Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος: Η γερμανική εισβολή στην Πολωνία (σπάνιο βίντεο)
11/04/2021Την 1η Σεπτεμβρίου 1939 ο γερμανικός στρατός παραβίασε τα πολωνικά σύνορα. Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν πια γεγονός. Απέναντι στην Πολωνία και στους δυτικούς της συμμάχους (Βρετανία, Γαλλία), ο Γερμανικός Στρατός δεν διέθετε ούτε την αριθμητική ούτε την ποιοτική υπεροχή, παρά τις περί του αντιθέτου απόψεις που κυκλοφορούν. Οι Γερμανοί υπερείχαν μόνο σε τακτική και σε αεροπορικές δυνάμεις. Σε κάθε περίπτωση εκμεταλλεύτηκαν τις αδυναμίες και τον κακό συντονισμό ενεργειών των εχθρών τους και χάρη στην υπεροχή τους αυτή, επιτέθηκαν και νίκησαν τον ένα μετά τον άλλο τους αντίπαλους στρατούς.
Όταν ο Χίτλερ συγκέντρωνε τις δυνάμεις του κατά της Πολωνίας, διακινδύνευε τα μέγιστα αφήνοντας ως φρουρά των δυτικών του συνόρων 44 (οι 20 εφεδρικές) μόνο μεραρχίες πεζικού, απέναντι στον όγκο του γαλλικού στρατού, συνολικής δυνάμεως 100 περίπου μεραρχιών κάθε τύπου. Ο πολωνικός στρατός με τη σειρά του διέθετε 30 μεραρχίες πεζικού, 9 εφεδρικές μεραρχίες πεζικού, 11 ταξιαρχίες ιππικού και 3 ορεινές ταξιαρχίες πεζικού. Στις δυνάμεις αυτές θα έπρεπε να προστεθούν και 4 τουλάχιστον βρετανικές μεραρχίες που βρίσκονταν τότε στη Γαλλία.
Απέναντι στις δυνάμεις αυτές, ο γερμανικός στρατός διέθετε περίπου 110 μεραρχίες κάθε τύπου, εκ των οποίων οι 6 τεθωρακισμένες, 4 ελαφρές και 6 μηχανοκίνητες. Εκείνη την περίοδο οι Γερμανοί δεν διέθεταν περισσότερα από 2.500 άρματα μάχης, ελαφρά στη συντριπτική τους πλειοψηφία. Την ίδια στιγμή ο γαλλικός στρατός διέθετε 3.500 σχεδόν άρματα μάχης (επίσης ελαφρά τα περισσότερα).
Αν την ώρα που οι Γερμανοί στρατιώτες περνούσαν τα πολωνικά σύνορα οι Γάλλοι στρατηγοί διενεργούσαν τολμηρή επίθεση με τα τμήματα του ενεργού Στρατού και μόνο (40 σχεδόν μεραρχίες), η έκβαση του πολέμου θα ήταν διαφορετική. Οι Σύμμαχοι όμως έδρασαν εντελώς ασυντόνιστα και υπέκυψαν ο ένας μετά τον άλλο. Είναι γεγονός ότι οι Πολωνοί στρατηγοί διέπραξαν από μόνοι τους τραγικά στρατηγικά λάθη, όσον αφορά την επιλογή της αμυντικής τους τοποθεσίας, υποτιμώντας παράλληλα θανάσιμα τον αντίπαλο.
Χωρίς ισχυρή αεροπορία, χωρίς πολλά και ισχυρά άρματα, ο πολωνικός στρατός σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε να δώσει την επικείμενη αμυντική μάχη, υπερεκτεταμένος κατά μήκος του αναπτύγματος 2.800 χλμ. συνόρων της πατρίδας του με τη Γερμανία. Μην έχοντας ιδέα για το τι τους περιμένει, οι Πολωνοί στρατηγοί ατένιζαν με αισιοδοξία το μέλλον.
Αιφνιδιασμός
Αιφνιδιασμένος από την πρώτη στιγμή με την ταχύτητα και τη βιαιότητα της εχθρικής επίθεσης, ο πολωνικός στρατός δεν κατάφερε ούτε καν να κινητοποιηθεί στο σύνολό του. Την 1η Σεπτεμβρίου 1939, μόλις 17 μεραρχίες και 4 ταξιαρχίες πεζικού και ιππικού του ήταν έτοιμες. Ακόμα και οι δυνάμεις αυτές, όμως, οι έτσι και αλλιώς φρικτά ανεπαρκείς, έδωσαν τη μάχη σκορπισμένες στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.
Για την επίθεση κατά της Πολωνίας, η γερμανική Ανώτατη Διοίκηση Ενόπλων Δυνάμεων έριξε στη μάχη δύο ομάδες στρατιών. Η νότια και ισχυρότερη Ομάδα Στρατιών Α’ αναπτύχθηκε, υπό τη διοίκηση του στρατηγού φον Ρούντστεντ, στη γερμανοπολωνική μεθόριο στην περιοχή της Σιλεσίας. Η Ομάδα Στρατιών Β’, υπό τον φον Μποκ, ήταν διατεταγμένη σε δύο περιοχές, στην Ανατολική Πρωσία και στην Πομερανία. Την όλη επιχείρηση υποστήριζαν από αέρος ο 1ος και ο 4ος Αεροπορικός Στόλος (Λουφτφλότε). H Oμάδα Στρατιών A’ περιλάμβανε τρεις στρατιές, τη 14η (Λιστ), τη 10η (φον Ράιχεναου) και την 8η (Μπλάσκοβιτς).
Η 10η Στρατιά διέθετε 15 μεραρχίες, μεταξύ των οποίων τέσσερις τεθωρακισμένες, τρεις ελαφρές και δύο μηχανοκίνητες. Η στρατιά αυτή αποτελούσε τον στρατηγικό κριό, τον προορισμένο να συντρίψει το πολωνικό κέντρο (Στρατιές Λοτζ και Κρακοβίας) σε συνεργασία με την 8η Στρατιά. Η 14η Στρατιά είχε ως αποστολή να σαρώσει την πολωνική αντίσταση κατά μήκος των παρυφών των Καρπαθίων. Η Ομάδα Στρατιών Α’ τηρούσε σε εφεδρεία πέντε μεραρχίες πεζικού. Αργότερα της διατέθηκε και το 22ο Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού του φον Κλάιστ και δύο ορεινές μεραρχίες πεζικού.
Η Ομάδα Στρατιών Β’, αν και λιγότερο ισχυρή, ήταν διατεταγμένη με τέτοιο τρόπο ώστε οι δυνάμεις της να είναι σε θέση να υπερφαλαγγίσουν τις πολωνικές. Στην Πομερανία, η 4η Στρατιά του φον Κλούγκε, με αιχμή του δόρατος το 19ο Τεθωρακισμένο Σώμα του Γκουντέριαν, είχε ως αποστολή τη διάσπαση του πολωνικού μετώπου στην περιοχή του διαδρόμου του Ντάντσιχ και την ένωσή της με την 3η Στρατιά της Ανατολικής Πρωσίας του Κίχλερ.
Οι νικητές
Με την υποστήριξη της Αεροπορίας, ο Γερμανικός Στρατός πέρασε στην επίθεση, εφαρμόζοντας για πρώτη φορά στην πράξη τις νέες του τακτικές του Κεραυνοβόλου Πολέμου (Blietzkrieg). Οι υπερεκτεταμένες πολωνικές δυνάμεις σύντομα διασπάστηκαν, πάρα τον άφθαστο ηρωισμό που επέδειξαν.
Η πολωνική στρατιά της Πομερανίας (στρατηγός Μπροντόφσκι) διασπάστηκε ανεπανόρθωτα και η Στρατιά του Πόζναν (Στρατηγός Κούρτσεμπα) περικυκλώθηκε. Νότια, η Στρατιά της Κρακοβίας επίσης συντρίφτηκε με αποτέλεσμα και η Στρατιά του Λοτζ να περικυκλωθεί. Επτά μόλις μέρες μετά την έναρξη της εκστρατείας, η μάχη είχε ήδη κερδηθεί από τους Γερμανούς. Οι πολωνικές δυνάμεις συνέχιζαν να αγωνίζονται ηρωικά, εγκλωβισμένες σε μια σειρά θυλάκων, χωρίς καμιά πιθανότητα επιτυχίας.
Το πολωνικό ιππικό και πεζικό δεν μπορούσαν να υποχωρήσουν με ταχύτητα ανάλογη των προελαυνουσών γερμανικών μηχανοκινήτων φαλαγγών. Προς όποια κατεύθυνση και αν βάδιζαν οι Πολωνοί, συναντούσαν παντού τους αντιπάλους τους. Βομβαρδιζόμενοι από τη Luftwaffe και στραγγαλιζόμενοι από τον Γερμανικό Στρατό, οι Πολωνοί δέχτηκαν στις 17 Σεπτεμβρίου τη χαριστική βολή από την άνανδρη σοβιετική επίθεση. Ήταν το τέλος.
Αν και οι μάχες συνεχίστηκαν έως και τον Οκτώβριο του 1939 και η ένοπλη αντίσταση δεν έπαψε παρά τον χειμώνα του 1940, η μάχη για τους Γερμανούς είχε κερδηθεί. Ήταν η πρώτη κεραυνοβόλος εκστρατεία του πολέμου, η οποία έληξε με πλήρη επικράτηση της πλευράς που κατείχε την αεροπορική υπεροχή και την υπεροχή σε τακτική και σε ευκινησία. Η πολωνική εκστρατεία στοίχισε στο Γερμανικό Στρατό 10.572 νεκρούς, 3.409 εξαφανισθέντες και 30.332 τραυματίες. Επρόκειτο για απώλειες ισοδύναμες με το προσωπικό 2 1/2 μεραρχιών. Αντίθετα οι Πολωνοί είχαν 60.000 νεκρούς, 180.000 τραυματίες και σχεδόν 800.000 αιχμαλώτους.