Προετοιμάζοντας την ιταλική εισβολή στην Ελλάδα – Προσχήματα και προπαγάνδα
31/08/2024Τον Απρίλιο 1939 η Ιταλία είχε καταλάβει και στρατιωτικά την Αλβανία, είχε καταλύσει την κρατική της υπόσταση και με απόφαση της αλβανικής κοινοβουλευτικής αντιπροσωπείας είχε συντελεστεί η παράδοση του βασιλικού στέμματος στον Ιταλό μονάρχη Βιτόριο Εμμανουέλε της Σαβόϊας. Το καλοκαίρι του 1940 γίνονταν όλο και πιο ξεκάθαρο ότι ο Μουσολίνι προετοίμαζε την ιταλική εισβολή στην Ελλάδα.
Μια μελέτη της αλληλογραφίας των ελληνικών πρεσβειών σε Ρώμη και Τίρανα, αλλά και του Τύπου της περιόδου εκείνης, αποκαλύπτει και την προπαγανδιστική, αλλά και στρατιωτική προετοιμασία για την ιταλική εισβολή στην Ελλάδα που θα ξεκινούσε στα τέλη Οκτωβρίου 1940. Το κυριότερο, αποδεικνύει το γελοίο των “επιχειρημάτων” για την αιτιολόγηση μίας ήδη ειλημμένης απόφασης του Κόμη Γκαλεάτσο Τσιάνο, Υπουργού Εξωτερικών και γαμπρού του Ιταλού δικτάτορα.
Στις 7 Αυγούστου 1940, μία εβδομάδα πριν τον τορπιλισμό του καταδρομικού “Έλλη” στην Τήνο, ο εν Ρώμη Πρέσβης της Ελλάδας τηλεγραφεί: « Έχω την τιμή να εκθέσω κατωτέρω συνομιλία μου μετά του Υφυπουργού επί των αλβανικών υποθέσεων κ. Μπενίνι. Τον Υφυπουργό επεσκέφθην, ως γνωστό, δια την υπόθεση του διερμηνέως του εν Τιράνοις Γενικού Προξενείου μας… Συνεχίζων τον λόγον και εν συνδυασμό προς την τελευταία φράση του, ως εάν η μνεία του Υπουργού έφερε εις τον νουν του άλλην σκέψη, μοι είπε τα εξής: “Μανθάνω, κύριε Πρέσβη, μετά μεγάλης λύπης ότι αι σχέσεις μας κατέστησαν λεπταί (delicates)”».
Εδώ να αναφερθεί ότι στο έντυπο “Η ιταλική επίθεσις κατά της Ελλάδος – Διπλωματικά έγγραφα” του Βασιλικού Υπουργείου των Εξωτερικών (1940) το όλο υλικό έχει καταχωρηθεί σε τρία μέρη: α) 7 Απριλίου 1939-10 Ιουνίου 1940 (έγγραφα 2-76), β) 10 Ιουνίου-11 Αυγούστου 1940 (έγγραφα 77-110) και γ) 11 Αυγούστου-28 Οκτωβρίου 1940 (έγγραφα 111-177), προσθέτοντας και μερικά έγγραφα της διπλωματικής αλληλογραφίας ανήμερα της 28ης Οκτωβρίου 1940 (έγγραφα 178-183).
Ιταλική εισβολή: Προπαγανδιστική προπαρασκευή
Στην ουσία συμπίπτουν με τις βαθμίδες κλιμάκωσης αρχικά σε επίπεδο νομικής προπαρασκευής για τη συμμετοχή και της Αλβανίας στην επίθεση και στη συνέχεια σε επίπεδο προπαγάνδας δια προσχημάτων και εν τέλει πραγματικών πολεμικών προκλήσεων. Έως την ουσιαστική εντολή ολοκληρωμένης στρατιωτικής εισβολής μέσω της Αλβανίας στην Ελλάδα. Η φασιστικής Ιταλία –προκειμένου να παρελκύσει τους Αλβανούς πολιτικούς στις επιδιώξεις της εις βάρος της Ελλάδας και στους σχεδιασμούς της επί της Ανατολικής Μεσογείου– εμφανίζεται προστάτης των εκτός Αλβανίας αλβανικών πληθυσμών, φλογίζοντας στην ουσία τον πόθο εθνικιστών στα Τίρανα για την “Μεγάλη Αλβανία”. Αυτό αφορούσε ουσιαστικά την Ελλάδα, με έμφαση στις περιοχές της Θεσπρωτίας όπου η προπαγάνδα για την μειονότητα των Αλβανοτσάμηδων είχε απήχηση.
