Πώς η Στρατιά του Έβρου απέτρεψε τα χειρότερα…

Πώς η Στρατιά του Έβρου απέτρεψε τα χειρότερα... Παναγιώτης Γκαρτζονίκας

Φέτος συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από τη Συνθήκη της Λωζάννης, η οποία επισφράγισε το τέλος των ελληνοτουρκικών πολέμων και ισχύει μέχρι σήμερα. Η Μεγάλη Ιδέα βούλιαξε στα ανοιχτά της Σμύρνης, ωστόσο γνώρισε μία τελευταία αναλαμπή με την επιθετική σχεδίαση που είχε βάση τη Στρατιά του Έβρου, τις παραμονές της υπογραφής της Συνθήκης της Λωζάννης.

Η Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, ηττημένη, ρακένδυτη, με διαλυμένο στρατό και ενάμιση εκατομμύριο πρόσφυγες, κατάφερε να υπογράψει τη Συνθήκη της Λωζάννης με αυτούς τους όρους, και όχι πολύ χειρότερους, χάρη στο στρατό που δημιούργησε μέσα σε λιγότερο από έξι μήνες. Θεωρούμε ότι ανάμεσα στις διάφορες εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται για την εκατονταετηρίδα από την υπογραφή της Συνθήκης, στις οποίες αναδεικνύονται διάφορες πτυχές, η στρατιωτική πτυχή δεν έλαβε τη σημασία που της αρμόζει.

Η Στρατιά του Έβρου δημιουργήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 1922, όταν έπαψε να υπάρχει η Στρατιά Μικράς Ασίας και συγκροτήθηκε από τους σχηματισμούς που υπήρχαν ήδη στη Θράκη και από όσα στρατεύματα ήρθαν από τη Μικρά Ασία. Μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου η Στρατιά του Έβρου διέθετε έξι μεραρχίες πεζικού και μία ιππικού, δυνάμεως 55.000 περίπου ανδρών. Οι Σύμμαχοι, σε συνεννόηση με τον Κεμάλ και ερήμην των Ελλήνων, είχαν αποδεχθεί την απαίτησή του για παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία.

Οι ελληνικές κυβερνήσεις, τόσο εκείνη του Ν. Τριανταφυλλάκου όσο και η Επαναστατική που προέκυψε μετά την επέμβαση του στρατού και του στόλου, κλονισμένες από το μέγεθος της τραγωδίας, αποδέχθηκαν την απώλεια της Ανατολικής Θράκης. Στα Μουδανιά, όπου υπογράφηκε η Συνθήκη Ανακωχής στις 28 Σεπτεμβρίου, οι Σύμμαχοι δεν δέχθηκαν κανένα από τα ελληνικά αιτήματα.

Ωστόσο ο στρατηγός Αλέξανδρος Μαζαράκης, ο επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας στα Μουδανιά, ισχυρίστηκε ότι ήταν τόσο μεγάλη αυτή η εθνική απώλεια, ώστε άξιζε τον κόπο να δοκιμαστεί ή τουλάχιστον να απειληθεί για κάποιο διάστημα αντίσταση. Το ίδιο πίστευε και ο Θεόδωρος Πάγκαλος. Τα ελληνικά στρατεύματα εκκένωσαν, το πρώτο δεκαπενθήμερο του Οκτωβρίου, την Ανατολική Θράκη μαζί με 250.000 περίπου Έλληνες κατοίκους της.

Η Διάσκεψη στη Λωζάννη

Κάτω από αυτές τις συνθήκες ξεκίνησε στις 8 Νοεμβρίου 1922 στη Λωζάννη διεθνής διάσκεψη για την υπογραφή συνθήκης ειρήνης. Την Ελλάδα εκπροσωπούσε ο Ελευθέριος Βενιζέλος και την Τουρκία ο Ισμέτ Πασάς. Οι Τούρκοι, με τον αέρα και την αλαζονεία του νικητή, αλλά και την ευνοϊκή συμπεριφορά των ευρωπαϊκών δυνάμεων, ήγειραν υπερβολικές αξιώσεις. Ζητούσαν, μεταξύ άλλων, υπέρογκες πολεμικές αποζημιώσεις, εκχώρηση εδαφών δυτικά του Έβρου, έξωση του Πατριαρχείου και διάλυση του ελληνικού στόλου.

Ο Βενιζέλος αντιλαμβανόταν ότι θα ήταν αδύνατο να αντιταχθεί στις τουρκικές αξιώσεις, αν η Ελλάδα δεν διέθετε στρατιωτική ισχύ. Λίγες μέρες μετά την έναρξη της διάσκεψης, τηλεγραφούσε στην κυβέρνηση: «Λύσις τρομερού προβλήματος εξαρτάται από κατάστασιν στρατού μας. Δύναται ούτος εντός μιας εβδομάδος εξορμών να φθάση όχι Βόσπορον τουλάχιστον εις Τσαλτάτζα;».

