Πώς τερματίστηκε η σχέση Αριστοτέλη-Αλέξανδρου
07/06/2024Παρά τις διαφορετικές αντιλήψεις Αριστοτέλη-Αλέξανδρου στο θέμα της σύγκλισης των Ελλήνων με τους ανατολικούς λαούς (δεδομένου ότι ο δάσκαλος του Μακεδόνα στρατηλάτη δεν πίστευε ότι μπορούσε να συμφιλιωθεί η φύση των πρώτων με εκείνην των δεύτερων λόγω ριζικής διαφοροποίησής τους), ο σπουδαίος φιλόσοφος του 4ου αι. π Χ κατόρθωσε να περάσει στον προικισμένο εκ φύσεως μαθητή του τα ”μυστικά της γνώσης” του.
Το πιο πιθανό είναι ότι ο Αριστοτέλης, (επηρεασμένος από τον δάσκαλό του Πλάτωνα που ονειρευόταν να δει στην ”Πολιτεία” του έναν φιλόσοφο βασιλιά να κυβερνά με αρετή και να καθοδηγεί το έθνος του με αγάπη για τη γνώση, την αριστεία και τη δικαιοσύνη), είχε διαμορφώσει έναν ειδυλλιακό στόχο όταν ανέλαβε να εκπαιδεύσει τον Αλέξανδρο στην Μίεζα. Τον στόχο να απελευθερώσει από αυτόν τις απίστευτες δυνατότητές του και να τον κάνει βασιλιά με καρδιά και γνώση (Με συναισθηματική νοημοσύνη, όπως λέμε σήμερα). Προτερήματα που αποδείχθηκαν αναγκαία για την κατάκτηση της Ασίας, πριν από την οποία ο Αλέξανδρος είχε υλοποιήσει τη συνένωση – υπό την ηγεσία του – των Πανελλήνων (σ.σ: το 335 π.Χ αναγνωρίστηκε ως Στρατηγός-Αυτοκράτωρ των Ελλήνων από το Συνέδριο της Κορίνθου).
Συνένωση που έφερε εις πέρας με επιτυχία – μετά τη δολοφονία του πατέρα του Φίλιππου Β’ (336 π Χ) και την άνοδό του στον μακεδονικό θρόνο σε ηλικία 20 ετών – χάρη στην μύησή του στη ”Λογική” και τη φιλοσοφική σκέψη του Αριστοτέλη. Του Αριστοτέλη ο οποίος βρήκε στο πρόσωπο του Αλέξανδρου τον ιδανικό μαθητή. Έναν μαθητή που διέθετε δεκτικό και διερευνητικό μυαλό, με δυνατότητα εμβάθυνσης σε πολύπλοκα θέματα και αμφισβήτησης κυρίαρχων ιδεών, ενώ ο Αλέξανδρος βρήκε τον ιδανικό μέντορα στο πρόσωπο του Αριστοτέλη.
Έναν μέντορα που θα μπορούσε να του μάθει να κυβερνά δίκαια και αποτελεσματικά. Να καθοδηγεί με σύνεση για τον λαό του και να αποφεύγει τις παγίδες διακυβέρνησης, ώστε να γίνει πρότυπο ηγεμόνα με οδηγούς την αρετή, την ηθική, τη δικαιοσύνη και την αλήθεια. Όπως έδειχναν όλα για μεγάλο χρονικό διάστημα, η πλήρης αντίθεση Αριστοτέλη-Αλέξανδρου στο ”πάντρεμα” των ελληνικών πολιτικών θεσμών με την ανατολική δεσποτεία δεν στάθηκε εμπόδιο στην ”ποιοτική” αναβάθμιση του γιου του Φιλίππου, δεδομένου ότι ο φιλόσοφος δάσκαλος είχε προλάβει να τον επηρεάσει καταλυτικά στο θέμα της ενδοσκόπησης και της ικανότητάς του να μένει ανοιχτός στην μεγαλοσύνη.
Αντιθέσεις δασκάλου-μαθητή
Ωστόσο, με δεδομένους τους υπαινιγμούς του Πλουτάρχου (”Βίοι Παράλληλοι / Αλέξανδρος”), αντιλαμβανόμαστε ότι από τότε που άρχισαν να διαφαίνονται οι αντιθέσεις των δύο ανδρών στο θέμα αυτό (θέμα συμφιλίωσης ουσιαστικά Ελλήνων-Περσών χάρη στην μεγαλοσύνη και γενναιοδωρία του Αλέξανδρου) άρχισαν να ψυχραίνονται οι σχέσεις τους, γιατί ο Αριστοτέλης μισούσε τους Πέρσες.
