Τι λένε τα βρετανικά αρχεία για τη χειραγώγηση Ελλήνων πολιτικών
04/08/2025
Τον Μάρτιο του 2005, η βρετανική κυβέρνηση αποχαρακτήρισε και δημοσιοποίησε άκρως απόρρητα αρχεία του βρετανικού υπουργείου Εξωτερικών, της περιόδου 1873-1939, τα οποία αποκαλύπτουν τη χειραγώγηση του νεοελληνικού πολιτικού συστήματος από ξένες Δυνάμεις. Το πλήρες σχετικό υλικό αναρτήθηκε από το βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών στο διαδίκτυο με τίτλο “Foreign and Commonwealth Office, The Records of the Permanent Under-Secretary’s Department: Liaison between the Foreign Office and British Secret Intelligence 1873–1939” και έλαβε ευρεία δημοσιότητα στον βρετανικό Τύπο.
Στο ανωτέρω δημοσιευμένο αρχειακό υλικό, περιλαμβάνονται οι ακόλουθες πληροφορίες: Στις παραμονές και στις αρχές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, στην Ελλάδα, δρούσαν χιλιάδες πράκτορες των γερμανικών, των γαλλικών και των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών.
Από την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, το 1914, η Βρετανία, προκειμένου να αντισταθμίσει τη μεγάλη διείσδυση Γερμανών πρακτόρων στην Ελλάδα και να εξασφαλίσει τη συμμαχία της Ελλάδας με την Αντάντ (συμμαχία Βρετανίας-Γαλλίας), χρησιμοποίησε τον σερ Βασίλειο Ζαχάροφ (Sir Basil Zaharoff), ο οποίος ήταν ελληνικής καταγωγής υψηλόβαθμος πράκτορας των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών και μεγαλέμπορος όπλων. Ο Ζαχάροφ έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στην ανάδειξη και καθιέρωση του Ελευθέριου Βενιζέλου στο πολιτικό σύστημα της Ελλάδας, με σκοπό να λειτουργήσει ως αντίβαρο στο φιλογερμανικό τμήμα του νεοελληνικού κοινωνικού κατεστημένου.
Στα προαναφερθέντα βρετανικά κρατικά αρχεία, περιλαμβάνεται μια επιστολή του Ζαχάροφ, της 12ης Νοεμβρίου 1915, με την οποία ο ίδιος ο Ζαχάροφ εισηγήθηκε, προς το γραφείο του Βρετανού πρωθυπουργού, ότι χρειαζόταν ενάμισι εκατομμύριο στερλίνες για την εξαγορά σημαντικών προσώπων στην Ελλάδα και ότι προείχε η εξαγορά σαράντα πέντε Ελλήνων βουλευτών, των γερμανόφιλων ελληνικών εφημερίδων και ενός στρατιωτικού διοικητή των ελληνικών συνόρων, προκειμένου να επιταχυνθεί το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και, μάλιστα, με τον τρόπο που θα εξυπηρετούσε καλύτερα τη βρετανική εξωτερική πολιτική. Ο τότε Βρετανός πρωθυπουργός Χέρμπερτ Χένρι Άσκουιθ (Herbert Henry Asquith) αποδέχθηκε γραπτώς, στις 11 Δεκεμβρίου 1915, τις προτάσεις της προαναφερθείσας επιστολής του Ζαχάροφ.
Στη συνέχεια, η βρετανική κυβέρνηση έθεσε στη διάθεση του Ζαχάροφ κονδύλιο ύψους 1.407.000 στερλινών (καταθέτοντάς το στον τραπεζικό λογαριασμό του Ζαχάροφ στην τράπεζα Barclays), με το οποίο ο Ζαχάροφ, μεταξύ άλλων, στήριξε τον Ελευθέριο Βενιζέλο, πρόεδρο του Κόμματος Φιλελευθέρων, και, σε συνεννόηση με τον Βενιζέλο, ανέλαβε να εξαγοράσει δυσαρεστημένους Έλληνες πολιτικούς. Επίσης, ο Ζαχάροφ φρόντισε να δημιουργηθεί στην Ελλάδα, το 1916, αγγλο-γαλλικό πρακτορείο ειδήσεων με τη μορφή ραδιοφωνικού σταθμού.
Προκειμένου να ενισχύσουν περαιτέρω τον Ελευθέριο Βενιζέλο και το κόμμα του, οι Βρετανοί, όπως αναφέρεται στα προαναφερθέντα βρετανικά κρατικά αρχεία, διέθεσαν επιπλέον ένα εκατομμύριο γαλλικά φράγκα, τα οποία πληρώθηκαν μέσω της Εθνικής Τράπεζας της Αιγύπτου στον Γεώργιο Αβέρωφ, ο οποίος ήταν βασικός δίαυλος μεταξύ Λονδίνου και Ελλάδας, φίλος του Ελευθέριου Βενιζέλου και χορηγός του βενιζελικού κινήματος στη Θεσσαλονίκη το 1917.
Το φιλογερμανικό δίκτυο μέσα από τα βρετανικά αρχεία
Στο πρώτο ήμισυ του εικοστού αιώνα, ένα κεντρικής σημασίας πρόσωπο του φιλογερμανικού δικτύου, που λειτουργούσε στην Ελλάδα, ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς, ο οποίος ήταν απόφοιτος της Πολεμικής Ακαδημίας του Βερολίνου και ιδεολόγος του φασισμού. Ως αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού, επέδειξε σημαντικές στρατιωτικές ικανότητες στον Πρώτο Βαλκανικό Πόλεμο (1912-1913) και στον Δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο (1913).
Όμως, το 1915, ο Μεταξάς μαζί με τον Γεώργιο Στρέιτ (διακεκριμένο Έλληνα διπλωμάτη, πολιτικό και ακαδημαϊκό), τον Σοφοκλή Δούσμανη (ναύαρχο του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού) και τη Βασίλισσα Σοφία της Ελλάδας (κόρη του Αυτοκράτορα Φρειδερίκου Γ’ της Γερμανίας και αδελφή του Αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β’ της Γερμανίας) συγκρότησαν ένα ισχυρό φιλογερμανικό δίκτυο και λόμπι για να επηρεάσουν τον Βασιλέα Κωνσταντίνο Α’ της Ελλάδας και το ελληνικό πολιτικό σύστημα, εναρμονιζόμενοι με τη γερμανική εξωτερική πολιτική.
Γι’ αυτόν τον λόγο, τον Αύγουστο του 1916, ύστερα από αιτήματα της Βρετανίας και της Γαλλίας, ο Έλληνας Βασιλέας αναγκάστηκε να απομακρύνει τον Μεταξά από το Γενικό Επιτελείο των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Μετά από την ήττα της Γερμανίας στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Μεταξάς έκανε μια διπλωματική στροφή προς τη Βρετανία. Στη δεκαετία του 1930, η Βρετανία αποφάσισε να συνεργαστεί με τον φιλογερμανό και οπαδό του φασισμού δικτάτορα, Ιωάννη Μεταξά, προκειμένου να διευκολύνει την κυριαρχία μιας ετεροκαθοριζόμενης αστικής τάξης στην Ελλάδα, να εμποδίσει τη διάδοση επαναστατικών και, ιδίως, κομμουνιστικών ιδεών και να οδηγήσει στη σύγκρουση της Ελλάδας με τη ναζιστική Γερμανία, στο πλαίσιο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Άλλωστε, στην ίδια περίοδο, η Μεγάλη Βρετανία έδρασε με παρόμοιο τρόπο απέναντι στους φασίστες της Ιταλίας.
Οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν κατορθώσει να διεισδύσουν βαθιά στο φασιστικό καθεστώς, που επέβαλε ο Μπενίτο Μουσολίνι (Benito Mussolini) στην Ιταλία, κατά το χρονικό διάστημα 1922-1943. Άλλωστε, ο Μουσολίνι ήταν παλαιός γνώριμος του βρετανικού βαθέος κράτους. Το 1917, ο Μπενίτο Μουσολίνι, ο οποίος τότε εργαζόταν ως δημοσιογράφος, στρατολογήθηκε από τη βρετανική μυστική υπηρεσία MI5, όπως αποκάλυψε σχετική ιστορική έρευνα του Δρ. Πίτερ Μάρτλαντ (Peter Martland), καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ. Τα πορίσματα αυτής της ιστορικής έρευνας δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα “The Guardian”, στις 13 Οκτωβρίου 2009. Ο τακτικός μισθός, που λάμβανε ο Μουσολίνι από τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες, όταν ήταν νεαρός δημοσιογράφος και πολιτικός ακτιβιστής, τον βοήθησε να αναπτύξει τις πολιτικές του φιλοδοξίες, ασχέτως της πορείας που ακολούθησε στη συνέχεια.
Σε συνεργασία με τον φιλοβρετανό Βασιλέα, Γεώργιο Β’ των Ελλήνων, ο Μεταξάς επέβαλε δικτατορικό καθεστώς, σαν σήμερα, στις 4 Αυγούστου 1936. Η Βρετανία, χειραγωγώντας πτυχές της πολιτικής της Ιταλίας και της Ελλάδας, οδήγησε σε τετελεσμένα γεγονότα που κατέστησαν τον ελληνοϊταλικό πόλεμο αναπόφευκτο. Η Βρετανία, εφαρμόζοντας το τέχνασμα “διαίρει και βασίλευε”, πέτυχε να κάνει τον Μουσολίνι και τον Μεταξά να “φαγωθούν” μεταξύ τους, και, έτσι, άνοιξε ένα νέο πολεμικό μέτωπο στις δυνάμεις του Άξονα, με τελικό σκοπό την αποδυνάμωση της ναζιστικής Γερμανίας.