Επίσης ο Βενιζέλος, με νέο τηλεγράφημα από τη Λωζάννη, τόνιζε: «Μόνον αν έχωμεν στρατόν ικανόν να επιτεθή επιτυχώς εν Θράκη, θα δυνηθώμεν να κάμψωμεν την θρασύτητα των Τούρκων, έναντι της οποίας οι Σύμμαχοι φαίνονται ενδοτικοί». Ήταν φανερό ότι η Ελλάδα ακόμη και μετά από μία συντριπτική ήττα, χρειαζόταν στρατό για να μην απωλέσει ακόμη περισσότερα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Ο Πάγκαλος Αρχηγός Στρατού

Η ανασύνταξη και η δημιουργία της ετοιμοπόλεμης Στρατιάς Θράκης –Στρατιά του Έβρου όπως ονομάστηκε– είναι έργο πρωτίστως του στρατηγού Πάγκαλου. Ο υποστράτηγος Θεόδωρος Πάγκαλος ήταν φιλόδοξος και εγωπαθής, ωστόσο είχε ικανότητες που τον καθιστούσαν τον πιο κατάλληλο υποψήφιο για τη θέση του διοικητή της Στρατιάς. Θα μπορούσαμε να κατατάξουμε τους αξιωματικούς σε τρεις κατηγορίες: αυτών που είναι καταρτισμένοι στρατιωτικά και είναι κατάλληλοι για επιτελικές θέσεις, όσων έχουν ανεπτυγμένα διοικητικά προσόντα και είναι κατάλληλοι για διοίκηση επί του πεδίου και τέλος όσων συνδυάζουν και τις δύο ιδιότητες και είναι οι πιο αποτελεσματικοί. Ο Πάγκαλος ανήκε στην τελευταία κατηγορία.

Ο Πάγκαλος ανέλαβε πρόεδρος της Ανακριτικής Επιτροπής που παρέπεμψε στο στρατοδικείο τους κατηγορουμένους για τη Μικρασιατική Καταστροφή. Μετά την εκτέλεση των Έξι, θεωρώντας ότι ολοκλήρωσε αυτό το έργο, στράφηκε στο στρατό. Ανέλαβε υπουργός Στρατιωτικών για διάστημα μικρότερο του μηνός, ώστε από τη θέση αυτή να εκδώσει τα απαραίτητα διατάγματα για τις αρμοδιότητες του Αρχηγού του Στρατού και για την πειθαρχία του στρατεύματος.

Με νομοθετικό διάταγμα καθορίστηκε πως ο Αρχηγός Στρατού είναι ισότιμος με υπουργό και έχει δικτατορική εξουσία σε όλη τη ζώνη επιχειρήσεων. Προκειμένου να παταχθεί το φαινόμενο της λιποταξίας, η πρόσκληση προς κατάταξη πέντε κλάσεων στρατευσίμων (1919-1923) συνοδευόταν από την προειδοποίηση πως όσοι δεν παρουσιασθούν εγκαίρως «θα τυφεκισθώσιν και αι οικογένειαί των θα εξορισθώσιν εις Αφρικήν».

Έκτακτες καταστάσεις έκτακτα μέτρα

Το νομοθετικό δε διάταγμα με το οποίο διορίστηκε Αρχηγός του Στρατού, προέβλεπε δύο πειθαρχικά μέτρα. Το ένα καθόριζε ότι θα τιμωρούνταν με την ποινή του θανάτου οι αξιωματικοί του υγειονομικού, οι οποίοι καθ’ οιονδήποτε τρόπο θα διευκόλυναν στρατιώτες να απαλλαγούν των υποχρεώσεών τους. Το δεύτερο προέβλεπε ποινή θανάτου για οποιονδήποτε θα επιβουλευόταν με κλοπή, ή άλλα μέσα, τη διατροφή και τον ιματισμό των στρατιωτών. Επιπλέον απαγόρευσε τις αποσπάσεις, οι οποίες αποτελούν τη γάγγραινα του ελληνικού στρατού μέχρι σήμερα. Μάλιστα έφερε από το Παρίσι και τον γιο του εκεί πρέσβη Άθω Ρωμάνου, ο οποίος ήταν απεσπασμένος κοντά στον πατέρα του.

