Οι τρεις που δεν ήθελαν την Πορφύρα
26/06/2024Εν μέσω του χάους που επικρατούσε στο Βυζάντιο τον Ιανουάριο του 1204 (που αναφερθήκαμε αναλυτικά στο προηγούμενο άρθρο μας) στην Αγία Σοφία έλαβε χώρα μια ταραχώδης συνέλευση κάθε λογής παραγόντων, παλατιανών, στρατιωτικών, κληρικών και απλού λαού. Εκεί είχαν μια λίστα με υποψηφίους για να ξεφορτωθούν τους ανίκανους Αγγέλους που είχαν επιβάλει οι Σταυροφόροι. Οι υποψήφιοι αποκλείονταν ο ένας μετά τον άλλο. Στη λίστα ήταν και Ραδηνός και ο Καναβός. Έμπειροι άνθρωποι του παλατιού και οι δύο (ο Ραδηνός πιο έμπειρος), ήταν αρκετά έξυπνοι ώστε να ξέρουν τι θα επακολουθούσε αν δέχονταν το στέμμα.
Σύμφωνα με μια εκδοχή ο Ραδηνός προτίμησε να γίνει αμέσως μοναχός παρά βασιλιάς, όμως αυτή δεν πρέπει να ευσταθεί, γιατί υπάρχουν ενδείξεις ότι ο Ραδηνός επιβίωσε σε διάφορα πόστα στην λατινική περίοδο μετά την Σταυροφορία, πιθανόν στα Βαλκάνια και όχι στην Πόλη. Πρέπει δηλαδή να ισχύει αυτό που δέχονται οι περισσότεροι ιστορικοί, ότι δηλαδή για να αποφύγει τη στέψη, μεταμφιέστηκε σε καλόγερο και ξεγλίστρησε έξω από την Αγία Σοφία.
Οι “παράγοντες” στη συνέλευση μέσα στην Αγία Σοφία ερήμην του κατέληξαν να τον ανακηρύξουν αυτοκράτορα, αλλά ενώ πριν από λίγο τον έβλεπαν και του μιλούσαν, αίφνης δεν τον έβρισκαν πουθενά για να τον στέψουν. Έπιασαν την γυναίκα του (μάλλον τη Σοφία Λεκαπηνή) και την πίεσαν να ομολογήσει πού κρυβόταν ο άνδρας της, αλλά εκείνη είπε ότι δεν είχε ιδέα και ότι άδικα την βασάνιζαν. Οπότε αναζήτησαν άλλη λύση.
Ποιος ήταν όμως ο Ραδηνός; Το όνομα σήμαινε στα ελληνικά τον ψιλόλιγνο, τον λεπτό και κομψό, και ίσως δασυνόταν οπότε μάλλον προφερόταν κατά τόπους βραδινός ή χραδινός. Υπάρχει πόλη Ραδίνοι στην Κροατία, όμως κανείς δεν αποδίδει σε αυτήν το επώνυμο, ενώ κάποιοι το αποδίδουν σε μια πόλη Ραδέ της Παφλαγονίας. Πάντως η οικογένειά του ήταν στα πράγματα τουλάχιστον από το 980 μ.Χ.
Στην αυλή το 1204 ο Κωνσταντίνος Ραδηνός πιθανόν να ήταν υπεύθυνος για τα οικονομικά του παλατιού, γιατί κάπου αναφέρεται άνδρας με το ίδιο όνομα ως κριτής και επι της σακέλλης, όπου η σακέλλη ήταν το ταμείο της Αγίας Σοφίας ή ίσως το ταμείο του ίδιου του βασιλιά. Ο Ραδινός ή Ραδηνός ή Ραδεινός και κατ΄ άλλους Ροδινός, είχε συγγενέψει με την οικογένεια των Λεκαπηνών και των Αργυρών (στρατιωτικές και οι δύο οικογένειες, με ισχύ στην Μικρά Ασία, με τους Λεκαπηνούς όμως σταδιακά να εντάσσονται στην αριστοκρατία του παλατιού). Οι Ραδηνοί φέρονται να είχαν και οικόσημο δικό τους.
Ο Σεβαστός Κωνσταντίνος Ραδηνός θεωρείτο μέχρι τότε άνθρωπος του αυτοκράτορα Αλεξίου Γ’. Το 1199 μ.Χ. αυτός έστειλε τον Ραδηνό στη Βουλγαρία, ως συνοδό της νύφης που είχε αποφασίσει να παντρέψει με τον τότε ηγέτη των Βουλγάρων, τον Ντομπρομίρ Χρύσο, όπως γράφει ο Νικήτας Χωνιάτης, που περιγράφει ότι η νύφη ήταν γενικά απρόθυμη και ο Χρύσος θύμωσε με την παγωμάρα της στο γαμήλιο γεύμα και την ολιγοφαγία της και στο τέλος της φώναξε στα ελληνικά “μην τρως και μην πίνεις”.
«τὴν τοῦ πρωτοστράτορος θυγατέρα τοῦ συνοικοῦντος ἀπέζευξε καὶ τῷ Χρύσῳ ταύτην ἐκπέπομφε, νυμφαγωγὸν ἀναδείξας τὸν σεβαστὸν Κωνσταντῖνον τὸν Ῥαδηνόν. τελεσθέντων δὲ τῶν νυμφευμάτων καὶ τῆς γαμηλίου δαιτὸς παρατεθείσης, ὁ μὲν Χρύσος ἐζωροπότει καὶ ἤσθιε τενθευόμενος, ἡ δὲ γυνὴ τὸν τῶν νεονύμφων αἰδουμένη νόμον ἐγκρατῶς εἶχε τῶν παρακειμένων. ἐπιταχθεῖσα δὲ πρὸς τοῦ νυμφίου συμμετέχειν ἐκείνῳ βρώσεως καὶ μὴ οὕτως αὐτίκα δράσασα εἰς ὀργὴν ἐκμαίνει τὸν ἄνδρα. ἀμέλει καὶ πλεῖστα καθ᾿ ἑαυτὸν ὑποβαρβαρίσας καὶ θυμομαχήσας ἐφ᾿ ἱκανὸν μεθ᾿ ὑπεροψίας ἔφησεν ὕστερον „μὴ φάγῃς μηδὲ πίῃς” Ἑλληνίδι φωνῇ.» (Για όσους δυσκολεύονται με την καθαρεύουσα υπάρχει κείμενο στα αγγλικά εδώ).
Δεν ξέρουμε τι απέγινε ο Ραδηνός μετά την φυγή του από την Αγία Σοφία, όμως φέρεται να ανέλαβε κάποια πόστα στην Ελλάδα, όταν πλέον υποτάχθηκε κι αυτή στη Φραγκοκρατία.
Μετά τον Ραδηνό, ο δύστυχος Καναβός
Ο Νικήτας Χωνιάτης γράφει ότι στη συνέλευση στην Αγία Σοφία πολλοί είχαν βάλει τα κλάματα γιατί διέβλεπαν τις τους περίμενε, όμως πίστευαν ότι η μόνη λύση ήταν να ξεφορτωθούν τους δύο λατινόφιλους Αγγέλους και να ανακηρύξουν αυτοκράτορα έναν γενναίο άνδρα που θα τα έβαζε με τους Σταυροφόρους. Όταν ο Ραδηνός εξαφανίστηκε, τους έπιασε απελπισία.
