Οι σημειώσεις του Δ. Δεσπότη για του Έλληνες πεσόντες του 1940
28/10/2023Όταν οι πολιτικές συνθήκες στις ελληνοαλβανικές σχέσεις το επέτρεπαν, η ελληνική Πολιτεία επέδειξε, για την αποκατάσταση της αλήθειας και παρά την επικρατούσα αντίληψη περί του αντιθέτου, το οφειλόμενο ενδιαφέρον της για τους πεσόντες του Έπους 1940-41, στον πόλεμο κατά της φασιστικής Ιταλίας. Συγκεκριμένα, το 1984-85, η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, με αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών τον Κάρολο Παπούλια, διέβλεψαν μετά από τη ρήξη του κομμουνιστικού καθεστώτος με την Κίνα, ότι η Αλβανία θα αναζητούσε κάποια διέξοδο στο διεθνές περιβάλλον.
Στο πλαίσιο της προσέγγισης με την Αλβανία, προκύπτει ότι κατά τις επισκέψεις του ο Κάρολος Παπούλιας σαφώς και είχε θέσει πειστικά το ζήτημα των πεσόντων που κείτονταν διάσπαρτοι στα πεδία των μαχών. Οι αλβανικές αρχές ανταποκρίθηκαν ουσιαστικά και προέβησαν στη συλλογή των πληροφοριών και στην εξακρίβωση των τοποθεσιών των προσωρινών και των πιο οργανωμένων τόπων μαζικής ταφής.
Το αίτημα της Ελλάδας εκφράστηκε ως ύψιστο ανθρωπιστικό και εθνικό ζήτημα. Στη συνέχεια κλήθηκε από το αλβανικό κράτος ο διωκόμενος ομογενής από την Κορυτσά, ο μηχανικός Δημήτριος Δεσπότης, να συμβάλει με τις πληροφορίες που διέθετε. Για τον Δημήτριο Δεσπότη και την πιθανότητα να είχε διασωθεί κάτι απ’ τις σημειώσεις του, μου είχε μιλήσει ο στρατηγός Θεόκλητος Ρουσάκης, που υπηρετούσε τότε ως Ακόλουθος Αμύνης στην πρεσβεία της Ελλάδας στα Τίρανα, σε μια κρίσιμη περίοδο (2005-2007). Αυτός μου είχε μιλήσει για την αναζήτηση και την περισυλλογή λειψάνων πεσόντων Ελλήνων στρατιωτικών, καθώς και την κατασκευή κοιμητηρίων γι’ αυτούς.
Όμως, τα έφεραν έτσι τα πράγματα, ώστε το ημερολόγιό του να εντοπίσει στα Κεντρικά Αρχεία του Κράτους στα Τίρανα ο φιλόλογος καθηγητής Γιάννης Γιάννης. Αυτό προέκυψε στα πλαίσια έρευνας για ένα άλλο ζήτημα, που αφορούσε την εκπαίδευση της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας κατά τα χρόνια του κομμουνιστικού απομονωτισμού. Και είναι πραγματικά ντοκουμέντο, όχι μόνο ιστορικής αξίας.
Έχει αντικειμενική αξία στην διαδικασία που εξελίσσεται, ώστε να εντοπιστούν όσο το δυνατό περισσότεροι από τους περίπου 8 000 πεσόντες Έλληνες αξιωματικούς και οπλίτες, εντός της σημερινής αλβανικής επικράτειας. Εγχείρημα προφανώς δύσκολο, τόσο λόγω της απουσίας πλέον των αυτοπτών μαρτύρων, όσο και των μεταβολών που έχουν συντελεστεί πολεοδομικά στο έδαφος και τη χρήση των γαιών.
Είναι ένα ντοκουμέντο πολύτιμο, αν και συχνά ασυνεχές και με διακοπές, που συντάχθηκε όταν ο στρατιωτικός μηχανικός Δημήτριος Δεσπότης βοηθούσε τους Ιταλούς, που μεριμνούσαν για τους δικούς τους πεσόντες στη δεκαετία του 1940. Έχει ιστορική αξία και αποτελεί απόδειξη της συνείδησης του συντάκτη του σε ό,τι αφορά τις υποχρεώσεις του έναντι του έθνους και την οφειλόμενη ευγνωμοσύνη του για την παιδεία και γαλούχηση που είχε πάρει στην Αθήνα. Συνέβαλε κατά πολύ στην προσπάθεια που καταβάλλεται για τον εντοπισμό των σημείων ταφής των πεσόντων Ελλήνων στρατιωτικών και οπλιτών στο Βορειοηπειρωτικό Μέτωπο.