Τα μέτρα ήταν σκληρά αλλά οι έκτακτες καταστάσεις απαιτούν έκτακτα μέτρα. Ωστόσο, για να μη νομίζουμε ότι αυτά συμβαίνουν στα Βαλκάνια ή στην Ελλάδα και με δικτατορικές κυβερνήσεις, πολύ αυστηρότερα μέτρα είχαν λάβει και οι δημοκρατικές κυβερνήσεις της Ευρώπης, στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ενδεικτικά, εκτελέστηκαν από εκτελεστικά αποσπάσματα στην Ιταλία περί τους 1100, στη Γαλλία περί τους 1000, στη Βρετανία 361 στρατιώτες.

Επιπλέον, η Γαλλία και η Ιταλία εφάρμοσαν ακόμη και τη ρωμαϊκή πρακτική του αποδεκατισμού, την τυχαία δηλαδή επιλογή στρατιωτών για τυφεκισμό, από μονάδες που δεν εκτέλεσαν την αποστολή τους. Τέλος, η Γαλλία που θαυμάζουμε ως υπόδειγμα δημοκρατίας, δεν επέτρεπε μέχρι πρόσφατα την πρόσβαση στα αρχεία της εποχής εκείνης, που αφορούσαν σε υποθέσεις καταδίκης σε θάνατο από στρατοδικεία.

Η Στρατιά του Έβρου

Ο Πάγκαλος, ο οποίος ήταν τριακοστός στην αρχαιότητα μεταξύ αντιστρατήγων και υποστρατήγων, ανέλαβε τη διοίκηση της Στρατιάς Θράκης στις 12 Δεκεμβρίου 1922. Ήταν ο τρίτος διοικητής μετά τους αντιστρατήγους Γ. Πολυμενάκο και Κ. Νίδερ, οι οποίοι ήταν ικανοί και αξιοσέβαστοι αξιωματικοί, αλλά οι περιστάσεις απαιτούσαν κάτι περισσότερο. Σύμφωνα με την περιγραφή του Πάγκαλου, «ο έντιμος… Νίδερ, τον οποίο συνάντησα τότε, μου εζωγράφισε με περισσήν ενάργεια τα πράγματα. Οι στρατιώται ήσαν πλέον τελείως απειθάρχητοι και ως επί το πλείστον γυμνοί διέρρεον δια ξηράς, ενώ ανώτεροι διοικηταί, ακόμη και μέραρχοι, διεπληκτίζοντο, και εγκατέλειπον αυτοβούλως και άνευ αδείας την θέσιν των, και ήρχοντο εις τας Αθήνας».

Ο Πάγκαλος ανέλαβε να διορθώσει την κατάσταση, έχοντας μαζί του και ένα μαστίγιο από δέρμα ρινόκερου με πλεξούδες, το οποίο και χρησιμοποιούσε. Σε μία από τις διαταγές του, δήλωσε: «Έχων την απόφασιν να νικήσω, επιθυμώ να έχω μετ’ εμού άνδρας εμπνεομένους από το πυρ του ενθουσιασμού και την πεποίθησιν επί την έκβασιν του ιερού αγώνος τον οποίον θα αναλάβωμεν. Οι διστάζοντες και απογοητευμένοι να φύγουν». Τριάντα οκτώ αξιωματικοί τότε αποχώρησαν από το μέτωπο.

Τον Ιανουάριο 1923 η Στρατιά του Έβρου περιλάμβανε τρία σώματα στρατού, συνολικά εννέα μεραρχίες πεζικού και μία μεραρχία ιππικού, ένα σύνολο 110.000 περίπου ανδρών. Οι Τούρκοι, κατά παράβαση της Συνθήκης των Μουδανιών, είχαν συγκεντρώσει στην Ανατολική Θράκη πέντε μεραρχίες πεζικού και μία ιππικού, συνολικής δυνάμεως 50.000 περίπου ανδρών.

Η κατάληψη της Ανατολικής Θράκης

Η γενική ιδέα ενεργείας του ελληνικού σχεδίου προέβλεπε την αιφνιδιαστική διάβαση του Έβρου από τα Δ’ και Γ’ Σώματα Στρατού, την ανάληψη επιθετικής ενεργείας για αναζήτηση του κυρίου εχθρικού όγκου, την ανατροπή της αμυντικής γραμμής Τσατάλτζας και την εγκατάσταση επί της ευρωπαϊκής ακτής του Βοσπόρου. Ταυτόχρονα, το Β΄ Σώμα Στρατού με δύο μεραρχίες θα αποβιβαζόταν στον Κόλπο Ξηρού και θα ενεργούσε προς Ραιδεστό-Τσατάλτζα. Ο στόλος θα εισέπλεε στα Στενά, ώστε να απαγορεύσει τη μετάγγιση τουρκικών δυνάμεων από τη μικρασιατική στην ευρωπαϊκή ακτή.

