είναι πλησίον μας αφεύκτως θέλει δεχθούμεν ασθενείς και λαβομένους ανάγκη πάσα να ετιμασθή κανένα οσπίτιον από τα πλησίον του Νοσοκομείου διά να είναι έτιμον.

»Αναγκαιεί να εξοικονομιθή αμέσως πόρος διά τα καθημερινά έξοδα, καθώς ζωοτροφία και ιατρικά, επειδή και το Τελώνιον ως την σήμερον μας έδωσε μόνον γρόσια διακόσια πενήκοντα. εις όλο αυτό το διάστημα με το να μην δουλευτή. η οικονομία διά τα στρώματα: με το να κήτονται οι ασθενείς πάνω εις τα σανίδια. Να εύρωμεν έναν ιδεασμένον διά βοήθεια του ιατρού όσο να αλάζονται οι πληγωμένοι.

»Όλα λοιπόν τα άνωθεν αναγκαιούν μεγάλως διά την υπεράσπισην των ασθενών εξαιρέτως ο πόρος. επειδή και εις εμέ ούτε παράς με έμεινε ούτε υπόλιψης εις τινά, διά να προβλέψω τα προς το ζην επειδή και τώρα είκοσι ημέρας από κανένα μέρος βοηθειούν. δεν έλαβον, καθώς και ο κύριος Βαλιανός τα όσα με χρεωστεί παρά δεν με έδωσε, αλλά με το σήμερον και με το αύριον με απερνά, αφού στέλνει τους ………. Ιδού λοιπόν όπου ειδοποιώ το έξοχον υπουργείον, όπου παραπονόμενοι οι ασθενείς και πληγωμένοι να είμαι αμέτοχος του τοιούτου. Ο ευπειθέστατος πατριώτης και επίτροπος του Νοσοκομείου / πέτρος περόγλου / 9 ιουνίου 1825

Ποντικοουρά στο ψωμί

Το πιο σημαντικό ίσως πρόβλημα ενός πολέμου είναι αυτό της επιμελητείας. Η πλημμελής φροντίδα του ανεφοδιασμού ενός στρατεύματος, τακτικού ή άτακτου, μπορεί να οδηγήσει στην κατάρρευση και την ήττα του. Κατά την διάρκεια του Αγώνα του 1821, η κυβέρνηση μίσθωνε φούρνους ανά την επικράτεια για να αντιμετωπίσει τις ανάγκες των στρατιωτών σε ψωμί. Τους πλήρωνε τα έξοδα για αλεύρι και άλλα υλικά –γιατί ενίοτε η κυβέρνηση έδινε στους στρατιώτες και άλλου είδους αρτοποιήματα, όπως κουλούρια τρυπητά– συν ένα μίσθωμα για την προσωπική εργασία του φούρναρη και των εργατών του.

Συνήθως τα πράγματα έβαιναν καλώς, αλλά δεν ήταν λίγες οι φορές που ξεσπούσαν διαμαρτυρίες για την ποιότητα του ψωμιού (που τότε το έφτιαχναν με σιτάρι, κριθάρι ή καλαμπόκι) αλλά και για την ποσότητα, διότι μερικοί φουρνάρηδες έβαζαν λιγότερο αλεύρι σε κάθε ψωμί, ώστε να έχουν περισσότερο κέρδος. Άλλες φορές πάλι, οι στρατιώτες παραπονούνταν για ακάθαρτο ψωμί, όπως φαίνεται σε αυτήν την επιστολή του φούρναρη Αναγνώστη Ζέγγελη, ο οποίος διαμαρτύρεται γιατί τρεις στρατιώτες του φρούραρχου Φωτομάρα, τον έδειραν επειδή βρήκαν στο ψωμί μια ποντικοουρά!