Τους μισούσε για τον τρόπο που είχαν φερθεί στον πλατωνικό φίλο και συνάδελφό του στην Ακαδημία Ερμία τον Αταρνέα (σταύρωση με διαταγή του Αρταξέρξη Γ’ στα Σούσα), του οποίου την ανιψιά και θετή κόρη Πυθιάδα είχε παντρευτεί ο Σταγειρίτης φιλόσοφος. Κατά τα άλλα, οι λοιπές διαφοροποιήσεις Αλέξανδρου-Αριστοτέλη γεφυρώνονταν με τον χρόνο όσο ο μαθητής ακολουθούσε τις διδαχές του δασκάλου του ξετυλίγοντας τα χαρίσματα και τις δυνατότητές του (με προεξάρχουσα την αριστεία του πνεύματος), για την ανάδειξη των οποίων είχε καθοδηγητή την αριστοτέλεια φιλοσοφία.
Μια φιλοσοφία που θεωρούσε την αρετή ”έξιν προαιρετικήν” την οποία γεννά ο εγκέφαλος και η οποία καλλιεργεί στους ηγέτες συναισθηματική ενσυναίσθηση καθιστώντας τους ικανούς να κατανοήσουν τα συναισθήματα των συνανθρώπων τους. Ας μην ξεχνάμε ότι στην ελληνική αρχαιότητα οι μεγάλοι άνδρες αρίστευαν με όπλα την αρετή και την νοημοσύνη, προτερήματα στα οποία πρόσθεσε ο Αριστοτέλης την ”εντελέχεια” (την ενέργεια και την τελειότητα), ώστε να μπορούν να συνειδητοποιούν αυτοί τις δυνάμεις τους και να κατανοούν καλύτερα τα γεγονότα και τους άλλους ανθρώπους (”Ἠθικά Νικομάχεια”).
Όνειρο η Οικουμενική Ελλάδα
Έτσι εξηγείται γιατί ο Μέγας Αλέξανδρος (ο ”Αλέξανδρος Γ’ ο Μακεδών”) δεν προσπάθησε να σκλαβώσει άμαχο πληθυσμό, μέσω της σφαγής και της βίας. Επέβαλε τη δύναμη της πυγμής δια των όπλων του στα πεδία της μάχης, ενώ συμπεριφέρθηκε με ανθρωπιά στους λαούς που κατέκτησε και έδωσε αμνηστία στις συζύγους και τις κόρες του Πέρση αυτοκράτορα Δαρείου, μετά την νίκη του στη μάχη των Γαυγαμήλων ( 331 πΧ). Αυτός είναι και ο λόγος που διαψεύδει όσους τον αποκαλούν ”σφαγέα λαών”, καθώς ξεκίνησε την εκστρατεία του σαν απελευθερωτικό αγώνα, την μετεξέλιξε σε αγώνα κατά του ιστορικού και μόνιμα απειλητικού εχθρού των Ελλήνων (τα διεσπαρμένα υπολείμματα της [περσικής] αυτοκρατορίας του οποίου έψαχνε να βρει και να εκμηδενίσει στα βάθη της Ασίας), για να φτάσει να συμφιλιώσει στην πράξη Δύση και Ανατολή.
Η επίδραση, ως εκ τούτου, της αριστοτέλειας αρχής και των ιδεών του δασκάλου του Αριστοτέλη από τα μικρά του χρόνια (ιδέες που θεωρούνται σήμερα θεμέλιο της δυτικής φιλοσοφίας) ήταν καθοριστική και πολυεπίπεδη στον Αλέξανδρο. Πολυεπίπεδη σε βαθμό που ο Αριστοτέλης είχε πετύχει να ενθαρρύνει την αγάπη του μαθητή του για τον Όμηρο (η ”Ιλιάδα” του οποίου ήταν η Βίβλος για τους Έλληνες της αρχαιότητας), λόγος για τον οποίο ο μελλοντικός κοσμοκράτορας κοιμόταν έχοντας στο προσκεφάλι του ένα αντίγραφο του ομηρικού έργου ταυτιζόμενος στα όνειρά του με τον ήρωα των παιδικών του χρόνων Αχιλλέα, πράγμα που τον έκανε να ενδιαφέρεται αποκλειστικά για τη δόξα και τη φήμη και όχι για το χρήμα και τα έπαθλα.
