Τα γαλλικά άρματα το 1940 – Κατάρρευση ενός βολικού θρύλου
30/07/2021Ο γαλλικός στρατός του 1940 διέθετε τέσσερις τύπους ταχυκίνητων μεραρχιών: τις Ελαφρές Ιππικού, τις Ελαφρές Τεθωρακισμένες, τις Μικτές Τεθωρακισμένες και τις Μηχανοκίνητες Πεζικού. Οι μηχανοκίνητες μεραρχίες πεζικού είχαν την ίδια σύνθεση με τις κοινές μεραρχίες, αλλά διέθεταν και μηχανοκίνητα μέσα μεταφοράς. Οι Γάλλοι, όμως, ηττήθηκαν. Γιατί;
Οι Ελαφρές Μεραρχίες Ιππικού αποτέλεσαν την εξέλιξη των παλαιότερων. Συγκροτήθηκαν το 1936, με υπόδειγμα τις μεραρχίες “Celere” του ιταλικού στρατού. Κάθε μια από τις πέντε που υπήρχαν, αποτελείτο από 4 συντάγματα ιππικού, ένα τάγμα πεζομάχων δραγώνων, πυροβολικό και υπηρεσίες. Κάθε σύνταγμα ιππικού διέθετε 5 ίλες, 4 εφίππων ιππέων και μία ίλη θωρακισμένων οχημάτων αναγνωρίσεως – ή και ελαφρών αρμάτων.
Συνολικά η κάθε μεραρχία διέθετε 64 θωρακισμένα οχήματα. Οι μεραρχίες αυτές, σύμφωνα με το σχέδιο, θα αναλάμβαναν αποστολές αναγνώρισης, επιβράδυνσης και λήψης επαφής. Ο εξοπλισμός τους όμως δεν τους επέτρεπε στην πραγματικότητα να εκτελέσουν παρόμοιες αποστολές, ακόμα και απέναντι σε κοινές μεραρχίες πεζικού, οι οποίες υπερείχαν απέναντί τους σε αριθμό πυροβόλων και ανδρών.
Το 1937 αποφασίστηκε η συγκρότηση των ελαφρών τεθωρακισμένων μεραρχιών, που απετέλεσαν τις πρώτες πραγματικές του γαλλικού στρατού. Διέθεταν περίπου 150 άρματα η καθεμιά τους των τύπων Somua S-35 και Hotchkiss H-35 ή H –39 ή Renault AMC ή R 35. Τα άρματα Somua ήταν ίσως τα καλύτερα που διέθετε ο γαλλικός στρατός. Διέθετε επικλινή θωράκιση μέγιστου πάχους 56 χλστ. και ήταν οπλισμένα με το καλύτερο αντιαρματικό πυροβόλο της εποχής, αυτό των 47 χλστ. το οποίο ήταν ικανό να διαπεράσει τη θωράκιση όλων των γερμανικών αρμάτων της εποχής.
Πραγματικές μεραρχίες
Αντίθετα τα άρματα Hotchkiss, αν και διέθεταν ικανοποιητική θωράκιση, ήταν τα περισσότερα οπλισμένα με το γελοίο πυροβόλο SA των 37 χλστ/21 διαμετρημάτων. Το υπόδειγμα Η–39 ήταν οπλισμένο με πυροβόλο 37 χλστ/33 διαμετρημάτων. Το άρμα Renault R 35 ήταν ικανοποιητικά θωρακισμένο, αλλά ήταν αργό και οπλισμένο με βραχύκαννο πυροβόλο των 37 χλστ. Αντίθετα το Renault AMC ήταν οπλισμένο είτε με πυροβόλο των 47 χλστ. είτε με πυροβόλο των 25 χλστ, αρχικής ταχύτητας 900 μέτρων/ δευτερόλεπτο. Υστερούσε όμως σε θωράκιση.
Μόνο στα τέλη του 1938 αποφάσισε το γαλλικό επιτελείο τη συγκρότηση πραγματικών τεθωρακισμένων μεραρχιών, μικτών, όπως ονομάστηκαν, γιατί διέθεταν και οργανικά τμήματα μηχανοκίνητου πεζικού. Ως την έναρξη της γερμανικής επίθεσης, τρείς τέτοιες μεραρχίες είχαν συγκροτηθεί και μια τέταρτη βρισκόταν υπό συγκρότηση. Κάθε τεθωρακισμένη μεραρχία διέθετε 60 βαριά άρματα Β1 και 120 ελαφρά άρματα Η-39.