Ας ρίξουμε όμως μια ματιά σ’ αυτήν την όντως διασκεδαστική επιστολή:

«Προς το έξοχον υπουργείον της οικονομίας
Διά της παρούσης μου αναφέρω ότι σήμερον ήλθαν εις τον φούρνον όπου έδιδα τα ταϊνια*, κάποιος κονζαχαμπάμπης, ομού με άλλους δύο στρατιώτας οι οποίοι είναι με τον φρούραρχον Φωτομάραν, βαστώντας εις τα χείρας τους, ολίγον ψωμί, εις το οποίον είπον ότι εύρον μια ποντικοουρά, ευθύς με έπιασαν και με έδειραν. εγώ όμως δεν υποφέρω να έρχεται ο κάθε στρατιώτης να κάμη τα τέλοια του και διά τούτο παρακαλώ το έξοχον υπουργείον να κάμη την πρέπουσαν εξέτασιν, ότι εγώ από αυτό το έγκλημα είμαι αμέτοχος, επειδή εγώ αυτό το πράγμα δεν ημπορώ να το κάμω διά να ρίψω ποντικοουρά εις το ψωμί. και γνωρίζω βέβαια ότι αυτό το ρεζιλίκι μου το έκαμαν με πάθος. εις κάθε έλειψιν όπου ήθελε γενή υπό ημάς, οι στρατιώτες πρέπει να αναφέρονται εις το έξοχον υπουργείον τούτο, και το υπουργείον να μας κάμνη την πρέπουσαν εκδίκασιν και όχι να κάμνουν την εκδίκασιν μόνοι τους, επειδή αυτό είναι και εναντίον των νόμων μας. και μένω
τη 11 Φεβρουαρίου 1825 ο δούλος σας
Ναύπλιον αναγνώστης ζέγγελης»

*ταϊνι είναι η ημερήσια μερίδα φαγητού (εδώ ψωμιού) ενός στρατιώτη

Έλλειψη ακόμη και ψωμιού

Όμως τα πράγματα σχετικά με το ψωμί των στρατιωτών και τα παράπονα, δεν σταματούν εδώ. Στην παρακάτω επιστολή προς το υπουργείο οικονομικών, ο φροντιστής Ναυπλίου Πάνος Οικονομόπουλος, καταφέρεται εναντίον των ψωμάδων:

«Προς το έξοχον υπουργείον της οικονομίας
ημείς δεν ημπορούμεν πλιά να υποφέρομεν τας καταχρήσεις των ψωμιάδων όπου καθημερινώς να δίδωμεν άλεβρα… δια να βρίσκωνται εις μίαν μας ανάγκην, και αυτοί τα πουλούν αμέσως τα μισά και μας αφήνουν χωρίς ψωμί. εις τας ημέρας τα δύσκολας οπού δεν ημπορούμεν από ενάντιον καιρόν. καθώς σήμερις ακολουθεί όπου δεν ημπορούμεν να μας βαστάξουν. και έμεινεν το στρατόπεδον χωρίς ψωμί και τούτο προέρχεται από την πλεονεξίαν αυτών. πουλούντες το μισό αλέβρι ανακατόνουν τα άλλα άλεβρα και γίνεται το ψωμί… και τραβάμε τόσα βάσανα από τους στρατιώτας. και από το υπουργείον… καθημερινώς σήμερις ταϊνια δεν έβγαλαν και τους επρόσταξαν εχθές βράδυ να κάμουν οικονομία διά ψωμί. και αυτοί δεν έβγαλαν τελείως. και περί τούτου ας τους εκράξη το έξοχον υπουργείον να υποχρεώση να δώσουν τα ταϊνια. εξοδα καθημερινώς υστερούμεθα όσον διά εδώ όσον και διά το Άργος. ανάγκη είναι να μας δοθούν καμιά χιλιάδα γρόσια διά να εξοικονομήσομεν αυτά όπου χρεωστούμεν. διατί πλέον δεν ημπορούμεν να υποφέρομεν. ούτε να κάμνωμεν καμίαν δουλειάν. και ό,τι ελείψεις ακολουθούν, δεν ήμστε υποκείμενοι. μένομεν με όλον το σέβας.
τη 27η Ιανουαρίου 1825
εν Ναυπλίω
ο φροντιστής Ναυπλίου
Πάνος Οικονομόπουλος».

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι