Οι αλυσιδωτές συνέπειες του “Όχι” – Από το αλβανικό μέτωπο στον Felix
27/12/2023Μεταξύ των ενδιαφερόντων άρθρων του SLpress.gr είναι και του Παντελή Καρύκα, περί των πιέσεων που η Ισπανία εδέχθη υπό του Χίτλερ προκειμένου όπως εισέλθει του πολέμου. Εδώ, αναλύομε τις συνέπειες.
Το θέρος του 1940, ο Χίτλερ, μετά την αποτυχία του Θαλασσίου Λέοντος (οδηγίες υπ’αρ. 16/16/07.1940 και 17/01.08.1940), περί εξαλείψεως της Αγγλίας, κατέστρωσε δύο περαιτέρω σχέδια, πάντα επί σκοπώ την εξαφάνιση της Αγγλίας: το Σχέδιο Μπαρμπαρόσα (οδηγία υπ’αρ. 21/18.12.1940), περί κατακτήσεως της Ρωσίας και το Σχέδιο Φέλιξ (οδηγία υπ’αρ. 18/12.11.1940), περί καταλήψεως της Μεσογείου.
Έτσι, την 23.10.1940, συνήντησε, στο Χεντάγιε της Νοτίου Γαλλίας, τον Ισπανό ομόλογό του, Φρανθίσκο Φράνκο, προκειμένου όπως ο τελευταίος εισέλθει στον πόλεμο παρά το πλερό του. Μανθάνων κατά την επιστροφή του στο Βερολίνο, περί της αναπαντέχου επιθέσεως του Μουσολίνι κατά της Ελλάδος, λέγει στον ΥΠ.ΕΞ. του, Ι. φον Ρίμπεντροπ, τον διερμηνέα του Πάουλ-Όττο Σμιτ και τον Αρχηγό της Ανωτάτης Διοικήσεως των Ενόπλων Δυνάμεων, στρατάρχη Βίλχελμ Κάϊτελ (Corvaja, Santi, Hitler and Mussolini, 2008, σελ. 144): «Πως ο Μουσολίνι έκανε κάτι τέτοιο ; Αυτό είναι σκέτη τρέλα».
Την 04.11.1941, σε πολεμική σύσκεψη στο Βερολίνο (Καγκελαρία), ο Χίτλερ θ’αποκαλέσει την εκστρατεία του Μουσολίνι «αξιοθρήνητο ατόπημα» (William Shirer, H Άνοδος και η Πτώση του Τρίτου Ράϊχ, εκδ. Ι. Δ. Αρσενίδη, 1960, τόμ. 3ος, σελ. 49-50).
Την δε 19.11.1940, στο Μπερχτεσγκάντεν (Βαυαρικές Άλπεις), εδήλωσε στον Ισπανό ΥΠ.ΕΞ., Ραμόν Σεράνο Σούνιερ (Ramón Serrano Suñer, Entre Henday y Gibraltar, σελ. 325): «Οι Ιταλοί διέπραξαν μόλις προ ολίγου ένα σοβαρό και ασυγχώρητο σφάλμα (…) κατά των Ελλήνων. (…). (…) πρέπει (…) να επισπεύσουμε το τέλος του πολέμου (…)».
Κατόπιν τούτου, ο Ισπανός υπουργός Εξωτερικών εσημείωσε (ένθ’ άνωτ): «Τα πράγματα έβαιναν πραγματικά άσχημα δια τους Λατίνους αδελφούς μας. Το άστρο του Τσιάνο [Ιταλός ΥΠ.ΕΞ.] άρχισε να δύει˙ ο Ρίμπεντροπ του ομιλεί αρκετά σκληρά».
Ο Χίτλερ προς τον Μουσολίνι
Την 20.11.1941, κατά την επιστροφή του προς Βερολίνο, ο Φύρερ αποστέλλει επιστολή προς τον Ντούτσε, ζητών να τον συναντήσει στην Φλωρεντία, γράφων (Γεώργιος Ν. Θεοφάνους, Το μοιραίο 1941, εκδ. Καστανιώτη, 2004, σελ. 77 επ.): «Ντούτσε, (…) Ήθελα, προ παντός, να σας παρακαλέσω ν’ αναβάλετε για λίγο την επιχείρηση [κατά της Ελλάδος], πιθανώς για πιο κατάλληλη εποχή, εν πάση περιπτώσει πάντως, για μετά την εκλογή Αμερικανού προέδρου. (…) Οι ψυχολογικές συνέπειες της καταστάσεως είναι δυσάρεστες, καθ’ο μέτρον επιδρούν δυσμενώς στις διπλωματικές προπαρασκευές, που ευρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη. (…) Η Ισπανία πρέπει να πεισθεί να εισέλθει αμέσως του πολέμου».