Το πρακτορείο ειδήσεων “Στεφάνι” στη Ρώμη, αναπαράγοντας του και εμπλουτίζοντας με ανάλογο σχολιασμό το αλβανικό έντυπο “Τομόρι” στα Τίρανα, αλλά και άλλες υπηρεσίες του Ντούτσε, άρχισαν να κατασκευάζουν προσχήματα για να δικαιολογήσουν την σχεδιαζόμενη εισβολή στην Ελλάδα με σκοπό την «προστασία της αλβανικής μειονότητας», η φυσική ύπαρξη της οποίας υποτίθεται ότι απειλείτο από ενέργειες των ελληνικών αρχών.
Το πρακτορείο “Στεφάνι” (11 Αυγούστου 1940) μοχλεύει υπόθεση κοινού εγκλήματος που είχε θύμα τον διαβόητο Νταούτ Χότζα, ο οποίος ήδη από το 1923 αναφερόταν ως ο δολοφόνος του Ιταλού στρατηγού Ερνέστο Τελίνι στην μεθόριο της Κακκαβιάς που είχε αποτελέσει πρόσχημα ώστε ο Ντούτσε να βομβαρδίσει την Κέρκυρα. Ας σημειωθεί ότι η δολοφονία του Ιταλού στρατηγού είχε λάβει χώρα εντός του αλβανικού εδάφους και μάλιστα στις αρχές Ιουνίου.
Το έπαιζε προστάτης των Αλβανών
Έγραφε, λοιπόν, το “Στεφάνι”: «Ο αλβανικός πληθυσμός ο υποτεταγμένος εις την Ελλάδα ευρίσκεται υπό την βαθείαν εντύπωσιν τρομερού πολιτικού εγκλήματος διαπραχθέντος εις την ελληνοαλβανικήν μεθόριον. Ο μέγας Αλβανός πατριώτης Νταούτ Χότζα, γεννηθείς εις την αλύτρωτον περιοχήν της Τσαμουριάς, εδολοφονήθη αγρίως επί αλβανικού εδάφους πλησίον των συνόρων». Συνεχίζει, περιγράφοντας ανυπόστατα γεγονότα, για τα οποία απάντησε αμέσως και τεκμηριωμένα το Πρακτορείο των Αθηνών.
Μέχρι και την 15η Αυγούστου, όταν σημειώθηκε ο τορπιλισμός του “Έλλη”, κάθε μέρα το μοτίβο των δημοσιεύσεων του “Στεφάνι” και οι διαψεύσεις ή παράθεση των πραγματικών γεγονότων από το “Πρακτορείο των Αθηνών” επαναλαμβάνεται. Ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδος στα Τίρανα τηλεγραφεί στις 14 Αυγούστου 1940: «οι Αλβανοί, οι οποίοι γνωρίζουν καλά το ποιόν του Νταούτ Χότζα, παρακολουθούν μετά χαρακτηριστικής απαθείας την δια του Τύπου και του ραδιοφώνου ιταλικήν ανθελληνικήν εκστρατείαν έστω και με απολυτρωτικόν αλβανικόν ένδυμα εμφανιζομένην». Ο Υποπρόξενος στο Αργυρόκαστρο επίσης διευκρινίζει: «ο φονευθείς ληστής υπηρέτει από πολλών ετών ως ιδιωτικός αγροφύλαξ εις κτήματα κείμενα εις την θέσιν Σαρώνια της περιφερείας Βούρκου… Λέγεται ότι ο φόνος του εξετελέσθη κατόπιν λογομαχίας μετά ποιμένων. Προ ετών ο Νταούτ Χότζα είχε φυλακισθή δια κλοπάς».