«Πείρᾳ τοίνυν γνόντες τὸ τῶν ἀνδρῶν ἀμετάθετον ἡσυχάζομεν, ἑαυτοὺς ταλανίζοντες, καὶ πολλὰ τῶν παρειῶν κατελείβομεν δάκρυα, τὸ μέλλον, ὡς εἰκός, προορώμενοι. οἱ δὲ τὸν ἄρξοντα ἐπιμελῶς ἀνεδίφων, καὶ νῦν μὲν τόνδε, νῦν δ᾿ ἐκεῖνον ἐκ τῆς εὐγενοῦς φυταλιᾶς ηὐτοσχεδίαζον αὐτοκράτορα. τέλος δ᾿ ἀπειρηκότες τοῖς ὅλοις τοὺς ὀχλαρχικοὺς καὶ δημοκόπους, ἐνίους δὲ καὶ τοῦ καθ᾿ ἡμᾶς τάγματος στεφηφορήσειν ἀνέπειθον. φεῦ φεῦ, τί τοῦ τότε πειρατηρίου θυμαλγέστερον ἢ ἀχθεινότερον, ἢ τῆς τῶν συνειλεγμένων ἀβελτηρίας γελοιωδέστερόν τε καὶ ἀλογώτερον; τὸ γὰρ „ἱμάτιον ἔχεις· γενοῦ ἡμῶν ἀρχηγὸς” ἦν ὁρᾶν ἀτεχνῶς περαινόμενον. μόλις δὲ καὶ τρίτης ἡμέρας παριππευσάσης νεανίσκον τινὰ συλλαβόντες Νικόλαον τὴν κλῆσιν, Κανναβὸν τὴν ἐπίκλησιν, εἰς βασιλέα χρίουσιν ἄκοντα».
Ο Χωνιάτης είναι ο μόνος που χαρακτηρίζει τον Κανναβό νεανίσκο. Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι ήταν τουλάχιστον 30 ετών και ότι είχε ήδη πολεμήσει και είχε εμπειρία στα της αυλής. Το χρονικό του Νόβγκοροντ τον αναφέρει ως ικανό στα πολεμικά. Δεν ξέρουμε με σιγουριά τι πόστο είχε στο παλάτι, όμως θεωρείτο ευγενικός, γενναίος και έντιμος ως προσωπικότητα.
Ήταν όμως κι αυτός εξαιρετικά απρόθυμος να στεφθεί αυτοκράτορας για πολλούς λόγους. Δυστυχώς δεν μπόρεσε να το σκάσει και τον έστεψαν, παρότι πολλοί κληρικοί αντέδρασαν στην απόφαση της πλειοψηφίας. Ο πατριάρχης Ιωάννης Καματερός, μάλιστα, προσκείμενος στον τέως βασιλεύοντα οίκο (και συγγενής των Αγγέλων), απέφυγε να νομιμοποιήσει τη στέψη κι έτσι ο Καναβός έμεινε μετέωρος εν μέσω ταραχών και μαινόμενων Σταυροφόρων.
Αυτοκράτορας με το ζόρι!
Ο Καναβός φέρεται να ήταν τόσο σταθερός στην άποψή του να μην ενεργήσει ως ηγέτης, που παρότι ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας έμεινε στην ουσία ‘ταμπουρωμένος’ στην Αγία Σοφία, αρνιόταν να αναλάβει οιαδήποτε δράση και δεν ξεμύτισε από την εκκλησία, ώσπου δύο ή τρεις μέρες μετά -σύμφωνα με κάποιες πηγές- τον τράβηξε έξω με το ζόρι ή παραπλανητικά ο πρώην υπουργός Οικονομικών Αλέξιος Μούρτζουφλος και τον έπνιξε.
Ειδικότερα, κάποια μερίδα αριστοκρατών ευνοούσε ήδη τον Μούρτζουφλο. Με την απραξία του Καναβού και την μη εξεύρεση άλλης λύσης, πριμοδοτήθηκε αυτός ως άνδρας με έντονα αντιλατινικά αισθήματα και με πολύ περισσότερη αυτοπεποίθηση. ΄Ετσι ο Μούρτζουφλος έγινε πλέον Αλέξιος ο Ε’ Δούκας ο Μούρτζουφλος. Αυτός εξόντωσε τους δύο Αγγέλους που απέμεναν στην Πόλη ως συναυτοκράτορες.