Την 01.12.1940, ο αρχηγός της γερμανικής αντικατασκοπείας, Βίλχελμ Κανάρη, προσήγγισε τη εντολή του Χίτλερ, τον εν Μαδρίτη Ούγγρο πρέσβυ Ρούντολφ Άντορκα, διά να βολιδοσκοπήσει τον αυτόθι Έλληνα πρέσβυ, ναύαρχο Περικλή Αργυρόπουλο, επί σκοπώ να επιτευχθεί ανακωχή μεταξύ Ελλάδος και Ιταλίας προς όφελος της Ελλάδος. Ταύτα εγνώσθησαν δι’ επιστολής του Π. Αργυροπούλου υπό χρονολογία 03.07.1952 προς την Γερμανίδα ιστορικό Έρενγκαρντ Σραμ φον Τάντεν (Αναστ. Π. Ζολώτα, Γερμανικαί προτάσεις ειρήνης διαρκούντος του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, εκδ. Ερωδιός, Θεσσαλονίκη, 2005).
Τ’ανωτέρω επιβεβαιούνται επίσης διά τηλεγραφήματος υπό χρονολογία 05.12.1940 του Άγγλου πρεσβευτού εν Μαδρίτη, σερ Σάμουελ Χόαρ, κατά τον οποίον η Γερμανία φρονούσε πως οι Έλληνες έπρεπε πλέον να προσεγγίσουν την Γερμανία, επί σκοπώ τον τερματισμό του πολέμου με όρους ευνοϊκούς διά την Ελλάδα και την αποτροπή επεκτάσεως του πολέμου στα Βαλκάνια (Creveld, Martin L. van, Hitler’s Strategy 1940-1941: The Balkan Clue, Cambridge University Press, 1973, σελ. 89)
Ο Ιωάννης Μεταξάς ουδεμία σημασία εφέρετο ν’απέδωσε στις ανωτέρω γερμανικές κρούσεις, παρά οι Έλληνες συνέχισαν να περνούν ακάθεκτοι στην αντεπίθεση, καταλαμβάνοντες την Κορυτσά και το Πόγραδετς (22-30.11.1940), την δε 10.01.1941, το στρατηγικής σημασίας οχυρωμένο πέρασμα της Κλεισούρας. Εν συγκρίσει δε προς άλλα υφιστάμενα μέτωπα (Ανατολικοαφρικανικό και Δυτικοαφρικανικό), η προέλαση των Ελλήνων στην Αλβανία απετέλει εν δεδομένη στιγμή την πλέον ή αποφασιστική αντεπίθεση που κατεφέρετο κατά του Άξονος.
Κατόπιν των ανωτέρω, υιοθετείται η υπ’αριθμ. 20/13.12.1940 οδηγία περί καταλήψεως της Ελλάδος (Σχέδιο Μαρίτα) «εκ της απειλητικής καταστάσεως στην Αλβανία, (…). (…) Άμα τη ολοκληρώσει της “Επιχειρήσεως Μαρίτα”, οι εμπλακείσες δυνάμεις θα αποσυρθούν προς νέα χρήση» (Ww2db.com). Κατά τον Γερμανό υποστράτηγο Β. Mueller-Hillebrand, η σκέψη του Χίτλερ να επέμβει στα Βαλκάνια άρχεται από 04.11.1940, ήτοι 7 ημέρες από της εξαπολύσεως της ιταλικής επιθέσεως. Η «νέα χρήση» συνίστατο στην επιστροφή των αποσταλεισών στην Ελλάδα γερμανικών δυνάμεων στο Ανατολικό Μέτωπο, προοριζομένων κατά της Ρωσίας.
Οι ψυχολογικές επιπτώσεις
Ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου της Luftwaffe, στρατηγός Hans Jeschonnek, μετ’από συνάντησή του με τον Φύρερ, την 04.12.1940, σημειοί (Νέϊβιντ Ίρβινγκ, Ο Πόλεμος του Χίτλερ, τόμ. Α΄, σελ. 453): «(…) η πανωλεθρία των Ιταλών στην Ελλάδα έχει και ψυχολογικές επιπτώσεις, εκτός από τα στρατηγικά μειονεκτήματα: Η στάση της Αφρικής και της Ισπανίας έναντί μας αρχίζει να κλονίζεται».
Ωστόσο, ο Φύρερ δεν το βάζει κάτω. Την 07.12.1940, διά πάλιν του Β. Κανάρη, ζητεί υπό του Φράνκο «επείγουσα απάντηση, διότι οι αποτυχίες, που υπέστησαν τα ιταλικά στρατεύματα στην Αλβανία, κατά τις αρχές Δεκεμβρίου, ηύξησαν τις δυσχέρειες της μεσογειακής στρατηγικής» (Α. Κοραντής, Διπλωματική Ιστορία της Ευρώπης, τόμ. 3ος, σελ. 304).
Δι’ετέρας επιστολής του υπό χρονολογία 31.12.1940 προς τον Μουσολίνι, δηλοί, ότι «η Ισπανία, εξαιρετικά ανήσυχη για την κατάσταση, που, κατά την γνώμη του Φράνκο, επεδεινώθη, ηρνήθη να συνεργασθεί με τις δυνάμεις του Άξονος» (Ουίνστον Τσώρτσιλ, Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, τόμ. β΄, σελ. 212).