Τα άρματα Β1 ήταν εξαιρετικά. Διέθεταν ισχυρή θωράκιση μέγιστου πάχους 60 χλστ. και ήταν οπλισμένα με ένα αντιαρματικό πυροβόλο των 47 χλστ. στον πύργο και με ένα πυροβόλο 75 χλστ. σε ειδικό σκέπαστρο, στο εμπρόσθιο δεξιό τμήμα του σκάφους. Το μόνο του μειονέκτημα ήταν η χαμηλή του ταχύτητα. Ωστόσο η εξαιρετική του θωράκιση του εξασφάλιζε μεγάλη ανθεκτικότητα. Η θωράκιση του Β1 άντεχε ακόμα και στα πλήγματα του βραχύκαννου πυροβόλου των 75 χλστ. με το οποίο ήταν εξοπλισμένα τα βαρύτερα γερμανικά άρματα της εποχής, τα Pz IV.
Κατάρρευση ενός βολικού θρύλου
Μόνο το περίφημο 88αρι πυροβόλο ήταν ικανό να το καταστρέψει τα Pz IV. Στις 10 Μαΐου υπήρχαν 384 άρματα αυτού του τύπου σε υπηρεσία. Ωστόσο, όπως σωστά το θέτει ο ιστορικός Ε. Μπάγιερ στο βιβλίο του «Ο Πόλεμος των Τεθωρακισμένων», μια τεθωρακισμένη μεραρχία «…δεν είναι μόνο 500 άρματα, αλλά είναι προπαντός μια δοξασία χρήσης και ένα επιτελείο άκρως ασκημένο στο έργο του, ικανό να χειρίζεται 3.000 οχήματα, να τα κινεί, να τα χρησιμοποιεί στο πεδίο της μάχης, τέλος δε να τα ανεφοδιάζει και να τα επισκευάζει κανονικώς».
Σε αυτό ακριβώς το σημείο υστερούσαν οι Γάλλοι και μόνο. Ο μύθος, που οι ίδιοι καλλιέργησαν περί της ανωτερότητας των γερμανικών αρμάτων, δημιουργήθηκε μόνο και μόνο για να δικαιολογήσει την ολέθρια και επαίσχυντη ήττα τους. Έτσι η 1η Γαλλική Τεθωρακισμένη μεραρχία καταστράφηκε, γιατί τα άρματά της έμειναν από καύσιμα, ενώ η 3η γιατί ο διοικητής έριχνε στη μάχη τις επιλαρχίες τους σταδιακά, τη μία κατόπιν της άλλης και όχι συγκεντρωτικά.
Στη μοναδική περίπτωση που μια τεθωρακισμένη μεραρχία χρησιμοποιήθηκε με ορθόδοξο τρόπο, η 4η του ντε Γκωλ, επέτυχε στην αποστολή της, ανεξαρτήτως του ότι τελικά αναγκάστηκε σε υποχώρηση υπό τις βόμβες των Stuka. Η μόνη δε περίπτωση όπου σημειώθηκε αρματομαχία μεγάλης κλίμακας ήταν στις 12 και 13 Μαΐου μεταξύ Ανιού και Βαρέμ, όπου τα Somua και τα Η-35 των γαλλικών 2ης και 3ης Ελαφρών Τεθωρακισμένων Μεραρχιών, αντιμετώπισαν την 3η και την 4η Panzer. Και ναι μεν οι Γάλλοι ηττήθηκαν και υποχρεώθηκαν σε υποχώρηση, έδωσαν όμως ένα πολύ σκληρό και αιματηρό μάθημα στους Γερμανούς.
Το πρόβλημα, λοιπόν, ήταν η ανικανότητα των Γάλλων στρατηγών να διακρίνουν την χρησιμότητα του άρματος ως μέσου κρίσεως του αγώνα. Αντίθετα το γαλλικό εγχειρίδιο εκστρατείας ανέφερε ρητώς ότι τα άρματα ήταν απλώς μηχανήματα συνοδείας του πεζικού, την ενέργεια του οποίου υποβοηθούν, αλλά δεν αντικαθιστούν. Με βάση τον κανονισμό μάχης το άρμα ήταν απλά ο υπηρέτης του πεζού και οι επτά συνολικά θωρακισμένες γαλλικές μεραρχίες καταστράφηκαν σε μικρά “πακέτα”, η μία μετά την άλλη, χωρίς να προσφέρουν το παραμικρό.