Στο πεδίο της προπαγάνδας οι ιταλικές υπηρεσίες χρησιμοποιούσαν δημοσιεύσεις που αρχικά κυκλοφορούσαν δια της “Τομόρι” στα Τίρανα και στη συνέχεια χρησιμοποιώντας αυτά τα δημοσιεύματα ως αποδεικτικό υλικό κατασκεύαζαν ειδήσεις και ρεπορτάζ για το Πρακτορείο “Στεφάνι”. Ο σχολιαστής Γκάϊντα που διερμήνευε τις θέσεις του ιταλικού Υπουργείου Εξωτερικών δημοσίευσε μακροσκελές άρθρο με τίτλο: “Δικαιοσύνη δια την Αλβανίαν” όπου ισχυρίζεται ότι η δολοφονία του Χότζα αποφασίσθηκε στην Αθήνα και αφορούσε πατριωτική δράση του θύματος. Πρόσθεσε ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν σεβόταν την ανεξαρτησία και τα πολιτικά σύνορα της Αλβανίας κι ότι στην “Τσαμουριά” και σε άλλα αλβανικά εδάφη οι Αλβανοί αποτελούν την πλειοψηφία. Κατέληγε, γράφοντας ότι η Ελλάδα αρνήθηκε να ανταποκριθεί στα ειλικρινή αισθήματα της Ιταλίας και τουναντίον ενέτεινε την υπονομευτική της δράση επί των συνόρων της με την Αλβανία.
Ιταλική εισβολή: Έλληνες διπλωμάτες προειδοποιούν
Μόνο που τα πράγματα ήταν διαμετρικά αντίθετα. Δύο λιτά τηλεγραφήματα του Υποπρόξενου της Ελλάδας στην Αυλώνα και στην Κορυτσά αρκούν για την απόδειξη της αλήθειας. Από Αυλώνα παρατίθεται το τηλεγράφημα της 9ης Σεπτεμβρίου 1940: «Από μηνός παρατηρείται ενταύθα κίνηση για τη συγκρότηση άτακτων σωμάτων προς τρομοκρατικήν δράσιν εντός του ελληνικού εδάφους… Κατά την παρελθούσαν εβδομάδα πράκτορες μετέβησαν εις τα μουσουλμανικά χωρία Κανίνα, Τσαπράτι και Δουκάτες, και προσεπάθησαν να στρατολογήσουν εθελοντάς … υποσχόμενοι μηνιαία μισθοδοσία 140 φράγκων».
Τηλεγράφημα από Κορυτσά (23 Αυγούστου 1940) αναφέρει: «Αφίχθη ενταύθα την παρελθούσα Δευτέρα ο Αλβανός Υπουργός Δικαιοσύνης Τζαφέρ Ούπι. Εξ ασφαλούς πηγής πληροφορούμαι ότι σκοπός της αφίξεώς του είναι να καταρτίσει συμμορίας εκ των κακοποιών στοιχείων της περιφερείας Ερσέκας, εκ της οποίας κατάγεται, προς τρομοκρατική δράση εντός των περιφερειών Κονίτσης και Καστοριάς».
Ο δε Έλληνας Γενικός Πρόξενος στα Τίρανα (1η Οκτωβρίου 1940) δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας ότι επίκειται εισβολή στην Ελλάδα: «Αι συλλήψεις των ομογενών, η μετάβασις του Τοποτηρητού του Βασιλέως της Ιταλίας εις Τεπελένι και Αργυρόκαστρον, η αναχώρησις στρατιωτικών δυνάμεων προς νότον της Κορυτσάς και η συνεχιζόμενη εντατική συγκέντρωσις ιταλικού στρατού εις τα σύνορα μας, ενώ ευρισκόμεθα εις τας παραμονάς του χειμώνος, πάντα τα ανωτέρω συντελούν εις την δημιουργίαν της εντυπώσεως ότι επίκεινται γεγονότα».