Κατόπιν και της από 06.02.1941 επιστολής του προς τον Καουντίγιο (ονομασία του δικτάτορος ισπανιστί), υπεθυμίζουσα το συναφθέν, την 23.10.1941, στο Χεντάγιε, πρωτόκολλο, ο Καουντίγιο επισημαίνει, δια της από 26.02.1941 καταλυτικής επιστολής του, ότι «σήμερα, τα γεγονότα, κατά την λογική τους εξέλιξη, έχουν αφήσει πολύ οπίσω τις περιστάσεις, που, κατά τον μήνα Οκτώβριο, έπρεπε να ληφθούν υπ’όψιν, εν σχέσει προς την επικρατήσασα κατάσταση και συνεπώς το συναφθέν τότε πρωτόκολλο πρέπει σήμερα να χαρακτηρισθεί ως παρωχημένο».
Τα “γεγονότα” ταύτα ήσαν η ελληνική αντίσταση ! Ως προς αυτά, ο προαναφερθείς Βρετανός πρέσβυς σερ Σάμουελ Χόαρ αναφέρει τα εξής αποκαλυπτικά (Πρέσβυς σε ειδική αποστολή, Παρίσι, σελ. 136 επ.): «Εν τω μεταξύ, η εκστρατεία κατά της Ελλάδος είχε λάβει τροπή προς όφελός μας και οι ανησυχίες του Χίτλερ μετετίθεντο, από την Δυτική, στην Ανατολική Μεσόγειο. Τα δε κανόνια που εχρειάζετο δια (…) το Γιβραλτάρ, είχαν αναχωρήσει δια την Ελλάδα, (…). Οι δε ιταλικές ήττες χαροποιούσαν το ισπανικό κοινό (…). (…) Οι πληροφορίες που κατείχα προσωπικώς, (…), εφέροντο ν’αποδεικνύουν, (…) ότι ο Φράνκο, αφ’ότου έλαβε γνώση των δυσκολιών που αντεμετώπιζαν τα ιταλικά στρατεύματα στην Ελλάδα και της εκτάσεως της αποστολής που ανέμενε την Βέρμαχτ στα Βαλκάνια, συνεπεία της αποτυχίας των συμμάχων της, απεστρέφετο όσον ουδέποτε την ιδέα της εισόδου του στον πόλεμο (…). (…) ήταν οι αποτυχίες που υπέστη ο ιταλικός στρατός στην Ελλάδα που τον παρότρυναν ν’ ανθιστεί στις πιέσεις του Χίτλερ».
Το στοίχημα με τον Φράνκο
Ο ίδιος ο Μουσολίνι, την 12.02.1941, θα ομολογήσει στον πρέσβυ του Φίλιππο Ανφούζο, ότι «η εκστρατεία κατά της Ελλάδος, δεν θα τον παρακινήσει [τον Φράνκο] ποτέ να εισέλθει στον πόλεμο» (Α. Κοραντή, Διπλωματική Ιστορία της Ευρώπης, τόμ. 3ος, σελ. 307), ενώ στον στρατηγό του Φράντς Χάλντερ ο Χίτλερ (Ελευθέριος Τσελέπης, Ο Φράνκο, ο Χίτλερ και οι Σύμμαχοι, Βρυξέλλες, 1961, σελ. 95), ότι «η πρωτοβουλία του Μουσολίνι είχε ως συνέπεια την αποστασία του Φράνκο».
Και σήμερα, ο Άγγλος ιστορικός Νέϊβιντ Ίρβινγκ γράφει (ένθ’ανωτ, σελ. 456), ότι οι στόχοι του Χίτλερ στην Ισπανία και την Αφρική «είχαν αποβεί κυκεώνας εξ αιτίας της στρατιωτικής ταπεινώσεως της Ιταλίας στην Ελλάδα (…)».
Εάν η ανωτέρω Επιχείρηση Φέλιξ ευοδούτο, η προέλαση των Γερμανών, από της Αφρικής μέχρις της Μέσης Ανατολής θ’απετέλει κυριολεκτικώς στρατιωτικό περίπατο, καθ’ότι άπασες οι ενταύθα χώρες τελούσαν υπό την επιρροή ή διοίκηση του Άξονος ή επιθυμούσαν ν’απαλλαγούν των Συμμάχων, οι δε Σύμμαχοι θ’απεκόπτοντο πλήρως, έως και θα έχαναν τις ενταύθα πετρελαιοπηγές (λ.χ. Μοσούλη), ενώ η Ρωσία θα περιεκυκλούτο, ευρισκόμενη εντός λαβίδος και θα έχανε και αύτη τις πετρελαιοπηγές του Καυκάσου (Αναστάσιος Π. Ζολώτας, Η Μεσόγειος κατά τον Β΄ Παγκόσμιον Πόλεμον, εκδόσεις Ερωδιός, Θεσσαλονίκη, 2004).