Η Στρατιά του Έβρου ήταν έτοιμη να εφαρμόσει το σχέδιο, αφού στη Λωζάννη οι διαπραγματεύσεις είχαν φτάσει σε αδιέξοδο, λόγω της απαίτησης των Τούρκων για καταβολή αποζημιώσεων πολλών εκατομμυρίων χρυσών λιρών. Τελικά στις 26 Μαΐου 1923, ο Ισμέτ Πασάς ανακοίνωσε ότι η Τουρκία παραιτείται της αποζημιώσεως έναντι της παραχωρήσεως του τριγώνου του Κάραγατς. Ο Βενιζέλος δήλωσε ότι αποδέχεται τις τουρκικές προτάσεις με αποτέλεσμα στις 24 Ιουλίου να υπογραφεί η Συνθήκη της Λωζάννης.

Το ερώτημα είναι εάν μπορούσε η Ελλάδα με τη Στρατιά του Έβρου να καταλάβει την Ανατολική Θράκη το 1923; Φυσικά όπως σε όλα τα αντίστοιχα ερωτήματα, μόνο εικασίες μπορούν να γίνουν, η ιστορία δεν γράφεται με εάν και εφόσον. Η επιχείρηση δεν υλοποιήθηκε πρωτίστως επειδή οι Σύμμαχοι ήταν αντίθετοι σε οποιαδήποτε τέτοια ενέργεια. Σαφώς ήταν μία υψηλού ρίσκου επιχείρηση, αλλά όπως είπε ο στρατηγός Wavell, «οι πόλεμοι κερδίζονται μόνο όταν αναλαμβάνεις ρίσκα».

Τα διδάγματα

  • Ο πόλεμος είναι πολιτική πράξη και συνέχεια της πολιτικής και όχι ζήτημα στρατιωτικών δυνατοτήτων. Για το ποιοι παράγοντες υπερέχουν, οι πολιτικοί ή οι στρατιωτικοί, είναι ζήτημα εκτιμήσεων και κρίσεως. Η τότε κυβέρνηση βεβαίως εκτίμησε, ότι δεν άντεχε πολιτικά να αρχίσει πόλεμο ενάντια στη θέληση της Βρετανίας και της Γαλλίας.
  • Τα αποτελέσματα των πολέμων ποτέ δεν είναι οριστικά, αν δεν τα αποδέχεται ο ηττημένος. Η Τουρκία ηττήθηκε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και απώλεσε την αυτοκρατορία της. Μετά από τρία μόλις χρόνια, νικηφόρα έναντι της Ελλάδος, ανέτρεψε τη Συνθήκη των Σεβρών και εν πολλοίς υπαγόρευσε τους όρους της στη Λωζάννη. Από την άλλη και η Ελλάδα, μετά από μία συντριπτική ήττα, σχεδίαζε επιθετικές επιχειρήσεις ακόμη και στις πιο μαύρες ώρες.
  • Ένας στρατός είναι εύθραυστος οργανισμός. Μπορεί να αποσυντεθεί πολύ γρήγορα, αλλά εξίσου γρήγορα μπορεί να ανασυνταχθεί, αν διοικείται από κάποιον εμπνευσμένο ηγήτορα. Εφόσον ο πόλεμος είναι μονομαχία δύο αντιπάλων θελήσεων, όπως μας λέει ο Clausewitz, ο Πάγκαλος διέθετε τη θέληση, την προϋπόθεση για την επίτευξη της νίκης.
  • Η Τουρκία σήμερα από πλευράς δυνατοτήτων δεν είναι εκείνη του 1923, όπως βέβαια και η Ελλάδα αντίστοιχα. Η Ελλάδα δεν διεκδικεί πλέον εδάφη εκτός της επικρατείας της και έχει υιοθετήσει αμυντικό δόγμα. Παρά ταύτα, τηρώντας αμυντική στάση στο πολιτικό επίπεδο, δεν σημαίνει πως πρέπει κανείς να αμύνεται σε όλα τα επίπεδα. Επιθετικές επιχειρήσεις σε επιχειρησιακό και τακτικό επίπεδο είναι απαραίτητες για την επίτευξη του αμυντικού σκοπού.
  • Η επιχείρηση εκείνη, πάντως, παραμένει μέχρι σήμερα, η μεγαλύτερη διακλαδική επιχείρηση που σχεδίασαν ποτέ οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις. Θεωρούμε ότι το σχέδιο για την κατάληψη της Ανατολικής Θράκης, θα ήταν πολύ ωφέλιμο για τους αξιωματικούς, αν οι στρατιωτικές σχολές, εκτός από τα μεταπτυχιακά, το “έτρεχαν” υπό μορφή πολεμικού παιγνίου.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι