Το φράγμα στο Δνείπερο έχει τη δική του ιστορία…
12/06/2023Το πρωί της 6ης Ιουνίου 2023, το φράγμα στο Δνείπερο (Kakhovka HPP) ανατινάχτηκε στην επαρχία της Χερσώνας. Δεκάδες οικισμοί, συμπεριλαμβανομένης της πόλης της Χερσώνας, κινδυνεύουν από πλημμύρες. Το γεγονός έφερε στον νου την καταστροφή του ίδιου φράγματος το καλοκαίρι του 1941 –από τους Σοβιετικούς τότε– σε μια προσπάθεια να ανασχεθεί η προέλαση των Γερμανών.
Το βράδυ της 18ης Αυγούστου του 1941, το προσωπικό του 157ου συντάγματος της μυστικής υπηρεσίας NKVD που φρουρούσε το φράγμα Ντνίπρο, όπως ονομαζόταν, απενεργοποίησε τον εξοπλισμό του σταθμού και ανατίναξε το φράγμα. Αυτό προκάλεσε την έκπληξη, όχι τόσο των Γερμανών που προχωρούσαν, όσο των στρατιωτών του Κόκκινου Στρατού που υποχωρούσαν.
Η έκρηξη σκότωσε Σοβιετικούς στρατιώτες που διέσχιζαν το φράγμα εκείνη τη στιγμή. Επίσης πλημμύρισαν οι μονάδες των Σοβιετικών που βρίσκονταν προς τον κάτω ρου του ποταμού. Οι εκτιμήσεις είναι πως πέθαναν τότε χιλιάδες Σοβιετικοί στρατιώτες και πολίτες. Οι Γερμανοί αποκατέστησαν το εργοστάσιο ήδη από το καλοκαίρι του επόμενου έτους και το φθινόπωρο του 1943, κατά την υποχώρηση τους, προσπάθησαν και πάλι να το ανατινάξουν.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1920 αποφασίστηκε να κατασκευαστεί ένας υδροηλεκτρικός σταθμός παραγωγής ενέργειας στη Ζαπορίζια, ως μέρος ενός σχεδίου μεγάλης κλίμακας για την ηλεκτροδότηση της χώρας. Το εργοστάσιο κατασκευάστηκε με τη βοήθεια αμερικανικής τεχνολογίας και Αμερικανών τεχνικών.
Το φράγμα Ντνίπρο ανακηρύχθηκε πανσοβιετικό έργο για την κατασκευή του οποίου, εκτός από τους “μαχητές του στρατού των κατασκευών”, συνείσφερε η απλήρωτη εργασία κρατουμένων. Το 1927 τοποθετήθηκε γέφυρα και το 1932 τέθηκε σε λειτουργία η πρώτη μονάδα του νέου εργοστασίου. Το 1939, στο φράγμα έγινε το μεγαλύτερο εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας στην Ευρώπη και το τρίτο μεγαλύτερο στον κόσμο.
Ανείπωτη καταστροφή
Δύο χρόνια μετά την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Γερμανία επιτέθηκε στην ΕΣΣΔ. Τα σοβιετικά στρατεύματα είχαν αποσυρθεί ανατολικά με μεγάλες απώλειες. Και οι Γερμανοί διέρρηξαν τις γραμμές προς το Κίεβο και τα μεγάλα βιομηχανικά κέντρα και λιμάνια της Ουκρανίας: Ζαπορίζια, Μικολάιφ, Χερσώνα, Οδησσό και Οτσάκιβ. Στα μέσα Αυγούστου του 1941, οι δυνάμεις της γερμανικής “Ομάδας Στρατιών Νότου” έφτασαν κατά σε ολόκληρη τη γραμμής του Δνείπερου (Ντνίπρο) από τη Χερσώνα ως το Κίεβο.
Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου των Γερμανικών Χερσαίων Δυνάμεων, Φραντς Χάλντερ, στις 17-18 Αυγούστου 1941, ένα από τα γερμανικά τμήματα αρμάτων βρισκόταν ήδη σχεδόν ένα χιλιόμετρο μακριά από το φράγμα Ντνίπρο. Το βράδυ της 18ης Αυγούστου, οι σοβιετικές μονάδες περιόρισαν την επίθεση τους και κάλυπταν την αποχώρηση άλλων μονάδων, όταν περίπου στις 20:15 σημειώθηκε μια ισχυρή έκρηξη και ένα κύμα πλάτους περίπου 100 μέτρων και ύψους 30 μέτρων ξεχύθηκε από την πλευρά του φράγματος.
«Στρατιωτικά οχήματα καταστράφηκαν και άνθρωποι που κινούνταν κατά μήκος του φράγματος εκείνη την ώρα, φυσικά, πέθαναν. Μια πλημμύρα σχεδόν τριάντα μέτρων σάρωσε την πεδιάδα του Δνείπερου, παρασύροντας τα πάντα στο πέρασμά της. Ολόκληρο το κάτω μέρος της Ζαπορίζια με τεράστια αποθέματα διάφορων υλικών (στρατιωτικών, χιλιάδες τόνοι τροφίμων κ.λπ.) παρασύρθηκαν μέσα σε λίγα λεπτά.
Δεκάδες πλοία, μαζί με τα πληρώματά τους, χάθηκαν σε αυτό το τρομερό ρεύμα. [Σοβιετικές] στρατιωτικές μονάδες βρίσκονταν σε θέσεις στις πλημμυρισμένες πεδιάδες του Δνείπερου, δεκάδες χιλιόμετρα μέχρι τη Νικόπολη και πέρα. Ένα τεράστιο ρεύμα ήρθε απροσδόκητα. Ένας μεγάλος αριθμός στρατιωτών και αξιωματικών του Κόκκινου Στρατού με πυροβολικό και στρατιωτικό εξοπλισμό σκοτώθηκαν. Εκτός από τον στρατό, δεκάδες χιλιάδες βοοειδή και πολλοί άνθρωποι που ήταν στη δουλειά πέθαναν στις πλημμύρες». Αυτά περιέγραψε ο αυτόπτης μάρτυρας Φεντίρ Πιχίντο-Πραβομπερέζνι (αναφέρεται σε βιβλίο του Κάρελ Μπέρχοφ (Karel Berkhoff “Harvest of Despair: Life and Death in Ukraine Under Nazi Rule”).
Προετοιμασίες και πανικός
Το φράγμα είχε ήδη υπονομευτεί τον Αύγουστο του 1941, με περισσότερους από 20 τόνους εκρηκτικών που μεταφέρθηκαν με αεροπλάνο από τη Μόσχα. Υπεύθυνοι για την επιχείρηση ήταν ο συνταγματάρχης του μηχανικού Μπορίς Επόφ και ο αντισυνταγματάρχης Αλεξέι Πετρόβσκι. Αλλά ακόμα δεν είναι γνωστό ποιος ακριβώς καθόρισε την μοιραία ώρα για την έκρηξη.
Μερικοί ιστορικοί πιστεύουν ότι η εντολή δόθηκε από τον διοικητή των στρατευμάτων της “Νοτιοδυτικής Κατεύθυνσης” στρατάρχη Σεμιόν Μπουντιόνι. Άλλοι εκτιμούν ότι ο Στάλιν έστειλε προσωπικά τον κωδικό από τη Μόσχα και άλλοι πιστεύουν ότι ήταν τα στελέχη του 157ου συντάγματος της NKVD που πυροδότησαν τα εκρηκτικά, επειδή πανικοβλήθηκαν. Αυτό προκάλεσε τον αιφνιδιασμό ακόμη και της ανώτατης διοίκησης. «Ήμασταν στη Ζαπορίζια όταν ξαφνικά το έδαφος σείστηκε κάτω από τα πόδια μας. Ο αέρας ανατρίχιασε από μια έκρηξη τεράστιας δύναμης», έγραψε στα απομνημονεύματα του ο διοικητής του Νοτίου Μετώπου Ιβάν Τιουλένεφ.
Στην αρχή, η σοβιετική ηγεσία προσπάθησε να ρίξει το φταίξιμο σε “σαμποτέρ του εχθρού”, αλλά αυτή η εκδοχή αναγκαστικά εγκαταλείφθηκε, όταν στις 21 Αυγούστου του 1941, οι New York Times σε πρωτοσέλιδο άρθρο για την έκρηξη στο φράγμα, αναφέρθηκε ότι έγινε από τους «υποχωρούντες Ρώσους». Περιείχε το σχόλιο ενός διπλωμάτη από μια από τις χώρες του Άξονα, ο οποίος συνέκρινε τέτοιες ενέργειες με έναν «σκορπιό που τσίμπησε τον εαυτό του».
Η έκρηξη του φράγματος δεν προκάλεσε σοβαρά προβλήματα στα γερμανικά στρατεύματα. Μετά την έκρηξη στο Δνείπερο, η άμυνα της Ζαπορίζια κράτησε άλλον ενάμιση μήνα. Σε αυτό το διάστημα, σχεδόν όλος ο εξοπλισμός των μεγάλων εργοστασίων μεταφέρθηκε από την πόλη. Όσον αφορά τις απώλειες από την καταστροφή του φράγματος μεταξύ των Σοβιετικών στρατιωτών και πολιτών, δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία. Δυτικές πηγές τις υπολογίζουν κατά προσέγγιση σε 20-100 χιλιάδες άτομα. Επιπλέον, αρκετές χιλιάδες στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού που ήταν στη δυτική όχθη του Δνείπερου αποκόπηκαν από το νερό και αναγκάστηκαν να παραδοθούν.
Οι Γερμανοί το ξαναχτίζουν και το ξανακαταστρέφουν!
Οι Γερμανοί ήταν πραγματικά έκπληκτοι από τον τρόπο με τον οποίο καταστράφηκε όλος ο εξοπλισμός του σταθμού. Ο Γερμανός υπουργός Εξοπλισμών Άλμπερτ Σπέερ ανέφερε στα απομνημονεύματα του, τον θαυμασμό του για την απλότητα της καταστροφής: «Επισκέφτηκα επίσης το ανατιναχθέν εργοστάσιο ηλεκτροπαραγωγής στη Ζαπορίζια. Κατά την απόσυρσή τους, οι Ρώσοι απενεργοποίησαν τον εξοπλισμό με έναν μάλλον απλό και πρωτόγονο τρόπο: με την αλλαγή του διανομέα λίπανσης ενώ οι τουρμπίνες ήταν σε πλήρη λειτουργία. Χωρίς λίπανση, τα μηχανήματα υπερθερμάνθηκαν και κυριολεκτικά κατασπάραξαν τον εαυτό τους, μετατράπηκαν σε ένα σωρό άχρηστα παλιοσίδερα. Είναι ένα πολύ αποτελεσματικό μέσο καταστροφής και το μόνο που χρειάζεται είναι μια απλή περιστροφή της λαβής από ένα άτομο».
Αν και το κατεστραμμένο τμήμα του φράγματος αποκαταστάθηκε αρκετά γρήγορα από Γερμανούς μηχανικούς, ο νέος εξοπλισμός έπρεπε να μεταφερθεί από τη Γερμανία. Το καλοκαίρι του 1942 το εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας άρχισε να λειτουργεί ξανά. Το 1943, όμως, η κατάσταση στο Ανατολικό Μέτωπο άλλαξε και τα σοβιετικά στρατεύματα πέρασαν στην επίθεση.
Οι Γερμανοί άρχισαν να προετοιμάζονται για την ανατίναξη του φράγματος από τον Μάρτιο του 1943, πάνω από μισό χρόνο πριν την υποχώρηση τους από τη Ζαπορίζια. Περίπου 200 τόνοι εκρηκτικών υποτίθεται ότι θα κατέστρεφαν ολοσχερώς τον σταθμό. Όμως, Σοβιετικοοί μηχανικοί και ανιχνευτές κατάφεραν να καταστρέψουν μέρος των καλωδίων που πήγαιναν στους πυροκροτητές. Εξαιτίας αυτού του πλήγματος, οι Γερμανοί κατάφεραν να ανατινάξουν μόνο μέρος του φράγματος.
Ανακατασκευή
Όλα τα άλλα, όμως, έπρεπε να ξαναχτιστούν σχεδόν από την αρχή. Οι Γερμανοί κατέστρεψαν το μηχανοστάσιο, τον πίνακα ελέγχου, όλο τον ηλεκτρολογικό εξοπλισμό και τη γέφυρα. Το 1944 το φράγμα Ντνίπρο άρχισε να ξαναχτίζεται. Για πολλούς μήνες πυροτεχνουργοί εξουδετέρωσαν περίπου εκατό τόνους εκρηκτικών. Στη συνέχεια εργάτες οικοδομών και εργάτες αγροκτημάτων –κυρίως γυναίκες– στάλθηκαν για εργασίες αποκατάστασης.
Αρχικά χτίστηκαν κρεμαστές γέφυρες μεταξύ των στοιχείων αναφοράς των κατεστραμμένων πυλώνων. Επάνω τους τοποθετήθηκαν τα στηρίγματα πυλών και γεφυρών φραγμάτων υπερχείλισης, οι ανυψωτικοί μηχανισμοί πυλών και οι κατασκευές που καλύπτουν αυτούς τους μηχανισμούς. Στη συνέχεια κατασκευάστηκε γρήγορα ένα προσωρινό προστατευτικό φράγμα. Οι ρωγμές στο φράγμα γεμίστηκαν με ειδικό τσιμέντο. Το πρώτο έτος των εργασιών προχώρησε αργά, λόγω του γεγονότος ότι οι Γερμανοί αφαίρεσαν το αρχείο των κατασκευαστικών εγγράφων του σταθμού παραγωγής ενέργειας. Το 1945 το αρχείο βρέθηκε στην Τσεχοσλοβακία και επέστρεψε στη Ζαπορίζια.
Το έργο ανακατασκευής του σταθμού διαχειρίστηκε ο αρχιτέκτονας Βίκτορ Βέσνιν, ο οποίος έκανε αλλαγές με στόχο τον εμπλουτισμό της αρχιτεκτονικής εικόνας της εμφάνισης του σταθμού. Επίσης, εκσυγχρονίστηκε ο εξοπλισμός του φράγματος. Το 1946, η αμερικανική εταιρεία General Electric παρέδωσε νέες γεννήτριες ισχύος 90 MWt, σε αντικατάσταση των κατεστραμμένων, η ισχύς των οποίων ήταν 77,5 MWt.
Το φράγμα στην μετασοβιετική εποχή
Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ξεκίνησε ξανά το 1950. Το 1969-1980 κατασκευάστηκε το δεύτερο εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας, με δυναμικότητα παραγωγής 828 MW. Επί του παρόντος, το φράγμα έχει μήκος πάνω από 800 και ύψος 61 μέτρα. Το φράγμα ανυψώνει το νερό του ποταμού έως και 37 μέτρα, με αποτέλεσμα να καθιστά πλεύσιμο ολόκληρο τον Δνείπερο. Κατά τη μακρόχρονη ιστορία του, το φράγμα χαιρετίστηκε ως ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα των σοβιετικών προγραμμάτων εκβιομηχάνισης.
Μετά την διάλυση της ΕΣΣΔ, το φράγμα ιδιωτικοποιήθηκε και συνέχιζε να τροφοδοτεί τα παρακείμενα βιομηχανικά συγκροτήματα. Την άνοιξη του 2016, όλα τα κομμουνιστικά σύμβολα (συμπεριλαμβανομένης της πινακίδας που έλεγε ότι το έργο πήρε το όνομά του από τον Βλαντιμίρ Λένιν) αφαιρέθηκαν από το φράγμα, προκειμένου να συμμορφωθούν με τους νόμους αποκομμουνιστοποίησης της Ουκρανίας.