Ενδιαφερόταν για την κατάκτηση που θα του έδινε τη δυνατότητα να κάνει οικουμενική την Ελλάδα (πολιτισμική ανάμιξη ελληνικού και ανατολικού πολιτισμού) με όχημα την ελληνική γλώσσα. Την ελληνική γλώσσα, τον πολιτισμό και τις επιγαμίες, δίνοντας πρώτος το παράδειγμα ανάμιξης Ελλάδας-Ανατολής νυμφευόμενος την Ρωξάνη (κόρη του σατράπη της Βακτριανής Οξυάρτη) και αργότερα (παρ’ ότι παντρεμένος) τη μεγαλύτερη κόρη του Δαρείου Στάτειρα (την νεότερη αδελφή της οποίας – Δρυπέτη – παντρεύτηκε ο αδελφικός του φίλος Ηφαιστίωνας), προκειμένου να ενώσει τους βασιλικούς οίκους Ελλάδας – Περσίας.
Και απεχθή ελαττώματα
Το ισχυρό χαρτί όμως που ”έπαιζε” ο Αλέξανδρος στη σχέση του με τους άλλους (ομοεθνείς και αλλοεθνείς) ήταν η γενναιοδωρία του βάσει της αριστοτελικής φιλοσοφίας, την οποία δεν άφησε να ξεθωριάσει ποτέ μέσα του. Όσο ήταν νηφάλιος, τουλάχιστον, και είχε τον έλεγχο του εαυτού του. Κι αυτό γιατί – από κάποιο σημείο και ύστερα – οι άνευ προηγουμένου στρατιωτικές επιτυχίες του (μέσα σε μια δεκαετία οικοδόμησε μια αυτοκρατορία που απλωνόταν απ’ την Ελλάδα μέχρι τα ινδικά σύνορα) τον… ”προίκισαν” με απεχθή ελαττώματα, όπως ο εθισμός στο κρασί και η τάση του να αγκαλιάζει τους αυλοκόλακες και να ”κόβει μαχαίρι” κάθε κριτική με τη χρήση βίας σε όσους αρνούνταν να υιοθετήσουν ανοίκεια έθιμα (προσκύνημα στον βασιλιά), ξένα προς την ιστορική ταυτότητα και ιδιοπροσωπία των Ελλήνων.
Έτσι ο μέθυσος Αλέξανδρος έστειλε στον θάνατο εκλεκτούς φίλους και φερέγγυους συνεργάτες του, όπως ο στρατηγός Παρμενίων και ο γιος του Φιλώτας [330 π Χ], ο αδελφός της τροφού του Λανίκης Κλείτος [328 π Χ] – αν και του είχε σώσει τη ζωή στον Γρανικό το 331 π Χ) , ο συγγενής και συνεργάτης του δασκάλου του Καλλισθένης (σ.σ: αιτία οριστικής ρήξης των σχέσεων Αλέξανδρου-Αριστοτέλη, απ’ τη στιγμή που ο τελευταίος πληροφορήθηκε τον θάνατο του ανιψιού του, ιστορικού-”ανταποκριτή” και ”προπαγανδιστή” των επιτευγμάτων του Αλέξανδρου σε βαθμό θεοποίησής του) και άλλοι. Πρωτεύουσα θέση μέσα στους άλλους (που εκτελέστηκαν ως συνωμότες) είχαν οι συμμετέχοντες στον σχεδιασμό στάσης των ”βασιλικών παίδων” εναντίον του Αλέξανδρου, του Σώματος Ομήρων δηλαδή που είχε καθιερώσει ο Φίλιππος Β’.
Στάσης, η οποία θα εκδηλωνόταν στη Βακτρία (ελληνικό βασίλειο απ’ το 250 π.Χ μοιρασμένο σήμερα στο Τατζικιστάν- το Ουζμπεκιστάν, το Αφγανιστάν και το Τουρκμενιστάν), καθ’ οδόν της πορείας του Μεγαλέξανδρου και του στρατού του προς την Ινδία…
Βιβλιογραφία
Πλούταρχος: ”Βίοι Παράλληλοι”- ”Ἀλέξανδρος” και ”Περί τῆς Ἀλεξάνδρου Τύχης ἢ Αρετῆς”
Αριστοτέλης: ”Ηθικά Νικομάχεια”
Πλάτων: ”Πολιτεία”
Αρριανός: ”Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις”
Διόδωρος Σικελιώτης: ”Ιστορική Βιβλιοθήκη”
Βασίλης Κάλφας: ”Αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι” και ”Ο Αριστοτέλης πίσω από τον φιλόσοφο”
Βούλα Ηλιάδου: ”Καλπάζοντας στον άνεμο” (ιστορικό μυθιστόρημα)