Με επίγνωση ότι ο Καναβός ήταν συμπαθής, πήγε στην Αγία Σοφία και του πρότεινε να αναλάβει κάποια αξιώματα. Ο Καναβός δεν ήθελε κανένα. Ουσιαστικά δεν συνιστούσε απειλή για τον νέο αυτοκράτορα. Όμως κάποιες ομάδες τον προτιμούσαν από τον Μούρτζουφλο και συνέχιζαν να τον προωθούν. Ο Μούρτζουφλος έκρινε τότε σκόπιμο να τελειώνει μια και καλή με τον διεκδικητή που διεκδικούσε μόνο την ησυχία του. Άλλες πηγές αναφέρουν ότι τον σκότωσε έξω από την Αγία Σοφία και άλλες ότι τον φυλάκισε με την σύζυγό του και τον ξαπόστειλε μετά στην επαρχία, όμως επικρατέστερη άποψη είναι ότι τον σκότωσε. Κανείς δεν ξανάκουσε τίποτα για τον Καναβό και τη γυναίκα του.
Μερικοί ιστορικοί θεωρούν ότι ο Καναβός ήθελε να γίνει αυτοκράτορας αλλά ότι υστερούσε και ήταν εν γένει αναποφάσιστος, ειδικά βλέποντας τον Πατριάρχη να εναντιώνεται. Σύμφωνα με αυτούς στην ουσία δεν αρνήθηκε το στέμμα, αλλά προτού αναλάβει δράση, πρόλαβε και τον σκότωσε ο πιο αποφασιστικός Μούρτζουφλος που είχε και μεγαλύτερο έρεισμα στους παράγοντες της εποχής. Οι περισσότεροι πάντως θεωρούν ότι ο Καναβός έγινε αυτοκράτορας με το ζόρι!
Ο Κωνσταντίνος Λάσκαρις
Ο Μούρτζουφλος έμεινε αυτοκράτορας για λιγότερο από δύο μήνες. Ηγήθηκε της άμυνας εναντίον των Σταυροφόρων, όμως τελικά κι αυτός εγκατέλειψε την Πόλη στην τύχη της. Κατέφυγε στην Μοσυνόπολη (κοντά στη σημερινή Κομοτηνή) όπου βρισκόταν ο Αλέξιος ο Γ΄. Μαζί του ο Μούρτζουφλος πήρε στη Θράκη και την σύζυγό του Ευδοκίνα, που ήταν κόρη του Αλέξιου Γ. Ο πρώην αυτοκράτορας τον δέχτηκε ως πεθερός με φαινομενική στοργή, αλλά τον τύφλωσε, γιατί δεν τον ήθελε ως πιθανό διεκδικητή του θρόνου στο μέλλον. Ο Μούρτζουφλος ολομόναχος και περιπλανώμενος συνελήφθη από ντόπιους που τον παρέδωσαν στους Λατίνους οι οποίοι τον βασάνισαν και στο τέλος τον πέταξαν από τον πύργο του Θεοδοσίου στη σημερινή συνοικία Μπέγιαζιτ της Πόλης – δεν σώζεται ο πύργος.
Την ίδια ώρα στην Πόλη ο κόσμος έψαχνε αυτοκράτορα για άλλη μία φορά. Σύμφωνα με τον Νικήτα Χωνιάτη σε νέα συνέλευση στην Αγία Σοφία, επειδή διχάζονταν μεταξύ του Κωνσταντίνου Λάσκαρι και του Κωνσταντίνου Δούκα, έριξαν κλήρο, και επελέγη ο Λάσκαρις – άλλη άποψη είναι ότι τον ψήφισε ο στρατός. Όμως ο Λάσκαρις, ενώ δέχθηκε να ηγηθεί της άμυνας, δεν δέχθηκε το στέμμα. Και ενώ τον ψήφισαν, όταν κάλεσε το λαό και τη Βαράγγειο φρουρά σε αντίσταση, ανταπόκριση δεν βρήκε. Προσπάθησε να επιτεθεί στους Σταυροφόρους με πολύ μικρές δυνάμεις και όταν αντιλήφθηκε ότι δεν υπήρχε ελπίδα, δραπέτευσε κι αυτός – κατέφυγε στην ασιατική ακτή του Βοσπόρου.