Ο Δημήτρης Δεσπότης
Για τον Δημήτρη Δεσπότη έχει γράψει ο συμπατριώτης του ομογενής από την Κορυτσά, επίσης στρατιωτικός, Γιώργος Τιτάνης. Τον έχει επίσης τόσο πολύ εμπνεύσει και συνεπάρει ο ηρωικός αγώνας του Έθνους το 1940-41, που μετά από τις φυλακές και διώξεις του έχει γράψει διδακτορική διατριβή, σπουδαίας αξίας. Αναφέρει, λοιπόν, για τον Δεσπότη ότι γεννήθηκε στην Κορυτσά το 1906. Παρακολούθησε μαθήματα στο Λύκειο της Φλώρινας, ενδεχομένως διότι στην Κορυτσά, λόγω των βιαιοπραγιών εθνικιστών Αλβανών και των τσέτνικ του Σαλί Μπούτκα, είχαν ήδη αναστείλει τη λειτουργία τους τα ελληνικά εκπαιδευτήρια. Είχε μάλιστα ορφανέψει απ’ τους δύο γονείς.
Στη συνέχεια ενεγράφη στην Σχολή Ευελπίδων στην Αθήνα. Ο Τιτάνης αναφέρει ότι πρόκειται για μια στρατιωτική σχολή με πνεύμα πολύ πιο δημοκρατικό απ’ αυτό που επικρατούσε την εποχή εκείνη στις άλλες ευρωπαϊκές σχολές. Μάλιστα σημειώνει –σύμφωνα με εκμυστηρεύσεις του ίδιου του Ευέλπιδα Δημήτριου Δεσπότη– ότι αυτός περισσότερα μάθαινε από την Αθήνα με τους ατέλειωτους περιπάτους περισυλλογής στην Ακρόπολη… Ο Διοικητής της Σχολής, στρατηγός Καμίσης, του είχε ζητήσει να παραμείνει στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, όπου πιθανώς τον ανέμενε μία λαμπρή σταδιοδρομία. Εκείνος όμως του είχε απαντήσει ότι άξιζε τον θησαυρό των γνώσεων που είχε αποκτήσει να τον μεταφέρει στην Αλβανία.
Το 1931 γίνεται επικεφαλής με τον βαθμό του υπολοχαγού της Υπηρεσίας Μηχανικού του συμβολικού τότε Στρατού του Βασιλείου της Αλβανίας. Συμπληρώνει τις σπουδές του το 1934 στο Ινστιτούτο Στρατιωτικών Μηχανικών του Τορίνο και επιστρέφει πάλι στην Αλβανία. Παρότι αντέδρασε στην φασιστική κατοχή της Αλβανίας το 1939, φαίνεται ότι λόγω της κατάρτισής του, καλείται το 1943 στην υπηρεσία Μηχανικού των ιταλικών αρχών για την αντιμετώπιση της ανάγκης δημιουργίας κοιμητηρίων για τους Ιταλούς στρατιωτικούς.
Οι σημειώσεις του Δεσπότη
Ωστόσο και ενώ είχαν πλέον αποσυρθεί οι ελληνικές δυνάμεις, υπήρξε μέριμνα και για τους Έλληνες πεσόντες. Οι σημειώσεις του για τους Έλληνες πεσόντες είναι στα ελληνικά. Με πολύ προσεκτική ορθογραφία, με καλή γνώση των βαθμών της ιεραρχίας, με ευαίσθητες λεπτομέρειες, διατυπωμένες πέραν της στερεότυπης στρατιωτικής πρακτικής κι ορολογίας, σαν να πίστευε ότι κάποτε θα αποτελούσαν ιστορικό τεκμήριο και αποδεικτικό.
Με την επικράτηση του κομουνιστικού καθεστώτος, ο Δεσπότης φυλακίζεται, παρόλο που είχε συμβάλει με όλες του τις γνώσεις και δυνάμεις στην αποκατάσταση των ζημιών στις υποδομές της χώρας από τον πόλεμο. Κρατείται κι ανακρίνεται υπό απάνθρωπες συνθήκες. Η γυναίκα του μάλιστα πεθαίνει, μην αντέχοντας τις ψυχολογικές πιέσεις. Διασώζει όμως τις σημειώσεις του για τους Έλληνες πεσόντες. Τις παραδίδει στη διάθεση των κυβερνητικών υπηρεσιών, καθώς καλείται σε ειδική αποστολή ως συνταξιούχος που ήταν το 1985, ώστε να συμβάλει στην διαδικασία που ξεκινούσε, προκειμένου να ανταποκριθεί η κυβέρνηση της Αλβανίας στην αξίωση της ελληνικής για το ζήτημα των Ελλήνων πεσόντων του Έπους 1940-41.